MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΚΥΡΙΑΚΗ
22
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Λάκης Λαζόπουλος: Θέλω να προσδιορίσω σε όλους ποιος ακριβώς είμαι

Μέχρι πρόσφατα ο Λάκης Λαζόπουλος άφηνε τον καθένα να προσθέτει και να αφαιρεί ό,τι ήθελε από την εικόνα του. Σήμερα, ομολογεί, του άρεσε να ζει έξω από αυτήν.

| Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
author-image Στέλλα Χαραμή

Είχε ξυλομπογιές από παιδί. Αγαπούσε από τότε τη ζωγραφική. Αλλά με καβαλέτο και χρώματα στα χέρια βρέθηκε πριν από δέκα χρόνια. Και πιο οργανωμένα άρχισε να ζωγραφίζει την τελευταία τριετία. Είναι κάπως παράδοξο, να μιλάς με τον Λάκη Λαζόπουλο για ζωγραφική και για τη συγγραφή βιβλίων, παρά για το θέατρο. Αλλά συμβαίνει. Και ίσως είναι το μόνο πράγμα που, αυτή τη στιγμή, του γεννά ενθουσιασμό.

Ανήμερα των εγκαινίων της έκθεσης που συμπαρουσιάζει με τον ζωγράφο Απόστολο Χαντζαρά στην γκαλερί Kapopoulos Fine Arts της Πάρου, o Λάκης Λαζόπουλος απαριθμεί όλα εκείνα που του ξύπνησαν καινούργιες καλλιτεχνικές ανάγκες. Γιατί δεν τον έχει απορροφήσει μόνο η ζωγραφική αλλά και η συγγραφή του πρώτου του βιβλίου. Το πολυσυζητημένο «Άλλες γυναίκες φοράνε τα φουστάνια σου» (εκδόσεις Διόπτρα) είναι ένα, επίσης, γενναιόδωρο μοίρασμα πολύ προσωπικών κεφαλαίων της ζωής του με την γυναίκα του Τασούλα, τρία χρόνια μετά το θάνατο της.

Δεν το κρύβει: Η απώλεια της τον κλόνισε. Και φαίνεται πως στάθηκε καθοριστική στην ανάγκη του για αναθεώρηση μα και για ένα, διεισδυτικό κοίταγμα στον καθρέφτη. Κάτι που – όπως και όλα όσα τον έχουν κρατήσει δημιουργικά στην επικαιρότητα για μια 40ετία – έχει αποφασίσει να το προσφέρει σαν αντίδωρο στους ανθρώπους γύρω του.

«Το θέατρο μπαίνει σε άλλη μοίρα» λέει αποφασιστικά, έχοντας μόλις ακυρώσει το ξεκίνημα μιας περιοδείας ύστερα από μια σύντομη περιπέτεια υγείας. Όλα δείχνουν, πως ο Λάκης Λαζόπουλος διανύει μια μετάβαση ως μια χειρονομία για να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του.

Από σήμερα παρουσιάζει την πρώτη του ζωγραφική έκθεση σε συνεργασία με τον εικαστικό Απόστολο Χαντζαρά στην γκαλερί Kapopoulos στη Νάουσα της Πάρου.

Και να που σήμερα ανοίγει η έκθεση σας στην Πάρο στην γκαλερί Καπόπουλου. Πως προέκυψε αυτό;

Είχα πάντοτε στο πίσω μέρος του μυαλού μου ότι κάποια στιγμή θα ήθελα να ασχοληθώ με την ζωγραφική, με το να φτιάχνω αντικείμενα, να σχεδιάζω έπιπλα, φωτιστικά. Και πάντοτε, όταν έγραφα ένα έργο, σχεδίαζα πως το φανταζόμουν. Προφανώς και δεν είχα σχεδιάσει μια έκθεση. Η έκθεση προέκυψε ως μια συνάντηση με τον Απόστολο Χαντζαρά. Γνωριστήκαμε, όταν ο Αποστόλης δούλευε με τον Μιχάλη Σαράντη στον «Αίαντα», σε μια παράσταση όπου ζωγράφιζε επί σκηνής τους ήρωες. Όταν του έδειξα τα σχέδια μου, του άρεσαν πολύ και με καλωσόρισε στο εργαστήριο του στον Λυκαβηττό. Εκεί αρχίσαμε να δουλεύουμε. ‘Ολο αυτό το διάστημα, είχα την βοήθεια και την αγάπη του και έτσι φτάσαμε σ’ αυτή την πρώτη έκθεση – συνομιλία. Ένας διάλογος που εξελίχθηκε στη διάρκεια της μακράς καραντίνας και, τελικά, αποφασίσαμε να εκτεθεί στην Πάρο.

Πως θα περιγράφατε τα έργα σας, τα πρώτα έργα που εκτίθενται στο δημόσιο βλέμμα;

Δεν ξέρω πώς να τα χαρακτηρίσω· ξέρω μόνο πως ζωγραφίζω ό,τι έχει μέσα η ψυχή μου εκείνη την ώρα. Κάθε φορά που πιάνω το χαρτί είναι σαν να μην ψάχνω αλλά σαν να ξέρω· χωρίς, κατ’ ανάγκην, να ξέρω. Νομίζω ότι αποτυπώνω την ενέργεια μου στους πίνακες. Το καλό είναι πως αυτήν την ενέργεια μπορεί να την καταλάβει, να την νιώσει κάποιος άνθρωπος ή απλώς να αρέσει σε κάποιον άνθρωπο. Είναι, θα έλεγα, οι ενεργειακοί πίνακες της ψυχής μου.

Ελπίζω να στραφώ αλλού: Στη ζωγραφική, στα βιβλία, σε σενάρια για σειρές, ίσως ακόμα και σε ρόλους σε σειρές. Αισθάνομαι πως το θέατρο μπαίνει σε μια άλλη μοίρα

Έκθεση ζωγραφικής από τη μια, έκδοση βιβλίου από την άλλη: Μοιάζει σαν να κάνετε μια στροφή στις ασχολίες σας. Είναι έτσι;

Ναι, ελπίζω να τα καταφέρω, να στραφώ αλλού: Στη ζωγραφική, στα βιβλία μου, σε σενάρια για σειρές, ίσως ακόμα και σε ρόλους σε σειρές. Το θέατρο δεν το μπορώ πλέον. Αισθάνομαι πως το θέατρο μπαίνει σε μια άλλη μοίρα. Θα κάνω παραστάσεις πιο αραιά. Θέλω να ζωγραφίζω, να κάνω άλλα πράγματα, χωρίς να μεσολαβεί κάτι. Θέλω να είμαι εγώ με τις μπογιές μου.

Δηλαδή, βλέπετε έναν ορίζοντα τέλους στη σχέση σας με το θέατρο; Τι σας κούρασε σ’ αυτό;

Έτσι κι αλλιώς δεν είχα ποτέ την άποψη ότι το θέατρο είναι η ζωή μου. Η ζωή μου είναι ζωή μου και το θέατρο είναι θέατρο. Τα ξεχώριζα πάντα. Θα ήθελα να κάνω μεμονωμένες παραστάσεις, συγκεκριμένα πράγματα, κάτι που μου αρέσει. Αλλά γενικά, όσο περνούν τα χρόνια – επειδή δεν θέλω, ούτε να ζορίζομαι ούτε να πιέζομαι από τους παραγωγούς είτε από τις συνθήκες – προτιμώ να έχω μια πιο ξεκάθαρη επαφή χωρίς διαμεσολαβητές σ΄ αυτό που κάνω. Στην ζωγραφική είσαι εσύ, τα χρώματα, το καβαλέτο, το πινέλο. Είναι μια μοναδική σχέση και εύχομαι να μπορέσω να βρω το ύφος μου. Εύχομαι ακόμα το μυαλό και η ψυχή μου να βρουν τον τρόπο να αποτυπωθούν με χρώματα.

«Έτσι κι αλλιώς δεν είχα ποτέ την άποψη ότι το θέατρο είναι η ζωή μου. Η ζωή μου είναι ζωή μου και το θέατρο είναι θέατρο. Τα ξεχώριζα πάντα» τονίζει.

Και η επαφή με το κοινό;

Η επαφή με το κοινό έχει συμβεί, έχει υπάρξει και έχει αφήσει το αποτύπωμα της. Δεν είναι δυνατόν να ταΐζουν ένα αδηφάγο θηρίο που δεν χορταίνει με ότι κι αν του δώσεις. Το κοινό ανανεώνεται, αλλάζει. Κι αν η σχέση που έχεις φτιάξει είναι σχέση αγάπης και εκτίμησης, τότε η επαφή αυτή δεν χάνεται. Κανείς δεν έχει κοινό. Κανείς δεν είναι κανενός. Οπωσδήποτε, είναι πάρα πολλοί οι άνθρωποι που με έχουν δει στο θέατρο· και τους ευχαριστώ από τα βάθη της ψυχής μου. Αλλά έχει έρθει η στιγμή να κάνω πράγματα που μ’ ευχαριστούν περισσότερο. Να εξασφαλίσω χρόνο για μένα.

Η ζωγραφική και η συγγραφή είναι πολύ μοναχικές διαδικασίες – και υπό αυτή την έννοια μοιάζουν. Τι δηλώνει αυτό για εσάς;

Νομίζω ότι μετά το θάνατο της Τασούλας – τον Αύγουστο συμπληρώνονται πέντε χρόνια από την στιγμή που αρρώστησε – θέλω απλώς προσδιορίσω σε όλους ποιος ακριβώς είμαι. Να δώσω, τουλάχιστον, ένα κομμάτι του παζλ, μήπως κανείς θελήσει να στήσει την αληθινή μου εικόνα. Αυτό το βιβλίο ήταν μια τέτοια εκκίνηση.

Η Τασούλα με ήξερε καλά. Εγώ δεν με ήξερα τόσο καλά κι επίσης δεν ήξερα κι εκείνην τόσο καλά. Νομίζω ότι με τον θάνατο της, άρχισα να αντιλαμβάνομαι πιο καθαρά ποιο είναι το πρόσωπο που μένει δίπλα μου

Πως ήταν η διαδικασία να μοιραστείτε επεισόδια από την απώλεια της γυναίκας σας, της Τασούλας; Να μοιραστείτε το πένθος σας, επί της ουσίας;

Ήθελα να γνωρίσουν περισσότεροι άνθρωποι την Τασούλα. Και μέσα από αυτό, προβάλλω κι εγώ, δεν κρύβομαι. Μιλάω για την σχέση μου μαζί της και λέω αλήθειες γι’ αυτήν τη σχέση.

Όσο ζούσε είπατε ότι είχατε να της πείτε ή αφήσατε ανοιχτούς λογαριασμούς;

Όχι, κι αυτό επιχειρώ, μ’ έναν τρόπο, μέσω του βιβλίου. Εκείνη μου άφησε γράμματα κι εγώ της έστειλα μια μακροσκελή απάντηση. Μπορεί τα σώματα μας να μην επικοινωνούν πια, αλλά οι ενέργειες μας κάπου τέμνονται. Τουλάχιστον, αυτό νιώθω.

«Όσο μεγάλωνε η φήμη μου και άκουγα αυτά τα τελείως ξένα – προς τον χαρακτήρα μου – πράγματα να λέγονται, μ’ έπιανε απελπισία» λέει.

Ήταν ο δεύτερος επώδυνος αποχαιρετισμός που ζήσατε τα τελευταία χρόνια μαζί με εκείνον της μητέρα σας. Τι μπορείτε να πείτε πια για το θάνατο;

Πιστεύω πως αποδέχθηκα το θάνατο της μητέρας μου, την χαιρέτησα. Και μου άρεσε ότι την αποχαιρέτησα με χιούμορ. Η τελευταία μας κουβέντα, ήταν περίπου τρεις ώρες πριν πεθάνει, μέσα στην εντατική όπου μπήκα για ένα τέταρτο. Της έλεγα «Τι θα γίνει; Έχω βαρεθεί να δίνω λεφτά στο βαρκάρη. Μετανιώνεις και γυρνάς συνέχεια πίσω». Και μου έλεγε δηλαδή «εγώ τώρα είμαι λίγο ζωντανή ή λίγο πεθαμένη;». Κι ίσως, γι’ αυτόν τον λόγο ήμουν ok με το χαμό της. Δυστυχώς, με την Τασούλα δεν έγινε έτσι. Εξελίσσεται σε μια διαρκή σχέση, σε μια συνομιλία, αγάπης, θυμού, θλίψης· έχω ανάγκη να είμαι σε επαφή μαζί της. Με αυτήν την έννοια, η Τασούλα δεν έχει φύγει από μέσα μου· και δύσκολα θα φύγει.

Μπορείτε να συνοψίσετε τι σηματοδότησε αυτή η γυναίκα στη ζωή σας;

Σηματοδότησε την απόλυτη καθαρότητα. Την απόλυτη εμπιστοσύνη στην επιλογή μου σ’ αυτή την γυναίκα. Εμπεριείχε όλα αυτά τα συναισθήματα τα πολύ αγνά, τα νεανικά, που κράτησαν την σχέση μας τόσα πολλά χρόνια. Η Τασούλα με ήξερε καλά. Εγώ δεν με ήξερα τόσο καλά κι επίσης δεν ήξερα κι εκείνην τόσο καλά. Νομίζω ότι με τον θάνατο της, άρχισα να αντιλαμβάνομαι πιο καθαρά ποιο είναι το πρόσωπο που μένει δίπλα μου· γιατί μέχρι εκείνη την στιγμή ήξερα πολλά περισσότερα για τους ρόλους μου παρά για τους ανθρώπους μου.

Στον θάνατο έφτασα, αλλά νομίζω ότι αγαπάω πάρα πολύ την ζωή και πλέον άρχισα ν’ αγαπάω και μένα

Η κόρη σας είναι ένα ζωντανό κομμάτι αυτής της σχέσης. Ο χαμός της μητέρας, σας έχει φέρει πιο κοντά της;

Πάντα ήμασταν δεμένοι με την κόρη μου, αλλά οπωσδήποτε η απώλεια της μητέρας της, της έχει στοιχίσει πολύ. Είναι λογικό να πέφτει πάνω σε μένα κι εγώ πάνω σ’ εκείνη. Μοιάζει σαν να περπατάμε μαζί στην άκρη ενός γκρεμού. Και θα περπατάμε για καιρό. Μετά από μια τέτοια απώλεια συνδέεσαι ακόμα πιο έντονα με τους ανθρώπους σου.

Τι έχετε να απαντήσετε στην πιο κρίσιμη ερώτηση της ανθρώπινης ύπαρξης: Φοβάστε το θάνατο;

Στον θάνατο έφτασα αλλά νομίζω ότι αγαπάω πάρα πολύ την ζωή κι άρχισα να αγαπάω και μένα. Σταμάτησα αυτά τα βασανιστήρια στα οποία με είχα υποβάλλει τα τελευταία χρόνια με το να κάνω πράγματα που δεν ήθελα. Δεν φοβάται κανείς αυτό που έτσι κι αλλιώς θα έρθει.

Για το νέο του συγγραφικό εγχείρημα μετά το «Αλλες γυναίκες φοράνε τα φουστάνια σου»: Σκέφτομαι να γράψω αποσπάσματα με δικές μου ιστορίες που τελικά θα υφαίνουν ένα σενάριο ζωής. Πάντως, ό,τι και να γράψω θέλω να είναι απόλυτα αληθινό

Αν γυρίζατε πίσω στον προσωπικό σας χρόνο τι θα αναθεωρούσατε – και γιατί;

Νομίζω θα αναθεωρούσα την υποχωρητικότητα μου και την υπομονή που έχω επιδείξει σε πάρα-πάρα πολλά θέματα. Αλλά όσο το σκέφτομαι, η υπομονή μου ήταν αναγκαστική. Όσο μεγάλωνε η φήμη μου και άκουγα αυτά τα τελείως ξένα – προς τον χαρακτήρα μου – πράγματα να λέγονται, μ’ έπιανε απελπισία. Σκέφτηκα πως δεν μπορώ να πάω πόρτα-πόρτα για ν’ αλλάξω την γνώμη όλων αυτών. Οπότε, σιγά-σιγά αποδέχτηκα αυτό το βάναυσο παιχνίδι της δημοσιότητας – το συνάμα τόσο εξαιρετικό.

Λαμβάνοντας υπόψη τα σήματα που δίνετε στο βιβλίο σας, στο «Άλλες γυναίκες φοράνε τα φουστάνια σου», αναρωτιέμαι αν έχετε καταφέρει να δείτε τον εαυτό σας από απόσταση, όσο πιο αντικειμενικά γίνεται;

Δεν ξέρω αν μπορώ να το κάνω αυτό για τον εαυτό μου. Δεν έχω τις ίδιες δικαιολογίες που θα είχα, ας πούμε, γράφοντας για ένα τρίτο πρόσωπο. Νομίζω ότι μπαίνω στη διαδικασία να με προστατεύσω.

Η εντύπωση που έχει ο κόσμος για μένα έχει πολύ μεγάλη απόσταση από την πραγματικότητα

Να προστατεύσετε το μύθο σας;

Δεν μπορώ να τον ονομάσω μύθο, αλλά σίγουρα υπάρχει για μένα μια εικόνα. Τα προηγούμενα χρόνια, άφηνα τον καθένα να προσθέτει και να αφαιρεί ό,τι θέλει από αυτήν την εικόνα. Ομολογώ, πως μ’ έναν τρόπο μου άρεσε να ζω έξω από την εικόνα μου – κι αυτό είναι μια παιδική λειτουργία. Μπορείς ν’ αφήσεις την φιγούρα σου να δημιουργεί μιαν άλλη κατάσταση και να πας λίγο πιο πέρα για να την παρατηρήσεις. Το βέβαιο είναι πως, η εντύπωση που έχει ο κόσμος για μένα, έχει πολύ μεγάλη απόσταση από την πραγματικότητα.

Αν έπρεπε να συστηθείτε σε κάποιον άγνωστο, ποιες λέξεις θα χρησιμοποιούσατε;

Αν έπρεπε να συστηθώ σε κάποιον άγνωστο θα του έλεγα να με κοιτάξει κατευθείαν μέσα στα μάτια όσην ώρα μπορεί. Μπορώ να κοιτάζω στα μάτια τον άλλον κι αυτός είναι ο τρόπος που συστήνομαι. Μ’ αρέσει να βλέπω το ψέμα που, πολλές φορές, υπάρχει στα μάτια κάποιων ανθρώπων. Είναι σαν σκουπίδια στην εξώπορτα, που περιμένουν να έρθει να τα μαζέψει το σκουπιδιάρικο.

«Αυτή τη στιγμή υπηρετούμε όλοι ένα ανώδυνο θέαμα, με πολύ μικρές εξαιρέσεις. Αλλά μόνο αυτός που θα τσιγκλήσει θα ξεχωρίσει» παραδέχεται.

Σας στρεσάρει το γεγονός πως, κατά καιρούς, έχουν ακουστεί τόσα πολλά για εσάς;

Όχι, καθόλου. Γιατί δεν βαραίνουν εμένα, αλλά όσους τα σκέφτονται ή τα διακινούν. Μπορώ να πω, κιόλας, ότι μου αρέσει να κρυφακούω τα διάφορα που λέγονται για μένα.

Θα θέλατε, κάποιος τρίτος να γράψει ένα έργο για τον Λάκη Λαζόπουλο;

Τώρα με άγχωσες! Θα καθίσω να το γράψω μόνος μου για να μην ζήσουμε… δράματα!

Θα γράφατε, δηλαδή, μια αυτοβιογραφία;

Τις τελευταίες εβδομάδες προβληματίζομαι για το επόμενο δείγμα γραφής μου. Και σκέφτομαι να γράψω αποσπάσματα με ιστορίες της ζωής μου που τελικά θα υφαίνουν ένα σενάριο ζωής. Πάντως, ό,τι και να γράψω θέλω να είναι απόλυτα αληθινό. Αν και τώρα που το συζητάμε, ναι, κάποια στιγμή θα γράψω μια ολοκληρωμένη αυτοβιογραφία.

Για να διευθύνεις ένα θεσμό πρέπει να στρογγυλεύεις τις φράσεις και τις πράξεις σου. Κι εγώ δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να το κάνω αυτό. Ποιος, επομένως, θα ριψοκινδύνευε να μου δώσει μια τέτοια θέση;

Συγγραφέας, ζωγράφος, διευθυντής της δραματικής σχολής «Τεχνών 100». Υπάρχουν άλλες εκπλήξεις; Θα λοξοκοιτούσατε, λόγου χάρη, προς θεσμικές θέσεις;

Για να διευθύνεις ένα θεσμό πρέπει να στρογγυλεύεις τις φράσεις και τις πράξεις σου. Κι εγώ δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να το κάνω αυτό. Ποιος, επομένως, θα ριψοκινδύνευε να μου δώσει μια τέτοια θέση;

Δηλαδή, δεν θα δεχόσασταν μια αντίστοιχη πρόταση;

Αναλόγως το θεσμό και τη συγκυρία. Πάντως, δεν φοβάμαι την ευθύνη.

«Ενοχλήθηκα βαθιά που ένα εθνικό γεγονός αντιμετωπίστηκε ως event» σημειώνει, σχολιάζοντας τους εορτασμούς για τη συμπλήρωση 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση.

Τι είδους αλλαγές αισθάνεστε πως χρειάζεται το ελληνικό θέατρο;

Καταρχάς, χρειάζεται ένας υπουργός Πολιτισμού. Ένας άνθρωπος που να αγαπάει τους καλλιτέχνες, ώστε να καθίσει και να μιλήσει μαζί τους, προκειμένου να στήσουν από κοινού ένα πλέγμα προστασίας και ανάπτυξης του πολιτισμού. Όπως είχαν κάνει η Μελίνα Μερκούρη και ο Θάνος Μικρούτσικος – γι’ αυτό και εξακολουθούμε να τους μνημονεύουμε ως κορυφαίους υπουργούς Πολιτισμού.

Θεωρείτε, δηλαδή, ότι η αλλαγή τοπίου είναι ζήτημα ενός προσώπου;

Πιστεύω πως ένας καλός υπουργός Πολιτισμού μπορεί να κάνει πολύ μεγάλα βήματα. Επικροτούμε φαινόμενα σαν την προσπάθεια του Βασίλη Μπισμπίκη στο Cartel, για παράδειγμα, που κατάφερε να φωτίσει μόνος το δρόμο του. Γιατί να μην έχουμε μια οργανωμένη κατάσταση που να βοηθήσει προς την ίδια κατεύθυνση; Αν δεν είναι δουλειά του ΥΠΠΟ αυτό, τότε τίνος είναι; Επίσης, αν δεν είναι δουλειά του ΥΠΠΟ ένα τολμηρό Φεστιβάλ Αθηνών κι όχι ένας θεσμός που τακτοποιεί φίλους, ποιανού είναι; Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, υπηρετούμε όλοι ένα ανώδυνο θέαμα, με πολύ μικρές εξαιρέσεις. Αλλά σ’ αυτήν την φάση, μόνο αυτός που θα τσιγκλήσει θα ξεχωρίσει. Κατά συνέπεια, θέλουμε ένα ΥΠΠΟ που ν’ αναπτύσσει την ελεύθερη τέχνη κι όχι να δημιουργεί προϋποθέσεις για κατευθυνόμενη τέχνη.

Με απέλπισε η σχέση του κράτους με τον πολιτισμό. Μου μοιάζει σαν να εκφράζει μιαν απέχθεια. Δεν ξέρω ποιον πολιτισμό υπερασπίζεται το υπουργείο Πολιτισμού

Είναι φανερό πως δεν συμφωνείτε με την πολιτική που εφαρμόζεται από το ΥΠΠΟ. Πως σταθήκατε στην κατάσταση του περασμένου χειμώνα με τα κλειστά θέατρα;

Απολύτως απελπισμένος. Καταρχάς, με απέλπισε η σχέση του κράτους με τον πολιτισμό. Μου μοιάζει σαν να εκφράζει μιαν απέχθεια. Δεν ξέρω ποιον πολιτισμό υπερασπίζεται το υπουργείο Πολιτισμού. Κατά τη δική μου εκτίμηση, τα θέατρα θα μπορούσαν να έχουν λειτουργήσει με περιορισμούς. Πείτε μου, τι λογική έχουν αυτοί οι περιορισμοί, ενώ στα ΜΜΜ γίνεται της πουτάνας, ενώ γίνονται κορονοπάρτι κ.ο.κ.. Οι άνθρωποι του υπουργείου δείχνουν με όλους τους τρόπους ότι δεν θέλουν τις τέχνες.

Την ίδια ώρα, πως είδατε το θέατρο στην μεγάλη εσωτερική του κρίση; Μόλις, χθες προφυλακίστηκε ο Πέτρος Φιλιππίδης.

Από τις υποθέσεις αυτές, προσωπικά γνώριζα τα γεγονότα μίας· αυτής της πολύ άσχημης ψυχολογικής επίθεσης του Κιμούλη στην Ευδοκία Ρουμελιώτη για την οποία πήρα και θέση. Αν μου ζητούσε να καταθέσω για ό,τι πραγματικά συνέβη θα το έκανα, γιατί την εκτιμώ πάρα πολύ και σαν ηθοποιό και σαν άνθρωπο και έζησα από πολύ κοντά αυτό που πέρασε. Τα πράγματα, έτσι κι αλλιώς, θα μπουν στην θέση τους. Το μόνο καλό της πανδημίας και της απόστασης από τη δουλειά μας ήταν ότι αποκαλύφθηκαν αυτά τα πράγματα κι ελπίζω πως δύσκολα θα επαναληφθούν στο μέλλον. Αν κάτι προσπάθησε να αποκατασταθεί σε όλο το γκρέμισμα του πολιτισμού, ήταν αυτό. Νιώθω και την ανάγκη των καινούργιων παιδιών, αυτών που φοιτούν και στην δική μου την σχολή να βγουν σε ένα πιο ασφαλές, ένα πιο καθαρό περιβάλλον.

«Δεν χρειάζεται να δοξάζουμε τόσο πολύ κάτι για να γίνει πιστευτή η σχέση με την πατρίδα μας. Mέχρι να το αντιληφθούμε αυτό, χάνουμε ένα μεγάλο μέρος της δυναμικής μας σχέσης με τη χώρα που έχει μπει σε διαδικασία εξευρωπαϊσμού» παρατηρεί.

Η σχολή σας πως θέλετε να συμβάλλει στο τοπίο της επόμενης μέρας;

Παρακολούθησα τις εξετάσεις του τρίτου έτους στις οποίες συμπεριλήφθηκαν και μαθητές που ήρθαν από άλλες σχολές, άρα δεν συμμετείχαν στη δική μας διαδικασία μόρφωσης και εκπαίδευσης. Και πραγματικά συγκινήθηκα από το πόσο ώριμα, πόσο σπουδαία, με πόση ακρίβεια και πόση συνέπεια δούλεψαν τα παιδιά αυτά και απόδωσαν τους ρόλους τους. Είδα τους καθηγητές τους, τον Ακύλα Καραζήση, την Μαρία Κεχαγιόγλου, τον Δημήτρη Κουρούμπαλη και την Φρόσω Κορρού, την απίστευτη δουλειά που έκαναν. Θέλω να τους πω ότι αυτή η σχολή θα είναι ανοιχτή σε ό,τι ζητήσουν, σε ό,τι μπορούμε να εξυπηρετήσουμε, σε όποια πληροφορία χρειάζεται να δώσουμε.

Οι Έλληνες γινόμαστε ενοικιαστές στη χώρα μας. Αυτό σηματοδοτεί και η πράξη να πληρώνεις για να μείνεις στο σπίτι σου: Ξηλώνεται η συνείδηση του Έλληνα ότι του ανήκει έστω και κάτι από αυτή τη χώρα. Το μήνυμα είναι πως η Ελλάδα ανήκει σε όσους έχουν λεφτά

Μιλώντας για την επόμενη μέρα, αναρωτιέμαι πως είδατε την προηγούμενη. Πως παρακολουθήσατε τους εορτασμούς για την επέτειο των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση;

Καταρχήν, ενοχλήθηκα βαθιά που ένα εθνικό γεγονός αντιμετωπίστηκε ως event. Κατά δεύτερον, παρατήρησα ότι σε όσους λόγους εκφωνήθηκαν δεν υπήρχε καμία αναφορά στη λέξη «Τούρκος». Ήταν ένα συμβάν χωρίς εχθρό. Αν 200 χρόνια μετά, δεν μπορείς να αναφερθείς στο όνομα του τότε εχθρού φανερώνεις ένα συνεχιζόμενο φόβο. Προφανώς, μιλάει η γλώσσα των ανθρώπων που δεν έχουν υπηρετήσει την πατρίδα, αλλά εκείνων που τρώνε από την πατρίδα.

Πως πιστεύετε ότι έχει μεταφραστεί η εμπειρία των 200 χρόνων του νέου ελληνικού κράτους σε συλλογικό επίπεδο; Έχουμε μάθει τίποτα;

Αισθάνομαι ότι οι πόλεμοι και οι κρίσεις προηγήθηκαν της απόφασης μας ως Έλληνες να είμαστε μαζί σε κάτι. Ωστόσο, έχει σημασία από τι υλικά ορίζεται ένα κράτος. Ποιοι ορίζουν το Σύνταγμα και τους νόμους του, ποιοι τους τηρούν. Αυτήν τη στιγμή, ο καθένας από εμάς θεωρεί ότι κουβαλάει μια πολύ βαριά σημαία στην πλάτη, αλλά το θέμα είναι να μην την κουβαλάμε σαν κουρελού ή σαν χαλί. Η σημαία μας πρέπει να κυματίζει, να συμβολίζει αυτό που είναι η Ελλάδα. Κι ούτε χρειάζεται να δοξάζουμε τόσο πολύ κάτι για να γίνει πιστευτή η σχέση με την πατρίδα μας. Mέχρι να το αντιληφθούμε αυτό, χάνουμε ένα μεγάλο μέρος της δυναμικής μας σχέσης με τη χώρα που έχει μπει σε διαδικασία εξευρωπαϊσμού. Κι αυτό δεν είναι ένα καλό σημάδι.

Ξαναχτυπόντας για την Γιάννα Αγγελοπούλου: Δεν είναι δυνατόν να αναλαμβάνει την διεκπεραίωση των εκδηλώσεων μνήμης η Γιάννα Αγγελοπούλου. Τι σχέση έχει με την επανάσταση ένας άνθρωπος του σαλονιού;

Πότε, ξεκίνησε αυτή η κατάσταση;

Η πρώτη κίνηση έγινε με το νόμο Βενιζέλου για τον ΕΝΦΙΑ όπου οι ιδιοκτησίες μετατράπηκαν σε ενοίκια. Εν συνεχεία ο ΣΥΡΙΖΑ βολεύτηκε σ’ αυτό το νόμο και σήμερα διανύουμε την τρίτη και ολοκληρωτική φάση που, εν ολίγοις, μας λένε «πούλα γρήγορα στους ξένους» για να χαθεί το αίσθημα ότι μένουμε εδώ. Στην πραγματικότητα μένουμε Ευρώπη και κυρίως μένουν οι Ευρωπαίοι στην Ελλάδα. Οι Έλληνες γινόμαστε ενοικιαστές στη χώρα μας. Αυτό σηματοδοτεί και η πράξη να πληρώνεις για να μείνεις στο σπίτι σου: Ξηλώνεται η συνείδηση του Έλληνα ότι του ανήκει έστω και κάτι από αυτή τη χώρα. Το μήνυμα είναι πως η Ελλάδα ανήκει σε όσους έχουν λεφτά – είναι τόσο απλό.

Τρομερά αντιφατικό αν σκεφτεί κανείς πως γιορτάζουμε την έννοια του έθνους ή, τέλος πάντων, ενός συνεκτικού συνόλου.

Κατά τη γνώμη μου, εξευτελίζουμε την έννοια έθνους. Καταρχάς, δεν είναι δυνατόν να αναλαμβάνει την διεκπεραίωση αυτών των εκδηλώσεων μνήμης η Γιάννα Αγγελοπούλου. Τι σχέση έχει με την επανάσταση ένας άνθρωπος του σαλονιού που δεν θα σηκωνόταν ποτέ από την καρέκλα του για να συμμετέχει σε μια εξέγερση; Τι είναι αυτά τα ανάποδα φέσια και τα τσαντάκια με φούντα; Έτσι τιμάμε την πατρίδα μας; Τι δηλώνει η κ. Αγγελοπούλου; Ας μας πει κάποιος.

Αν διέφυγε o covid πριν από δύο χρόνια, θα μπορεί σίγουρα θα διαφύγει κι ένας επόμενος ιός στο μέλλον. Και, φυσικά, να εργαλειοποιηθεί ως έλεγχος για τις μάζες

Πως βλέπετε τον χειμώνα που έρχεται στον πολιτισμό, κουβαλώντας τα τραύματα της προηγούμενης σεζόν;

Επίφοβο. Πιστεύω πως κόψαμε την κορδέλα και μπήκαμε στην εποχή των επιδημιών. Διέφυγε ένας ιός από κάποιο εργαστήριο και αυτό μοιάζει ν’ ανοίγει την όρεξη για ανάπτυξη παρόμοιων πολέμων. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, πως όλοι οι αρχηγοί κρατών μιλούν από την αρχή της πανδημίας για έναν πόλεμο. Αν, λοιπόν, διέφυγε αυτός ο ιός πριν από δύο χρόνια, θα μπορεί σίγουρα θα διαφύγει κι ένας επόμενος στο μέλλον. Και, φυσικά, να εργαλειοποιηθεί ως έλεγχος για τις μάζες. Στην εποχή που στήνονται από ποδοσφαιρικοί αγώνες μέχρι αγώνες μποξ είναι πολύ ανόητο κανείς να μην σκέφτεται το ‘στήσιμο’ και αυτής της ιστορίας. Ας ελπίσουμε να πρόκειται για ένα τυχαίο γεγονός, που δυστυχώς θα κοστίσει εκατομμύρια ζωές. Ακόμα κι έτσι, η κλιματική αλλαγή μας φτάνει και μας περισσεύει για να διατρέχουμε μεγάλους κινδύνους.

Ο δικός σας χειμώνας τι θα περιλαμβάνει;

Αν τα πράγματα παραμείνουν υπό έλεγχο, θ’ ανεβάσουμε ξανά στο Βρετάνια την «Προδοσία» του Πίντερ με τον Αιμίλιο Χειλάκη και την Αθηνά Μαξίμου. Εξαρτάται και από την πορεία του εμβολιασμού.

Ο Λάκης Λαζόπουλος στο παράθυρο της δραματικής σχολής που διευθύνει «Τεχνών 100» στην οδό Ακαδημίας.

Σε ποια πλευρά στέκεστε στο ζήτημα που έχει προκύψει;

Παρότι έχω ολοκληρώσει τον εμβολιασμό μου εδώ και καιρό, θεωρώ δικαίωμα του καθενός να ορίζει το σώμα του. Με λίγα λόγια, είμαι εναντίον του υποχρεωτικού εμβολιασμού.

Μα τι άλλο μπορούμε να κάνουμε;

Είναι ένας φαύλος κύκλος αυτό που ζούμε. Πηγαίνουμε μέρα με την μέρα, ώρα με την ώρα, λεπτό με το λεπτό, τα δεδομένα αλλάζουν. Τι κι αν εμβολιαστήκαμε, τι κι αν δεν εμβολιαστήκαμε; Είμαστε όλοι επικίνδυνοι να νοσήσουμε ξανά και να ξαναμεταδώσουμε τον ιό· και νομίζω ότι αυτό προκαλεί μια εσωτερική απογοήτευση σε όλους όσοι αισθάνονται πως δεν υπάρχει ακόμα τίποτα ασφαλές απέναντι στον κοροναϊό. Δεν είναι και ό,τι καλύτερο να υφίστασαι διπλό εμβολιασμό και παρόλα αυτά να είναι επικίνδυνο να κυκλοφορείς χωρίς μάσκα, χωρίς να παίρνεις μέτρα, με πιθανότητα να νοσήσεις ξανά – έστω με πολύ πιο ήπιο τρόπο. Επίσης, έχω εντοπίσει ότι έχουν σταματήσει να μιλούν για τα φάρμακα θεραπείας της λοίμωξης· μιλούν μόνο για εμβόλια κι αυτό δεν μου αρέσει. Κανείς δεν μπορεί να δώσει οριστικές ή καθησυχαστικές απαντήσεις ενώ όποιος πάει να γίνει προφήτης θα σκοντάψει.

Παρότι έχω ολοκληρώσει τον εμβολιασμό μου εδώ και καιρό, θεωρώ δικαίωμα του καθενός να ορίζει το σώμα του. Με λίγα λόγια, είμαι εναντίον του υποχρεωτικού εμβολιασμού

Και τι προτείνετε για να προφυλαχθούμε;

Από την μια, οι «ψεκασμένοι» και από την άλλη οι πληρωμένοι δημοσιογράφοι. Ποιον να πιστέψεις, ποιον να ακολουθήσεις; Τον πληρωμένο ή τον ψεκασμένο; Νομίζω ότι μέχρι να περάσει αυτή, η πρώτη πανδημία, είναι σωστό να έχουμε όλοι προσοχή, να τηρούμε τα απαραίτητα μέτρα. Αν και έχω την εντύπωση ότι οι πιτσιρικάδες έχουν ορμήσει στα κορονοπάρτι γιατί θέλουν να κολλήσουν. Βλέπεις, ερχόμενος στην Πάρο, στον πρωινό καφέ στο λιμάνι, άκουσα μια συζήτηση όπου έλεγε ο ένας πιτσιρικάς στον άλλο: «Ρε γαμώτο, γιατί είμαι τόσο άτυχος; ‘Εχω πάει σε τρία κορονοπάρτι και δεν έχω κολλήσει ακόμα. Κι αν δεν κολλήσω μέχρι τις τάδε του μήνα, μπορεί να με αναγκάσουν οι γονείς μου να κάνω τα εμβόλια». Μόνο στο μυαλό των Ελλήνων μπορεί να γεννηθεί κάτι τέτοιο.

Περισσότερα από Πρόσωπα