MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΕΤΑΡΤΗ
25
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Λουίτζι Πιραντέλλο: Η άγνωστη πλευρά ενός μεγάλου θεατρανθρώπου

Σαν σήμερα στις 28 Ιουνίου, το 1867, γεννήθηκε ο δραματουργός, μυθιστοριογράφος και δοκιμιογράφος Λουίτζι Πιραντέλλο, ένας μεγάλος θεατράνθρωπος, ο οποίος ωστόσο διατηρούσε μια αμφιλεγόμενη «σχέση» με το ιταλικό φασιστικό καθεστώς.

Λουίτζι Πιραντέλλο
Αριστούλα Ζαχαρίου

Σαν σήμερα στις 28 Ιουνίου, το 1867, γεννήθηκε στο Αγκριτζέντο της Ιταλίας, ο νομπελίστας μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας και δοκιμιογράφος, Λουίτζι Πιραντέλλο. Ένας από τους σημαντικότερους Ιταλούς δραματουργούς του 20ου αιώνα, ο οποίος κατάφερε μέσα από το έργο του να επανατοποθετήσει την Ιταλία στον χάρτη της ευρωπαϊκής δραματουργίας.

Ένας σημαντικός ανανεωτής του θεάτρου

Ως δραματουργός και σκηνοθέτης θεωρήθηκε ένας από τους πιο αξιοσημείωτους ανανεωτές του θεάτρου, ο οποίος επηρέασε την εξέλιξή του παγκοσμίως. Με τα έργα του, τα οποία αντανακλούσαν τις πνευματικές και ψυχολογικές ανησυχίες της εποχής του, διεύρυνε τα όρια της δραματουργίας, καταργώντας τις θεατρικές συμβατότητες και τις αρχές του αστικού δράματος.

Ως θέμα η θεατρική ψευδαίσθηση βρίσκεται στο επίκεντρο των αναζητήσεων του. Τόσο οι θεατρικοί μηχανισμοί, όσο και η πλοκή των έργων του δημιουργούν ένα παιχνίδι παρεξηγήσεων μεταξύ αλήθειας και ψευδαίσθησης. Οι χαρακτήρες εμφανίζονται ανήμποροι να προσεγγίσουν τη μια και μοναδική πραγματικότητα. Αντιθέτως, εκείνη σκιαγραφείται διφορούμενη, ανάλογα με την οπτική του προσώπου που την προσεγγίζει.

Με την πάροδο του χρόνου τα έργα του αγγίζουν την απόλυτη θεατρικότητα, οι καταστάσεις γίνονται όλο και πιο πολύπλοκες, το φανταστικό, το αλληγορικό στοιχείο και η θεαματικότητα κυριαρχούν. Διερευνάται πιο συστηματικά η σχέση μεταξύ ζωής, ψευδαίσθησης και φόρμας, οι ανθρώπινες επιδιώξεις εμφανίζονται μάταιες και οι αξίες, οι συμβάσεις και οι προκαταλήψεις της αστικής κοινωνίας παρωδούνται.

Μερικά από τα σημαντικότερα θεατρικά έργα του αποτελούν: «Έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε» (1917), «Το παιχνίδι των ρόλων» (1918), «Έξι πρόσωπα αναζητούν συγγραφέα» (1921), «Ερρίκος ο Δ΄» (1922), «Ο καθένας και η γνώμη του» (1924), «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» (1929), «Όπως με θέλεις» (1930).

Ο Πιραντέλλο δίνει σκηνοθετικές οδηγίες στους ηθοποιούς κατά τη διάρκεια της πρόβας του έργου «Η νέα αποικία», 1928

Το σκηνοθετικό του ντεμπούτο πραγματοποιήθηκε το 1925, όταν και ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση του «Teatro d’ Arte». Προσέγγισε την παράσταση ως ένα ολιστικό έργο τέχνης και αναμόρφωσε όλες τις συνισταμένες της (σκηνογραφικές, ενδυματολογικές, ερμηνευτικές, τεχνικές), τις οποίες επιμελούνταν προσωπικά ο ίδιος. Μάλιστα από το 1925 και έπειτα τα κείμενα του συνοδεύονταν από εκτενέστατες σκηνικές οδηγίες.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΈντουαρντ Άλμπι: Ο καινοτόμος δραματουργός που αναζωογόνησε το αμερικανικό θέατρο12.09.2018

Η άγνωστη πλευρά του Λουίτζι Πιραντέλλο

Παρ’ όλα αυτά ο Λουίτζι Πιραντέλλο αποτελεί έως και σήμερα μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα εξ’ αιτίας της «σχέσης του» με το φασιστικό καθεστώς του Μπενίτο Μουσολίνι. Μια μεγάλη μερίδα ιστορικών και κριτικών θεωρούν ότι ο διάσημος συγγραφέας υπήρξε απολιτικός και ότι η οποιαδήποτε «συμπάθειά» του προς το καθεστώς αυτό υπήρξε καθαρά οπορτουνιστική. Μια προσπάθεια, ώστε να κερδίσει την χρηματική και όχι μόνο υποστήριξη του Μουσολίνι προς τον θίασό του, κάτι που κατάφερε ως έναν βαθμό.

Λουίτζι Πιραντέλλο

Οι πρώιμες πολιτικές του πεποιθήσεις

Μια δεκαετία σχεδόν πριν την άνοδο του Μουσολίνι στην εξουσία, η απολιτική στάση του Πιραντέλο, η καταδίκη του απέναντι σε οποιονδήποτε πολιτικό θεσμό και ο σκεπτικισμός του απέναντι στις  κοινωνικές τάξεις διαφάνηκε μέσα από το μυθιστόρημά του «Οι γέροι και οι νέοι» (1913). Στο έργο, το οποίο διαδραματίζεται στη Σικελία στα τέλη του 19ου αιώνα, καταγράφεται η απογοήτευση του συγγραφέα για την αναποτελεσματικότητα του «Risorgimento» (Επανένωση της Ιταλίας) να δημιουργήσει μια συνοχή μεταξύ των υπανάπτυκτων νοτίων περιοχών και της υπόλοιπης χώρας, καθώς και η πεποίθησή του για την αποτυχία του σοσιαλισμού.

Με το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου ο ίδιος εξέφρασε τους συλλογικούς φόβους και την αβεβαιότητα που κυριάρχησαν στο δημόσιο βίο. Για τον Πιραντέλλο πλέον τίποτα δεν θεωρούταν δεδομένο και οι βεβαιότητες του παρελθόντος είχαν καταρρεύσει οριστικά. Ο θυμός, το άγχος και η ανησυχητική διαστρέβλωση της πραγματικότητας που τον χαρακτήριζαν οδήγησαν τις πολιτικές του πεποιθήσεις προς τον «παρεμβατισμό». Αν και δεν πίστευε ότι μπορεί να υπάρχει κάποιο όφελος από τις πολεμικές επιχειρήσεις, ωστόσο καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να υπερκεράσει τις «αδικίες».

Λουίτζι Πιραντέλλο

Guelfo Civinini, Massimo Bontempelli, Silvio D’Amico, Luigi Pirandello, Filippo Marinetti, Lucio D’Ambra και άλλοι σε μια έκθεση βιβλίου στο Montecatini το 1930.

Η άνοδος του φασισμού στην Ιταλία

Με την ανάδυση του φασιστικού κινήματος στην Ιταλία, ως υπολογίσιμη πολιτική δύναμη, την περίοδο του 1919-1920, ο Πιραντέλλο δεν δίστασε να εκφράσει την αποδοχή του ως προς αυτό. Αρκετοί ιστορικοί κάνουν λόγο για ιδεολογική σύγχυση του συγγραφέα, καθώς η αντιπάθεια του για την αστική τάξη και η πίστη του στη θετική λειτουργία του παραλογισμού φαινομενικά διαφαίνονταν στις πεποιθήσεις του πρώιμου φασιστικού κινήματος του Μουσολίνι. Σε επιστολή του προς τον φιλόσοφο Adriano Tilgher περιγράφει τον φασισμό ως μια «ιστορική αναγκαιότητα» και τον καλεί να συμμετέχει σε αυτό το «εθνικό κίνημα δράσης».

Η δολοφονία Matteotti και το μοιραίο τηλεγράφημα

Το 1922 στήριξε δημόσια την πορεία των φασιστών πολιτοφυλακών προς τη Ρώμη, η οποία οδήγησε στην ανάληψη της εξουσίας από τον Μουσολίνι. Ενώ, το 1924, μετά την αποτρόπαια δολοφονία του σοσιαλιστή βουλευτή Giacomo Matteotti, σε μια δυσμενή περίοδο για το καθεστώς, απηύθυνε σε τηλεγράφημά του προς τον Μουσολίνι την επιθυμία του να γίνει δεκτός ως μέλος του φασιστικού κόμματος.

Στο κέντρο: Ο Ιταλός σοσιαλιστής Giacomo Matteotti που δολοφονήθηκε από τους φασίστες το 1924

Η αρχή της συνειδητοποίησης

Ωστόσο οι διαφορές μεταξύ της κοσμοθεωρίας του Πιραντέλλο και του «φασιστικού οράματος» του Μουσολίνι άρχισαν να έρχονται στην επιφάνεια, καθώς ξεσκεπάστηκε σιγά σιγά το πραγματικό πρόσωπο του εδραιωμένου πλέον καθεστώτος. Το 1926 σε επιστολή προς τη σύντροφό του και ηθοποιό Marta Abba εξέφρασε την επιθυμία του να φύγει από την Ιταλία. Ως διανοούμενος αισθανόταν προδομένος και η πίστη του στο καθεστώς είχε εξανεμιστεί. «Μακριά, μακριά από αυτό τον σωρό από κοπριά» έγραφε. Μια φράση που επανέλαβε ατόφια και στο θεατρικό του έργο του «Όπως με θέλεις» (1930).

Μια αμφίσημη σχέση

Αν και το 1928 προτάθηκε ως υποψήφιο μέλος της Ιταλικής Ακαδημίας, για μια ακόμη φορά σε επιστολή του προς την Abba διατύπωσε την απογοήτευσή του προς τον ίδιο τον Μουσολίνι. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 η στάση του προς το καθεστώς, παρά τις παραπάνω διατυπώσεις, εξακολουθούσε να μην είναι ξεκάθαρη μέχρι και τον θάνατό του το 1936. Ο συγγραφέας δεχόταν κριτική τόσο από τον φασιστικό τύπο, όσο και από μέλη της ιεραρχίας μέσα στο κόμμα για αντιπατριωτισμό και αντικορπορατισμό, ιδιαίτερα μετά τη βράβευσή του με Νόμπελ το 1934. 

Λουίτζι Πιραντέλλο

Ο Pirandello σκηνοθετεί την Marta Abba και τον Lamberto Picasso στη «Νέα αποικία», 1928.

Η δυσαρέσκεια του ίδιου συνέχιζε να μεγαλώνει αν και εξακολουθούσε να θεωρεί τον εαυτό του έναν από τους «προδρόμους» του φασιστικού κινήματος με την αιτιολογία ότι «ο φασισμός αντιπροσωπεύει την απόρριψη κάθε προκαθορισμένου δόγματος και την επιθυμία κάποιου να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα», σύμφωνα με δήλωσή του το 1934. Την ίδια χρονιά, όμως, έγραψε ένα διήγημα, με τίτλο «C’è qualcuno che ride», μια συγκεκαλυμμένη κριτική προς το φασιστικό καθεστώς, καθώς απέφευγε την ανοιχτή αντιπαράθεση.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΔημήτρης Χορν: Οι κινηματογραφικοί ρόλοι που άφησαν εποχή12.09.2018

Το αν ο Πιραντέλλο αντιμετώπιζε τον φασισμό ως «πνευματικό κίνημα» αποκομμένο από την πολιτική οντότητα, αν θεωρούσε ότι ο Μουσολίνι μπορεί να δώσει μορφή στο χάος, όπως ο χαμένος συγγραφέας στο έργο «Έξι πρόσωπα αναζητούν συγγραφέα», η θέση που έπαιρνε στις βίαιες και αιματηρές ενέργειες του καθεστώτος και όλες οι αντιθέσεις που χαρακτήριζαν τη σύνδεση του με τον ιταλικό φασισμό δεν έχουν διευκρινιστεί πλήρως. Το σίγουρο είναι ότι αποτελούν μια σκοτεινή πλευρά της προσωπικότητας του συγγραφέα, ένα αγκάθι στην πορεία ενός μεγάλου θεατρανθρώπου. Είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς πως ένας άνθρωπος του πολιτισμού θα μπορούσε ποτέ να συμπορευθεί με τον φασισμό ακόμη και στο κατ’ ελάχιστο.

Περισσότερα από Σαν σήμερα