Ήταν η τελευταία εβδομάδα του Οκτωβρίου του 2020, στην τελική ευθεία για την πρεμιέρα της «Φαίδρας», όταν οι μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις άρχισαν να βυθίζονται σε lockdown. Το βράδυ εκείνης της γενικής πρόβας στο «Προσκήνιο» έμοιαζε, σχεδόν, συνωμοτικό. Όλοι εργάζονταν για την πρεμιέρα, σχεδόν βέβαιοι πως η πρεμιέρα δεν θα γίνει – κάτι που σύντομα επιβεβαιώθηκε.
Ένα χρόνο μετά από εκείνο το βράδυ που έμοιαζε με κρυφή τελετουργία, η ζωή στο θέατρο της Καπνοκοπτηρίου έχει επιστρέψει. Και η πρόβα ξαναφέρνει την ομάδα της «Φαίδρας» στο ίδιο αφετηριακό σημείο – αυτή τη φορά με μεγαλύτερη αισιοδοξία πως ο πολιτισμός θα παραμείνει ανοιχτός.
Το φιλόδοξο εγχείρημα του Δημήτρη Καραντζά να στεγάσει τη σκηνοθετική δημιουργικότητα του, περιμένει να ενεργοποιηθεί με το ποίημα της Μαρίνα Τσβετάγιεβα .
Τα ηχοτοπία του Γιώργου Πούλιου έρχονται να υπογραμμίσουν τις λέξεις και τις φράσεις που σκορπίζουν οι ηθοποιοί άναρχα, παραληρηματικά στον αέρα. «Το δέντρο θα μας μαρτυρήσει. Βαρύς καρπός ο πόθος μου κρέμεται στο κλαδί» ακούγεται να λένε, σε μια από τις πρώτες φράσεις που ενώνονται σε νόημα.
Ο Δημήτρης Καραντζάς παρατηρεί, ανυπόμονος κάπως, από το κέντρο της πλατείας, χωρίς να διστάζει να διακόψει, την Στεφανία Γουλιώτη, την Αλεξία Καλτσίκη, τον Μιχάλη Σαράντη, τον Κωνσταντίνο Αβαρικιώτη και το Νίκο Μάνεση στις απόπειρες τους να ορίσουν σκηνικά το λόγο της Μαρίνα Τσβετάγιεβα.
Στο πλευρό του, όλη η δημιουργική ομάδα της παράστασης: Η Μαρία Πανουργιά που ράβει ένα λούτρινο ξεκοιλιασμένο θήραμα στο κουφάρι του οποίου θα σκύψει λαίμαργα η Γουλιώτη, η Ιωάννα Τσάμη που ετοιμάζει καινούργια παπούτσια με βελόνα και κλωστή για τον Ροϊλό, ο Τάσος Καραχάλιος που αναπνέει μαζί με τους ηθοποιούς παρακολουθώντας κάθε τους κίνηση έτοιμος να την τελειοποιήσει.
Η βοηθός σκηνοθέτη Γκέλυ Καλαμπάκα που υπενθυμίζει τα λόγια στους ηθοποιούς όταν κομπιάζουν και συνάμα τους αποτυπώνει με τη φωτογραφική της μηχανή. Πόσες παύσεις για διορθώσεις, απορίες, διευκρινίσεις και αναθεωρήσεις μπαίνουν σε τρεις ώρες πρόβας – χάνεται το μέτρημα. Πόσα μέσα κι έξω από το ασπρόμαυρο σκηνικό που δεσπόζει στην πλατεία. Κι ας έχουν, μόνο έξι μέρες μέχρι την πρεμιέρα.
Το έργοΑναζητώντας πηγές, ερευνητικό υλικό, κείμενα για να παραστήσει το μύθο του Ιππόλυτου (γνωστότερο από την ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη) ο Δημήτρης Καραντζάς βρέθηκε μπροστά σ’ ένα συνταρακτικό ποίημα: Τη «Φαίδρα» της Μαρίνα Τσβετάγιεβα. Η Μοσχοβίτισσα δημιουργός, αναγνωρισμένη ως μια από τις σημαντικότερες ποιήτριες του προηγούμενου αιώνα, παρέδιδε το 1927 (σε ηλικία 35 ετών) μια καταβύθιση στην ψυχολογική διάσταση του μύθου μέσα από τις αξίες του ποιητικού λόγου. Η ιδιαιτερότητα αυτού του έργου αιχμαλώτισε ακαριαία τον σκηνοθέτη που θα αποφάσιζε να εγκαινιάσει το νέο, μεγάλο εγχείρημα στο Προσκήνιο με αυτό το, εν πολλοίς, άγνωστο κείμενο (ανέβηκε για πρώτη φορά, μόλις, το 2018 και πάλι σε μετάφραση του Χρήστου Χρυσόπουλου στο θέατρο «Σημείο»).
Ασφαλώς, από την πρώτη του επαφή με το κείμενο μέχρι σήμερα – μετά από ένα πνιγηρό χειμώνα για τον πολιτισμό – πολλά έχουν επαναπροσδιορίσει τη ματιά του πάνω σε αυτό. Παραπέμπει σε ένα σημείωμα της Τσβετάγιεβα. «Ξαφνική συνειδοτοποίηση: Προσοχή! Περισσότερο απ’όλους τους άλλους ποιητές, εγώ γράφω μια φυσική της ψυχής (“φυσική όχι ως επιστήμη, αλλά ως αντίθετο της “ψυχολογίας”)».
«Και διαβάζοντας το έργο της» σχολιάζει, «καταλαβαίνεις πλήρως τι εννοεί. Δεν πρόκειται επουδενί για ένα ψυχολογικό θέατρο, αλλά για ένα θέατρο του ενστίκτου, του φυσικού που εκλύεται ασυνείδητα και μας ενώνει “ασυνάρτητα” με το θεϊκό, το φυσικό, το σώμα. Η Τσβετάγιεβα κάνει το σώμα και τις επιθυμίες του Θεό. Τον έρωτα και την παράδοση μέχρι θανάτου στάση ζωής και πολιτική θέση. Ζητάει ένα άλμα έξω απί την κοινωνική νόρμα, έξω από τη συμφωνία και τη δομή μιας ερωτικής σχέσης, ένωση και παράδοση στη φύση, στο ζώο, στην επιβίωση μέσα από την ολοκληρωτική διείσδυση στον Άλλο. Σαν αυτή η απόλυτη ένωση να είναι η μόνη προστασία από την φρικωδία της καθημερινότητας. Και όλα αυτά με ένα ασθματικό παραληρηματικό ποίημα σε θεατρική γλώσσα» σημειώνει.
Για τον Καραντζά, η «Φαίδρα» δεν είναι μόνο η πρώτη του σκηνοθεσία για το «Προσκήνιο» αλλά «μια απάντηση στην στέρηση, την απώλεια των αισθήσεων που είχαμε τα τελευταία δυο χρόνια. Μια επανενεργοποίηση όλων των αισθήσεων μετά από την νέκρωση που ζήσαμε και ζούμε σωματικά, κοινωνικά και πολιτικά. Αυτό είναι για μένα αυτή τη στιγμή, αυτό το ποίημα».
Δημήτρης Καραντζάς: Στην εποχή της απόλυτης αποστέρησης, του ραγδαίου ευνουχισμού των επιθυμιών και των ελευθεριών μας, θέλησα να ασχοληθώ με στοιχειώδεις αξίες, όπως ο έρωτας
Σε αυτήν την πέμπτη του σκηνοθεσία πάνω σε υλικό αρχαίου δράματος, εντοπίζει πως «ο τρόπος που φωτίζεται η έννοια της επιθυμίας και δη της ερωτικής επιθυμίας, διαφοροποιείται αισθητά από όλα τα άλλα έργα που συνομιλούν με την ιστορία του Ιππόλυτου. Για την Τσβετάγιεβα ο έρωτας είναι μια στάση ζωής, κανείς υπάρχει μέσα από αυτόν κι αυτή είναι μια πληγή που ξύνει χωρίς έλεος στο κείμενο της» προσθέτει.
Στην απόδοση της Τσβετάγιεβα, η Φαίδρα ερωτεύεται τον πρόγονο της Ιππόλυτο, γιο του Θησέα, ξακουστό για την ομορφιά του, μα πιστό στη θεά του κυνηγιού Άρτεμη. Τον αντικρίζει για πρώτη φορά στο δάσος της Τροιζήνας – εκεί που βρισκόταν το παλάτι του Θησέα – και κυριεύεται από πόθο. ΄Ομως, μόνο μετά την παρακίνηση της πιστής της τροφού θα αποφασίσει να εξομολογηθεί τα αισθήματα της στον Ιππόλυτο, ο οποίος τελικά θα την απορρίψει – μια στάση που θα την οδηγήσει στην αυτοχειρία.
«Είναι ένα κείμενο που σπάνια προτείνει τόσο ισάξια, τόσο έντονα την ζωή και τον θάνατο μαζί. Είναι δύο απόλυτες δυνάμεις που και συγκρούονται και συνυπάρχουν» παρατηρεί ο Μιχάλης Σαράντης, ο Ιππόλυτος του ανεβάσματος και σταθερός συνεργάτης του Δημήτρη Καραντζά εδώ και πολλά χρόνια.
Αν και πλέον προβεβλημένο στο διεθνές δραματολόγιο, η Ρωσίδα ποιήτρια δεν ενθάρρυνε το ανέβασμα του καθώς έκρινε πως το έργο είναι περισσότερο “κατάλληλο” ως ανάγνωσμα, για να διαβάζεται δηλαδή παρά για να παίζεται. Ωστόσο, «μπροστά στον ποιητικό χείμαρρο αυτού του έργου όπου το μοτίβο της ερωτικής ένωσης ξεφεύγει από την καθημερινή αντιμετώπιση και εξυψώνεται» ο Δημήτρης Καραντζάς απαντά με ανέβασμα. «Στην εποχή της απόλυτης αποστέρησης, του ραγδαίου ευνουχισμού των επιθυμιών και των ελευθεριών μας, θέλησα να ασχοληθώ με στοιχειώδεις αξίες, όπως ο έρωτας. Ήταν το μόνο με το οποίο μ’ ενδιέφερε να συνδιαλλαγώ αυτή τη στιγμή».
Οι ήρωες – Οι ηθοποιοίΤα πρόσωπα της Τσβετάγιεβα απομακρύνονται αισθητά από τις ράγες των ηρώων με τους οποίους μας έχει εξοικειώσει ο Ευριπίδης: Ο Ιππόλυτος αν και τυφλά αφοσιωμένος στο κυνήγι προς την τιμή της θεάς Αρτεμις είναι εντελώς αποκομμένος από τα ένστικτα του παρά τις προσπάθειες του συντρόφου του να τον ενεργοποιήσει. Την ίδια ώρα, η Φαίδρα βρίσκεται τόσο απομακρυσμένη από το στοιχείο του έρωτα που της είναι αδιανόητο να αρθρώσει την επιθυμία της για τον Ιππόλυτο· το πράττει μόνο μέσα από την δραστική παρέμβαση της Τροφού της. Διαμορφώνονται, δηλαδή, δύο ισχυρά δίπολα που όσο έλκονται από την ηδονή της ένωσης, άλλο τόσο απωθούνται από αυτήν.
«Είναι ήρωες φτιαγμένοι από φωτιά» σχολιάζει ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης που, εξοικειωμένος με την ποίηση της Μαρίνα Τσβετάγιεβα, ερμηνεύει τον πέμπτο πόλο της παράστασης, τον βασιλιά Θησέα. «Τους ζηλεύεις για την απολυτότητα με την οποία ζουν. Κυνηγώντας την επιθυμία τους, κυνηγώντας δηλαδή τη ζωή, κατευθύνονται ολοταχώς προς το θάνατο. Δεν τους νοιάζει τίποτα απ΄όσα απασχολούν τον σύγχρονο άνθρωπο. Κι αναρωτιέσαι, εμείς οι άνθρωποι της πανδημίας, έρμαια της υπερπληροφόρησης και μηχανάκια της κατανάλωσης, πως μπορούμε να σταθούμε μπροστά στο απόλυτο της επιθυμίας; ΄Εχουμε την τόλμη να χαθούμε στην επιθυμία μας όπως αυτοί χάνονται στο δάσος;».
Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης: Κι αναρωτιέσαι, εμείς οι άνθρωποι της πανδημίας, έρμαια της υπερπληροφόρησης και μηχανάκια της κατανάλωσης, πως μπορούμε να σταθούμε μπροστά στο απόλυτο της επιθυμίας; ΄Εχουμε την τόλμη να χαθούμε στην επιθυμία μας όπως αυτοί χάνονται στο δάσος;
Η ιδιαιτερότητα αυτών των ηρώων έγκειται στο γεγονός πως δεν είναι χαρακτήρες ρεαλιστικά χτισμένοι μα πρόσωπα που πατούν πάνω στην ποίηση. Το κείμενο διατυπώνει την αμηχανία της ποιήτριας να συνδιαλλαγεί με την επιστροφή του ανθρώπου στη φύση και στα άγρια ένστικτα του κι αυτό το νόημα κυνηγούν όλοι οι ήρωες του.
Για τους πέντε πρωταγωνιστές της παράστασης (οι περισσότεροι έμπειροι στο θέατρο του Καραντζά) η αίσθηση από τις προκλήσεις του κειμένου είναι παρόμοια. Ο Μιχάλης Σαράντης, ερμηνεύοντας τον Ιππόλυτο, ομολογεί πως στέκεται ενεός μπροστά στις έννοιες που διαπραγματεύεται η ποίηση της «Φαίδρας» «και νιώθω αμηχανία σε σχέση με τον εαυτό μου. ΄Ολα όσα θέτει το κείμενο με ξεπερνούν. Από την μια, με γοητεύουν απίστευτα κι από την άλλη με δυσκολεύουν πολύ. Δεν ξέρω τι σήμα να εκπέμψω επί σκηνής».
Αλεξία Καλτσίκη: Ο μύθος είναι γνωστός. Η διαχείριση του, όμως, μετακινείται τόσο πολύ που δημιουργεί ένα ολόκληρο καινούργιο σύμπαν· κι εκεί παύουν να υπάρχουν κανόνες
Με την παράσταση να ακροβατεί ανάμεσα στον ποιητικό λόγο και την τονισμένη σωματικότητα, οι ερμηνευτικές απαιτήσεις αυξάνουν κατακόρυφα. «Θα μπορούσε να λειτουργήσει και ως παγίδα» λέει η Στεφανία Γουλιώτη από τον επώνυμο ρόλο. «Θα μπορούσε το σώμα να βρεθεί να υπογραμμίζει το λόγο και ο λόγος να καλείται να επιβεβαιώσει το σώμα. Αν λόγος και σώμα καταφέρουν να γίνουν ένα τότε ναι, θα είναι πραγματικό ωραίο. Αν, όμως, ομοιάζουν θα είναι ανυπόφορο».
Η εντύπωση της Αλεξίας Καλτσίκη – που υποδύεται την Τροφό – δίνει μια πιο συνολική διάσταση των δυσκολιών που συναντούν στη «Φαίδρα»: «Ο μύθος είναι γνωστός. Η διαχείριση του, όμως, μετακινείται τόσο πολύ που δημιουργεί ένα ολόκληρο καινούργιο σύμπαν· κι εκεί παύουν να υπάρχουν κανόνες. Άρα, όλο αυτό για εμάς είναι χαοτικό και συνάμα επιτρέπει τα πάντα».
Η σκηνοθεσίαΗ διαύγεια γύρω από το θεματικό πυρήνα της παράστασης – την απωθημένη ζωώδη επιθυμία και την χαμένη σύνδεση με τη φύση – οδηγεί τον Δημήτρη Καραντζά σ’ ένα σαφές σκηνοθετικό σχεδίασμα: Αφενός να φέρει το σώμα στο κέντρο της αφήγησης κι αφετέρου να το φωτίσει μέσα από μια ποιητική εικαστικότητα.
Προκειμένου ν’ αναδείξει τους δύο αυτούς άξονες συνεργάζεται στενά με τον Τάσο Καραχάλιο στην κίνηση και την Μαρία Πανουργιά στην σκηνογραφία. Ο πρώτος εστιάζει σε χαρακτηριστικά ζωϊκά κινητικά μοτίβα, εστιάζοντας με επιμονή στην κίνηση των ηθοποιών στον κορμό τους· παραπέμποντας έτσι σε σκηνές επίθεσης ή και αναγνώρισης μεταξύ ζώων στο φυσικό τους περιβάλλον.
Μιχάλης Σαράντης: Είναι ένα κείμενο που σπάνια προτείνει τόσο ισάξια, τόσο έντονα την ζωή και τον θάνατο μαζί. Είναι δύο απόλυτες δυνάμεις που και συγκρούονται και συνυπάρχουν
Από τη φύση, αντλεί και η Μαρία Πανουργιά καθώς εμπνέεται από την ανθοδετική ιαπωνική τέχνη της Ικεμπάνα. Το σκηνικό της τοπίο, “χτίζεται” κατά την διάρκεια της παράστασης από τους ηθοποιούς που συνθέτουν ολοένα μια εικόνα φύσης με λουλούδια, κλαδιά δέντρων και καρπούς η οποία σταδιακά ανατρέπεται και εξελίσσεται σ’ έναν λόφο από σκουπίδια, σχολιάζοντας τη στρεβλή σχέση του ανθρώπου με τη φύση.
Το τοπίο αυτό γίνεται διακριτό σε μια περιοριστική συνθήκη: Μέσα από ένα ορθογώνιο παράθυρο που η Πανουργιά ονομάζει «σινεμασκόπ» παραπέμποντας και πάλι στην ιαπωνική παράδοση: Εκεί όπου οι κήποι διατίθενται στο κοινό βλέμμα μόνο μέσα από μια χαραμάδα. ΄Ολα, δηλαδή, έρχονται να δηλώσουν μια φύση υπό περιορισμό. «Το οδυνηρό αυτό θέαμα θελήσαμε να το παρατηρήσουμε μέσα από μια… κλειδαρότρυπα. Θα ήταν αμήχανο, ήρωες σαν αυτούς, τόσο βυθισμένους στην ποίηση, να λειτουργούν σε συνθήκες αμεσότητας. Επιλέξαμε, λοιπόν, αυτή τη λειτουργία ώστε να μαγνητίσει το θεατή και να του δώσει την αίσθηση ότι κοιτάζει προς την άβυσσο».
Η αισθητική της παράστασηςΜια από τις επιδραστικότερες, σε όψη τουλάχιστον, σκηνικές απόπειρες του φαίνεται πως επιχειρεί ο Δημήτρης Καραντζάς. Οι αξίες της αφαίρεσης, του συμβολισμού, της υπόνοιας και του αισθητικού υποτιτλισμού τον απασχολούν και πάλι, επεξεργασμένες ωστόσο με μιαν οξύτητα.
Η σκηνογραφία της Πανουργιά δημιουργεί, επί της ουσίας, ένα εντυπωσιακό ευμεγέθες black box, μέσα στο οποίο εγκλωβίζεται η σκηνική δράση: Οι πέντε ηθοποιοί είναι ορατοί μέσα από ένα οριζόντιο παράθυρο, αφήνοντας σχεδόν πάντα τα άκρα τους εκτός θέασης. Την ίδια ώρα, η σταθερή συνεργάτις του Δημήτρη Καραντζά, η ενδυματολόγος Ιωάννα Τσάμη επιστρατεύει την λιτή καλαισθησία των κοστουμιών της, με τέτοιο τρόπο ώστε να περιγράφουν τις φιγούρες των πρωταγωνιστών: Ολόμαυρα κοστούμια, εν μέρει εφαρμοστά στο σώμα, προβάλλουν σε αντίστοιχη του λευκού σκηνικού «θέλοντας», όπως λέει, να δώσουν την αίσθηση πως πρόκειται για περιπλανώμενες σκιές, όχι για πρόσωπα».
Η «Φαίδρα» της Μαρίνα Τσβετάγιεβα κάνει πρεμιέρα στο θέατρο Προσκήνιο στις 9 Οκτωβρίου.
Σκηνοθετεί ο Δημήτρης Καραντζάς.
Παίζουν οι Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Στεφανία Γουλιώτη, Αλεξία Καλτσίκη, Νίκος Μάνεσης, Μιχάλης Σαράντης.
Μετάφραση: Χρήστος Χρυσόπουλος
Διασκευή: Θεοδώρα Καπράλου
Κίνηση: Τάσος Καραχάλιος
Σκηνικό: Μαρία Πανουργιά
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Μουσική: Γιώργος Πούλιος
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος