Ξαναγυρνά στις σελίδες της ιστορίας, κάνει έρευνα, εντός και εκτός του στούντιο και, όπως διαβάζουμε, στρέφεται «στη φιγούρα των βαμπίρ για να σχολιάσει πώς οι εθιμικές τελετές συγκροτούν ένα είδος φαντασιακής κοινότητας».
Ομολογώ ότι η πρώτη μου σκέψη, καθώς διαβάζω στη συνέχεια τη φράση «για τη συγκρότηση ενός έθνους», είναι ότι με τις «εθιμικές τελετές» αναφέρεται σε εκείνες τις πράξεις που αναπαράγουν την ιδέα μίας συλλογικής εθνικής ταυτότητας όπως, μεταξύ άλλων, οι επετειακές εθνικές –σχολικές συνήθως- γιορτές και οι παρελάσεις. Αναρωτιέμαι λοιπόν αν η επιλογή των βαμπίρ αφορά, τη συλλογική φαντασιακή εθνική ταυτότητα που επιβιώνει και διαιωνίζεται πίνοντας το αίμα όλων εκείνων των οποίων συνεχίζουν να συγκροτούνται ως εθνικά υποκείμενα μέσα από αυτές τις επετειακές επιτελέσεις.
Μία ματιά αναστοχαστική. Με εκπλήσσει ωστόσο. Επιλέγει να αφουγκραστεί και στις φωνές εκείνων που σπάνια εκπροσωπούνται στους εορτασμούς. Χρησιμοποιεί αποσπάσματα από τη μαρτυρία ενός οθωμανού αξιωματούχου, αυτόπτη μάρτυρα των γεγονότων στην Πελοπόννησο καθώς επίσης και ανατρέχει τις λαϊκές αφηγήσεις/εθιμικές τελετές από τον ευρύτερο βαλκανικό χώρο. Πώς συνθέτονται άραγε αυτά τα άλλα βλέμματα με εκείνα των ελλήνων χορευτριών/ών; Μία πολυφωνική ματιά. Ανυπομονούμε.
“Age of crime” θέλεις να μας πεις λίγα περισσότερα για τον τίτλο;Προέρχεται από έναν στίχο του ποιήματος του Λόρδου Βύρωνα «The Giaour», που γράφτηκε μετά την πρώτη του επίσκεψη στις πόλεις της Αθήνας, της Σμύρνης και της Istanbul, το 1811. Ο τίτλος μου επιτρέπει να θίξω τις έννοιες της βίας και του εγκλήματος, αναπόσπαστο κομμάτι των ρομαντικών εξεγέρσεων του 19ου αιώνα και των στρατηγικών που ακολουθήθηκαν για τη διαμόρφωση «ενιαίας» εθνικής συνείδησης από τα βαλκανικά κράτη.
Η Ελληνική επανάσταση είναι ένα πολύ πυκνό ιστορικό φαινόμενο, παγκόσμιας εμβέλειας. Η αφήγηση που μας διδάσκεται στο σχολείο είναι αποσπασματική και πολύ συγκεκριμένης σκοπιάς. Για να απαντήσω στην ανάθεση, κλήθηκα να κάνω ιστορική έρευνα, που δεν είχα ξανακάνει για άλλα έργα μου, να επικεντρωθώ σε αυτή την περίοδο της ευρωπαϊκής ιστορίας που αρχικά πίστευα ότι δεν με ενδιέφερε και να ανακαλύψω πόσο αντίξοες και αμφιλεγόμενες ήταν οι συνθήκες συγκρότησης εθνικού κράτους και δημιουργίας «εθνικής» ταυτότητας. Επιπλέον, η ανάθεση, έγινε μέσα στο πλαίσιο του προγράμματος εθνικών εορτασμών από τα 200 χρόνια της Ελληνικής επανάστασης. Σημασία είχε λοιπόν, να απαντήσω ως καλλιτέχνιδα και στην ίδια την ανάθεση. Πώς συμμετέχει ένα παραστατικό έργο στην απόφαση ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους να εορτάσει τη συγκρότησή του; Ποια είναι τα τυφλά σημεία μια τέτοιας απόπειρας; Πώς τοποθετούμαι και βλέπω προσωπικά ώς καλλιτέχνιδα αυτή την ιστορική στιγμή; Στα παραπάνω ερωτήματα απαντά το έργο Age of Crime μέσα από τη γραφή που έχω επιλέξει.
Πώς λειτουργεί στην παράσταση η φιγούρα των βαμπίρ;Οι πόλεμοι και οι απόπειρες εορτασμού ενός «ένδοξου» παρελθόντος έχουν, με διαφορετικό τρόπο το καθένα, στοιχεία «βαμπιρισμού».
Η παράσταση Age of Crime δεν ανατρέχει σε επίσημα σύμβολα της επανάστασης (σημαίες, τσαρούχια, ανδρικές ηρωικές φιγούρες) παρά ερευνά τη σωματική και πολιτική βία, ως χαρακτηριστικά των ρομαντικών επαναστάσεων του 19ου αιώνα. Έχω επιλέξει ως κεντρική φιγούρα εκείνη των βαμπίρ, δηλαδή των νεκροζώντανων, zombie, ή στοιχειών, που είχαν έντονη παρουσία στις λαϊκές αφηγήσεις του αγροτικού πληθυσμού που κατοικούσε στον ευρύτερο βαλκανικό χώρο. Ανατρέχω σε αυτή τη φιγούρα διότι τόσο οι πόλεμοι όσο και οι απόπειρες εορτασμού ενός «ένδοξου» παρελθόντος έχουν, με διαφορετικό τρόπο το καθένα, στοιχεία «βαμπιρισμού».
Απέναντι σε ένα εθνικό αφήγημα που αφορά ένα συλλογικό εμείς, στο οποίο «είμαστε» [1}, όπως γλαφυρά έγραψε ο Μακρυγιάννης, απόσπασμα που, παράλληλα με τις επετειακές γιορτές διδάσκεται σήμερα στις τελευταίες τάξεις του δημοτικού, αποφασίζεις να βασιστείς σε πρωτοπρόσωπες, αφηγήσεις οθωμανικές της επανάστασης. Επιλέγεις λοιπόν δύο αντιστροφές: απέναντι στο φαντασιακό εμείς εμφανίζεις το υποκείμενο εγώ, και ταυτόχρονα απέναντι στο ελληνικό αφήγημα αντλείς και από εκείνο της οθωμανικής πολιτικής ελίτ την οποία εκπροσωπεί ο Γιουσούφ Μπέης [2].Στην αφήγησή του Γιουσέφ Εφέντη, με συγκίνησε και με ξάφνιασε η γλώσσα και η ματιά της εποχής της επανάστασης. Συντάσσει το κείμενο ο ίδιος, μερικά χρόνια μετά την εμπειρία των εξεγέρσεων στην Πελοπόννησο, σε περίοδο ανασύστασης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και πολύ πριν τη διάλυσή της. Ωστόσο, αυτή η πρωτο-πρόσωπη αφήγηση ακούγεται αποσπασματικά στο έργο μου, δεν αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του.
Το αφήγημα της ελληνικής επανάστασης του 1821, όπως κάθε αφήγημα είναι αποτέλεσμα μίας διαδικασίας παγιώσεων που βασίζεται σε μία ταυτόχρονη διαδικασία αποσιώπησης ενδεχόμενων άλλων. Διαβάζουμε ότι η παράσταση επενδύει στις εντάσεις που προκαλεί η αποσιώπηση άλλων αφηγήσεων, με ποιόν τρόπο συμβαίνει αυτό;Οι εντάσεις δεν αφορούν μόνο ζητήματα του παρελθόντος αλλά και θέματα επίκαιρα. Η πρόσφατη πανδημία και τα μιλιταριστικά μέτρα που ακολουθήθηκαν από τα ευρωπαϊκά κράτη για την αντιμετώπισή της, έφεραν στο προσκήνιο ένα λεξιλόγιο πολέμου, που μοιάζει οι σύγχρονες δημοκρατίες να μην έχουν τελικά ποτέ εγκαταλείψει. Αυτό με οδήγησε να ασχοληθώ, με το θέμα του πολέμου και την ορολογία του.
Θέλεις να μας πεις λίγα λόγια για τη δημιουργική διαδικασία; Με ποιόν τρόπο δουλέψατε χορογραφικά και δραματουργικά;Όταν μου έγινε η ανάθεση από το φεστιβάλ Αθηνών, γράφτηκα στο μεταπτυχιακό σεμινάριο της Μαριλίζας Μήτσου στη Σχολή Κοινωνικών Σπουδών στο Παρίσι, η οποία μου επέτρεψε να το παρακολουθήσω ως ακροάτρια. Εκεί ολοκλήρωσα το πρώτο στάδιο, εκείνο της ιστορικής έρευνας. Αργότερα μπήκα στούντιο για να καθορίσω τα πρώτα χορογραφικά υλικά που αναπτύχθηκαν στη συνέχεια με τις χορεύτριες και τους χορευτές του έργου κατά τη διάρκεια των προβών.
Το βλέμμα μου, προσωπικό και καλλιτεχνικό, το καθορίζει η ζωή μου στο Παρίσι μέσα από τις καλλιτεχνικές συνεργασίες που επισυνάπτω. Με επηρεάζουν προφανώς οι παραστάσεις και οι εκθέσεις που παρακολουθώ όσο και τα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα που διαπραγματευόμαστε ως κοινωνία στη Γαλλία.
1) «Ένα πράμα μόνον με παρακίνησε κι εμένα να γράψω ότι τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι· όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσομεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμεν κι όλοι μαζί και να μην λέγει ούτε ο δυνατός «εγώ» ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς «εγώ»; Όταν αγωνιστεί μόνος του και φκιάσει ή χαλάσει, να λέγει «εγώ»· όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λένε «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» κι όχι εις το «εγώ». Και εις το εξής να μάθομεν γνώση, αν θέλομεν να φκιάσομενχωριόν, να ζήσομεν όλοι μαζί.» Απόσπασμα από τα απομνημονεύματα του Στρατηγού Μακρυγιάννη, όπως παρατίθεται στο ανθολόγιο Ε’ και Στ’ δημοτικού.
2)η ανέκδοτη μαρτυρία του Γιουσούφ Μπέη συμπεριλαμβάνει μεταφρασμένη στο βιβλίο Οθωμανικές αφηγήσεις για την Ελληνική Επανάσταση από τον Γιουσούφ Μπέη στον Αχμέτ Τζεβντέτ Πασά των συγγραφέων Σοφίας Λαΐου και Μαρίνου Σαρηγιάννη.
Πειραιώς 260 – Χώρος E, 7-8 Ιουλίου, 21:00
Ερμηνεία: Βενετσιάνα Καλαμπαλίκη, Κωνσταντίνος Καρβουνιάρης, Γιώργος Κοτσυφάκης, Μαρία Μπρέγιαννη, Δημήτρης Μυτιληναίος, Μάρω Σταυρινού, Σάνια Στριμπάκου, Ιωάννα Τουμπακάρη, Γιάννης Τσιγκρής
Εισιτήρια: Διακεκριμένη Ζώνη 20€ • Ζώνη Α΄ 15€ • Φοιτητικό / 65+ / Καλλ. Σωματείων 12€ • ΑΜΕΑ / Ανέργων / Σπουδαστικό 5€