Συν&Πλην: «Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού» στο θέατρο «Γκλόρια»
Μια σύνοψη των θετικών και των αρνητικών σημείων για την παράσταση «Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού» σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα που ανεβαίνει στο Θέατρο «Γκλόρια».
Το Δεκέμβριο του 1969, μια βομβιστική επίθεση στην Αγροτική Τράπεζα στην Πιάτσα Φοντάνα του Μιλάνο κοστίζει τη ζωή σε 17 ανθρώπους και τραυματίζει άλλους 88. Ως ύποπτος, μεταξύ άλλων, για την επίθεση συλλαμβάνεται ο εργάτης των σιδηροδρόμων Τζουζέπε Πινέλλι και οδηγείται για ανάκριση στην Αστυνομική Διεύθυνση της πόλης. Στην εκπνοή των 48 ωρών κράτησης του, ο Πινέλλι εκπαραθυρώνεται από τον τέταρτο όροφο του κτηρίου και, λίγο αργότερα, υποκύπτει στα τραύματα του. Η επίσημη εκδοχή κάνει λόγο για αυτοκτονία αλλά, όπως όλα δείχνουν, η αστυνομική βία τον έχει σπρώξει στο κενό.
Τα γεγονότα συμβαίνουν μετά από μεγάλες κοινωνικές διαμαρτυρίες και την οργάνωση ενός κινήματος διεκδίκησης νέας χάρτας εργασιακών δικαιωμάτων. Μια δραστηριότητα που, όπως φαίνεται, ενεργοποίησε στην Ιταλία παρακρατικά πλοκάμια και ακροδεξιές οργανώσεις που δρούσαν σε προβοκάτσια των κινητοποιήσεων.
Ως σχόλιο πάνω σε αυτή την τρομακτική κοινωνική αναταραχή έρχεται «Ο Τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού». Ο Ντάριο Φο απαντά στην σιωπή που επικρατούσε στο δημόσιο λόγο – ακόμα και από τον Τύπο της Αριστεράς. Ο Νομπελίστας Φο υπογράφει το πιο γνωστό έργο του και μπαίνει και ο ίδιος στο στόχαστρο του συστήματος και της εξουσίας.
Πρόκειται για μια θεότρελη, καυστική πολιτική σάτιρα που παίρνει, χωρίς περιστροφές, θέση κατά της κατάχρησης της εξουσίας. Στον απόηχο της δολοφονίας Πινέλλι, φαντάζεται έναν «πτυχιούχο» τρελό να μπαίνει ως ανακρινόμενος στην αστυνομική διεύθυνση του Μιλάνου και να αντιστρέφει τους όρους: Να γίνεται από ‘θύμα’, θύτης. Υποδυόμενος έναν υψηλόβαθμο ανακριτή επιτυγχάνει να εκθέσει τους βάρβαρους υπαλλήλους της Ασφάλειας. Κι από δυνάστες και βασανιστές να τους μετατρέψει σε μικρά φοβισμένα ανθρωπάκια που παραδέχονται το φοβερό έγκλημα τους.
Η σκυτάλη που πήρε ο Ντάριο Φο από τα γεγονότα του ’69 καυτηριάζοντας ευφυώς τα πολιτικά γεγονότα μοιάζει – στο πλαίσιο μιας νοερής αλλά γόνιμης αυθαιρεσίας – να παραδίδεται στον Γιάννη Κακλέα. Ως δραματουργός επεμβαίνει στο πρωτότυπο κείμενο με μετα – επιθεωρησιακή διάθεση – άρα επιτρέποντας στην επικαιρότητα να εμβάλλει. Ενώ ως σκηνοθέτης την εμβαπτίζει σ’ έναν ταχύ ρυθμό με εναλλαγή μέσων αφήγησης. Αποτέλεσμα ένα επί της ουσίας λαϊκό θέατρο – όπως το θέατρο που υπηρέτησε μέχρι τελευταίας πνοής ο Ντάριο Φο.
Τα Συν (+) H σκηνοθετική ματιάΑσκημένος στην ενορχήστρωση πολυπρόσωπων παραστάσεων, ο Γιάννης Κακλέας εμφυσεί στον «Αναρχικό» την ορμή που χρειάζεται μια σύγχρονη πολιτική φάρσα. Ο θεατρικός λόγος είναι εύστοχα επικαιροποιημένος και συνάμα εμπλουτίζεται από ένα επιθεωρησιακό πνεύμα χάρη στην πρωτότυπη μουσική και τραγούδια.
Στα όρια της πολυμεσικότητας – αν συνυπολογίσουμε τα εμβόλιμα βίντεο – η παράσταση φέρει έναν φρέσκο αέρα. Την ίδια ώρα, ανασύρει πηγές αφήγησης από την σκηνική ιταλική παράδοση: Την commedia dell’ Arte, το θέατρο των μπουφόνων, την τέχνη των γελωτοποιών. Η παράσταση, δηλαδή, στηρίζεται σ’ ένα καλοστημένο θεωρητικό σύστημα και με ποιοτικούς όρους εξελίσσεται επί σκηνής.
Η δραματουργική επεξεργασίαΗ έτερη ιδιότητα του Γιάννη Κακλέα στην δραματουργική επεξεργασία του κειμένου εμφανίζεται επίσης ευεργετική για την παράσταση. Υιοθετώντας μια οξεία διαχείριση της ελληνικής επικαιρότητας πάνω σε κάθε μορφή άσκησης βίας, ο Κακλέας φέρνει το Φο να συνομιλεί με τη νέα πραγματικότητα. Και, όπως όλα δείχνουν, δεν διαφοροποιείται σημαντικά από την προγενέστερη.
Την ίδια ώρα, ο Φο συνομιλεί και με τον ίδιο τον εαυτό του, καθώς την παράσταση διατρέχει το πνεύμα του «Μistero Buffo» και της φιγούρας του γελωτοποιού που έρχεται (και πάντα θα έρχεται) να μας αφηγηθεί μια κωμικοτραγική ιστορία. Σε σύμπνοια με την σατιρικότητα του κειμένου, έρχονται και οι οξυδερκείς στίχοι των τραγουδιών που υπογράφει ο πρωταγωνιστής της, Πάνος Βλάχος.
Μοιάζει σαν έτοιμος από καιρό ο Πάνος Βλάχος για το ρόλο του θεότρελου ‘εμπρηστή’ της Ασφάλειας. Μια θαυμάσια ευκαιρία βρίσκει εδώ για ν’ αναδείξει το πολύπλευρο ταλέντο του – όχι μόνο ως ηθοποιού αλλά ως πολυπερφόμερ, τραγουδιστή, μουσικού, λιμπρετίστα. Και κυρίως ενός καλλιτέχνη με star quality που μπορεί να στεφθεί επικεφαλής ενός θιάσου, χωρίς να τον επισκιάσει. Μια πολύ γόνιμη στιγμή για τον Πάνο Βλάχο που, κατά το προφανές, βρίσκει το πεδίο του στην φαρσική σκεπτόμενη κωμωδία.
Όπως και ο Βλάχος έτσι και ο Φοίβος Ριμένας αλλά και ο Θοδωρής Σκυφτούλης ελίσσονται τεχνηέντως στους κινδύνους της χοντροκομμένης (σε σημεία) φάρσας όπου πρωταγωνιστούν. Απολαυστικοί και οι δύο καθώς αναδεικνύουν πολλά πρόσωπα της γελοιότητας της εξουσίας. Ο μεν πρώτος με αέρα έμπειρου animateur, ο δεύτερος ποντάροντας περισσότερο στις ποικίλες εκφράσεις του. Διασκεδαστικοί μεν αλλά μέσα από πιο έντονη πόζα οι Κωνσταντίνος Μαγκλάρας, Στέλιος Πέτσας και η Ιφιγένεια Αστεριάδη στη σκηνή του φινάλε.
Η περίπτωση του μουσικού Βάϊου Πράπα είναι ενδεικτική του πόσο οργανική μπορεί να είναι μια μουσική σύνθεση στο θέατρο και δη στην κωμωδία. Η ζωντάνια της παράστασης του οφείλει πολλά – όπως και στις τραγουδιστικές ερμηνείες των Πάνου Βλάχου και Φοίβου Ριμένα.
Δεν είναι η μόνη παράσταση με μουσικό χαρακτήρα που ανεβαίνει στο κτήριο του Γκλόρια. Το θέατρο Διάνα (όπου εμφανίζεται ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου) στεγάζεται στις ίδιες εγκαταστάσεις. Κατά συνέπεια, η μουσική του κάτω ορόφου να ακούγεται κατά την έναρξη της παράστασης (το μονόλογο του Πάνου Βλάχου από το Mistero Buffo). Επιπλέον, το σύνηθες φαινόμενο των μεγάλων αιθουσών – να μην φτάνει καθαρός ο ήχος στις πίσω θέσεις της πλατείας – επαναλαμβάνεται κι εδώ. Στη δεύτερη περίπτωση, η τοποθέτηση μικροφώνων πιθανόν να βοηθούσε.
Οι στιγμές φλυαρίαςΤο μπουφόνικο στοιχείο παίρνει – σε σημεία – περισσότερο χώρο και χρόνο απ’ ότι πιθανώς χρειάζεται. Εξαιτίας αυτού κινδυνεύουν να ξεχειλώσουν κωμικά κάποιες ωραιότατες σκηνές της παράστασης.
Δυναμικά κι ορμητικά φρεσκαρισμένη η πολιτική σάτιρα του Ντάριο Φο, με ρεσιτάλ ερμηνείας από τον Πάνο Βλάχο.