«Η Παράσταση», είναι μια θεατρική εμπειρία που εμπνέεται από τα καθημερινά καθέκαστα των ημερών που ζούμε. Ασχολείται με το αδιέξοδο που δοκιμάζει ο καλλιτεχνικός κόσμος του θεάτρου, αλλά και το θεατρικό κοινό. Αναρωτιέται τι είναι το θέατρο, τι είναι η πρόβα, ο ηθοποιός και το κοινό. Πόση ανάγκη έχει απομείνει για την τέλεση της θεατρικής πράξης; Μπορούμε άραγε να διαχωρίσουμε την τέχνη, από τον κόσμο του θεάματος;
περίληψη – λίγα λόγιαΜια νεαρή ηθοποιός απορρίπτεται από σειρά ακροάσεων και δεν μπορεί με τίποτα να βρει δουλειά στο θέατρο. Με την προτροπή του συντρόφου της αποφασίζει ν’ ανεβάσει μια παράσταση σ’ ένα εγκαταλειμμένο κουρείο κάπου στο Γκύζη. Το κοινό θα παρακολουθήσει δια ζώσης τις πρόβες που πραγματοποιούνται μέσα στον ιδιαίτερο χώρο του κουρείου, που θα υποδέχεται κάθε φορά 15 θεατές.
σημείωμα σκηνοθέτη«Δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι γύρω μου που μου λένε πως δεν αγαπούν το θέατρο. Αντίθετα είναι υπέρμαχοι της τηλεόρασης: « Με χαλαρώνει, με ξεκουράζει … την αφήνω ανοιχτή μέχρι να με πάρει ο ύπνος.» Όταν τους ρωτάω γιατί δεν τους αρέσει το θέατρο, πάνω κάτω λαμβάνω τις ίδιες απαντήσεις: « Πήγα μια φορά και … βγήκα κουρασμένος. Αισθάνομαι ότι με κοροϊδεύουν. Είναι ακριβό. Πολύ χαμηλό το επίπεδο.» Οι απαντήσεις δεν με παίρνουν από κάτω. « Λες πράγματι το κοινό να έχει υψηλές απαιτήσεις από το θέατρο;» Αναρωτιέμαι. Σε λίγο όμως διαπιστώνω πως οι ίδιοι άνθρωποι με ρωτούν για το θέατρο, μέσα από αυτά που έχουν ακούσει για τους ηθοποιούς στην τηλεόραση. Υπάρχει μια αξεδιάλυτη σύγχυση στην συνείδηση του κοινού.
Το πιο φοβερό όμως είναι πως η ίδια σύγχυση πολλαπλασιάζεται και στην συνείδηση των ηθοποιών που στο βωμό της επιβίωσης, βρίσκουν τον κόσμο του θεάματος ως μόνη διέξοδο. Σε μια κοινωνία που κυριαρχείται ραγδαία από τον μιμητισμό και το θέαμα, σε βαθμό που δυσκολευόμαστε να ξεδιαλύνουμε το εγώ από το άλλο, τι θέατρο θέλουμε να κάνουμε; Τι θέατρο θέλουμε να βλέπουμε;
«Η Παράσταση» δεν δημιουργήθηκε για να διαχωρίσει το πρέπον από το άπρεπο. Άλλωστε δεν υφίσταται τέτοιος διαχωρισμός. Συντέθηκε από την ανάγκη να ξαναπιστέψουμε στην μοναδικότητα του θεάτρου. Στην αναντικατάστατη εμπειρία του. Να μας φανερώσει την τέχνη που αντιγράφει την ζωή, στο βαθμό που για λίγο παραμυθιαζόμαστε από το αντίθετο: πως η ζωή αντιγράφει την τέχνη. Υπάρχει ένας κενός χώρος μέσα μας. Μπορεί να μοιάζει μ’ ένα έκθετο κουρείο, κάπου στο Γκύζη. Μπορεί μ’ ένα μούδιασμα που μας υπερβαίνει, έναν ανεξερεύνητο πόνο, ένα έλλειμμα. Είναι το θέατρο που μας λείπει».
Ηλίας Κουνέλας – Δεκέμβρης ’21 – Αθήνα