Στην είσοδο του μεγάλου σχολικού συγκροτήματος της Ηλιούπολης, οι φωνές των κοριτσιών του Χορού φτάνουν σαν θρησκευτικό κάλεσμα. Έχει περάσει πολύς καιρός από την τελευταία συνάντηση μιας πρόβας κι αυτό, ερήμην όλων, δημιουργεί μια περίεργη συγκίνηση.
Η «Ιφιγένεια, η εν Ταύροις» είχε προγραμματιστεί για την Επίδαυρο του 2020, όμως το δεδομένο της πανδημίας την εκτόπισε χρονικά στη φετινή σεζόν. Κουβαλώντας το βίωμα του εγκλεισμού, της μεγάλης χρονικής και φυσικής απόστασης από το θεατρικό κοινό αλλά και την τραυματική εμπειρία ενός πολύ σκληρού χειμώνα για το χώρο του θεάτρου, η πρόβα – όπως και κάθε πρόβα που συμβαίνει εκεί έξω – μοιάζει με πρόταγμα προς την ελευθερία.
Η ομάδα της παράστασης, όπως έχει συγκεντρωθεί γύρω από το άρτι στημένο σκηνικό της Μαίρης Τσαγκάρη, επιβεβαιώνει αυτή την αίσθηση με κάθε τρόπο. Φταίει ενδεχομένως και η συνοχή της, αποτελούμενη από καλλιτέχνες που, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, έχουν συνδεθεί με τον Γιώργο Νανούρη: Λένα Παπαληγούρα, Μιχάλης Σαράντης, Προμηθέας Αλειφερόπουλος, Νίκος Ψαρράς, Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, Χάρις Αλεξίου, Κίττυ Παϊταζόγλου.
«Δεν είναι απλό να μετασχηματίζεις τη φιλία σε παράσταση. Δεν είναι απλό να επιτυγχάνεται τέτοια σύνδεση μεταξύ των ανθρώπων. Ασφαλώς, μας κινητοποιεί και η σκέψη ότι θα ξαναπαίξουμε κι έχουν ανοίξει οι ψυχές μας. Είναι σαν να φοράμε όλοι τα καλά μας» τονίζει ο Μιχάλης Σαράντης.
Είναι πολυμετωπική αυτή η απελευθέρωση γιατί, τουλάχιστον στην πρόβα της «Ιφιγένειας» επανασυνδέει τους ηθοποιούς με ιδανικούς συνεργατικούς όρους. Η Λένα Παπαληγούρα μιλάει «για μια πραγματική συνύπαρξη και μια επί της ουσίας έρευνα» την ώρα που η Κίττυ Παϊταζόγλου επισημαίνει την «απομάκρυνση από το παλιό μοντέλο εργασίας μέσα από την διακριτικότητα και την τρυφερότητα που επιβάλλει η προσέγγιση του Γιώργου Νανούρη». «Δεν είναι ανάγκη ένα καλό αποτέλεσμα να προκύπτει μέσα από μια ταλαιπωρία, υπάρχει κι άλλος τρόπος» σχολιάζει ο ίδιος, ξαναβάζοντας την ομάδα σε λειτουργική τροχιά μέσα από τη χαρά της δημιουργίας.
Η Λένα Παπαληγούρα βουτάει με ανεξέλεγκτη ορμή στην αγκαλιά του Μιχάλη Σαράντη. Μένουν εκεί αγκαλιασμένοι λες και δεν πιστεύουν πως τα σώματα τους βρίσκουν παρηγοριά κι αγάπη το ένα στο άλλο. Η στιγμή της αναγνώρισης ανάμεσα στα δύο αδέρφια, την Ιφιγένεια και τον Ορέστη – πιθανώς η πιο τρυφερή στιγμή αναγνώρισης της αρχαίας γραμματείας – καθηλώνει για πολλοστή φορά την πρόβα της «Ιφιγένειας εν Ταύροις». Όχι μόνο για την δραματική ένταση των ερμηνειών αλλά γιατί τα πρόσωπα που την παρακολουθούν από τις κερκίδες ενός σχολικού συγκροτήματος της Ηλιούπολης, την αποζητούν κιόλας ως πραγματική συνθήκη.
Κι έτσι το θεατρικό απόσπασμα της επιδαύριας τραγωδίας φτάνει να γίνει διακύβευμα με κοινωνικά χαρακτηριστικά που τους ενώνει – και μας ενώνει όλους. «Η συνάντηση των ανθρώπων και η έκφραση των συναισθημάτων είναι λύτρωση» σχολιάζει στο βάθος του προαυλίου ένας εκ των πρωταγωνιστών της ομάδας, ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης και όλοι καταφάσκουν.
«Μακάρι από εδώ και μπρος να έχουμε ευτυχία» μουρμουρίζει η Ιφιγένεια της Παπαληγούρα που αναρωτιέται για το τέλος «που θα έχουν όλα αυτά, μακριά από το σκοτωμό». Αλλά ο σκηνοθέτης της παράστασης Γιώργος Νανούρης διακόπτει την σκηνή με σκοπό να δοκιμάσει μια διαφορετική εκδοχή της.
Το έργοΟ μύθος της Ιφιγένειας έχει αλλάξει πατρίδα. Η κόρη του Αγαμέμνονα δεν θυσιάστηκε για να ξεκινήσει η εκστρατεία στην Τροία, μα σώθηκε από την θεά Άρτεμη που την ‘έκλεψε’, χρίζοντας την ιέρεια της, σε μια χώρα βαρβαρική, την Ταυρίδα.
Πάντα ενδιέφερε τον Γιώργο Νανούρη να καταπιάνεται με κείμενα που δεν έχουν γνωρίσει πολλά ανεβάσματα και η τραγωδία του Ευριπίδη δεν αποτελεί εξαίρεση. «Αισθάνομαι πως είναι ένα παρεξηγημένο έργο αφού δεν ταυτίζεται απόλυτα με το είδος της τραγωδίας καθώς έχει και στοιχεία πιο ελαφριά» παρατηρεί ο ίδιος.
Η πρωταγωνίστρια του, Λένα Παπαληγούρα συμφωνεί πως είναι ένα ακατάτακτο κείμενο «που αφήνει χώρο να το ερμηνεύσεις και να το ψάξεις. Έχει στο κέντρο του χαρακτήρες και σχέσεις γνώριμες στην τραγωδία αλλά, την ίδια ώρα, τα πρόσωπα είναι πολύπλευρα».
Στην χώρα των Ταύρων, ο βασιλιάς Θόας υποχρεώνει την Ιφιγένεια κι όλες τις ιέρειες που έχουν απαχθεί από την Ελλάδα, να τελούν ανθρωποθυσίες, οδηγώντας στη σφαγή Έλληνες αιχμαλώτους. Η ανατροπή έρχεται όταν στην Ταυρίδα καταφθάνει ο Ορέστης μαζί με τον πιστό σύντροφο του, Πυλάδη προκειμένου να κλέψουν το αφιέρωμα της θεάς που βρίσκεται στο ναό. Αυτή είναι και η προϋπόθεση προκειμένου να πάψει να διώκεται από τις Ερινύες – ύστερα από τη δολοφονία της μητέρας του, Κλυταιμνήστρας.
«Είναι ένα πολύ πιο ‘σημερινό’ κι ανθρώπινο κείμενο, δεν θέτει μεγάλα φιλοσοφικά ζητήματα αλλά καταστάσεις που αναγνωρίζουμε όλοι: Μιλάει για την αγάπη μεταξύ αδερφών που εγκαθιδρύεται μπροστά στα μάτια μας, για την αξία της φιλίας, για την ξενιτιά, τη μετανάστευση, τη σχέση με το θεϊκό στοιχείο» σημειώνει ο Μιχάλης Σαράντης. «Αλλά αν θέλουμε να το δούμε και μέσα σε ένα πιο φιλοσοφικό περίβλημα η ‘Ιφιγένεια’ είναι, όπως λέει και ο Άλβιν Λέσκι, ‘ η τελευταία φουρτούνα των Ατρειδών πριν την αρμονία’».
Μόλις η Ιφιγένεια πληροφορείται πως οι νέοι αιχμάλωτοι είναι Αργίτες, αποφασίζει να σώσει τον έναν εξ αυτών για να μεταφέρει ένα γράμμα της στην πατρίδα. Σύντομα, συντελείται η, μεταξύ τους αναγνώριση, και οι τρεις νέοι επεξεργάζονται το σχέδιο μιας κοινής σωτηρίας. «Είναι ένα έργο που επιφυλάσσει happy end αλλά στην πραγματικότητα το τέλος είναι πικρό. Γιατί ενώ ο Ευριπίδης δικαιώνει σε όλη τη διάρκεια της πλοκής την ανθρώπινη βούληση, στο τέλος την καταρρακώνει αφού η λύση δεν έρχεται από τους ανθρώπους, μα από θεϊκό χέρι» σχολιάζει και πάλι η Λένα Παπαληγούρα, από τον επώνυμο ρόλο.
Ο Νίκος Ψαρράς, που συναντάει την «Ιφιγένεια εν Ταύροις» για δεύτερη φορά στην πορεία του – κατά την πρώτη ήταν ο ίδιος στο ρόλο του Ορέστη και η Μαρία Ναυπλιώτου ως Ιφιγένεια σε σκηνοθεσία Γιώργου Μιχαηλίδη – βρίσκει πως το κείμενο αυτό δεν είναι τυχαία αγαπητό. «Από την στιγμή που το κακό νικιέται και κυριαρχεί η αγάπη και η δικαιοσύνη, η Ιφιγένεια παίρνεισ χαρακτηριστικά μιας γλυκιάς ιστορίας. Ο Ευριπίδης εδώ είναι πιο συναισθηματικός από ποτέ και νομίζω ότι αυτό το αίσθημα απεικονίζει και την ανάγκη μας σήμερα: Βλέποντας τα δύο αδέρφια να σμίγουν, να αγκαλιάζονται λες και είναι ψέμα, συνειδητοποιούμε τη δική μας λαχτάρα ν’ αγκαλιαστούμε σφιχτά ξανά. Να γευτούμε την αγάπη και το δίκιο».
Μολονότι ο Ευριπίδης ρίχνει τα πρόσωπα των ηρώων του στην άκρη του κόσμου για να επιβιώσουν, σε μια άγρια κι αφιλόξενη πατρίδα που δεν καταλαβαίνουν, μας κάνει να τα γνωρίσουμε όχι μέσα από την συμβολική, αρχετυπική τους διάσταση αλλά μέσα από την ανθρωπιά και τον αγώνα του αδιέξοδου τους.
Κι έτσι, με εξαίρεση τη θεά Αθηνά που υψώνεται πάνω από τα γήινα, οι υπόλοιποι ήρωες του κειμένου παλεύουν να κερδίσουν τη θέση τους στη ζωή και τον κόσμο.
«Ακόμα δουλεύω στην προσπάθεια μου να προσεγγίσω την Αθηνά. Και πως αλλιώς; Δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο να υποδυθείς μια θεότητα, η συμπεριφορά της οποίας – παρότι σωτήρια – μόνο ερωτηματικά προκαλεί» εξηγεί η Χάρις Αλεξίου στην πρώτη της εμφάνιση στην Επίδαυρο και στην πρώτη της εμφάνιση στη σκηνή, ύστερα από την απόφαση της να εγκαταλείψει οριστικά το τραγούδι.
Στα πρόσωπα των ηρώων καθρεφτίζονται πολλές εκδοχές της ανθρώπινης μοίρας. «Η Ιφιγένεια και ο Ορέστης είναι δυο παιδιά αθώα που έχουν βρεθεί να πληρώνουν τις προγονικές αμαρτίες. Κι αυτή είναι μια κατάσταση που περιγράφει, εν πολλοίς, το δυτικό πολιτισμό: Οι επόμενες γενιές παλεύουν να απελευθερωθούν από τα βάρη των προγόνων τους αλλά το παρελθόν επιμένει να τους καταδιώκει» διαπιστώνει η Λένα Παπαληγούρα, που υποδύεται την ιέρεια της Άρτεμις, Ιφιγένεια – η οποία από (παρολίγον) θύμα της ανθρωποθυσίας έχει πια μεταμορφωθεί σε θύτη της.
«Έχει ιδιαίτερη σημασία ότι μιλάμε για το μύθο των παιδιών δύο… γιγάντων. Γιατί ο Ορέστης και η Ιφιγένεια, δεν είναι ούτε ο Αγαμέμνονας ούτε η Κλυταιμνήστρα. Είναι οι κληρονόμοι των πράξεων τους» συμπληρώνει εμφατικά ο Μιχάλης Σαράντης, από το ρόλο του Ορέστη.
Η διαπραγμάτευση των μεγάλων αξιών του ανθρώπινου κόσμου από τον Ευριπίδη φέρνει στο προσκήνιο και τον Πυλάδη, τον φίλο του Ορέστη. «Η φιλία σώζει, με έναν τρόπο, αφού ο Πυλάδης αποδεικνύεται ο πιο πιστός σύντροφος που θα σφίξει τα δόντια στα δύσκολα και θα χαρεί με τη χαρά του φίλου. Βλέπουμε πως η φιλία στην ώρα της κρίσης είναι ένα μικρό θαύμα» παρατηρεί ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος, ερμηνεύοντας τον Πυλάδη.
Οι τρεις νεαροί ήρωες μάχονται για τα μεγάλα ιδανικά στη χώρα του βασιλιά Θόα, που ερμηνεύει ο Νίκος Ψαρράς. «Και μπορεί να είναι ο βασιλιάς ενός τόπου που έχει ποτιστεί με αίμα, αλλά στο τέλος ο Θόας μας αναγκάζει να αναρωτηθούμε από που πηγάζει η βαρβαρότητα; Τι είδους υλικό είναι; Στην πραγματικότητα αυτό το πρόσωπο έρχεται να φανερώσει τη μοναξιά του χαμένου» εξηγεί.
‘Θύματα’ τούτης της βαρβαρότητας και ο Χορός των ιερειών, των γυναικών που απήχθησαν από τα πατρικά χώματα, για να βρεθούν να τελούν φριχτά καθήκοντα στην Ταυρίδα. Η Κίττυ Παϊταζόγλου, ως Κορυφαία του, διαβάζει την προσπάθεια των ηρώων για φυγή ως κάτι πολύ γνώριμο για τον σημερινό άνθρωπο, αφού «πόσες φορές βάλαμε το νου μας να αποδράσουμε επειδή δεν μπορούσαμε να υπομείνουμε το εδώ και τώρα;».
Η σκηνοθεσίαΕνώ η «Ιφιγένεια εν Ταύροις» αναμένεται να είναι η πρώτη μεγάλης κλίμακας σκηνοθεσία του, ο Γιώργος Νανούρης θα επιμείνει στα χαρακτηριστικά της ματιάς που υιοθέτησε σε όλες τις «μικρότερες» παραστάσεις του. «Δεν θα γίνω ξαφνικά άλλος σκηνοθέτης. Συνεχίζω να δείχνω εμπιστοσύνη στα υλικά της απλότητας, της λιτότητας και της ουσίας μιας ανάγνωσης, χωρίς τη διάθεση να επέμβω με άλλο τρόπο. Έτσι κι αλλιώς, η Επίδαυρος είναι ένα έτοιμο σκηνικό, εκείνη επιβάλλεται, όχι εμείς».
Ο σκηνοθέτης παραδέχεται πως το πλέον οργανικό κομμάτι αυτής της προσπάθειας είναι οι συνοδοιπόροι και πρωταγωνιστές του. Έχοντας συνεργαστεί σχεδόν με όλους – με κάποιους μάλιστα περισσότερες από μια φορές – ομολογεί πως δεν θα επιχειρούσε το επιδαύριο ντεμπούτο του, αν σε αυτό δεν ανταποκρινόταν η συγκεκριμένη ομάδα ηθοποιών. Γιατί εκτός «από τα κατάλληλα άτομα στους κατάλληλους ρόλους, είναι άνθρωποι που με κάνουν να νιώθω ασφαλής και ήσυχος σε επαγγελματικό επίπεδο» σημειώνει.
Η μουσικήΟι φωνές ως ηχεία. Έτσι αντιμετώπισε ο Άγγελος Τριανταφύλλου την σύνθεση του για την εν Ταύροις Ιφιγένεια: «Ως μια πολυφωνική μουσική, με αναφορές στα πολυφωνικά σχήματα των Βαλκανίων αλλά και της ελληνικής παράδοσης» τονίζει ο πολυδραστήριος συνθέτης. Έχοντας εξασφαλίσει έναν επταμελή γυναικείο χορό με έμφαση στα φωνητικά προσόντα (όπως προέκυψε από μια ενδελεχή διαδικασία ακροάσεων) «το αποτέλεσμα παραπέμπει περισσότερο σε ορατόριο και ψαλμωδία παρά σε μια αλληλουχία τραγουδιών». Είναι χαρακτηριστικό πως ανάμεσα στα Χορικά μόνο ένα τραγούδι έχει στίχους, υλοποιώντας έτσι την σκηνοθετική σκέψη η λειτουργία του Χορού να θυμίζει το τελετουργικό μιας προσευχής.
Η αισθητική της παράστασηςΈνας μονολοθικός όγκος με όψη βράχου προβάλλει στο βάθος της σκηνής. Είναι το σκηνικό που έχει σχεδιάσει η σκηνογράφος και αρχιτέκτων, Μαίρη Τσαγκάρη, τοποθετώντας μας ακαριαία στο τοπίο λατρείας στην Ταυρίδα. Στο εσωτερικό του βράχου εξάλλου, είναι λαξεμένος ένας ναός με περιστύλιο στην καρδιά του οποίου – μέσα σε μια θολωτή κόγχη – βρίσκεται το άγαλμα της θεάς Άρτεμις που έχει στόχο ν’ αποσπάσει ο Ορέστης και ο Πυλάδης.
Το σκηνικό είναι στα χρώματα της γης και των πετρωμάτων ώστε να αφομοιωθεί φυσικά από το μνημείο της Επιδαύρου.
Σε συνάφεια με την σκηνογραφική προβληματική και με την γενικότερη σκηνοθετική αντίληψη, έρχονται τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη σε απλό και λιτό ύφος, αντλώντας έμπνευση από κλασικές γραμμές.
Η “Ιφιγένεια, η εν Ταύροις” κάνει πρεμιέρα στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου στις 2-4 Ιουλίου.
Σκηνοθεσία:Γιώργος Νανούρης
Παίζουν: Λένα Παπαληγούρα, Μιχάλης Σαράντης, Νίκος Ψαρράς, Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, Προμηθέας Αλειφερόπουλος, Κίττυ Παϊταζόγλου και η Χάρις Αλεξίου.
Χορός: Νικόλ Κουνενιδάκη, Μαρία Κωνσταντά, Άννα Κωνσταντίνου, Δανάη Πολίτη, Βιβή Συκιώτη, Αρετή Τίλη
Σκηνικά: Μαίρη Τσαγκάρη
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Μουσική: Άγγελος Τριανταφύλλου
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος
Τιμές Εισιτηρίων:Διακεκριμένη Ζώνη: 70€ | A’Ζώνη:50 € | B’ Ζώνη: 35€ | Γ’ Ζώνη: 25€ | Δ’ Ζώνη: 20€ | Ε’ Ζώνη: 15€, Εκπτωτικά: 15-40€
Πληροφορίες: http://aefestival.gr/
Link Εισιτηρίων: https://tickets.aefestival.gr/event/aef-ifigeneia-en-tayrois/?lang=el