Support Art Workers: Οι διεκδικήσεις για τον Κώδικα Δεοντολογίας
Μέσα από την διημερίδα για την προστασία των εργαζόμενων στον Πολιτισμό, οι Support Art Workers διεκδικούν να συντάξουν οι ίδιοι τον Κώδικα Δεοντολογίας και να συνδεθεί με την υπογραφή των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Ο Κώδικας Δεοντολογίας για τις Τέχνες – υπό έγκυρες προϋποθέσεις – είναι το νέο βροντερό αίτημα των εργαζόμενων στον πολιτισμό, όπως προέκυψε από την πρώτη ψηφιακή διημερίδα που οργάνωσαν οι Support Art Workers. Στη σκιά των αποτρόπαιων αποκαλύψεων έμφυλης και εργασιακής βίας στον χώρο των παραστατικών τεχνών – που με τη σειρά της έχει σημάνει μια ελπιδοφόρα και μαζική κινητοποίηση του κλάδου – ο Κώδικας Δεοντολογίας είναι μονόδρομος.
Σε αυτό συμφώνησαν όλοι οι εισηγητές από την Ελλάδα και το εξωτερικό που έδωσαν το παρόν σε δύο διαδοχικές πολύωρες zoom συναντήσεις την Παρασκευή και το Σάββατο 12 και 13 Μαρτίου αντίστοιχα, ανοίγοντας ξεκάθαρα ένα κύκλο διεκδικήσεων προς το Υπουργείο Πολιτισμού.
Ο κώδικας από τους εργαζόμενουςΚι αυτό γιατί το ΥΠΠΟΑ, υπό το βάρος της παραίτησης – αποπομπής Λιγνάδη είχε ανακοινώσει στις αρχές Φεβρουαρίου την σύνταξη ενός Κώδικα Δεοντολογίας, χωρίς (τουλάχιστον για την ώρα) να έχει αναζητήσει την εμπλοκή των άμεσων ενδιαφερόμενων, των ίδιων των εργαζόμενων στον Πολιτισμό.
«Ο Κώδικας Δεοντολογίας μπορεί να συνταχθεί και να προκύψει μόνο από τη βάση, τον εργαζόμενο κόσμο και όχι από το ΥΠΠΟ που, όπως όλα δείχνουν, θίγει τους ευάλωτους. Δεν θα δεχθούμε έναν Κώδικα που θα έχει συνταχθεί από Φορείς» σημειώνει η Χαρά Κότσαλη, πρόεδρος του ΔΣ του Σωματείου Εργαζομένων στον Χώρο του Χορού (ΣΕ.ΧΩ.ΧΟ) συνοψίζοντας την θέση του κλάδου.
Σε δύο αναδεικνύονται τα αφετηριακά σημεία για την δημιουργία του Κώδικα: Αφενός σε μια πρώτη ενσωμάτωση του στις συμβάσεις εργασίας – κάτι που αυτόματα σηματοδοτεί την επείγουσα ανακίνηση των διαπραγματεύσεων γύρω από τις ανύπαρκτες συλλογικές συμβάσεις εργασίας στον Πολιτισμό. Και αφετέρου στην ‘ταύτιση’ του Κώδικα με το υλικό εκπαίδευσης στις δραματικές και πανεπιστημιακές σχολές, στις σχολές χορού, στα Ωδεία και όπου αλλού παρεισφρέει η προϋπόθεση της καλλιτεχνικής γνώσης.
«Στην Τέχνη μοιάζουν τα πάντα να επιτρέπονται αφού οι σχέσεις εργασίας δεν είναι ορατές. Από την στιγμή που έχει κανονικοποιηθεί μέχρι και η δωρεάν εργασία αντιλαμβάνεστε την σχέση εξάρτησης του εργαζόμενου με τον προϊστάμενο του» παρατηρεί η Δέσποινα Σεβαστή, εικαστικός, θεωρητικός, εκπαιδευτικός και συνεργάτις της «Διοτίμα» παραπέμποντας στην άρρηκτη σχέση του εργασιακού πλαισίου και με τον συμπεριφορικό κώδικα.
Στις δραματικές σχολέςΤην ίδια ώρα, ο Γιάννης Παναγόπουλος, σκηνοθέτης, μέλος του Δ.Σ. του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών και του Πειθαρχικού του Συμβουλίου (ΣΕΗ) περιέγραφε ένα τοπίο «πλήρους άγνοιας των φοιτητών μου για το ποια είναι τα όρια στη σχέση διδασκόμενων και διδασκόντων. Και το ίδιο ομολογώ ότι περιγράφει και τους διδάσκοντες, καθιστώντας τους με έναν τρόπο ανεπαρκείς. Κατά συνέπεια, επείγει η ενημέρωση και επιμόρφωση των σπουδαστών και του διδακτικού προσωπικού μέσα από σεμινάρια, workshops, διαβουλεύσεις».
Επικοινωνία και ασφάλειαΣε μια χώρα με «ριζωμένη την πατριαρχία και την κουλτούρα του βιασμού, όπου οι παραβιαστικές, κακοποιητικές, υποτιμητικές συμπεριφορές είναι καθημερινό φαινόμενο, σε μια χώρα που βρίσκεται τελευταία στην Ευρώπη στον δείκτη Ισότητας» όπως την περιγράφει η Σοφία Μπέμπεζα, η θεωρητικός της τέχνης, εικαστικός, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Leuphana και στη Σχολή Τεχνών F+F Ζυρίχης, συνεργάτις της «Διοτίμα», ο Κώδικας Δεοντολογίας ορίζεται το πρώτο αναγκαίο βήμα.
Από ανθρώπους που σέβονται την συμπερίληψηΣτην τοποθέτηση του, ο Χρήστος Καρανάτσης, ηθοποιός, σκηνοθέτης και εισηγητής της έννοιας του intimacy coordinator στην Ελλάδα επισήμανε πως οι θεμελιώδεις άξονες του Κώδικα Δεοντολογίας πρέπει να είναι η επικοινωνία και η ασφάλεια. «Ο Κώδικας πρέπει να προκύψει από μια διασωματειακή καταγραφή των αιτημάτων, πρέπει να είναι γραμμένος σε κατανοητή γλώσσα από όλους, χωρίς να περιλαμβάνει τεχνικούς όρους, πρέπει να συνταχθεί από ανθρώπους που πιστεύουν στην συμπερίληψη και την διαφορετικότητα και να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση πριν την τελική έγκριση του. Στη συνέχεια, θα πρέπει να περάσει μέσα από την εκπαίδευση σε όλους τους τομείς – σε πολλές χώρες ο Κώδικας διαβάζεται από την ομάδα εργασίας την πρώτη ημέρα ανάγνωσης ενός έργου – και να αναθεωρείται συχνά (ανά 12 -18 μήνες)».
Επιτροπές ΙσότηταςΗ εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας είναι ένα άλλο εξαιρετικά κρίσιμο σημείο αφού, όπως τονίζει η κ. Μπέμπεζα «τις περισσότερες φορές οι θύτες είναι σε θέσεις – κλειδιά εξασφαλίζοντας την omerta των πράξεων τους. Κατά συνέπεια πρέπει να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις που να διασφαλίζουν ένα κλίμα εμπιστοσύνης». Το πιο ενδεδειγμένο παράδειγμα από το εξωτερικό είναι η σύσταση επιτροπών ισότητας, οι οποίες και πάλι «δεν μπορεί να είναι διακοσμητικές. Η φροντίδα για το ποιοι/ποιες θα την στελεχώσουν είναι απαραίτητη. Γιατί αν δεν στελεχωθούν από φεμινίστριες ή στελεχωθούν από άνδρες θα αυξηθεί η δυσπιστία των θυμάτων προς την προσπάθεια» σχολιάζει η. Σεβαστή.
Σύμφωνα με την Μαρία Λιάπη, κοινωνιολόγο-ερευνήτρια, εμπειρογνώμονα ισότητας και θεμάτων φύλου και ιδρυτικό μέλος του Κέντρου Γυναικείων Μελετών και Ερευνών “Διοτίμα”, «ο Κώδικας Δεοντολογίας είναι ένα εργαλείο για να ασκείς κριτική, να προκαλέσεις ζυμώσεις στην κοινωνία, να θέσεις ερωτήματα, να δώσεις αφορμές αυτογνωσίας και συνειδητότητας στους ανθρώπους. Από εκεί και πέρα, ένα κομμάτι της αποστολής του Κώδικα είναι να οραματίζεται την εφαρμογή της νομοθεσίας. Ο Κώδικας Δεοντολογίας είναι ένα ζωντανό ντοκουμέντο που ανοίγει θέματα παρά κλείνει. Ας ανοίξουμε, λοιπόν, την διαδικασία αυτή, με την προοπτική να οργανώσουμε τι θα την κάνουμε μετά. Γιατί είναι αυτονόητο πως δεν μπορούμε να αφήσουμε απροστάτευτους τους ανθρώπους».
Παρά την τρομακτική καθυστέρηση της ελληνικής κοινωνίας και εργασίας να ενσωματώσει στην φιλοσοφία της διαδεδομένες κοινοτικές πρακτικές, τα βήματα που έχουν γίνει τους τελευταίους τρεις μήνες – τουλάχιστον στον χώρο των Τεχνών – είναι αλματώδη. Από το έναυσμα μιας συζήτησης που διοργάνωσε η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση για την έμφυλη βία – εκεί που για πρώτη φορά η Σοφία Μπεκατώρου ομολόγησε δημοσίως την σεξουαλική κακοποίηση που υπέστη – μέχρι το ξέσπασμα καλλιτεχνών, γυναικών και ανδρών ενάντια στους συναδέλφους – κακοποιητές τους, έχει γίνει ανέλπιστη πρόοδος.
Το πεδίο δέχει ανοίξει για ακόμα περισσότερες δράσεις με την συμμετοχή ολόκληρου κλάδου – αν φυσικά αποσοβηθεί ο κίνδυνος για επιφανειακές ή ακατάλληλες παρεμβάσεις των θεσμών.
Όπως τόνισε και η Ιλειάνα Δημάδη, θεατρολόγος και υπεύθυνη δραματολογίου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση «πρέπει να δώσουμε απαντήσεις στα όσα χρειάζεται κανείς όταν εκτεθεί σε κίνδυνο. Κι αυτό είναι ένα βαθιά εργασιακό ζήτημα. Πρέπει να προασπίσουμε την καλλιτεχνική ελευθερία της έκφρασης μέσα σε έναν ασφαλή χώρο».
Είθε η κινητοποίηση της καλλιτεχνικής κοινότητας να αφυπνίσει και όλους τους άλλους επαγγελματικούς κλάδους όπου η βία έχει καταστεί σε εργασιακή συνήθεια.