Μιχαήλ Λέρμοντοφ: Ο ρομαντικός «ποιητής του Καυκάσου» και «διάδοχος» του Πούσκιν
Σαν σήμερα, 180 χρόνια πριν, βρήκε τραγικό θάνατο ο σπουδαίος Ρώσος ποιητής και πεζογράφος, Μιχαήλ Λέρμοντοφ, σε ηλικία μόλις 26 ετών.
Στις 27 Ιουλίου του 1841, ο σπουδαίος Ρώσος ποιητής και πεζογράφος, Μιχαήλ Λέρμοντοφ, έχασε τη σύντομη ζωή του σε μία μονομαχία. Παρά τα λίγα χρόνια της ζωής του, το έργο που άφησε ως παρακαταθήκη θεωρείται από τα πιο σημαντικά, στην κληρονομιά της Ρωσίας. Ήταν ο σπουδαιότερος – μετά τον Αλεξάντρ Πούσκιν – ποιητής της Χρυσής Εποχής της ρωσικής λογοτεχνίας και άσκησε μεγάλη επιρροή στην πορεία της ρωσικής πεζογραφίας.
‘Ένας ήρωας του καιρού μας’ ήταν και ο ίδιος, από τους καλύτερους Ρώσους ποιητές και πεζογράφους, που έζησε έντονα και χάθηκε ξαφνικά σε μία μονομαχία, υπερασπιζόμενος την τιμή του. Σε μόλις 12 χρόνια συγγραφικής πορείας κατάφερε να δημιουργήσει πάνω από 30 μεγάλα ποιήματα, 600 ολιγόστιχα λυρικά ποιήματα, 1 μόλις νουβέλα, η οποία όμως γνώρισε τεράστια επιτυχία και έμεινε στην ιστορία (Ένας ήρωας του καιρού μας) και 5 δράματα.
«Αν αυτός ο νεαρός παρέμενε ζωντανός, δεν θα χρειαζόμουν ούτε εγώ, ούτε ο Ντοστογιέφσκι» είχε πει ο θρύλος της Ρωσικής λογοτεχνίας, Λέον Τολστόι, για να περιγράψει τη σημασία του Λέρμοντοφ στην ιστορία της ρωσικής λογοτεχνίας.
Η ζωή τουΓεννήθηκε το 1814 και έχασε σε μικρή ηλικία τους γονείς του. Ήταν γιος απόστρατου αξιωματικού και μεγάλωσε δίπλα στην γιαγιά του, που φρόντιζε να μην του λείψει τίποτα. Η εκπαίδευση που έλαβε ήταν εξαιρετική, ενώ από πολύ μικρή ηλικία διάβαζε Ευρωπαϊκή και Ρωσική λογοτεχνία και μιλούσε άπταιστα γαλλικά και γερμανικά. Η λογοτεχνία δεν ήταν το μόνο πάθος του. Έπαιζε αρκετά μουσικά όργανα και είχε χαρακτηριστεί εξαιρετικός ζωγράφος. Από μικρός δεν ήθελε να επαναπαύεται και δοκίμαζε τις δυνάμεις του στα πάντα.
Σε ηλικία μόλις 13 ετών είχε ξεκινήσει τα πρώτα του ποιητικά βήματα. Η ποίηση τον συνεπήρε από νωρίς και δεν σταμάτησε ποτέ να δημιουργεί. Ήταν απόλυτα αυστηρός στον σχολιασμό του για την εποχή, τη γενιά και την κοινωνία που ζούσε και αυτό το αποτύπωνε στο έργο του. Χαρακτηριστικά είχε δηλώσει για την ποίησή του πως ήταν «ατσαλένιος στίχος ποτισμένος με πικρία και μίσος». Δημιουργούσε έργα γεμάτα λύπη, μελαγχολία και μία απαισιοδοξία να πλανάται στον αέρα, στα όρια του μηδενισμού. Το συγγραφικό του πάθος ξυπνούσε ο Λόρδος Μπάιρον, που ήταν και η μεγαλύτερη πηγή έμπνευσης του μαζί με τον Πούσκιν, τους οποίους θαύμαζε βαθύτατα.
Στις σχέσεις του με τους ανθρώπους αντιμετώπιζε δυσκολίες λόγω του ιδιαίτερου χιούμορ του και πολλές φορές αυτή ήταν και η αιτία που συσπείρωνε γύρω από το πρόσωπο του εχθρούς. Μετά την αποφοίτησή του από το πανεπιστήμιο, ξεκίνησε την στρατιωτική του καριέρα, έτοιμος να ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα του, όμως η αγάπη του για την λογοτεχνία υπερίσχυσε…
Το 1841 τον βρήκε στην εξορία, να ετοιμάζεται για μονομαχία με τον Νικολάι Μαρτίνοφ, συνταξιούχο στρατηγό στην περιοχή του Καυκάσου. Η μονομαχία αυτή ξεκίνησε μετά την ανελέητη σάτιρα που άσκησε ο Λέρμοντοφ στον Μαρτίνοφ, ο οποίος έτρεφε μία παράξενη αγάπη για την αντρική καυκάσια ενδυμασία Chokha – κάτι που ο νεαρός ποιητής θεωρούσε γελοίο. Έτσι, ο στρατηγός νιώθοντας προσβεβλημένος, τον προσκάλεσε σε μονομαχία, η οποία έμελλε να φέρει τον θάνατο του σπουδαίου και πολύ νεαρού ποιητή. Ο Μαρτίνοφ τον πυροβόλησε στις 27 Ιουλίου του 1841 (15 Ιουλίου με το παλιό ημερολόγιο) στους πρόποδες του βουνού Mashuk, στο Βόρειο Καύκασο.
Ο άδικα χαμένος λογοτέχνης προκάλεσε τον θάνατό του με την ιδιοσυγκρασία του, αλλά και με την άρνηση του να ζήσει σύμφωνα με τους κανόνες οποιουδήποτε εκτός από τους δικούς του. Δεν φοβόταν να εκφέρει την άποψή και την κριτική του, θα πέθαινε για να εκφράσει αυτά που σκέφτεται, όπως και έγινε.
Η ταραχώδης του ζωή πολλές φορές οδηγούσε στην σύγκρισή του με τον Πούσκιν. Και οι δύο τους αποτέλεσαν μεγάλους και αναντικατάστατους λογοτέχνες της Ρωσίας που πέθαναν πολεμώντας για την τιμή τους, σε μονομαχία. Εξάλλου, στην Ρωσική Κλασική Λογοτεχνία, ο Λέρμοντοφ λαμβάνει την δεύτερη θέση, ακολουθώντας τον Πούσκιν.
Τα πιο γνωστά αποφθέγματά τουΤα περισσότερα προέρχονται από το αριστουργηματικό του διήγημα Ένας ήρωας του καιρού μας, που σηματοδότησε την αρχή της νέας ρωσικής πεζογραφίας και έχει παραμείνει αναλλοίωτη η αξία του μέχρι και σήμερα.
«Έτσι είναι τα νιάτα! Παίρνουν φωτιά εκεί που δεν πρέπει».
«Ό,τι αρχίζει με παράξενο τρόπο, έτσι πρέπει και να τελειώνει».
«Στις καρδιές των απλών ανθρώπων, η αίσθηση της ομορφιάς και του μεγαλείου της φύσης είναι πολύ πιο έντονη και εκατό φορές πιο ζωντανή απ’ ότι σ’ εμάς τους παραμυθάδες που εκστασιαζόμαστε με τις λέξεις στο χαρτί».
«Προσπάθησα να αγαπήσω ολόκληρο τον κόσμο, όμως κανείς δεν με κατάλαβε. Και έμαθα να μισώ».
«Εγώ πάντως το’ λεγα ότι δεν βρίσκει προκοπή όποιος τους παλιούς φίλους ξεχνάει».
«Αγαπητέ μου, μισώ τους ανθρώπους για να μην τους περιφρονήσω, γιατί αλλιώς η ζωή θα ήταν μια φοβερά αηδιαστική φάρσα».
«Χωρίς ηλίθιους, ο κόσμος θα ήταν πολύ ανιαρός τόπος».
«Εάν ο άνθρωπος έγινε χειρότερος, τότε όλα γύρω του, φαίνονται χειρότερα».
«Ω ματαιοδοξία! Είσαι ο μοχλός με τον οποίο ο Αρχιμήδης ευχήθηκε να κινήσει τη γη!».