Ήρωες και αντιήρωες. Ο Μ. Καραγάτσης στο σύνολο της εργογραφίας του φλέρταρε πάντοτε επικίνδυνα με πρόσωπα αμφιλεγόμενα. Απελπισμένοι, δούλοι των ορμών τους, φορείς μιας διαρκούς ηθικής πάλης, ήρωες που παλινδρομούν ανάμεσα στο πάθος των χαρακτήρων του Ντοστογιέφσκι κι άλλοτε του Χέμινγουεϊ.
Τι γίνεται όμως, όταν οι ήρωες αυτοί είναι πρόσωπα υπαρκτά και σχεδόν ανέγγιχτα ως ήρωες της «ιερής» Ελληνικής Επανάστασης; Στον «Κοτζάμπαση του Καστρόπυργου» ζωντανεύουν όλα αυτά τα πληθωρικά συγγραφικά χαρακτηριστικά αλλά με βαρύ ονοματεπώνυμο. Βασιλιάδες και πολέμαρχοι ξαναζούν την Ιστορία μέσα στον μυθιστορηματικό χρόνο. Εσχάτως και στην θεατρική αναπαράσταση.
Στην εκπνοή των εορταστικών υπομνήσεων για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, ανεβαίνει (για πρώτη φορά στο φυσικό της χώρο) η θεατροποιημένη εκδοχή του «Κοτζάμπαση» στο Θέατρο Πορεία, σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Τάρλοου. Και οι ηθοποιοί της μιλούν για τους ήρωες· αλλά μαζί μιλούν για την Eλληνική Ιστορία ως απόσπασμα της μεγάλης ιστορίας της ανθρώπινης ματαιότητας.
Ο Γιώργος Χριστοδούλου στο ρόλο του Μίχαλου ΡούσηΟ Μίχαλος Ρούσης του Καραγάτση που βασίστηκε σε ένα αληθινό πρόσωπο της Ιστορίας είναι ένας Έλληνας που έγινε Τούρκος, ένας προδότης που έγινε ήρωας, ένας δειλός που βρίσκει το θάρρος του, ένας πανηδονιστής που λαχταράει να γυρίσει πίσω στην γυναίκα του. Από Τούρκος γίνεται ξανά Έλληνας, από ήρωας της Επανάστασης επιχειρεί να προδώσει ξανά τους δικούς του, παραμένει τρομαχτικά δειλός και όταν φτάνει κοντά στην γυναίκα του, έχει και την ερωμένη του μέσα στο σπίτι. Τόσο ακραίος μα τόσο απτός. Τόσο σύνθετος γι’ αυτό και τόσο πραγματικός. Η ιστορία του συνομιλεί με την ιστορία της Ελλάδας και μας υπενθυμίζει, πως κοντά στους ήρωες και τις φωτεινές στιγμές αυτής της Ιστορίας, υπάρχει πάντα κάποιος Μίχαλος Ρούσης να μας κλείνει το μάτι από το σκοτάδι.
Γερλίσιοι Τούρκοι λέγονταν οι ντόπιοι Τούρκοι του Μοριά, αυτοί που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν εκεί. Ήταν αγαπητοί στους Έλληνες και αυτό ήταν κάτι αμφίδρομο. Ένας τέτοιος Τούρκος λοιπόν ήταν και ο Μουσταφά Μπέης ο οποίος ήταν ένας πλούσιος και ισχυρός άνθρωπος του Μοριά. Γέννημα θρέμμα και σημαντικός Μπέης της Τρίπολης. Σε αυτή την σημαντική πόλη του Μοριά ο Μίχαλος Ρούσης θα συναντήσει ξανά τον αγαπημένο του φίλο Μουσταφά Μπέη.
Ο παππούς του Μίχαλου είχε φιλικούς δεσμούς με τον πατέρα του Μουσταφά. Η οικογενειακή αυτή φιλία έχει περάσει λοιπόν και στην επόμενη γενιά, καθώς ο Μίχαλος με τον Μουσταφά γνωρίζονται από παιδιά και η αγάπη που υπάρχει μεταξύ τους είναι φανερή και εκδηλώνεται μέσα από μια βαθιά και αληθινή φιλία. Ο Μουσταφά με όλη του την καρδιά αναλαμβάνει να φιλοξενήσει τον Μίχαλο και να του δώσει όλες τις ανέσεις. Το σημαντικότερο, όμως, που του παρέχει, είναι πληροφορίες, πολύτιμες συμβουλές και προστασία. Θα φροντίσει ακόμα και για την σωτηρία του φίλου του την κρίσιμη στιγμή που η πολιορκία της Τριπολιτσάς είναι θέμα ημερών και η ζωή του Μίχαλου απειλείται.
Ο Μουσταφά – ακόμα και την στιγμή που ο ίδιος ξεψυχάει – θα μεριμνήσει για την σωτηρία του φίλου του, ξεδιπλώνοντας ένα μεγαλείο ψυχής που είναι πέρα από εθνικότητες και αντιπαραθέσεις. Σε αυτό το τελευταίο ταξίδι του προς το φως, ο Μουσταφά δίνει απλόχερα αγάπη και μας προτείνει να αγκαλιάσουμε χωρίς φόβο την σύντομη ζωή μας.
Η Βίκυ Κατσίκα στο ρόλο της Ευαγγελίας ΡούσηΗ Ευαγγελία είναι ένα παιδί που μεγαλώνει σε πληγή. Γεννήθηκε το 1805 και 15 χρόνια αργότερα θα παραχωρήσει τη ζωή της, με πίστη λυσσαλέα και εμπιστοσύνη ευλαβική, στα τρεμάμενα από εσωτερικές δονήσεις χέρια του Μίχαλου. Στο εξής ζει εκεί, στην άκρη των δαχτύλων του και κάθε μικροκίνηση του, κάθε άγγιγμα του σε γυναίκα, κάθε προδοτική του χειραψία, κάθε πτώση του, τραντάζει την ψυχή της. Η ανεμοδαρμένη του ζωή τη διαπερνά και τη σκληραίνει.
Και τη στιγμή που το κορίτσι μοιάζει πιο πολύ με βράχο και λιγότερο με άνθρωπο, έρχεται ο Σουλεϊμάν. Δύο στίχοι κι ένα χειροφίλημα είναι αρκετά για να θρυμματιστεί στην αγκαλιά του. Μα σε καιρούς επαναστατικούς ησυχία δεν μπορείς να βρεις ούτε μισοπεθαμένος. Λέει ο Καραγάτσης «ο θάνατος πέρασε κι από δω, ο θάνατος είχε αγγίξει τα πάντα με τις μελανές φτερούγες του…».
Ο Γέρος του Μωριά είναι η εμβληματικότερη φυσιογνωμία της ελληνικής Επανάστασης αλλά συνάμα λειτουργεί καταλυτικά ως μυθιστορηματικός ήρωας στην ιστορία του Κοτζάμπαση του Καστρόπυργου, Μίχαλου Ρούση. Μετά την εξωμοσία του Μίχαλου στην Ντροπολιτσά, ο Κολοκοτρώνης χρήζει τον εαυτό του εκδικητή και τιμωρό του Ρούση, αναγκάζοντάς τον να έρθει μεταμφιεσμένος στα Δερβενάκια και να ρισκάρει τη ζωή του πλάι στον Γέρο για να ξεπληρώσει το σφάλμα του. Αυτό τον μετέτρεψε από προδότη και δειλό σε ήρωα πατριώτη…
Ο Κολοκοτρώνης ήξερε τον τρόπο να σπέρνει το φόβο σε Έλληνες και Τούρκους για να είναι πάντα σε πλεονεκτική θέση. Έμοιαζε άφοβος κάνοντας τους άλλους να φοβούνται περισσότερο. Ήταν ο στρατηγός του φόβου. «Ο πόλεμος είναι πόλεμος. Αν δεν τον ξαντεριάσεις τον προδότη μπροστά σε όλους, αύριο θα σε προδώσουν όλοι». Έτσι κρατούσε ενωμένους τους πολεμιστές του, γιατί τους ενέπνεε τόσο όσο και τον φοβόντουσαν.
Παπαφλέσσας: Ο σκερτσόζος και αντιδραστικός πρόδρομος των Ελλήνων πολιτικών ,ο συνεχιστής των κοτζαμπάσηδων, ο αρχιερέας της πολιτικής της θρησκείας, ο καμικάζι, ο τρελός, ο ηθοποιός. Ένας ροκ σταρ, ένας μεγάλος σόουμαν ,ο αρχηγός της επανάστασης. Ο φέρων το ψέμα ως αλήθεια. Το ζήτημα για τον Παπαφλέσσα είναι το τελευταίο έργο του, η τελευταία εμφάνιση του, ο τελευταίος του ρόλος…
Μου θυμίζει τον ζωγράφο Πόλοκ και το τέλος του. Ο άνθρωπος που έκανε το τέλος της ζωής του, τέχνη. Ο πιο κοντινός ήρωας στην διττότητα και την αμφιλογία του Καραγκιόζη. Ο Δημήτρης Τάρλοου μου έδωσε γενναιόδωρα σκηνική ελευθερία και τη δυνατότητα έτσι, να ξανασυνδεθώ με τη ρίζα μου όσο ανθηρή ή σκάρτη κι αν είναι, κι αυτό όταν πετυχαίνει οδηγεί σε μια ανακούφιση
Σουλεϊμάν: Ποιητής, ρομαντικός, στρατιώτης. Ένας ηττημένος της ζωής. Από την πρώτη στιγμή που είδε την Ευαγγελία ένιωσε να υπάρχει ξανά, να νιώθει ξανά και να ελπίζει. Θα έκανε τα πάντα γι’ αυτήν με όποιο κόστος.
Ευαγγελία Σπυροπούλου ή Βαγγελιώ! Η Βαγγελιώ είναι η δίψα για ζωή, αγάπη, έρωτα. Ψάχνει να βρει μια θέση σε αυτόν τον κόσμο και κυρίως στον κόσμο του Μίχαλου. Η ζωή της είναι ο Μίχαλος. Η Βαγγελιώ θυσιάζεται και δίνεται με θάρρος στον έρωτα ως ερωμένη, ως μάνα, ως «πολεμίστρια» για να σώσει τον Μίχαλο. Φυσικά αυτό που της επιστρέφεται είναι δυσανάλογο και η πίκρα είναι μεγάλη, αλλά πόσες φορές μας δίνεται η ευκαιρία να ζήσουμε τόσο μεγάλα αισθήματα;
Η Βαγγελιώ σώζεται και γραπώνεται από την ζωή, γιατί γνωρίζει τον Μίχαλο και αμέσως από κορίτσι γίνεται γυναίκα. Ο τρόπος που αποχωρεί και κόβει τα δεσμά της είναι ηρωικός, είναι ένα ξερίζωμα αλλά αυτό φέρνει και την απελευθέρωση της. Ελπίζω!
Ο Κώστας Βασαρδάνης στο ρόλο του βασιλιά ΌθωναΟ Όθωνας είναι ο πρώτος βασιλιάς του ελεύθερου ελληνικού κράτους. Ο πατέρας του, τού εμφύσησε την αγάπη για την Ελλάδα και τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Οι ιστορικοί λένε πως ήρθε από τη Βαυαρία για να βασιλεύσει έχοντας τις καλύτερες προθέσεις απέναντι στο ελληνικό λαό και τη χώρα…
Ωστόσο φαίνεται πως η διαφορά στα ψυχικά χαρακτηριστικά των δύο λαών, της Γερμανίας και της Ελλάδας, υπήρξε βασική αιτία της αποπομπής του. Η πειθαρχία, ο ψυχρός (εντός ή εκτός εισαγωγικών) σχεδιασμός στη λήψη αποφάσεων από τη μία και η πιο ταπεραμεντόζα, αντιφατική, θερμόαιμη φύση από την άλλη. Ο Μπραμς με το τσάμικο και μάλιστα σε καιρούς χαλεπούς, όταν μια χώρα προσπαθεί να… αποδεχτεί την ελευθερία της ύστερα από τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς, δεν είναι εύκολο να συνεννοηθούν.
Η Ξανθή Γεωργίου στο ρόλο της βασίλισσας ΑμαλίαςΑμαλία. “Η βασίλισσα των φοινίκων”. Αυτόν τον τίτλο ήλπιζε να της δώσει κάποτε η Ιστορία. Επιβλητική, αυθόρμητη, ορμητική, με αντίληψη και πνεύμα πολιτικό, δεν είχε σκοπό, ούτε μπορούσε να γίνει μια διακριτική, διακοσμητική βασίλισσα. Ήταν μια δυναμική αμαζόνα, θαύμαζε τους αγωνιστές του ‘21, έπαιρνε τα ηνία σε πολιτικά θέματα και ασκούσε αντιβασιλεία όποτε χρειαζόταν. Συχνά την εκνεύριζε ο φοβερός σκεπτικισμός και η αθεράπευτη αναποφασιστικότητα του Όθωνα. «Μη χάνεσαι εις λεπτολογίας», του έλεγε.
Την αγάπησε την Ελλάδα. Όταν εξορίστηκε στη Βαμβέργη, έπεσε σε βαθιά μελαγχολία. Απαρηγόρητη στο σιωπηλό της δράμα, φορούσε τη στολή Αμαλίας και μιλούσε με τον Όθωνα καθημερινά για δύο ώρες ελληνικά, αναπολώντας έτσι το όνειρο που χάθηκε. «Μακάρι η Ελλάδα να γίνει μια ευτυχισμένη χώρα… Μακάρι να γίνουν πραγματικότητα τα όνειρα της νιότης μας», έγραψε στη διαθήκη της.
Ο Κοτζάμπασης του Καστρόπυργου, του Μ.Καραγάτση, σε διασκευή Θανάση Τριαρίδη και σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου, παρουσιάζεται στο Θέατρο Πορεία.
Παραστάσεις: Τετάρτη & Κυριακή 19:00, Πέμπτη & Παρασκευή 20:00, Σάββατο 17:00 & 20:30