Η επαναλειτουργία των μουσείων από τις 14 Μαΐου έδωσε το «πράσινο φως» για να ανοίξουν τις πόρτες τους αρκετές επετειακές εκθέσεις, αφιερωμένες στη δισεκατονταετηρίδα της Ελληνικής Επανάστασης, που είχαν τη θλιβερή τύχη να έχουν ήδη στηθεί στις αίθουσες των μουσείων και των ιδρυμάτων που τις διοργανώνουν, αλλά να μην μπορούν, λόγω των υγειονομικών περιορισμών, να υποδεχθούν το κοινό τους.
Μολονότι η επετειακή χρονιά βρίσκεται μόλις στο μέσο της, οι σημαντικότερες εκθέσεις, έργων τέχνης και τεκμηρίων, έχουν ήδη εγκαινιασθεί, με μόνη αξιομνημόνευτη εξαίρεση την έκθεση σύγχρονης τέχνης που έχει αναγγείλει ο Οργανισμός ΝΕΟΝ για τον Σεπτέμβριο, στον χώρο της Βιβλιοθήκης της Βουλής, στο Καπνεργοστάσιο της οδού Λένορμαν.
Μια συγκριτική ματιά στις εκθέσειςΠαρατηρώντας συγκριτικά τις εκθέσεις που διοργανώθηκαν για το ιωβηλαίο, παρατηρούμε ότι, λόγω της ατυχούς συγκυρίας, οι περισσότερες είναι περιορισμένης έκτασης, με εξαίρεση την έκθεση «1821 Πριν και Μετά» στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς. Στις περισσότερες κυριαρχούν τα αρχειακά και ιστορικά τεκμήρια, κάποτε σε συνδυασμό με έργα τέχνης, ενώ λιγότερες είναι οι αμιγώς εικαστικές εκθέσεις, με καλλιτεχνήματα του 19ου αιώνα.
Πέραν όσων στηρίζονται σε μια λίγο-πολύ γραμμική μουσειολογική αφήγηση της ιστορίας της Επανάστασης, τρεις εκθέσεις εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στον ευρωπαϊκό και τον αμερικανικό φιλελληνισμό, στο πλαίσιο ου οποίου, άλλωστε, παρήχθη πληθώρα καλλιτεχνικών έργων και αντικειμένων, με σκοπό τη στήριξη του αγώνα των Ελλήνων.
Τέλος, έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς τον τρόπο που τα περισσότερα από τα ιδρύματα που διοργανώνουν τις εκθέσεις αυτές συνδέουν, αμέσως ή εμμέσως, τις συλλογές τους ή και την ίδια την ύπαρξή τους με την Επανάσταση του 1821, εγκαθιδρύοντας έτσι μια (πραγματική ή απλώς αληθοφανή) καταγωγική σχέση με τη στιγμή της ίδρυσης του ελληνικού κράτους…
Ανεξαρτήτως, πάντως, μεγέθους ή αφηγηματικής γραμμής, οι εκθέσεις για το ιωβηλαίο παρουσιάζουν ενδιαφέρον τόσο για τον αμύητο όσο και για τον ιστορικά ενημερωμένο θεατή, ενώ ένα επιπλέον κίνητρο για να τις επισκεφθεί κανείς είναι η σπανιότητά τους: πρόκειται για εκθέσεις που πραγματοποιούνται μια φορά κάθε… πενήντα ή εκατό χρόνια!
Μακράν η μεγαλύτερη και πληρέστερη επετειακή έκθεση για τη δισεκατονταετηρίδα, επιχειρεί να αφηγηθεί, μέσα από 1.200 αντικείμενα, την ιστορία του νεότερου ελληνισμού και του ελληνικού κράτους από τη συγκρότηση έως την επέκτασή του.
Η εκθεσιακή αφήγηση, που καλύπτει και τους τρεις ορόφους του Μουσείου Μπενάκη της οδού Πειραιώς, μια έκταση 3.000 τετραγωνικών περίπου, ξεκινά από την πεντηκονταετία που προηγήθηκε της Επανάστασης και φτάνει μέχρι την έλευση του Γεωργίου Α’ και την προσάρτηση των Επτανήσων στο ελληνικό κράτος.
Παράλληλα, η έκθεση αφηγείται και την «Ελλάδα του Μουσείου Μπενάκη», καθώς τα περισσότερα έργα και αντικείμενα προέρχονται από τις συλλογές και τις αποθήκες του, καθώς και από τις συλλογές έργων τέχνης της Τραπέζης της Ελλάδος, της Εθνικής και της Alpha Bank.
Ιστοριογραφικά άρτια, η έκθεση που επιμελήθηκαν οι ιστορικοί Τάσος Σακελλαρόπουλος και Μαρία Δημητριάδου, στο πρώτο μέρος (που φιλοξενείται στον 2ο όροφο του μουσείου) παρουσιάζει αναλυτικά τους παράγοντες που οδήγησαν στη συγκρότηση του νεότερου ελληνισμού (εμπόριο, Διαφωτισμός, παροικίες, Εκκλησία, συμμετοχή στην οθωμανική διοίκηση, ρωσοτουρκικοί πόλεμοι, ορλωφικά), από το 1770 έως το 1821, μέσα από έναν διάλογο τέχνης και ιστορικών τεκμηρίων.
Στον 1ο όροφο ακολουθείται η χρονολογική αφήγηση των γεγονότων της Επανάστασης, μέσα από μικρά, άλλοτε επικά κι άλλοτε καθημερινά περιστατικά, με επικέντρωση στα πρόσωπα των ηρώων και τα αντικείμενά τους, όπως, π.χ., το ακρόπρωρο της λέμβου που αποβίβασε τον Καποδίστρια στην Αίγινα το 1828, αλλά και σημαντικά τεκμήρια, κάποια από τα οποία παρουσιάζονται για πρώτη φορά, όπως το διάταγμα της Προσωρινής Διοίκησης με το οποίο απαγορεύει το δουλεμπόριο και κάθε αγοραπωλησία ανθρώπων, «εκατέρων των γενών, παντός έθνους» (1822).
Τέλος, στη μεγάλη αίθουσα του ισογείου εκτείνεται η έκθεση που είναι αφιερωμένη στην οθωνική περίοδο και αφηγείται τη συγκρότηση του νεαρού κράτους. Θέτοντας στο επίκεντρό της την Αθήνα, όπου θα μεταφερθεί η πρωτεύουσα, παρουσιάζει την εκπαίδευση, την εκκλησιαστική αυτοκεφαλία, την αρχιτεκτονική εξέλιξη της πόλης, τις κληρονομιές της Επανάστασης μετά το βιολογικό τέλος των πρωταγωνιστών της, τη γέννηση και τη διαμόρφωση της ιδεολογίας της Μεγάλης Ιδέας, τη δίωξη της ληστείας και τη σφαγή στο Δήλεσι, τη διάνοιξη του Ισθμού της Κορίνθου κ.ά.
Το τρίτο αυτό μέρος αποτελεί και το συγκριτικό πλεονέκτημα της έκθεσης «1821 Πριν και Μετά», καθώς παρουσιάζεται για πρώτη φορά και σε τέτοια πληρότητα η μετεπαναστατική περίοδος. Στην πραγματικότητα, ο επισκέπτης θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τα τρία μέρη σαν τρεις ξεχωριστές εκθέσεις και να επιλέξει να τις δει σε δύο ή τρεις διαφορετικές επισκέψεις.
Απαραίτητο συμπλήρωμα της επίσκεψης ο μνημειώδης κατάλογος των 1.200 σελίδων, μέσα από τις οποίες τεκμηριώνεται εμπεριστατωμένα, με κείμενα των δύο επιμελητών και άλλων ιστορικών, η ιστορική αφήγηση της πρώτης εκατονταετίας του νεότερου ελληνισμού.
Διάρκεια: Μάρτιος – Νοέμβριος 2021