Η «Κρητικοπούλα», που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά πριν από 105 χρόνια στο Δημοτικό Θέατρο της Αθήνας, επιστρέφει για έξι παραστάσεις στο ανακαινισμένο Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας», του Οργανισμού Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων.
Η τωρινή παράσταση, που κάνει πρεμιέρα στις 18 Δεκεμβρίου, είναι μια αναβίωση της παραγωγής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, στη σκηνοθεσία του Πέτρου Ζούλια, του 2011. Το πολυπληθές καστ καταξιωμένων και νέων σολίστ, τη Συμφωνική Ορχήστρα και τη Χορωδία του Δήμου Αθηναίων διευθύνει ο Ανδρέας Τσελίκας.
Ορισμένοι από τους πρωταγωνιστές εκείνης της παράστασης επιστρέφουν στη σκηνή για να ερμηνεύσουν τους ίδιους ρόλους, μαζί με άλλους λυρικούς τραγουδιστές, που δοκιμάζονται για πρώτη φορά τους συγκεκριμένους ρόλους, ενός έργου υψηλών τεχνικών, εκφραστικών και σκηνικών απαιτήσεων.
O τενόρος Κωνσταντίνος Κληρονόμος είναι ένας από τους λυρικούς τραγουδιστές που ερμηνεύουν για πρώτη φορά τον ρόλο τους στην «Κρητικοπούλα», συγκεκριμένα τραγουδά το μέρος του Παύλου. Ο έλληνας τενόρος, που έχει αποσπάσει θετικές κριτικές για το τίμπρο της φωνής του, το προσεγμένο του τραγούδι, το υποκριτικό του ταλέντο και την πληθωρική σκηνική του παρουσία, έχει συνεργαστεί και στο παρελθόν με την Εθνική Λυρική Σκηνή, αλλά και με το Μέγαρο Μουσικής, Αθηνών και Θεσσαλονίκης, τα Φεστιβάλ Αθηνών, Αιγαίου, Επταπυργίου και το Festival Kvarner. Ακόμη με τα Theater Bremen, Theater Görlitz, Stadttheater Pforzheim, Theater für Niedersachsen και ορχήστρες όπως Deutsche Staatsphilharmonie Rheinland-Pfalz, Moravian Philharmonic, ΚΟΘ, Ορχήστρα Σύγχρονης Μουσικής της ΕΡΤ κ.ά.
Με την ευκαιρία της επανεμφάνισής του στο Θέατρο «Ολύμπια», ρωτήσαμε τον Κωνσταντίνο Κληρονόμο για την «Κρητικοπούλα» και τον ρόλο που ερμηνεύει σε αυτήν, αλλά και για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι λυρικοί τραγουδιστές στην Ελλάδα.
Η κωμική αυτή όπερα του Σπύρου Σαμάρα μιλά για τον έρωτα και την επανάσταση στα χρόνια της ενετοκρατίας. Κεντρικό πρόσωπο της υπόθεσης του έργου είναι η όμορφη κρητικοπούλα Αρετή, η οποία ντύνεται Μανωλιός, για να αποσπάσει από τον ενετό Δούκα της Κρήτης προνόμια για τους Κρητικούς. Την ίδια στιγμή δημιουργούνται αισθηματικές ιστορίες, που καταλήγουν σε κωμικές καταστάσεις.
Ο ρόλος που ερμηνεύω είναι αυτός του Παύλου. Ο Παύλος είναι ένας νεαρός Κρητικός, που βρίσκεται σε μια πολύ δύσκολη θέση. Είναι πολύ ερωτευμένος με την ενετή Κοντέσσα. Η διαφορά της κοινωνικής τους θέσης, όμως, τον αποτρέπει από το να της εκφράσει τον έρωτά του. Από την άλλη, νιώθει και την υποχρέωση που έχει στην πατρίδα του, να επαναστατήσει εναντίον των Ενετών, κάτι που θα σήμαινε όμως και εναντίον της αγαπημένης του. Στο τέλος, βέβαια, με τη βοήθεια της βενετσιάνικης πονηριάς της Κοντέσσας και της κρητικοπούλας Αρετής, η αγάπη βρίσκει τον δρόμο της και το ζευγάρι ενώνεται με τα δεσμά του γάμου.
Δεν είναι η πρώτη φορά που τραγουδάτε σε μια όπερα γραμμένη από έλληνα συνθέτη. Υπάρχουν κάποιες ιδιαιτερότητες σ’ αυτήν ή όχι; Επίσης, πιστεύετε ότι η μουσική του Σαμάρα μπορεί να «μιλήσει» και σήμερα σε ένα ευρύτερο κοινό;Είχα την τύχη και στο παρελθόν να τραγουδήσω έργα ελλήνων συνθετών. Το πιο πρόσφατο είναι τον περασμένο Νοέμβριο, ο «Μάρκος Μπότσαρης» του Παύλου Καρρέρ στα «Ολύμπια». Το πιο κυρίαρχο στοιχείο που παρατηρεί κάποιος στις συνθέσεις αυτές είναι, κατ’ εμέ, το πάντρεμα της δυτικής μουσικής με τις παραδοσιακές φόρμες της ελληνικής μουσικής διαφορετικών περιόδων και τόπων. Αυτό πιστεύω κάνει τη μουσική αυτή πολύ άμεση, όμορφη και ιδιαίτερη. Υπάρχουν σε αυτήν στοιχεία που είναι πολύ οικεία στο ελληνικό κοινό. Στην «Κρητικοπούλα» του Σαμάρα, παραδείγματος χάριν, κυριαρχούν τα χρώματα της κρητικής μουσικής.
Η συνεργασία σας με την Εθνική Λυρική Σκηνή δεν είναι καινούργια. Τι συναισθήματα σας δημιουργεί η επιστροφή στην ιστορική της έδρα, το θέατρο «Ολύμπια»;Η συνεργασία μου με την Εθνική Λυρική Σκηνή ξεκίνησε πολύ πιο παλιά, το 2007 για την ακρίβεια. Εκείνη την πρώτη περίοδο, πριν φύγω για το εξωτερικό, ερμήνευσα εννιά διαφορετικούς ρόλους, με πιο σημαντικό μεταξύ αυτών τον ρόλο του Νεμορίνο στο «L’elisir d’amore» του Gaetano Donizetti σε σκηνοθεσία του Σταμάτη Φασουλή, το 2011 στα «Ολύμπια». Το 2018 επανεμφανίστηκα στην Εθνική Λυρική Σκηνή, στο ΚΠΙΣΝ, στον ρόλο του des Grieux στη «Manon» του Jules Massenet, σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου, μετά από μια πορεία σε πρώτους ρόλους λυρικού και spinto ρεπερτορίου σε θέατρα του εξωτερικού. Το ότι τραγουδάω ξανά στα «Ολύμπια» μετά από δέκα χρόνια με συγκινεί και μου προκαλεί ταυτόχρονα ανάμεικτα συναισθήματα. Είναι ακριβώς όπως όταν επιστρέφεις σε ένα μέρος που τελευταία φορά που το επισκέφθηκες ήταν όταν ήσουν παιδί…
Η λειτουργία ενός ακόμη θεάτρου για το λυρικό τραγούδι στην Αθήνα, όπως είναι το θέατρο «Ολύμπια» με τη νέα του μορφή, τι ρόλο μπορεί να διαδραματίσει στην ανάπτυξη της λυρικής τέχνης και στην καλλιέργεια του ενδιαφέροντος του κοινού γι’ αυτήν;Τους νέους έλληνες πρεσβευτές της παγκόσμιας λυρικής τέχνης τους δημιουργείς δίνοντας ευκαιρίες και χώρο.
Πιστεύω πως μπορεί να διαδραματίσει πολύ σημαντικό ρόλο για την ανάπτυξη της λυρικής τέχνης στην Ελλάδα. Όσο πιο πολλά θέατρα υπάρχουν τόσο πιο πολλές οι ευκαιρίες να δοκιμαστούν, να εκτεθούν και να εξελιχθούν οι έλληνες μουσικοί και λυρικοί ερμηνευτές στην απαιτητική αυτή τέχνη. Τους νέους έλληνες πρεσβευτές της παγκόσμιας λυρικής τέχνης τους δημιουργείς δίνοντας ευκαιρίες και χώρο. Δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο υψηλό καλλιτεχνικό επίπεδο, καλλιεργείς και το ανάλογο ενδιαφέρον του κοινού, που κατά μία έννοια εκπαιδεύεται και αυτό. Είναι μια αλληλένδετη σχέση.
Έχουμε, πιστεύω, πολύ ταλαντούχο και καταξιωμένο δυναμικό. Αυτό που λείπει σε πρωταρχικό επίπεδο δεν είναι οι υποδομές, είναι κυρίως ο σεβασμός προς αυτό το καλλιτεχνικό δυναμικό. Δεν εννοώ τον σεβασμό του κοινού προς το δυναμικό αυτό, αυτό είναι κάτι που το κερδίζεις ή όχι άμεσα πάνω στην σκηνή. Εννοώ τον σεβασμό από την πολιτεία και κυρίως από τους ίδιους τους ανθρώπους του θεάτρου. Αυτό παρατηρώ πως αλλάζει με την πάροδο του χρόνου, δεν παύει όμως, σε σχέση με κάποιες άλλες χώρες της Ευρώπης, να είναι ελλιπές. Αυτό που θα μπορούσε να βοηθήσει είναι, και σε αυτήν την περίπτωση, η γνώση. Η κατανόηση του τι μπορεί να σου προσφέρει, όχι μόνο η τεχνολογική και η οικονομική ανάπτυξη αλλά και η πολιτιστική. Αυτοί οι τομείς θα πρέπει να συνδέονται μεταξύ τους σε μια σύγχρονη κοινωνία. Αν μάθεις να σέβεσαι την σχέση των τριών αυτών τομέων, μαθαίνεις, υποθέτω, να σέβεσαι και να εκτιμάς και αυτούς που παράγουν πολιτισμό.
Σπυρίδων-Φιλίσκος Σαμάρας, «H Κρητικοπούλα», Κωμική όπερα σε τρεις πράξεις
Ολύμπια, Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας»
18, 21, 23, 25, 27 Δεκεμβρίου (20.00), 19 Δεκεμβρίου (18.30)
Εισιτήρια: Από 40€ έως 15€, μειωμένο 10€