Αγγλία. Βικτωριανή εποχή. Ο ζωγράφος John Everett Millais ιδρύει, τον Σεπτέμβρη του 1848, την Αδελφότητα των Προραφαηλιτών μαζί με τους William Holman Hunt και Dante Gabriel Rossetti. Οι τρεις αυτές προσωπικότητες βρέθηκαν στην καρδιά ενός εγχειρήματος, το οποίο προκάλεσε το κοινωνικό και θρησκευτικό κατεστημένο της βικτωριανής Αγγλίας. Στα έργα τους έθιξαν θέματα που μέχρι τότε θεωρούνταν ταμπού, ανατρέποντας τα καθιερωμένα πρότυπα της γυναικείας ομορφιάς, αποζητώντας παράλληλα χρώμα, τραγωδία και ρομαντισμό. Πάνω απ ‘όλα, όμως αποζητούσαν μια μούσα. Το 1849, τη βρήκαν σε ένα κατάστημα καπέλων στο Λονδίνο.
Τη μούσα τους βρήκαν στο πρόσωπο της Elizabeth “Lizzie” Siddal. Αν και σήμερα τα χαρακτηριστικά της Siddal θεωρούνται όμορφα, για το κοινό της βικτωριανής εποχής υπήρχε κάτι περίεργο στην ψηλή κορμοστασιά της, την χλωμή επιδερμίδα, και τα λαμπερά χάλκινα μαλλιά της, τα οποία χαρακτήριζαν ως «κοινωνική αυτοκτονία». Η τολμηρή εμφάνιση αυτών των γυναικών ενοχλούσε τους βικτωριανούς θεατές των οποίων οι κανόνες ομορφιάς έδιναν έμφαση στην χάρη, την ευαισθησία και την ηρεμία.
Σημαντικός σταθμός στην καριέρα της αποτέλεσε η ενσάρκωσή της ως Οφηλία, στον ομώνυμο πίνακα του John Everett Millais-ένας πίνακας που έμελε να αποτελέσει οιωνό της τραγικής της κατάληξης.
Ο Millais ξεκίνησε να ζωγραφίζει την «Οφηλία» το 1851, αποδίδοντας μία ψυχολογική φορτισμένη εικόνα, η οποία απεικονίζει τον θάνατο της Οφηλίας- τραγικής ηρωίδας του Σαίξπηρ στο έργο του Άμλετ. Ο πίνακας αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της τεχνοτροπίας των Προραφαηλιτών, ενσωματώνοντας την αγάπη τους για το έντονο χρώμα, την ακριβή λεπτομέρεια και τα λογοτεχνικά θέματα. Ενώ το έργο, αρχικά, γνώρισε μικτές κριτικές, έφτασε να αποτελέσει το αποκορύφωμα της Προραφαηλιτικης ζωγραφικής.
Λέγεται μάλιστα πως ο Millais ζωγράφισε ολόκληρο το τοπίο πριν ακόμη ξεκινήσει την κεντρική φιγούρα. Καθώς είχε αφιερώσει την άνοιξη και το καλοκαίρι στο τοπίο, η ζωγραφική της Οφηλίας συνέπεσε με τους χειμερινούς μήνες. Επιδιώκοντας μια, όσο το δυνατόν, ρεαλιστική απεικόνιση, ο καλλιτέχνης τοποθέτησε τη Siddal, με ένα φόρεμα αντίκα, σε μία μπανιέρα γεμάτη νερό, το οποίο θερμαινόταν μόνο από μερικούς λαμπτήρες τοποθετημένους κάτω από τα πόδια της μπανιέρας. Ο Millais ήταν τόσο απορροφημένος στη ζωγραφική του, που δεν παρατήρησε ότι οι λαμπτήρες έσβησαν, με αποτέλεσμα η Siddal να πάθει πνευμονία- μία αρρώστια που έμελλε να αποτελέσει πρόδρομο των προβλημάτων υγείας που θα αντιμετώπιζε στη σύντομη ζωή της.
Η γλώσσα των λουλουδιώνΓια τους Προραφαηλίτες ζωγράφους, η φύση δεν αποτελούσε απλά ένα σκηνικό, αλλά έναν κεντρικό χαρακτήρα. Μάλιστα, o Millais στην «Οφηλία» εισάγει τη λεγόμενη «γλώσσα των λουλουδιών», σύμφωνα με την οποία κάθε λουλούδι λειτουργεί ως σύμβολο.
Μερικά από τα λουλούδια που στολίζουν τον πίνακα αναφέρονται από τον Σαίξπηρ, ενώ άλλα τα προέρχονται από τον ίδιο τον ζωγράφο. Οι βιολέτες που φορά η Οφηλία γύρω από τον λαιμό της συμβολίζουν την πίστη, την αγνότητα ή τον θάνατο. Οι πανσέδες στα πόδια της αντιπροσωπεύουν την ανεκπλήρωτη αγάπη, ενώ η κόκκινη παπαρούνα – που δεν αναφέρεται στο κείμενο του Σαίξπηρ – υποδηλώνει τον θάνατο.
Η αρχή του τέλουςΤο 1851, γνωρίζει τον Dante Gabriele Rossetti, του οποίου έμελλε να γίνει μούσα, μαθήτρια και σύζυγός του. Η πολύχρονη σχέση τους σημαδεύτηκε από την εύθραυστη υγεία της Lizzie και τις σχέσεις του Rossetti με άλλες γυναίκες. Τον Φεβρουάριο του 1862, εν μέσω χρόνιας κατάθλιψης και μετά από δύο αποβολές, η Siddal βρέθηκε νεκρή στο κρεβάτι της, από υπερβολική δόση λάβδανου – ένα ναρκωτικό φάρμακο που προέρχεται από την παπαρούνα-, και με ένα σημείωμα αυτοκτονίας στο στήθος της, το οποίο κατέστρεψε ο Rossetti για να βεβαιωθεί ότι η Siddal θα λάβει την κατάλληλη χριστιανική ταφή. Έτσι, η παπαρούνα ζωγραφισμένη από τον Millais στο χέρι της Οφηλία κέρδισε μια νέα σημασία. Μετά τον θάνατό της, ο Rossetti συνέχισε να την απεικονίζει στα έργα του για το υπόλοιπο της ζωής του. Μάλιστα, σε μία στιγμή απόγνωσης και με την ψυχική του υγεία κλονισμένη, ζήτησε την εκταφή της Siddal προκειμένου να ανακτήσει τα ποιήματα που είχε γράψει για εκείνη και τα είχε θάψει μαζί της.
Το καλλιτεχνικό έργο της Lizzie SiddalΠαρά την κακή υγεία της, η Siddal συνήθιζε να ζωγραφίζει υπό την καθοδήγηση του Rossetti και του στενού της φίλου και κριτικού τέχνης, John Ruskin. Έτσι κατάφερε να παρουσιάσει, μεταξύ άλλων, μια σειρά από αυτοπροσωπογραφίες λαδιού στο περιβάλλον των Προραφαηλιτών. Εκτός από τους πίνακες, η Siddal έγραψε και μια σειρά από δεκαπέντε ποιήματα, στα οποία είναι εμφανή τα δεινά και η απογοήτευση που βίωνε κατά τη διάρκεια της σχέσης της με τον Rossetti.
H δουλειά της Siddal ως ζωγράφος και ποιήτρια ήρθε στο προσκήνιο τη δεκαετία του 1990 και η προβολή της συνεχίζεται μέχρι σήμερα, μέσα από εκθέσεις στην Πινακοθήκη Tate και στην Εθνική Πινακοθήκη Πορτραίτων του Λονδίνου. Η προβολή αυτή βοήθησε στον επαναπροσδιορισμό της συνεισφοράς της ως καλλιτέχνη, και εντάσσεται στη γενικότερη και συνεχή προσπάθεια να ξαναγραφτεί η Ιστορία της Τέχνης με γνώμονα το ταλέντο και την προσφορά των γυναικών-καλλιτεχνών.