“Άνθρωποι και Ποντίκια“, “Άρης“, “Σωτηρία με Λένε“, “Τζένη και Μαρξ”, “Πού είναι η μάνα σου μωρή”, “Ο Τζόνι πήρε τ’ όπλο του”, “Οδός Αβύσσου Αριθμός 0»… Είναι λίγοι μόνο από τους τίτλους των θεατρικών έργων που είτε έγραψε η ίδια ή επιμελήθηκε τις θεατρικές τους διασκευές.
Γεννημένη το 1963 στη Χαραυγή Κοζάνης, σπούδασε στη Νομική Αθηνών αλλά στο Κολλέγιο Δημοσιογραφικών Σπουδών.
Το θέατρο όμως ήταν η μεγάλη της αγάπη: “Το θέατρο με γοήτευε από μικρή. Σχεδόν πριν δω θέατρο. Μεγάλωσα σ’ ένα χωριό της Κοζάνης, όπου δεν υπήρχε θέατρο φυσικά. Διάβαζα, όμως, πολύ από μικρή, με παρότρυνση των γονιών μου, που φρόντιζαν να μας εξασφαλίσουν μια μεγάλη βιβλιοθήκη, για μένα και τ’ αδέλφια μου, οπότε θεωρητικά γνώριζα περί θεάτρου. Αγαπημένο μου παιχνίδι να βρίσκομαι μόνη στο σαλόνι του σπιτιού μου και να αυτοσχεδιάζω ερμηνεύοντας όλους τους ρόλους στη φανταστική ιστορία που σχεδίαζα. Οταν είδα δε πρώτη φορά θεατρική παράσταση στην Κοζάνη, πραγματικά μαγεύτηκα.”
Ξεκίνησε να γράφει θεατρικά έργα από τα φοιτητικά της χρόνια: “Όταν ήμουν στη Νομική ανακάλυψα ότι λειτουργούσε το Θεατρικό του Πανεπιστημίου. Περισσότερες ώρες βρισκόμουν στην «Ιριδα» που κάναμε πρόβες, παρά στα αμφιθέατρα. Ωστόσο πήρα τα πτυχία μου, αλλά το θέατρο παρέμενε ο μεγάλος αγαπημένος. Θέλοντας να το υπηρετήσω, αποφάσισα να γίνω δημοσιογράφος. Υπήρξα τυχερή. Αμέσως μόλις τελείωσα τη σχολή δημοσιογραφίας ξεκίνησα δουλειά στοn «Ριζοσπάστη» στο θεατρικό ρεπορτάζ, όλα τα χρόνια. Παράλληλα έγραφα, αλλά δίσταζα να τα επικοινωνήσω. Σεμνότητα, φόβος, δεν ήμουν ακόμη έτοιμη, δεν ξέρω. Η συγγραφική μου περιπέτεια, εκδοτικά τουλάχιστον ξεκίνησε με δύο ποιητικές συλλογές και τη βιογραφία της Σωτηρίας Μπέλλου. Η βιογραφία αυτή στάθηκε και η αφορμή να κάνω το βήμα και στο θέατρο. Το πρώτο θεατρικό βέβαια που έγραψα ήταν το “Ο πόνος είναι άντρας” για τη ζωή και το έργο του Γιαννούλη Χαλεπά, αλλά δεν το έστειλα παρά το 2010 στο διαγωνισμό του ΥΠΠΟ όπου και βραβεύτηκε. Δύο χρόνια δηλαδή μετά την πρώτη μου εμφάνιση στο θέατρο, με το “Σωτηρία με λένε”. Από κει και πέρα τα πράγματα ήρθαν σχεδόν μαγικά.”
“Όσα δεν μπορώ ν’ αλλάξω στην πραγματική ζωή, μπορώ να τ΄αλλάξω γράφοντας. Ουτοπία; Ναι, γιατί είμαι ρεαλίστρια. Αγαπημένη μου φράση του Τσε: «Είμαστε ρεαλιστές παλεύουμε για το αδύνατο». Μεγάλες κουβέντες; Μπορεί. Αλλά μεγάλη αλήθεια. Η περιπέτεια της γραφής, μπορεί μεν να είναι προσωπική, αλλά ξεκινάει από την ανάγκη του Εμείς. Το Εγώ δεν υπάρχει, γιατί γράφοντας δεν είμαι εγώ… Είμαι η Αρης, ο Λένι, ο Τζωρτζ, ο Τζόνι, η Τζένη, ο Αγιάννης, η Σωτηρία, ο Βασίλης, η Κατερίνα, ο Χαλεπάς, ο Γιώργης, ο Παναγής, η Μυρτιά, η Ελένη, ο Πολκ, ο Κέισι, η Φαντίνα, ο Γαβριάς, η μάνα, ο πατέρας ο γιος, η κόρη. Έχω ζήσει στην Τρίερ, στην Οκλαχόμα, στο επαναστατημένο Παρίσι, στο Βουνό, στη Μακρόνησο και το Τρίκερι, στη Θεσσαλονίκη του 1947, στην Καλιφόρνια, στη Συρία, στο Βιετνάμ, τη Γιουγκοσλαβία, στο στρατόπεδο της Τερεζίν. Εχω γεννηθεί, πεθάνει, αυτοκτονήσει, έχω ζήσει. Είμαστε όλοι, οι ήρωες μιας εποχής, πολλών εποχών, μιας ιστορίας, πολλών ιστοριών, που πονάμε, ελπίζουμε, ερωτευόμαστε, αγαπάμε, ονειρευόμαστε, απελπιζόμαστε, υποφέρουμε, αγωνιζόμαστε, γελάμε ή κλαίμε. Είμαστε μια φωνή που θέλει ν’ ακουστεί μέσα στον θόρυβο της εκμετάλλευσης, της απομόνωσης και της σιωπής. Είναι μια ελπίδα συνάντησης και συνομιλίας «σκηνής» και «πλατείας», ψυχής και συναισθήματος, αλήθειας και φόβου.”
Διαβάστε όλη τη συνέντευξη της Σοφίας Αδαμίδου εδώ