Ούτε τα κλειστά θέατρα. Ούτε η μεγάλη περιπέτεια στην οποία μπήκε φέτος το Εθνικό Θέατρο. Τίποτα δεν στάθηκε ικανό να διακόψει τη δράση του Μικρού Εθνικού – ακόμα και οι πιο δυσάρεστες στιγμές στη σύγχρονη ιστορία του. Αντίθετα, η επικεφαλής του Σοφία Βγενοπούλου επέμεινε στην απρόσκοπτη επικοινωνία της θεατρικής εμπειρίας με τα παιδιά και τους εφήβους.
Παραστάσεις κι εργαστήριαΚαι μπορεί η διαδικτυακή γλώσσα να μην είναι η ενδεδειγμένη για να αποδώσει τον κόσμο του θεάτρου, παρόλα αυτά περισσότερα από 9.000 παιδιά παρακολούθησαν την παράσταση «Πιστεύω στους μονόκερους», 640 παιδιά και έφηβοι δίνουν παρουσία στα 38 εργαστήρια ομαδικής δημιουργίας που βρίσκονται σε εξέλιξη ενώ η ηθοποιός Ελένη Μολέσκη εξακολουθεί να οργανώνει διαδικτυακές συναντήσεις θεατρικής γραφής για εφήβους με κείμενα που θα αποτελέσουν υλικό για ραδιοφωνικά έργα.
Η αλήθεια είναι πως ούτε και η ίδια η εμπνευστής τους, περίμενε αυτή την ανταπόκριση – μολονότι ήλπιζε γι’ αυτήν.
«Ήθελα να τα καταφέρουμε να γίνουν με όση ανταπόκριση μπορούσαν να έχουν, για όσους θελήσουν και χρειαστούν αυτή την διέξοδο, αλλά και σαν ένα κομμάτι ιστορίας ενός πολιτιστικού οργανισμού που δεν σταμάτησε να παίζει την μουσική του, δεν σταμάτησε να έχει εμπιστοσύνη στην παιδική δημιουργικότητα, δεν σταμάτησε να δείχνει τον δρόμο για την απελευθερωτική και μετουσιωτική αξία της τέχνης. Όχι για να γίνουμε όλοι καλλιτέχνες – το λέω πάντα αυτό στα παιδιά – αλλά για να μπορούμε να διεκδικούμε την ελευθερία του μυαλού μας, να μην είμαστε σκλάβοι. Τα μυαλά μας δεν μπορεί κανείς να τα εγκλωβίσει» τονίζει η Σοφία Βγενοπούλου.
Οι πρωτόγνωρες συνθήκες μιας σεζόν κλειστών θεάτρων που συμβάδισε με, σχεδόν, μιαν ολόκληρη μαθητική χρονιά μακριά από τον φυσικό χώρο των σχολείων, έδωσε ένα άλλο πρόσημο σε όσες δράσεις οργανώθηκαν και συνέβησαν φέτος από το Μικρό Εθνικό.
Η συνέχιση της προετοιμασίας της παράστασης και των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, όπως παρατηρεί η κ. Βγενοπούλου, «αποτέλεσαν και για εμάς τους καλλιτέχνες την υπεράσπιση της τέχνης μας, την επιβεβαίωση ότι η τέχνη μας πλάθει ιστορίες για να εξηγήσει την πραγματικότητα που την περιέχει και να μας δώσει καταφύγιο και χωρίς αυτήν δεν μπορούμε να ζήσουμε. Το νήμα που συνέδεε όλα όσα κάναμε ήταν οι ιστορίες και η ανάγκη μας γι’ αυτές».
Κατά τους τελευταίους πέντε μήνες, η επικοινωνία του Μικρού Εθνικού με τους μαθητές σχολείων και με τους δασκάλους τους είναι σχεδόν καθημερινή μέσω της ανταλλαγής υλικού. Σε βαθμό που τόσο οι εκπαιδευτικοί, όσο και μεμονωμένοι γονείς, αντιμετωπίζουν ως ευχάριστη έκπληξη το πόσο καλά δούλεψε αυτό το πρόγραμμα.
«Η ανταπόκριση είναι όχι μόνο συγκινητική, αλλά και μάθημα. Μάθημα για το πώς υπερβαίνονται τα εμπόδια και γίνονται νέα ανακάλυψη, για το ότι δεν χρειάζονται πάντα τεράστιοι προϋπολογισμοί για την ουσία αλλά σωστή προτεραιοποίηση, αφοσίωση, αναγνώριση από μέρους μας τι χρειάζονται τα παιδιά πρωτίστως και πώς μπορούν να αξιοποιήσουν τα δώρα που έχουν μέσα τους έτσι κι αλλιώς» σχολιάζει η σκηνοθέτις.
Σφιγμομέτρηση του εγκλεισμούΤο χάσμα της απόστασης – όπως επιβλήθηκε για κάθε δραστηριότητα των παιδιών τον χειμώνα που πέρασε (εκπαιδευτική, αθλητική, πολιτιστική, ψυχαγωγική) – φάνηκε πως ζόρισε πολύ τα παιδιά κι αυτό αποκαλύφθηκε και στις συμμετοχικές δράσεις του Μικρού Εθνικού.
«Αυτό που εκτίμησα πολύ περισσότερο είναι ότι η τέχνη για τα παιδιά πέρα από πολύτιμο μέσο έκφρασης, είναι η γιορτή του μαζί. Αυτό είναι το σημαντικότερο που ψάχνουν σε αυτήν – ακόμα κι αν δεν είναι εντελώς συνειδητό: Να τους φέρει κοντά, να γεφυρώσει διαφορές και αποστάσεις. Και αυτό είναι που τώρα συντηρούν με πολλή προσπάθεια και κάθε μέσο. Και ανυπομονούν να ξαναβρούν» παρατηρεί η υπεύθυνη του Μικρού Εθνικού, με την ιδιότητα της παιδοψυχιάτρου να την συνοδεύει.
Τα οφέλη της καλλιτεχνικής εκπαίδευσηςΟι ανησυχίες των παιδιών δεν είναι αποκλειστικά δικές τους, καθρεφτίζουν αυτές της κοινωνίας. Οι προβληματισμοί τους είναι ίδιοι με αυτούς των μεγαλύτερων, ιδωμένοι μέσα από τη δική τους ξεχωριστή, φρέσκια και ανατρεπτική οπτική
Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια – πολύ καιρό, δηλαδή, πριν βρεθεί στο δυναμικό του Εθνικού για ν’ αναλάβει την παιδική κι εφηβική του σκηνή – η Σοφία Βγενοπούλου, παράλληλα με την σκηνοθεσία παραστάσεων, οργανώνει εργαστήρια εκπαιδευτικού χαρακτήρα. Πιστεύει ακράδαντα στο αυτονόητο: Στα τεράστια οφέλη για την ψυχολογία των νέων, τόσο για την ψυχική τους θωράκιση μέσα από την καλλιέργεια της δημιουργικότητας, όσο και για την διαμόρφωση μιας ταυτότητας.
“Όμως, με τα χρόνια εστιάζω εξίσου πολύ στην αξία της ομαδικής δουλειάς. Πρέπει να αναδείξουμε και να προωθήσουμε την βιωματική, εμπειρική μάθηση που προκύπτει μέσα από την αλληλεπίδραση με τον άλλο. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι ως ομάδα μαθαίνουμε αυτά που νομίζαμε ότι ξέρουμε από μιαν άλλη όψη, γεννάμε καινούργιες σκέψεις, και αυτό είναι ένα αδιαπραγμάτευτο δώρο. Οι ανησυχίες των παιδιών δεν είναι αποκλειστικά δικές τους, καθρεφτίζουν αυτές της κοινωνίας. Οι προβληματισμοί τους είναι ίδιοι με αυτούς των μεγαλύτερων, ιδωμένοι μέσα από τη δική τους ξεχωριστή, φρέσκια και ανατρεπτική οπτική. Θα έλεγα ότι γι’ αυτήν την κοινωνία και τις συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί είναι πια η μόνη διέξοδος».
Η σκληρή πραγματικότηταΠαρόλα αυτά, η πραγματικότητα γύρω από την καλλιτεχνική εκπαίδευση και τον συγχρωτισμό με την τέχνη είναι λειψή και εσχάτως σοβαρά ακρωτηριασμένη. Το πρόγραμμα σε Γυμνάσια και Λύκεια έπαψε να συμπεριλαμβάνει καλλιτεχνικά μαθήματα κι αυτό, όπως πολλοί εκπαιδευτικοί τονίζουν θα έχει κόστος.
«Η φαντασία δεν είναι μια δεξιότητα διαχωρισμένη από τις υπόλοιπες. Είναι σαν ένας μανδύας του μυαλού μας, που το επιστρατεύει στην ολότητά του στον αγώνα να μεγαλώσουμε, να αντέξουμε, να επιβιώσουμε, να λύσουμε προβλήματα, μεγάλα και μικρά, προσωπικά και ‘συμπαντικά’. Άπαξ και ενεργοποιηθεί και μάθει να χρησιμοποιείται, είναι πάντα στην διάθεσή μας γι’ αυτόν τον αγώνα της ζωής. Η εκπαίδευση, λοιπόν, τι ακριβώς στοχεύει αν όχι να μας προετοιμάσει γι’ αυτόν τον αγώνα;» σχολιάζει εμφατικά η Σοφία Βγενοπούλου.
Η ανθρωπιστική προσέγγιση στα πράγματα προκύπτει από τη δυνατότητά μας να μπούμε στη θέση του άλλου. Η φαντασία και μόνο αυτή, γεννάει την ενσυναίσθηση.
«Αντί να θεωρεί τη λειτουργία της φαντασίας δεδομένη και περιττή πολυτέλεια, θα ήταν μάλλον πιο χρήσιμο να την τροφοδοτεί και να την αναπτύσσει ως βασική ανθρώπινη ανάγκη, που προσδίδει νόημα και ανθρωπιά στην σκέψη μας. Ακόμα και αυτή την ορθολογική και μαθηματική σκέψη που κυριαρχεί στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Παραγεμίζουμε τους νέους με γνώσεις και πληροφορίες, όμως με ποιό τρόπο θα τα χρησιμοποιήσουν; Θα χτίσουν νοσοκομεία ή τείχη; Θα φτιάξουν βόμβες ή εμβόλια; Με άλλα λόγια, οι νόμοι της Φυσικής δεν υπαγορεύουν και ηθική. Η ανθρωπιστική προσέγγιση στα πράγματα προκύπτει από τη δυνατότητά μας να μπούμε στη θέση του άλλου. Η φαντασία και μόνο αυτή, γεννάει την ενσυναίσθηση».
Για όλους τους παραπάνω λόγους, το Μικρό Εθνικό θα συνεχίσει να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στο ρεπερτόριο του θεάτρου. Σε συνεργασία με την μεταβατική καλλιτεχνική διευθύντρια του οργανισμού Έρι Κύργια, η Σοφία Βγενοπούλου σχεδιάζει τον προγραμματισμό της επόμενης χρονιάς, τόσο με παραστατικό περιεχόμενο όσο και με δράσεις που θα ενισχύσουν τον διάλογο με τα παιδιά και τους εφήβους και θα τους προσφέρουν βήμα για να δυναμώσουν την φωνή τους.