Συν & Πλην: «Βάτραχοι» στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου
Μια σύνοψη των θετικών και των αρνητικών σημείων για την παράσταση «Βάτραχοι» σε σκηνοθεσία Αργυρώς Χιώτη που παρουσιάστηκε στο Αρχαίο Θέατρο Ειδαύρου στις 9, 10 και 11 Ιουλίου.
Στο τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου, με την Αθήνα σε απόλυτη οικονομική, πολιτική και ανθρωπιστική παρακμή, ο Αριστοφάνης γράφει ένα από τα πιο πολιτικά του έργα, τους «Βατράχους». Σε αυτό το ιστορικό τοπίο, όπου η Αθήνα βουλιάζει στην καταστροφή, ο σατιρικός ποιητής μοιάζει να αναζητάει τη λύτρωση σ’ ένα στοχαστικό περιβάλλον: Στην ποίηση, στην τέχνη, στον πολιτισμό.
Γι’ αυτό, με κεντρικό ήρωα τον Διόνυσο και τον πανέξυπνο δούλο του, τον Ξανθία οργανώνει μια κατάβαση στον Άδη, προκειμένου να πάρει έναν από τους μεγάλους τραγικούς ποιητές, τον Ευριπίδη ή τον Αισχύλο και να τον ανεβάσει ξανά στον κόσμο των ζωντανών – μα διεφθαρμένων.
Μεταμφιεσμένος σε Ηρακλή, ο Διόνυσος μαζί με τον Ξανθία, φτάνει στην Αχερουσία λίμνη, το σύνορο του Κάτω Κόσμου. Στις όχθες της μια ομάδα βατράχων φέρνει τον Διόνυσο αντιμέτωπο με την πρώτη του δοκιμασία: Έναν αγώνα ενάντια σε λαρυγγισμούς που λήγει με την επικράτηση του θεού. Στην άλλη όχθη της λίμνης, περνώντας πια στο βασίλειο του Πλούτωνα, ο Διόνυσος και ο Ξανθίας συναντούν έναν χορό εύθυμων νεκρών: Είναι αυτοί που όσο ζούσαν είχαν μυηθεί στα Ελευσίνια Μυστήρια, εξασφαλίζοντας έτσι αιώνια ευδαιμονία. Στην πορεία του ταξιδιού, η μεταμφίεση του Διονύσου σε Ηρακλή αποδεικνύεται απροσδόκητα προβληματική και ο Ξανθίας θ’ αναλάβει τα βάρη του κυρίου του. Όμως, η περιπέτεια τους δεν έχει τελειώσει.
Η παράστασηΤο σπάνιο, σπανιότατο είδος της παράστασης όπου ο Αριστοφάνης δεν επιδέχεται καμία απολύτως επικαιρική παρέμβαση – παρά μόνο τη διαμεσολάβηση του μεταφραστή προς τους θεατές του σήμερα – εκπροσωπεί η σκηνοθετική προσέγγιση της Αργυρώς Χιώτη στους «Βατράχους». Κι είναι σίγουρα το δομικό στοιχείο που οδηγεί αυτό το νέο ανέβασμα προς την εξερεύνηση της φαντασίας, της πυκνότητας του λόγου, του λυρισμού, του διαχρονικά κωμικού· δηλαδή όλων των αξιών που συντηρούν τον Αριστοφάνη αλώβητο στην αιωνιότητα. Κοντά 2.500 χρόνια μετά την συγγραφή του, οι φετινοί «Βάτραχοι» του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου καθίστανται ό,τι πιο σύγχρονο (μέσα στην παλαιότητα του) έχουμε δει. Αξιοποιώντας άριστα την παγκόσμια κοινωνική συγκυρία: Μια στιγμή ακραίας κοινωνικής κρίσης και φαυλότητας, όπου η ποίηση θα μπορούσε να είναι το σωτήριο άσμα του κόσμου τούτου.
Με πολύ θάρρος, η Αργυρώ Χιώτη φιλτράρει το σκηνοθετικό ντεμπούτο της μέσα από το αριστοφανικό πρόβλημα. Πρόβλημα για όλους τους γνωστούς λόγους που ο Αριστοφάνης εκχυδαΐστηκε και ξεχειλώθηκε προς την, κακώς εννοούμενη, επιθεώρηση για δεκαετίες με ένα, δήθεν, επιχείρημα εκσυγχρονισμού.
Ωστόσο, καθώς ο διάλογος προς ένα νέο δρόμο ανάγνωσης του έχει ξεκινήσει την τελευταία πενταετία – θυμίζουμε τους, κατά Καραθάνο «Όρνιθες», την «Λυσιστράτη» του Μαρμαρινού και προσφάτως τις «Νεφέλες» του Καραντζά – η Χιώτη δοκιμάζει κάποια σημαντικά βήματα, απομακρύνοντας το έργο από το, κατ’ ανάγκη, αστείο και επικεντρώνοντας την ανάγνωση του στην μελέτη και ανάδειξη του λόγου, του ποιητικού περιβάλλοντος και της λυρικότητας με όρους λεπτοδουλεμένης τελετουργίας. Αυτό δεν σημαίνει πως η σκηνοθεσία προσπερνάει την κωμωδία – παρότι το χιούμορ της είναι πιο εγκεφαλικό. Η Αργυρώ Χιώτη παίρνει το μεγαλύτερο ρίσκο που έχει πάρει τελευταία, γόνιμα χρόνια σκηνοθέτης με Αριστοφάνη.
Η μετάφρασηΣυνεργάτης στο στοίχημα της σκηνοθεσίας γίνεται ο ποιητής και μεταφραστής Νίκος Παναγιωτόπουλος που παραδίδει μια νέα μετάφραση πάνω στους «Βατράχους». Το κείμενο του είναι πυκνό, αιχμηρό, οι λέξεις που χρησιμοποιεί συχνά λειτουργικές προς όφελος της κωμωδίας. Είναι ένα κείμενο – απόκτημα αφού υπηρετεί την ποίηση του Αριστοφάνη με ποίηση.
Οι ερμηνείεςΜε εξαίρεση τους λίγους σταθερούς συνεργάτες της (Ευθύμης Θέου, Τζωρτζίνα Χρυσκιώτη και πιο πρόσφατα την Εύη Σαουλίδου) η παράσταση έχει πολλά να υπολογίζει στη συνοχή μιας ομάδας που δημιουργήθηκε για τις ανάγκες αυτού του ανεβάσματος.
Το σύνολο των άξιων ηθοποιών που την στελεχώνουν– είτε στους επώνυμους ρόλους είτε στο Χορό – αντιμετωπίζουν με τον ίδιο σεβασμό και την ίδια αφοσίωση τη σχολαστική τονικότητα του λόγου, επισημαίνοντας διπλά την αξία της μετάφρασης. Η επάρκεια όλων σε πολλαπλούς ρόλους (ως ερμηνευτές, τραγουδιστές, μουσικοί και κινησιολογικά δραστήριοι) αποδεικνύεται ένα ακόμα σοβαρό προσόν της.
Ασφαλώς και υπάρχουν πρόσωπα που ανάμεσα τους ξεχωρίζουν. Το απίστευτα προπονημένο δίδυμο του Ακύλλα Καραζήση και του Νίκου Χατζόπουλου αποδίδει για μια ακόμα φορά καρπούς, εδώ σ’ έναν υπέροχο αγώνα λόγου μεταξύ Ευριπίδη και Αισχύλου, που αποτελεί και την κωμική καρδιά της παράστασης. Έξοχη η Εύη Σαουλίδου, ένας ματαιωμένος και τρομακτικά ανθρώπινος Σαρλό στο ρόλο του Ξανθία, συχνά κλέβει την παράσταση από την Μαρία Κεχαγιόγλου που αναλαμβάνει το ρόλο του Διονύσου.
Με υπέροχη ζωτικότητα φορτίζουν την παράσταση, ο Αντώνης Μυριαγκός ως Κορυφαίος του Χορού (η εμπειρία του στο αρχαίο δράμα είναι φανερή), η Χαρά Κότσαλη (ερμηνεύτρια πολυεργαλείο), η Δήμητρα Βλαγκοπούλου (την αγαπάει η κωμωδία), ο Μιχάλης Βαλάσογλου (ολοένα και με πιο δυνατή παρουσία). Ειδική μνεία στον Μανούκ Καρυωτάκη για τον τρόπο που παρέσυρε την ομάδα σε μια παιγνιώδη, ακροβατική διάθεση.
Σταθερός συνομιλητής της Αργυρώς Χιώτη στο θέατρο, ο Jan Van Angelopoulos χρησιμοποιεί ποικίλα μοτίβα – συχνά μη οικεία με την αρχαία κωμωδία. Αντλώντας τα ερεθίσματα του από την τζαζ έως την ραπ, σηκώνει ψηλά το ηθικό μα κυρίως τη συγκίνηση της παράστασης.
Μολονότι κανείς επίσημα δεν υπογράφει τον σχεδιασμό κίνησης της παράστασης – κατά συνέπεια αυτή έχει προκύψει μέσα από αυτοσχεδιασμούς με το πολύτεχνο πρωταγωνιστικό σχήμα – παραμένει μια από τις πιο πρωτότυπες ιδέες που έχουν εφαρμοστεί: Juggling, ακροβατική και λίγη παιδική τρέλα στο δρόμο προς τον Άδη.
Η όψη της παράστασηςΗ λιτή αλλά επιβλητική, στο χώρο, τσουλήθρα της Εύας Μανιδάκη παρουσιάζει εύγλωττα τη σχέση ανόδου – καθόδου, καταβύθισης – ανάτασης από και προς το βασίλειο του Πλούτωνα. Διόλου άμοιρη σε αυτό το περιβάλλον και η χρήση του τραμπολίνο. Τα πολύχρωμα κοστούμια του Άγγελου Μέντη, λειτουργικά και καλαίσθητα στην ίδια προβληματική.
Τα Πλην (-) Ο χαλαρός ρυθμόςΠαρά την έντονη κινησιολογία και την ενέργεια που διατρέχει την παράσταση, υπάρχουν σημεία που ο ρυθμός της χαλαρώνει ή χάνεται – κι αυτό κοστίζει στη σχέση της με το κοινό.
Το άθροισμα (=)Η Αργυρώ Χιώτη αναπτύσσει μια τελετουργική, σχεδόν μεταφυσική σχέση, με τους «Βατράχους» παραδίδοντας μια μοναδική αριστοφανική ανάγνωση.