‘Ενας χρόνος κλειστού πολιτισμού: Οι Art workers μιλούν
Σήμερα κλείνει ένας χρόνος από την επιβολή γενικού lockdown που παρέσυσε σε απόλυτη σιωπή τον κλάδο του πολιτισμού. Εργαζόμενοι από πολλές ειδικότητες του χώρου καταθέτουν την εμπειρία της επαγγελματικής τους ακύρωσης.
Παναγιώτης Λαζαρίδης – κατασκευαστής σκηνικών
Θα περιέγραφα την κατάσταση που ζούμε εδώ και ένα χρόνο ως δύσκολη. Δεν θέλω να μιλήσω ακόμα για ένα εργασιακό αδιέξοδο αφού, ευτυχώς, στον τομέα της κατασκευής σκηνικών, το δικό μας εργαστήριο κρατήθηκε κάπως χάρη στην τηλεόραση. Ασφαλώς, η βασική μου ενασχόληση είναι η κατασκευή σκηνικών στο θέατρο, οπότε με τα δεδομένα του κλειστού πολιτισμού είδαμε την δουλειά μας να μειώνεται κατά 50% τουλάχιστον. Αναγκαστήκαμε, έτσι, να στραφούμε και σε άλλες κατασκευές, ακόμα και σε ανακαινίσεις κατοικιών, προκειμένου να σταθούμε στα πόδια μας ως ομάδα και να μην χρειαστεί κανείς να βγει σε αναστολή.
Θέλω να πιστεύω ότι από το καλοκαίρι, με τη διοργάνωση του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου θα δοθεί μια ανάσα και πως αυτή δεν θα είναι εποχική, αλλά με διάρκεια
Αποξενωθήκαμε, δηλαδή, από το δημιουργικό κομμάτι της και κρατήσαμε το τεχνικό για λόγους καθαρής επιβίωσης.
Γνωρίζω, όμως, πολύ καλά ότι αρκετά εργαστήρια σκηνικών δεν είχαν ούτε αυτήν την πολυτέλεια. Αντίθετα, αναγκάστηκαν να θέσουν όλο το προσωπικό τους σε αναστολή και να διατηρούν ανοιχτά τα μαγαζιά τους, υπομένοντας και τα έξοδα της συντήρησης τους.
Δεν πιστεύω πως το κράτος μπορούσε να παρέχει μεγαλύτερη οικονομική στήριξη – αλλά μη γελιόμαστε με το ποσό της αποζημίωσης δεν μπορεί να ζήσει μια οικογένεια. Γι’ αυτό και θα έπρεπε ήδη να έχουν βρεθεί τρόποι ώστε το θέατρο να δουλέψει υπό όρους, έστω και με πιο οικονομικές παραγωγές από τις συνήθεις.
Θέλω να πιστεύω ότι από το καλοκαίρι, με την διοργάνωση του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου θα δοθεί μια ανάσα και πως αυτή δεν θα είναι εποχική, αλλά με διάρκεια. Μετά από τόση ματαίωση είναι μεγάλη ανάγκη να ξαναβρούμε τους εαυτούς μας μέσα από τη δουλειά. Και να το κάνουμε χωρίς να εκμεταλλευτούμε κανέναν στη δύσκολη στιγμή του. Να σεβαστούμε τον κόπο των ανθρώπων και όλοι μαζί να βγούμε από αυτή την δυσκολία.
Ξέρετε, μπορεί το εργαστήριο μας να απασχολεί 15 άτομα, αλλά κάνω αυτή τη δουλειά εδώ και 35 χρόνια. Με λίγα λόγια, έχω υπάρξει υπάλληλος πριν γίνω εργοδότης και ξέρω τι σημαίνει σεβασμός και δικαίωμα στην εργασία.
Βάσω Λακταρίδου – Ηλεκτρολόγος – φωτίστρια θεάτρουΑν εξαιρέσω τα πρώτα χρόνια που εκπαιδεύτηκα κοντά στον Δημήτρη Παπαϊωάννου, δουλεύω στο θέατρο «Πόρτα» από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Το «Πόρτα» είναι το σπίτι μου, είμαι μέλος της ομάδας επί αδιάλειπτα 27 χρόνια ∙ μέχρι το lockdown του περασμένου Μαρτίου. Ανεβάσαμε την τελευταία μας παράσταση την Κυριακή 8 Μαρτίου και τρεις ημέρες μετά ήρθε το γενικό κλείσιμο. Κι έκτοτε – δεν θα πω κάτι πρωτότυπο – είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα. Δύσκολα βιοποριστικά όσο και ψυχολογικά.
Παρότι φύσει αισιόδοξη, έχω αναρωτηθεί ποια είμαι χωρίς τη δουλειά μου. Η απουσία εργασιακού αντικειμένου με έχει βυθίσει στην ανασφάλεια και το φόβο για το αύριο.
Τους τελευταίους επτά μήνες ζω στον Αη Στράτη μαζί με τον σύντροφο μου, που είναι επίσης συνάδελφος, έχει εταιρεία ενοικίασης φωτισμού. Δεν μας κρατούσε τίποτα στην Αθήνα και η επαφή με την φύση κάπως μας καθησύχασε. Γιατί η ελπίδα ότι θα δουλεύαμε λίγους μήνες στην αρχή της σεζόν κατέρρευσε γρήγορα.
Αν το φθινόπωρο έβλεπα λίγο φως, τώρα δεν βλέπω καθόλου. Παρότι φύσει αισιόδοξη, έχω αναρωτηθεί ποια είμαι χωρίς τη δουλειά μου. Η απουσία εργασιακού αντικειμένου με έχει βυθίσει στην ανασφάλεια και το φόβο για το αύριο. Το θέατρο για μένα είναι η πηγή που αντλώ το οξυγόνο για να ανασαίνω. Είναι ένας ζωντανός οργανισμός, ένα κύτταρο δημιουργίας και η αλληλεπίδραση, η ανταλλαγή ενέργειας των συμμετεχόντων σ’ αυτήν την διαδικασία, μας δίνει την δύναμη να προχωρήσουμε, να γίνουμε καλύτεροι, σαν μονάδες και σαν σύνολο.
Αυτή η συνθήκη μου λείπει περισσότερο και με κάνει να νιώθω θλίψη, γιατί τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι τελείως διαφορετικά με λίγο σωστότερη διαχείριση.
Δεν θεωρώ πως με ένα επίδομα τελειώνει η στήριξη του κράτους. Οι εργαζόμενοι στον πολιτισμό βιώνουν τέτοια απαξίωση, είναι θύματα μιας επιδεικτικής αδιαφορίας, για να μην πω μιας τιμωρητικής διάθεσης κάθε φορά που κοινοποιούν τα αιτήματα τους. Ο πολιτισμός είναι η ανησυχία της κοινωνίας – κι όμως φιμώνεται συνεχώς. Ένα χρόνο τώρα ψάχνω στις ανακοινώσεις της άρσης των μέτρων την λέξη πολιτισμός, αλλά μάταια. Σαν να μην υπάρχουμε. Νομίζω δεν τους απασχολεί αν ζούμε. Κι επί της ουσίας, δεν ζούμε – απλά υπάρχουμε.
Ως ηχολήπτης και πρόεδρος της ΣΤΑΖΟΕ (Σωματείο Τεχνικών Απασχολούμενων σε Ζωντανές Οπτικοακουστικές Εκδηλώσεις) βρίσκομαι εκτός εργασίας περισσότερο από ένα χρόνο. Τα ιατρικά συνέδρια που απασχολούν πολλούς συναδέλφους είχαν αρχίσει να ακυρώνονται πολύ νωρίτερα από το μεγάλο lockdown που παρέσυρε και τις πολιτιστικές εκδηλώσεις στο μηδέν. Ηταν σαν κάποιος να πάτησε το κουμπί του «off». Έτσι αισθάνομαι.
Για τους ΄Ελληνες ηχολήπτες η ακύρωση της αγοράς εργασίας ήταν μια ακόμα δυσκολότερη διαδικασία. Τα εργασιακά μας δικαιώματα έχουν ξηλωθεί από το πρώτο μνημόνιο που αφορούσε στα κλειστά επαγγέλματα κι έτσι βρεθήκαμε στο τώρα, ανοχύρωτοι, χωρίς καν κωδικό στον ΕΦΚΑ, αλλά παραδομένοι στην ευχέρεια του κάθε εργοδότη να μας ασφαλίσει σε ό,τι μπορεί και θέλει: Ως ηλεκτροσυγκολλητή ή ως dj. Ως αποτέλεσμα οι περισσότεροι συνάδελφοι μου βρέθηκαν να λαμβάνουν επίδομα από το περασμένο φθινόπωρο κι όχι από τον Μάρτιο, όπως δικαιούνταν.
Οι εργαζόμενοι στο θέαμα βρίσκονται σε μια κινούμενη άμμο και ο χώρος του πολιτισμού είναι τόσο ανοργάνωτος που μοιάζει επικίνδυνος.
Σήμερα πια, ένας ολόκληρος κλάδος ζει με το επίδομα – κι όταν το ποσό είναι τόσο μικρό και η τακτικότητα στην πληρωμή του επισφαλής, αντιλαμβάνεσαι πόσοι έχουν μείνει ξεκρέμαστοι. Προσωπικά, αναγκάστηκα μετά από 20 χρόνια στο επάγγελμα να βρω άλλη δουλειά, άσχετη με το αντικείμενο που έχω σπουδάσει, προκειμένου να επιβιώσω.
Αλλά δεν είναι μόνο η επιβίωση μας που διακυβεύεται, είναι και η δημιουργικότητα μας. Πριν κανείς ανοίξει την πόρτα για να μπει σε έναν συναυλιακό χώρο καλό θα είναι να ξέρει πως κάποιοι άνθρωποι έχουν δουλέψει ασταμάτητα 15-20 ώρες για να είναι όλα τέλεια, κάποιοι που αγαπούν την δουλειά τους και που θα την ξανακάνουν με την ίδια φροντίδα στον επόμενο σταθμό της περιοδείας.
Είμαι εδώ και χρόνια σταθερός συνεργάτης του συγκροτήματος των Baba Zula και φοβάμαι πως η συνθήκη της συναυλίας κινδυνεύει να γίνει ένας αστικός μύθος. Οι εκτιμήσεις των συναδέλφων διεθνώς είναι πως πριν το 2022 δεν θα υπάρξει ασφαλής χώρος τέλεσης ενός live, άρα δεν θα οργανωθούν περιοδείες. Την ίδια ώρα, οι μικροί συναυλιακοί χώροι που προϋποθέτουν την μεγάλη εγγύτητα των θαμώνων θα βγουν ακαριαία εκτός αγοράς, μαζί τους και όλα τα τεχνικά επαγγέλματα που απασχολούνταν σε αυτούς.
Αν και είναι ακόμα άγνωστο πότε θα έρθει η επόμενη εργασιακή μέρα, οι οιωνοί δεν είναι καλοί. Σε μια αγορά εργασίας που χιλιάδες άνθρωποι θα βρίσκονται σε ανάγκη, οι αμοιβές θα πέσουν κατακόρυφα, πόσω μάλλον σε κλάδους που δεν έχουν στοιχειώδη εργασιακά δεδομένα.
Σ’ αυτήν την εξαιρετικά δύσκολη στιγμή επείγει να μπουν όροι και κανόνες, να επικαιροποιηθούν ξεχασμένες νομοθεσίες, οι εργαζόμενοι να ορίσουν τον χώρο της δουλειάς τους. Δυστυχώς, ο τρόπος που έχουμε μέχρι στιγμής αντιμετωπιστεί δεν μας δίνει πολλές ελπίδες. Οι κατηγορίες για μαύρη εργασία ή για «επιείκεια» προς τους εργαζόμενους του Πολιτισμού από την ίδια την υπουργό όχι μόνο δεν βοηθούν στην λύση αλλά παρατείνουν το πρόβλημα. Και το πρόβλημα βαθαίνει. Οι εργαζόμενοι στο θέαμα βρίσκονται σε μια κινούμενη άμμο και ο χώρος του πολιτισμού είναι τόσο ανοργάνωτος που μοιάζει επικίνδυνος. Κι αυτό είναι τραγικό σε μια χώρα που περηφανεύεται πως ο πολιτισμός της είναι εξαγώγιμο προϊόν.
Χρήστος Συμεωνίδης – ΕικαστικόςΑπόφοιτος της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Αθηνών, εργάζομαι τα τελευταία πέντε χρόνια στον χώρο του θεάτρου και του κινηματογράφου, σε ένα ευρύ φάσμα εργασιών που έχουν να κάνουν με την εικόνα ως επί το πλείστον. Επίσης, δραστηριοποιούμαι ως φωτογράφος-videoartist για τη παραγωγή οπτικοακουστικού υλικού για προώθηση παραστάσεων. Παράλληλα στον κινηματογράφο δουλεύω ως σκηνογράφος σε μεγάλου και μικρού μήκους ταινίες.
Η έξαρση της πανδημίας με βρήκε σε μία πολύ δραστήρια περίοδο, ανάμεσα σε τρεις πρεμιέρες παραστάσεων. Ξαφνικά, από την απόλυτη εγρήγορση, πέρασα στο απόλυτο τίποτα και ήταν ένα σοκ για μένα. Ναι, μπορώ να πω πως το βίωσα ως μία επαγγελματική ακύρωση, που στην προκειμένη περίπτωση δεν ήταν κάτι για το οποίο έφερα την ευθύνη. Δεν ευθυνόταν καν ο εκάστοτε εργοδότης ∙ ήταν κάτι πολύ μεγαλύτερο, κάτι άγνωστο που μας ξεπερνούσε.
Είναι γεγονός πως το εισόδημα μου έχει επηρεαστεί πολύ, γιατί όπως παρέλυσαν τα θέατρα, έτσι παρέλυσε και η δική μου δουλειά. Από την πρώτη στιγμή που συνειδητοποίησα την κατάσταση, προσπάθησα – και ακόμη προσπαθώ – να είμαι δημιουργικός και παραγωγικός – όσο μπορεί να είναι κανείς σε μία τέτοια δύσκολη συνθήκη. Δεν ήταν καθόλου εύκολο να προσπαθείς συνεχώς, να κυνηγάς ευκαιρίες και συνεργασίες παραμένοντας στο σπίτι!
Δεν μπορώ να πω ότι έχω αναγκαστεί να κάνω κάτι εκτός αντικειμένου ώστε να συμπληρώσω το εισόδημα μου. Θα ήταν παγίδα, όμως, να επαναπαυτώ στην οποιαδήποτε στήριξη από όπου κι αν προέρχεται. Επιπλέον, δεν ξέρω αν θα μπορούσα να με φανταστώ αποκομμένο από αυτόν τον χώρο, του θεάτρου και του κινηματογράφου…
Η πανδημία μας έφερε όλους αντιμέτωπους με μία τεράστια υγειο-οικονομική κρίση και το τοπίο είναι ακόμη αρκετά θολό και επισφαλές. Αναζητώντας νέους τομείς εργασίας που θα μπορούσα να διοχετεύσω την δουλειά μου – και με την στήριξή της οικογένειας μου – μπορώ να πω ότι είμαι απ’ τους τυχερούς που δεν έχουν, ακόμα, βιοποριστικό πρόβλημα.
Ως ελεύθερος επαγγελματίας και σε ένα χώρο που, έτσι κι αλλιώς, δεν παρέχει εργασιακή ασφάλεια και σταθερό εισόδημα – το καθολικό lockdown του Μαρτίου και το αδιάλειπτο κλείσιμο των θεάτρων εδώ και ένα χρόνο μου δημιούργησε τεράστια ανησυχία και φόβο.
Θα ήταν αφελές να μην αναφερθώ στις εργασιακές συνθήκες πριν την πανδημία – στο πλαίσιο των οποίων οι περισσότεροι από εμάς έκαναν δύο και τρεις δουλειές για να ανταπεξέλθουν.
Τα μικρά θέατρα παρέμειναν κλειστά, τα οποία στην πλειοψηφία τους δεν έχουν την δυνατότητα μιας live streaming παραγωγής – αν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι μπορεί να πάρει αυτήν τη μορφή μια παράσταση. Κατά συνέπεια η δουλειά μου μειώθηκε στο ελάχιστο, οι παραγωγές περιορίστηκαν στα μεγάλα θέατρα που μπορούσαν να ανταπεξέλθουν σ’ αυτή την νέα συνθήκη. Παράλληλα, οι κινηματογραφικές παραγωγές μειώθηκαν και όσες συνέχισαν, αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα παραγωγής με μια αγορά εξίσου κλειστή, με φεστιβάλ να ακυρώνονται ή να αρκούνται στην διαδικτυακή τους προβολή.
Θα ήταν αφελές να μην αναφερθώ στις εργασιακές συνθήκες πριν την πανδημία – στο πλαίσιο των οποίων οι περισσότεροι από εμάς έκαναν δύο και τρεις δουλειές για να ανταπεξέλθουν. Στη διάρκεια του lockdown, στάθηκε αδύνατον να ζήσει κανείς μ’ ένα επίδομα – που και αυτό κερδήθηκε με πιέσεις του κλάδου προς το Υπουργείο Πολιτισμού αφού μας θεωρούσε αόρατους και χομπίστες.
Κανένα σχέδιο στήριξης μας δεν εκπονούνταν από την Πολιτεία, απεναντίας μας αντιμετώπιζαν με μεγάλη απαξίωση. Στοχοποιήθηκαν τα θέατρα και οι κινηματογράφοι ως εστίες υπερ- μετάδοσης, χωρίς κανένα επιβεβαιωμένο κρούσμα. Άνοιξαν για λίγο τηρώντας όλα τα υγειονομικά πρωτόκολλα και πάλι έκλεισαν, παρότι έπρεπε να παραμείνουν ανοιχτοί και να διασφαλιστεί η ασφαλής λειτουργία τους.
Είναι ένα μεγάλο πρόβλημα ο εξαναγκασμός σε ένα διαρκή εγκλεισμό. Πόσω μάλλον όταν κάνεις ένα επάγγελμα που προϋποθέτει την κοινωνικοποίηση μεταξύ των ανθρώπων.
Ένα χρόνο μετά, εξακολουθούμε να είμαστε καθηλωμένοι στα σπίτια μας με υποκατάστατο τις live streaming παραστάσεις και τις οnline ταινίες. Είμαι ακόμα μουδιασμένος για το πότε θα τελειώσει όλο αυτό και με ποιο τρόπο. Σίγουρα θα μιλάμε για μια νέα πραγματικότητα, που δεν θα αφόρα μόνο την δημιουργία, την Τέχνη, τον Πολιτισμό∙ η πανδημία έχει πάρει διαστάσεις κοινωνικοπολιτικές και στην βάση αυτή θα κληθούμε να διαπραγματευτούμε ως καλλιτέχνες.
Είναι μέρες που προσπαθώ να φτιάξω δικά μου πράγματα, και η πραγματικότητα με υπερβαίνει, με επαναφέρει σε κάτι πολύ σκληρό. Προσπαθώ να είμαι αισιόδοξος πως κάποια στιγμή θα τελειώσει ο εφιάλτης. Δεν θέλω να μιλήσω για μια επιστροφή στην κανονικότητα, δεν ξέρω για ποια κανονικότητα μιλάνε… Το μόνο σίγουρο είναι πως θέλω να δω πάλι ανθρώπους να χαμογελάνε, να αγκαλιάζονται και να χορεύουν ο ένας δίπλα στον άλλο.