Η 38χρονή Βρετανοασιάτισσα ηθοποιός Τζέμα Τσαν δεν είδε το κινηματογραφικό της άστρο να λάμπει από τη μια μέρα στην άλλη. Η επιτυχία και η αναγνώριση κερδήθηκαν με μεγάλη δυσκολία και μέσα από σκληρή και επίμονη δουλειά όπου και χρειάστηκαν πολλά χρόνια αναμονής για να αναγνωριστεί επιτέλους το ταλέντο της. Και όταν αυτό έγινε, αναδύθηκε μια σταρ με ισχυρή φωνή και άποψη, που δεν διστάζει να τοποθετηθεί πολιτικά και η οποία είναι αποφασισμένη να κάνει ότι περνάει από το χέρι της να συντρίψει τα φυλετικά και έμφυλα στερεότυπα και να βάλει τέλος σε κάθε είδους διακρίσεις.
Η ίδια περιγράφει τον εαυτό της ως αρκετά ντροπαλό που δυσφορεί όταν γίνεται το επίκεντρο της προσοχής, ως ένα βαθμό οκνηρό που αφήνει τα πάντα για την τελευταία στιγμή και ως έναν «επαναστάτη» που απεχθάνεται κάθε είδους εξουσία. Δεν της αρέσει να μοιράζεται πολλά πράγματα για την προσωπική της ζωή, ενώ δεν επιτρέπει στη νεοαποκτηθείσα φήμη της να την παρασύρει.
Με αφορμή τη νέα της ταινία «Eternals», σε σκηνοθεσία Κλοέ Ζάο, που μόλις κυκλοφόρησε στις κινηματογραφικές αίθουσες, πραγματοποιούμε ένα αφιέρωμα στην πρωταγωνίστρια που ήρθε για να μείνει.
Τα παιδικά χρόνια και η ανατροφήΓεννημένη στο Λονδίνο, στις 22 Νοεμβρίου 1982, η Τζέμα Τσαν, ανατράφηκε μέσα σε μια μείξη της Βρετανικής και Ασιατικής κουλτούρας. Ο πατέρας της, μηχανικός που μετανάστευσε από το Χονγκ Κονγκ και η μητέρα της, φαρμακοποιός κινεζικής καταγωγής που μεγάλωσε στη Σκωτία, έδιναν μεγάλη σημασία στην εκπαιδευτική διαδικασία ως μέσο διεξόδου από τη φτώχεια. Για τον λόγο αυτό μετακόμισαν οικογενειακώς στο, κατά κύριο λόγο, «λευκό» προάστιο του Κεντ, όπου και η Τζέμα φοίτησε σε ένα από τα καλύτερα δημόσια σχολεία.
Ακολούθησαν σπουδές νομικής στο Worcester College του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και προσφορά για εργασία σε μία από τις υψηλότερου κύρους δικηγορικές φίρμες, την οποία και απέρριψε για να ακολουθήσει το μεγάλο της όνειρο που ήταν η υποκριτική. Η απόφασή της αυτή την έφερε σε αντιπαράθεση με τους γονείς της, με την ίδια να εξηγεί: «Και οι δύο γονείς μου είναι μετανάστες. Δεν είχαν τίποτα και έπρεπε να δουλέψουν σκληρά, επομένως η ιδέα του να πάρεις ένα τέτοιο ρίσκο δεν ήταν μια πολυτέλεια που είχαν». Αν και στο τέλος, παρά τις ανησυχίες τους, αποδείχθηκαν ολοκληρωτικά υποστηρικτικοί.
Για τα επόμενα τρία χρόνια η Βρετανοασιάτισσα ηθοποιός θα φοιτήσει στο Drama Centre London, φυτώριο ηθοποιών όπως η Έλεν ΜακΚρόρυ και ο Μάικλ Φασμπέντερ. Εκεί θα αγνοήσει τους καθηγητές που καλοπροαίρετα τη συμβούλευαν, λόγω καταγωγής, να διασχίσει τον Ατλαντικό αν θέλει να έχει περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες και με επιμονή και πείσμα θα αποφασίσει να παραμείνει στην πατρίδα της.
Με αυτόν τον τρόπο, σε μια «εμμονική με τα δράματα εποχής» Βρετανία, η Τζέμα Τσαν ξεκίνησε να διασχίζει τον δύσβατο δρόμο προς την επαγγελματική ανέλιξη. Η ίδια κατέληξε σε αυτή την απόφαση με την ελπίδα να βάλει το λιθαράκι της ώστε τα πράγματα στη showbiz να αλλάξουν και οι επόμενες γενιές να έχουν περισσότερες ευκαιρίες από εκείνη, κρατώντας, παράλληλα, την «πόρτα ανοιχτή» και για άλλα ταλέντα από την Ασία.
Το δύσκολο ξεκίνημαΓια χρόνια ολόκληρα έπαιρνε οποιονδήποτε ρόλο της προσφερόταν, όσο μικρός και να ήταν, μόνο και μόνο για την εμπειρία, κτίζοντας την καριέρα της βήμα βήμα και πίνοντας το πικρό ποτήρι του φυλετικά τυποποιημένου κάστινγκ. Από την μίνι σειρά «When Evil Calls» (2006) έως την τηλεοπτική επιτυχία «Sherlock» (2010), όπου ο σύντομος στερεοτυπικός ρόλος της «δεσποσύνης σε κίνδυνο», που ερμήνευσε, δέχθηκε κριτική ως μια εξάσκηση στον οριενταλισμό.
«Όταν ξεκίνησα πολλοί από τους ρόλους που μου προσφέρονταν για ακρόαση είχαν συγκεκριμένα εθνοτικά χαρακτηριστικά. Άκουγα πράγματα όπως «Μας αρέσεις πολύ και ειλικρινά μας αρέσει ο τρόπος ερμηνείας σου, αλλά μήπως μπορείς να μιλήσεις με περισσότερη προφορά; Ακούγεσαι πολύ Αγγλίδα». Υπήρχαν, δηλαδή, προκαταλήψεις για το πως πρέπει να ακούγεται ένας άνθρωπος όπως εγώ», σχολιάζει η ηθοποιός.
Η πρώτη επιτυχίαΤην πρώτη επιτυχία την γνώρισε το 2015, με τον ρόλο της Μία, ενός καλόκαρδου ανθρωποειδούς, στο δράμα επιστημονικής φαντασίας του Channel 4, με τίτλο «Humans». Παράλληλα, την ίδια περίοδο θα συμμετάσχει σε δημοφιλείς κινηματογραφικές παραγωγές όπως το «Τζακ Ράιαν: Πρώτη αποστολή» (2014), το «Φανταστικά ζώα και πού βρίσκονται» (2016) και το «Transformers: The Last Knight» (2017).
Το 2018 θα αποδειχθεί μια χρονιά καθοριστικής σημασίας για την Τζέμα Τσαν. Με τον ρόλο της Astrid Young Teo, μιας κομψής και πλούσιας κοσμικής η οποία πίσω από το προσωπείο της τελειότητας κρύβει μια δυστυχισμένη ύπαρξη, στην εισπρακτική επιτυχία του Τζον Μ. Τσυ, «Τρελά Πλούσιοι» («Crazy Rich Asians»), η Τσανγκ μετατράπηκε σε ένα αστέρι διεθνούς βεληνεκούς και έβαλε οριστικό τέλος σε μια δεκαετία διακρίσεων από μέρους των σκηνοθετών.
Η ηθοποιός δηλώνει για την ταινία: «Το “Τρελά πλούσιοι” ήρθε για να ανατρέψει τις προκαταλήψεις για το πως είναι στην πραγματικότητα οι Ασιάτες ή για το τι είναι ικανές οι γυναίκες. Θεωρώ ότι πρέπει να αμφισβητούμε συνεχώς τέτοιες νόρμες, τέτοιες στερεοτυπικές ιδέες για διάφορες κατηγορίες ανθρώπων, για τις δυνατότητες τους. Από τις ειδικές ανάγκες έως το κοινωνικοοικονομικό στάτους. Θεωρώ ότι πρέπει να αμφισβητήσουμε την έννοια της προκατάληψης συνολικά».
Την ίδια χρονιά θα κατακτήσει αυτό που η ίδια αποκαλεί ως το «Άγιο Δισκοπότηρο: Το να επιλεχθείς για έναν ρόλο επειδή θα είσαι καλή σε αυτόν και όχι εξαιτίας της καταγωγής σου». Εγχείρημα που πέτυχε ως Bess of Hardwick στο φιλμ «Μαρία, Η Βασίλισσα της Σκωτίας» στο πλευρό της Σίρσα Ρόναν, καταρρίπτωντας τον μύθο ότι μια Ασιάτισσα ηθοποιός δεν μπορεί να συμμετάσχει σε μια τέτοιου είδους ταινία εποχής.
Η συγκεκριμένη επιλογή, ωστόσο, προκάλεσε διαδικτυακές αντιδράσεις, καθώς το ιστορικό πρόσωπο που ενσάρκωσε στην ταινία ήταν λευκό, με την Τσαν, απτόητη από τους haters, να ανταπαντά αποστομωτικά ότι «Αφού ο Τζον Γουέιν μπόρεσε να υποδυθεί τον Τζένγκις Χαν, μπορώ και εγώ να υποδυθώ την Bess of Hardwick».
Η πρώτη συνεργασία με την MarvelΗ θέση της στο Χόλυγουντ ισχυροποιήθηκε το 2019, όταν και συμμετείχε στην ταινία «Captain Marvel», στον ρόλο της ελεύθερης σκοπεύτριας Minn-Erva, για τις ανάγκες του οποίου έπρεπε να βρίσκεται στη δουλειά από τις 3 τα ξημερώματα, καθώς η μεταμόρφωση της απαιτούσε τουλάχιστον τέσσερις ώρες. Η ίδια ισχυρίζεται ότι ο χαρακτήρας που υποδύθηκε, στην πρώτη ταινία της Marvel με πρωταγωνίστρια γυναίκα, την οδήγησε να επαναξιολογήσει τη δύναμη της ως γυναίκα και το πόσο άδικα της είχαν συμπεριφερθεί στο παρελθόν εξαιτίας του φύλου της.
Η σχέση της με τις φεμινιστικές ιδέεςΗ ηθοποιός δεν διστάζει να μιλήσει για τον καθημερνό σεξισμό που αντιμετωπίζουν γυναίκες αλλά και άντρες: «Είναι μια λυπηρή πραγματικότητα. Πιστεύω ότι είναι σημαντικό να καταδεικνύουμε τέτοιες συμπεριφορές, οι οποίες, ωστόσο, δεν είναι μεμονωμένες. Είναι μέρος ενός συστήματος. Εγώ δεν αντιλαμβάνομαι την κατάσταση ως “άντρες εναντίον γυναικών”. Θεωρώ ότι πρέπει να δουλέψουμε μαζί για να συντρίψουμε ένα σύστημα που μας καταπιέζει όλους».
Για την ηθοποιό όλοι χρειαζόμαστε συμμάχους για να νικήσουμε το «κακό» και ο φεμινισμός χρειάζεται και τους άντρες να συνταχθούν με τον σκοπό αυτό: «Με συγκινεί πάντα όταν ένας άντρας όχι μόνο μιλάει για να υπερασπιστεί τις γυναίκες αλλά το κάνει ξεκάθαρο ότι πρόκειται για σύμμαχος στον αγώνα για τα γυναικεία δικαιώματα». Συμπληρώνοντας ότι από το κίνημα του #MeToo και έπειτα, όπου και έχει δημιουργηθεί ένα περιβάλλον που επιτρέπει στις γυναίκες να αντισταθούν στην τοξική αρρενωπότητα, η ίδια αισθάνεται περισσότερο ενδυναμωμένη από ποτέ.
Η εδραίωση στο ΧόλυγουντΤο 2019, επίσης, μαζί με τον συμπρωταγωνιστή της στην ταινία «Τρελά Πλούσιοι», Χένρυ Γκόλντινγκ, θα ιδρύσουν τη δική τους εταιρεία παραγωγής, με σκοπό να δώσουν την ευκαιρία σε περιθωριοποιημένες φωνές να μοιραστούν την ιστορία τους. Ενώ τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, το όνομα της θα βρεθεί στη λίστα με τα 842 νέα μέλη της Αμερικάνικης Ακαδημίας Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών, δίνοντας της τη δυνατότητα να ψηφίζει για τα βραβεία Όσκαρ.
Η πανδημία και ο αγώνας ενάντια στον ρατσισμόΗ πανδημία την βρήκε μαζί με τον σύντροφό της και επίσης ηθοποιό, Ντομινίκ Κούπερ, να προσφέρουν εθελοντική εργασία στην οργάνωση «Cook-19», η οποία ετοίμαζε και παρέδιδε γεύματα στους εργαζόμενους πρώτης γραμμής στο Εθνικό Σύστημα Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου. Την βρήκε επίσης να ανησυχεί για την κατακόρυφη αύξηση ρατσιστικής βίας ενάντια στους Ασιάτες σε Βρετανία και Αμερική.
Όταν έξι Ασιάτισσες σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια ένοπλης επίθεσης στην Ατλάντα, τον Μάρτιο του 2021, η ίδια μέσα από τον προσωπικό της λογαριασμό στο Instagram έγραψε: «Σας επιστείω την προσοχή για το τι συμβαίνει. Πρόκειται για την τελευταία από μια σειρά φρικιαστικές επιθέσεις προς την ασιατική κοινότητα. Ο ρατσισμός και ο μισογυνισμός δεν αλληλοαναιρούνται».
Παράλληλα, διακήρυξε την ολοκληρωτική της υποστήριξη στην οργάνωση Stop AAPI HATE, ενάντια στον ρατσισμό και το μίσος που βιώνουν τα άτομα με καταγωγή από την Ασία και τα νησιά του Ειρηνικού στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ενώ, τον Μάιο συμμετείχε στην αντίστοιχη βρετανική πρωτοβουλία «Stop Asian Hate» βοηθώντας στη συγκέντρωση χρημάτων για την Ανατολική και Νοτιαοανατολική Ασιατική Κοινότητα (ESEA).
Μια σπουδαία κινηματογραφική χρονιάΤο 2021 αποτελεί μια σπουδαία κινηματογραφική χρονιά για την Τζέμα Τσαν. Η ταινία κινουμένων σχεδίων της Ντίσνεϊ «Η Ράια και ο Τελευταίος Δράκος», στην οποία δανείζει τη φωνή της, συγκέντρωσε περίπου 132 εκατομμύρια δολάρια, σε μια χρονιά όπου τα σινεμά δέχθηκαν αρκετά μεγάλο χτύπημα εξαιτίας της πανδημίας. Η ταινία της Marvel «Eternals», σε σκηνοθεσία της βραβευμένης με Όσκαρ Κλοέ Ζάο, στην οποία η Τσαν πρωταγωνιστή ως η υπερηρωίδα με το όνομα Sersi, έχει συγκεντρώσει πάνω της όλα τα βλέμματα. Στο πλευρό της ένα all-star cast πρωταγωνιστών όπως η Αντζελίνα Τζολί, η Σάλμα Χάγιεκ και ο πολύ καλός της φίλος Ρίτσαρντ Μάντεν.
Η Ζάο σχολιάζει για τη μεταξύ τους συνεργασία: «Η Τζέμα είναι μια εξαιρετική ηθοποιός. Ευφυέστατη και θαρραλέα. Έφερε στον ρόλο της Sersi μια αβρότητα, μια συμπόνια και μια ευαλωτότητα, η οποία θεωρώ θα οδηγήσει τους θεατές στο να επαναπροσδιορίσουν το τι σημαίνει να είσαι ηρωικός».