Γιάννης Ψυχοπαίδης: Φιλοτεχνώντας τις Μορφές του ’21 στο Μουσείο Μπενάκη
Με μια έκθεση που συνδυάζει ορθολογισμό και συναίσθημα, χαρακτική και γλυπτική, παλιά και νέα έργα, ο καλλιτέχνης προσεγγίζει τα πρόσωπα εκείνα που συγκροτούν την «εθνική πινακοθήκη των ηρώων» και διαμορφώνουν την προσωπική του μυθολογία.
Μια χρωμολιθογραφία του Ανδρέα Μιαούλη, φορτωμένη κυριολεκτικά μ’ όλη τη σκόνη της ιστορίας, στάθηκε η αρχική σπίθα που πυροδότησε την έμπνευση για τη δημιουργία των πορτρέτων που συγκροτούν την έκθεση «Μορφές του ’21», η οποία παρουσιάζεται στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς, πλάι στη μεγάλη ιστορική έκθεση «1821: Πριν και Μετά».
Πριν από δέκα χρόνια, ο Γιάννης Ψυχοπαίδης, βοηθώντας την ομάδα νέων που θέλησε να ξαναζωντανέψει το χωριό της, το Ψάρι, στην Αρκαδία, βρέθηκε, στο από χρόνια κλειστό σχολείο του χωριού, μπροστά σε αυτό το σκονισμένο πορτρέτο, που ανέσυρε κάτω από ένα σωρό μπάζα. «Αυτή ήταν η αφορμή για τη δημιουργία μιας σχέσης με τα πρόσωπα αυτά», τόνισε ο ζωγράφος, μιλώντας σε μια ολιγάριθμη ομήγυρη δημοσιογράφων στο αίθριο του Μουσείου, «η οποία απλώθηκε και σε άγνωστα ή λιγότερο γνωστά σε μένα πρόσωπα, που μου αποκάλυψε μοναδικές διαστάσεις των σκληρών αντιφάσεων που χαρακτηρίζουν τις ζωές αυτών των ανθρώπων».
Χαρακτική και ζωγραφικήΈτσι, από τον Μιαούλη πέρασε και σε άλλες μορφές, πρωταγωνιστικές ή όχι, που αποτυπώθηκαν σε μια μεγάλη σειρά ξυλογραφιών, μια ηρωική, μονόχρωμη και αυστηρή, πινακοθήκη ηρώων, από την οποία στην έκθεση παρουσιάζονται 40 προσωπογραφίες. Οι ξυλογραφίες αυτές αποτελούν το ένα τμήμα της έκθεσης, αυτό που αφορά «το ’21 που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα», όπως παρατήρησε ο συνεπιμελητής της έκθεσης, ο ιστορικός Τάσος Σακελλαρόπουλος.
Το άλλο τμήμα, «το ’21 που μπορούμε να σκεφτούμε σήμερα», προέκυψε το καλοκαίρι του εγκλεισμού –χωρίς πρόθεση να συνδεθεί με την επέτειο, όπως τονίζει ο Γιάννης Ψυχοπαίδης – και αποτελείται από 30 περίπου έγχρωμα ζωγραφικά πορτρέτα των ίδιων, λίγο-πολύ, προσώπων: εδώ, από τη μονοχρωμία και την αυστηρότητα, ο καλλιτέχνης μεταφέρει τον θεατή σε μια έκρηξη θερμών τόνων, σε μια χρωματική ιλαρότητα, θα μπορούσε να πει κανείς, μολονότι οι μορφές παραμένουν εξίσου αγέλαστες και αυστηρές, όπως και στην χαρακτική εκδοχή τους.
Συνδυάζοντας χαρακτική και ζωγραφική, ο καλλιτέχνης επιχειρεί να «παντρέψει» τον αυστηρό ορθό λόγο της χαρακτικής (που δεν είναι παρά «η ευθύνη μιας μαχαιριάς που ξέρεις ότι δεν μπορεί να κάνει πίσω», όπως είπε χαρακτηριστικά) με το χρώμα, «συναισθηματικό παράγοντα που διαθέτει ένα εκρηκτικό στοιχείο».
Τα δύο τμήματα, το χθεσινό και το σημερινό, γεφυρώνουν οκτώ ταμπλώ, τοποθετημένα στο κέντρο της αίθουσας από τον συνεπιμελητή Διονύση Φωτόπουλο, στα οποία συνδυάζονται φράσεις που επέλεξε ο Ψυχοπαίδης, με μικρά και κομψά έργα (όπως «Το κομμένο σπαθί του Μακρυγιάννη» ή μια εξαιρετική τοπιογραφία του Μεσολογγίου).
Στο βάθος της αίθουσας βρίσκονται τα πορτρέτα του Βύρωνα που ο καλλιτέχνης είχε παρουσιάσει και στη μεγάλη έκθεσή του στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος. Χαρακτικά, αλλά διαφορετικού ύφους από εκείνα των ηρώων, έγχρωμα και ανάλαφρα, αποτελούν, κατά κάποιον τρόπο ένα ερμηνευτικό κλειδί για το ’21: ηρωικό, πολιτικό, κοσμοπολίτικο.
Βύρωνας και ΦιλελληνισμόςΟ φιλελληνισμός, άλλωστε, αποτελεί μια έννοια-κλειδί στην ανάλυση του Γιάννη Ψυχοπαίδη, όχι μόνο για την εξέλιξη της Επανάστασης πριν από 200 χρόνια, ρόλο που μελετά ενδελεχώς και όχι χωρίς συγκίνηση, όπως δείχνει ο γεμάτος οικειότητα τρόπος με τον οποίο μιλά για τον Βύρωνα, αλλά και για το σήμερα, για τις σχέσεις της Ελλάδας με τον κόσμο και τη στάση των σημερινών Δυνάμεων απέναντι στην Ελλάδα.
Γι’ αυτό, άλλωστε, ο Γιάννης Ψυχοπαίδης έχει κληθεί να πλαισιώσει εικαστικά το συνέδριο που συνδιοργανώνουν το ΕΚΠΑ και το Freie Universität Berlin για τον γερμανικό φιλελληνισμό, που θα πραγματοποιηθεί τον Νοέμβριο (3-5.11.2021) στο Βερολίνο, με μια έκθεση με την οποία θα «εγκαινιαστεί» η ανακαινισμένη, μετά από χρόνια, ελληνική πρεσβεία στη γερμανική πρωτεύουσα…