MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
22
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΑΠΟΨΗ

Ούτε γάτα ούτε ζημιά στο Τατόι;

Για την υπουργό Πολιτισμού, «ζημιές δεν έγιναν» στο κτιριακό συγκρότημα του Τατοΐου, παρά την πυρκαγιά σε επτά κτίρια, ενώ τα κινητά αντικείμενα που κατέστρεψε η φωτιά «δεν ήταν ιδιαίτερα αξιόλογα».

Τατόι μετά τη φωτιά
Τατόι μετά τη φωτιά
author-image Σπύρος Κακουριώτης

Το ανέκδοτο «ευτυχώς που δεν πάθαμε και τίποτα» θύμιζαν τα όσα ισχυρίστηκε η υπουργός Πολιτισμού στη συνέντευξη τύπου που έδωσε την Τετάρτη, 11 Αυγούστου, περιτριγυρισμένη από ασυνήθιστα πολλούς υπηρεσιακούς παράγοντες και τον γ.γ. Πολιτισμού, προκειμένου να δηλώσει στους εκπροσώπους του τύπου ότι «ζημιές δεν έγιναν» στο Τατόι και ότι η πυρκαγιά επηρέασε επτά κτίρια, τα οποία έχασαν στέγες και κουφώματα, που βρίσκονταν ήδη σε κακή κατάσταση και θα αντικαθίσταντο κατά τις εργασίες της αναπαλαίωσης. Όσο για τα δύο κοντέινερ που κάηκαν, περιείχαν «αντικείμενα μικρής αξίας και σε κακή κατάσταση συντήρησης». Με δυο λόγια, ούτε γάτα ούτε ζημιά…

«Οι απώλειες δεν ήταν μεγάλες»

Αφού τόνισε ότι «αντιμετωπίσαμε μία πρωτοφανή κατάσταση», η υπουργός Πολιτισμού αναφέρθηκε στα όσα έγιναν από τη μεριά του υπουργείου και της διυπουργικής επιτροπής (υπογειοποίηση ηλεκτρικών δικτύων, αποψίλωση, καθαρισμοί κ.ά.), σημείωσε ότι «το Τατόι ήταν ενιαίο σύνολο, το οποίο αποτελείτο από το περιβαλλοντικό και το πολιτιστικό του περιβάλλον». Από αυτό το ενιαίο σύνολο, «χάσαμε μεγάλο μέρος του δάσους».

Όμως, συνέχισε, «στα πολιτιστικά μνημεία οι απώλειες δεν ήταν μεγάλες». Αυτές περιορίζονται σε 7 κτίρια και «δεν δημιούργησαν περισσότερα δομικά προβλήματα από αυτά που ήδη υπήρχαν». Ειδικότερα, όπως τόνισε, «κάηκαν στέγες, κάποιες νεότερες, άλλες ήδη μισογκρεμισμένες, οπότε κάηκαν ξύλινα στοιχεία, και ξύλινα κουφώματα, τα οποία σε πάρα πολλές περιπτώσεις είχαν αποκατασταθεί από το υπουργείο Πολιτισμού τα προηγούμενα χρόνια ή ήταν απλώς ψευδοκουφώματα για να κλείσουν τα κενά».

Τα επτά αυτά κτίρια είναι: η Οικία Στουρμ, το κτίριο Τηλεπικοινωνιών, η Οικία Φροντιστή, το κτίριο της Φρουράς των Τάφων, το κτίριο Προσωπικού, το κτίριο Διευθυντηρίου και το κτίριο του Δασονομείου. Από αυτά τα κτίρια, τα τρία πρώτα «έχουν ήδη ενταχθεί από το 2020 στο ΕΣΠΑ και προβλέπεται ότι στο α’ εξάμηνο του 2022 θα έχουν ανάδοχο», ενώ για τα άλλα τέσσερα «οι μελέτες ξεκινούν αμέσως».

Κάηκαν τρία κοντέινερ

Στη συνέχεια η υπουργός Πολιτισμού αναφέρθηκε στα κινητά που βρίσκονται σε κοντέινερ στον χώρο του κτήματος και ξεπερνούν τις 100.000 αντικείμενα. Όπως ανέφερε, καθώς εντείνονται οι εργασίες συντήρησης και καταγραφής, «ο αριθμός των αντικειμένων έχει αυξηθεί πάρα πολύ, σε σχέση με αυτά τα οποία ξέραμε ότι υπάρχουν, αλλά μέχρι τα δύο τελευταία χρόνια ήταν στοιβαγμένα μέσα σε κτίρια, τα οποία έπρεπε να αδειάσουν».

Από αυτά τα κοντέινερ, τρία που βρίσκονταν κοντά στο κτίριο των ανακτόρων καταστράφηκαν από τη φωτιά. Αυτό που «καταστράφηκε ολοσχερώς περιείχε αντικείμενα, τα οποία σύμφωνα με την αρμόδια Διεύθυνση ήταν μικρής αξίας και σε κακή κατάσταση διατήρησης», συγκεκριμένα περιείχε μία οικοσκευή, τη δεύτερη διαλογή της κάβας και κάποιο χαρτώο υλικό, όπως έντυπα και βιβλία, «τα οποία είχαν ούτως ή άλλως επιλεγεί ότι δεν ήταν ιδιαίτερα αξιόλογα».

«Ενιαίο σύνολο» κτίρια και κινητά αντικείμενα

Απαντώντας στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων, η Λίνα Μενδώνη σημείωσε ότι τη νύχτα της πυρκαγιάς «απομακρύνθηκαν κάποια αντικείμενα τα οποία θα μπορούσε εύκολα να κλαπούν, εάν θα υπήρχε κάποιο πρόβλημα», χωρίς να προσδιορίσει ποια και πόσα ήταν αυτά, ενώ σε ό,τι αφορά τη μεταφορά μικρού αριθμού αντικειμένων (σε 5.000 τα υπολόγισε), το 2016, στο Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, σημείωσε ότι «τα κινητά αντικείμενα στο Τατόι αποτελούν ένα ενιαίο και αδιαίρετο σύνολο, άμεσα συνδεδεμένο με τα κτίρια» και ότι «οι συλλογές δεν πρέπει να διασπώνται».

Για να δικαιολογήσει την απόφαση αυτά τα αντικείμενα να επιστραφούν στο Τατόι και τελικά να κινδυνεύσουν να καούν, η υπουργός είπε πως «οι χώροι που καταλάμβαναν έπρεπε να αποδοθούν στη λειτουργία του Μουσείου Νεώτερου Ελληνικού Πολιτισμού», που θα ανοίξει για το κοινό το 2023, στη λεγόμενη «Αυλή των θαυμάτων», στην Πλάκα. Όμως οι χώροι που φιλοξενούσαν τα κινητά βρίσκονταν στο παλιό κτίριο του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης και νυν Νεώτερου Ελληνικού Πολιτισμού, που πλέον χρησιμοποιείται μόνο ως αποθήκη.

Καλύτερα να είχαν καεί όλα;

Ανέπτυξε, μάλιστα, το όχι ιδιαίτερα πειστικό επιχείρημα ότι, καθώς η επιλογή τών προς απομάκρυνση αντικειμένων δεν έγινε με αξιολογικά κριτήρια, «εάν σήμερα συνέβαινε μία καταστροφή, θα είχαν καεί 95.000 για να έχουν σωθεί 5.000 ή 6.000. Θα είχαν σωθεί τα χάρτινα καπέλα από τα φωτιστικά, αλλά θα είχαν καταστραφεί οι άμαξες, οι στολές, υφάσματα, χαρτώο αρχειακό υλικό». Άρα; Καλύτερα να είχαν καεί και τα 100.000;

Μόνο υποτίμηση του κινδύνου που, όπως αποδείχθηκε, διέτρεχαν τα κινητά αντικείμενα, τα οποία αποθηκεύονταν, μετά τη συντήρηση και καταγραφή τους, μέσα σε κοντέινερ στην καρδιά του δάσους, δείχνει η επιμονή στο ιδεολόγημα της «αδιάσπαστης συλλογής» κινητών αντικειμένων, την ίδια ώρα που το βυζαντινό μνημειακό σύνολο του μετρό στη Θεσσαλονίκη μπορεί κάλλιστα να διασπαστεί και να αφαιρεθεί, σύμφωνα με την υπουργό, που μάλιστα δυσφόρησε όταν της έγινε σχετική ερώτηση…

Τέλος, σε ό,τι αφορά το μπλακ-άουτ στην ενημέρωση, η Λίνα Μενδώνη πέταξε το μπαλάκι στον Κυριάκο Μητσοτάκη και την επιλογή του «την ώρα της μάχης να μιλάει ένας», ενώ σε ερώτηση για το αν έχει κάποια διάθεση αυτοκριτικής, απάντησε: «Δεν θα είχα κανένα πρόβλημα οποιασδήποτε ανάληψης ευθύνης εάν είχαν γίνει πραγματικές ζημιές. Ζημιές στην προκειμένη περίπτωση δεν έγιναν».

Περισσότερα από Επίκαιρα