Όταν στα μέσα Ιανουαρίου κινηματογραφούσαν την «Κληρονομιά» του Μαριβώ – την παράσταση που πρόλαβαν να ανεβάσουν για ελάχιστα βράδια και αποφάσισαν να επαναλάβουν με μια προβολή on demand – δεν είχε ξεσπάσει ακόμα η θύελλα των αποκαλύψεων για ακραία περιστατικά έμφυλης βίας στο θέατρο. Παρόλα αυτά, δεν κάμφθηκαν στην απόφαση τους, ούτε οι ίδιοι ούτε και υπόλοιποι 18 καλλιτέχνες και τεχνικοί που συμβάλλουν στην κινηματογράφιση της.
Ο Γιάννης Νταλιάνης και η Μαριλίτα Λαμπροπούλου, ο σκηνοθέτης και η πρωταγωνίστρια της, ξέρουν πως η επανασύνδεση με το θεατρικό κοινό, εν μέσω αυτής της αδιανόητης κρίσης στο χώρο του θεάτρου, θα είναι πραγματικά δύσκολη.
«Μια ξεκάθαρη και ακραία λύση θα ήταν ίσως η καλλιτεχνική σιωπή, να υπάρξει δηλαδή μια μεγάλη θεατρική παύση. Ηχηρή. Και να ακολουθήσει μια επανεκκίνηση. Τώρα, οφείλουμε να ολοκληρώσουμε αυτό που ξεκινήσαμε. Να εκθέσουμε δηλαδή, τη δουλειά μας στο κοινό. Για να θυμηθούμε όλοι και να θυμίσουμε ότι υπάρχει και η άλλη πλευρά, η φωτεινή όψη. Σα μια ανακουφιστική ανάσα. Χρειάζονται πολλές τέτοιες ανάσες, που θα μας δώσουν τη δύναμη να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Για να αξιοποιήσουμε τη μεγάλη ευκαιρία που μας παρουσιάζεται για ένα καλύτερο θέατρο, από όλες τις απόψεις» παρατηρεί ο Γιάννης Νταλιάνης.
Η πρωταγωνίστρια του Μαριλίτα Λαμπροπούλου συμφωνεί πως η σύνδεση με το κοινό είναι, αυτή τη στιγμή, πιο επιτακτική από ποτέ. «Μπορεί οι εξελίξεις να υπερβαίνουν κάθε προγραμματισμό και το ρεπερτόριο μερικές φορές να μοιάζει έως και άκαιρο, όμως ένας κλασικός συγγραφέας έχει πάντα τρόπο να διαβαστεί μέσα από το πρίσμα των εξελίξεων και μία παραγωγή που αναδίδει την όμορφη συνεργασία των ανθρώπων της είναι όχι απλώς βάλσαμο αλλά πρόταση σε μια τέτοια εποχή. Κανείς μας δεν ξέρει τι θα γεννήσει όλο αυτό. Αγωνιζόμαστε καθημερινά να καταλάβουμε, να μάθουμε, να ξεσηκωθούμε, να καθαρίσουν τα πράγματα από ό,τι τα μολύνει και να μπουν κανόνες και φραγμοί που δε θα επιτρέψουν σε άλλα τερατώδη φαινόμενα να βρουν έδαφος να αναπτυχθούν.
Όσοι αγαπάμε το θέατρο, τον άνθρωπο και την αλήθεια είμαστε μαζί σ’ αυτό, θεατές και δημιουργοί. Κανείς δεν εγκαταλείπει το θέατρο, ακόμα και τώρα που οι αίθουσες είναι κλειστές, οι δρόμοι απαγορευμένοι, οι πλατείες σφραγισμένες. Το θέατρο ακόμα κι αν του κόψουν τα πόδια, τα χέρια, του ράψουν το στόμα πάλι θα βρει τρόπο να μιλάει, να φωτίζει και να συγκινεί. Περί αυτού πρόκειται. Το διαδίκτυο έγινε ο τόπος όπου βρισκόμαστε για να δώσουμε μαζί την υπόσχεση να ξαναβρεθούμε εκεί που πραγματικά ανήκουμε. Σε έναν χώρο με ολόκληρα τα σώματά μας».
Με αυτή την προσδοκία εξάλλου ξεκινούσαν τον κύκλο παραστάσεων το μακρινό πια φθινόπωρο, αλλά οι πολιτιστικές δραστηριότητες θα έπεφταν γρήγορα θύμα των υγειονομικών περιορισμών. Παρόλα αυτά, η επιλογή τους ν’ ανεβάσουν μια κλασική κωμωδία δεν ήταν καθόλου τυχαία. Απεναντίας αναφερόταν τόσο στο αίσθημα της εποχής – την ανάγκη μιας πιο ανάλαφρης ψυχαγωγίας – και την ίδια ώρα την σχολίαζε ευθέως.
«Θεωρούσα πάντα την ‘Κληρονομιά’ μια κωμωδία αποστάσεων. Οι έξι ερωτευμένοι επιλέγουν να τηρήσουν μεταξύ τους τις αποστάσεις, άλλοι για λόγους οικονομικού συμφέροντος, άλλοι από δειλία να εξομολογηθούν τον έρωτά τους, άλλοι από εγωισμό να παραδεχθούν ότι ενδιαφέρονται και όλοι από φόβο να αφεθούν ολοκληρωτικά στον έρωτα και να γίνουν ο καθρέφτης του άλλου. Η απόσταση που ζούμε τώρα δεν είναι δική μας επιλογή, την επιβάλλουν οι υγειονομικοί περιορισμοί. Οι συνέπειες όμως κάθε απόστασης είναι οδυνηρές. Η ματιά της κωμωδίας απέναντι σ’ αυτές τις καταστάσεις, μάς επιτρέπει να δούμε τα πράγματα πιο αισιόδοξα και να μοιραστούμε το βάρος της εποχής μας με ανθρώπους που έζησαν πριν από μας» παρατηρεί ο σκηνοθέτης της παράστασης.
Μέσα από την πρακτική του streamingΑναγνωρίζοντας πως η πρακτική του streaming δεν είναι θέατρο, αφού το κοινό δεν είναι φυσικά παρόν και αδυνατεί να αλληλεπιδράσει με το θέαμα, εκτιμούν πως την συγκεκριμένη χρονική στιγμή είναι ζωτικής σημασίας.
«Σε μια περίοδο που το θέατρο κινδυνεύει με πλήρη αποκλεισμό, απαξίωση από την πολιτεία είναι ένας τρόπος αντίστασης. Και έχει να δώσει στο κοινό. Φυσικά εδώ καλείται να συνδυαστεί και με μία άλλη τέχνη, την κινηματογράφηση ή -αν είναι live – της κάμερας, της ηχοληψίας και του ζωντανού μοντάζ. Γιατί πρέπει το βλέμμα και το αυτί του θεατή να βοηθηθεί από το μέσο. Το streaming, όσο κι αν δεν είναι πλήρης εμπειρία, προσφέρει στο θεατή τη δυνατότητα να ακούσει ένα έργο, να δει τη δομή μιας παράστασης, να ακούσει τη μουσικότητα των φωνών και κυρίως, να είναι μάρτυρας, έστω και έτσι, της θεατρικής πράξης. Το streaming είναι εκεί για να θυμίζει ότι είμαστε εκεί, και οι δύο μεριές της θεατρικής πράξης» λένε.
Η «Κληρονομιά» σηματοδοτεί την έκτη συνεργασία για τον Γιάννη Νταλιάνη και τη Μαριλίτα Λαμπροπούλου. Ζευγάρι και στη ζωή, ίδρυσαν, αυθόρμητα σχεδόν, την ομάδα «Zero Gravity» το 2013 όταν αποφάσισαν να ασχοληθούν με την «Σκακιστική Νουβέλα» του Τσβάιχ.
Η παράσταση είχε κάνει το ντεμπούτο της στο Φεστιβάλ Αθηνών και η αποδοχή της έδειξε το δρόμο, όχι μόνο της επανάληψης της αλλά και της διεύρυνσης της κοινής τους προσπάθειας. Έτσι, πήραν το σοβαρό οικονομικό ρίσκο να γίνουν ξανά παραγωγοί του εαυτού τους. Ανέβασαν διαδοχικά το «Ένα φεγγάρι για τους καταραμένους» του Ο’ Νηλ, το «Σπίτι» του Χ. Κορτάσαρ, το «Βρακί» του Κ. Στέρνχαιμ (όλα σε σκηνοθεσίες της Μαριλίτας Λαμπροπούλου) και το «Κινητό» του Σ. Μπελμπέλ σε σκηνοθεσία Γιάννη Νταλιάνη.
Οικονομικό ρίσκο«Πράγματι, είναι μεγάλο το οικονομικό ρίσκο, από το οποίο το μόνο όφελος που προσδοκούμε είναι να μπορέσει να πραγματοποιηθεί η κάθε θεατρική παράσταση που ονειρευτήκαμε και σχεδιάσαμε. Δεν έχουμε κεφάλαιο, όπως οι θεατρικοί επιχειρηματίες, δεν λειτουργούμε επιχειρηματικά. Κάθε παράσταση πρέπει να φέρει το κοινό της για να βγουν τα έξοδά της. Είμαστε διαρκώς στην κόψη. Δεν κάνουμε καμία παράσταση με εμπορικό στόχο – αν και φυσικά προσδοκούμε την αποδοχή του κοινού μας. Γι’ αυτό είναι σημαντική η επιχορήγηση από το κράτος. Χωρίς αυτή είναι δύσκολο να υπάρξουμε» εξηγεί η Μαριλίτα Λαμπροπούλου.
Οκτώ χρόνια και έξι παραστάσεις μετά, έχουν δημιουργήσει μια κοινή δημιουργική γλώσσα αφού «δεν υπάρχουν τύποι και προσχήματα, άρα φτάνουμε πιο εύκολα στην ουσία» σχολιάζει ο Γιάννης Νταλιάνης που συνήθως πρωταγωνιστεί στις παραστάσεις της Zero Gravity. «Τυχαίνει να μας ενδιαφέρουν και οι δύο πλευρές και αξιοποιούμε τη δυναμική ισορροπία που μπορεί να προκύψει μέσα απ’ αυτό. Η Μαριλίτα, εκτός από ηθοποιός, είναι μια πολύ καλή σκηνοθέτης. Προσωπικά με βοηθά να αναδείξω στους ρόλους πολύτιμες και ανεξερεύνητες προσωπικές περιοχές. Προσπαθούμε όμως να διαχωρίσουμε την επαγγελματική συνεργασία από την οικογένεια» λέει.
Οι τοξικές συμπεριφορέςΚαι μολονότι η ομάδα δεν αποτελεί τη μοναδική τους ενασχόληση με το θέατρο, την ίδια ώρα λειτουργεί και σαν προστατευτικό κουκούλι σ’ ένα χώρο που, όπως όλα δείχνουν, έχει και σκληρό πρόσωπο.
«Αν τύχει να βρεθούν στον δρόμο μας τοξικές συμπεριφορές, μπορούμε να τις αποκλείσουμε πιο εύκολα. Είναι πολύ σημαντικό για μας να υπάρχει ένα κλίμα προστασίας της προσωπικότητας των ηθοποιών και των συντελεστών στις παραστάσεις μας και αυτό θέλουμε να καλλιεργήσουμε. Αντιμετωπίζουμε τον ρόλο του σκηνοθέτη ως θέση ευθύνης, όχι ως θέση εξουσίας. Όταν παίζω θέλω να νιώθω προστατευμένη να χτίσω τον ρόλο μου με υλικά προσωπικά, να νιώσω ότι με αγαπούν. Το ίδιο θέλω να νιώσει και ο ηθοποιός μου όταν σκηνοθετώ. Έχω συναντήσει προβληματικές συμπεριφορές και όταν κάτι τέτοιο συμβαίνει, αν δεν απομονωθεί ο ‘δράστης’ κινδυνεύει να τιναχτεί στον αέρα όλο το καλό κλίμα. Δεν το επιτρέπω πια, για κανέναν λόγο» ξεκαθαρίζει η κ. Λαμπροπούλου.
Αναρωτιέται κανείς αν η ανάδειξη των περιστατικών σεξουαλικής βίας και κακοποίησης που τις τελευταίες εβδομάδες έχουν αναδειχθεί (επιτέλους) σε μείζον κοινωνικό και πολιτικό ζήτημα τραυματίζουν τελικά την σχέση και κλονίζουν την εμπιστοσύνη των θεατών για το θέατρο. Η Μαριλίτα Λαμπροπούλου απαντάει αρνητικά. «Πιστεύω πως το θεατρικό κοινό είναι σύμμαχος σ’ αυτή την προσπάθεια. Όπως και καθένας που αντιλαμβάνεται ότι το πρόβλημα δεν είναι το θέατρο, αλλά η έμφυλη βία, η εγκληματική αλαζονεία, η εξουσία στην οποία δεν ασκείται έλεγχος, η ανικανότητα ενός συστήματος να προστατέψει όποιον βάλλεται κ.α. Κακό μπορεί να κάνει στη σχέση με το μη-θεατρικό κοινό, το κοινό της αρένας, στο οποίο χτίζονται ξανά λανθασμένες προκαταλήψεις, που μας γυρίζουν πολλά-πολλά χρόνια πίσω» τονίζει.
Ο Γιάννης Νταλιάνης επιμένει πως το θέατρο ήταν και θα είναι «μια πρόβα καλύτερης ζωής». Και υπό αυτή την έννοια δεν κινδυνεύει να λεκιαστεί – παρά το βόρβορο ετών που τον περικυκλώνει. «Το θέατρο είναι μια τέχνη πληθυντικού αριθμού. Απαιτεί τη συνάντηση πολλών ανθρώπων, ψυχή τε και σώματι. Αποτελεί ευκαιρία να δημιουργηθούν μικρές κοινωνίες, όπου με ασφάλεια, αλληλεγγύη και αμοιβαία εμπιστοσύνη μπορούμε να αναζητήσουμε βαθιές αλήθειες. Αυτή την εμπιστοσύνη και την ανοιχτωσιά είναι που καταχρώνται και εκμεταλλεύονται κάποιοι. Αυτό πρέπει να σταματήσει».
Αίτημα για κάθαρσηΗ συνολική κάθαρση είναι δύσκολο να επέλθει, για την Μαριλίτα Λαμπροπούλου που διακρίνει τα εγκληματικά φαινόμενα σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής. «Μακάρι να ήταν μόνο το θέατρο και να τελειώναμε. Είναι βαθιά τα πλοκάμια της διαφθοράς» σχολιάζει. «Το θέατρο βγαίνει με θάρρος μπροστά και πιστεύω ότι μόνο να κερδίσει έχει από αυτή τη διαδικασία. Εκεί που δε μιλάει κανείς πρέπει να ανησυχούμε περισσότερο. Είναι τρομερά τα πράγματα που αποκαλύπτονται. Μερικά είναι και φρικτά. Δεν αντέχει κανείς να ακούει ότι συνέβησαν. Πιστεύω ότι έχουμε δρόμο ακόμα, αλλά στο τέλος θα φανεί μια νίκη για τους ανθρώπους που δρουν στο φως».
Link προπώλησης: https://www.viva.gr/tickets/theater/streaming/i-klironomia/