Σε ένα δυστοπικό μέλλον, η ατμόσφαιρα δεν είναι βιώσιμη, υπάρχει έλλειψη οξυγόνου.
Η κεντρική εξουσία, ορίζει το μερίδιο οξυγόνου κάθε πολίτη… ενώ οι πολίτες άνω των 65 ετών, οδηγούνται προς ασφυξίαν. Οι νόμοι αλλάζουν συνεχώς. Η τηλεόραση και όλα τα ηλεκτρονικά μέσα ελέγχονται από την κυβέρνηση… και παρακολουθούν τους πολίτες. Οι πολίτες πρέπει να προσαρμόζονται γρήγορα στις εκάστοτε αλλαγές. Τα παιδιά δεν έχουν δικαίωμα λόγου και κίνησης πριν κλείσουν τα δέκα έτη. Η αυτοδικία έχει πάρει τη θέση της δικαιοσύνης. Η λύπη θεωρείται αντίσταση κατά της αρχής, η αγάπη επιβάλλεται δια νόμου, ο πανικός επισείει την θανατική ποινή. Τα όνειρα επιτρέπονται μόνο στους κυβερνητικούς. Οι αναμνήσεις και η νοσταλγία απαγορεύονται.
Σ’ αυτό το ζοφερό περιβάλλον, παρακολουθούμε τη ζωή μιας οικογένειας. Η γυναίκα δημόσια υπάλληλος, υποταγμένη στους νόμους και τρυφερή μητέρα. Ο άντρας διανοούμενος ψευτοεπαναστάτης, που αρνείται να βγει από το σπίτι και περιμένει την «παλινόρθωση της ατμόσφαιρας». Ο πατέρας του, πιστός στους παλιούς νόμους, απαιτεί τη θυσία του γιου του, για να πάρει το μερίδιο οξυγόνου που του αναλογεί. Και το παιδί κλείνει τα 6 έτη… στην κούνια ακόμα… ή μήπως όχι;