Αλέκος Φασιανός: Η ζωή και το έργο του σπουδαίου ζωγράφου που έφυγε από τη ζωή, μέσα από τα δικά του λόγια
Ο εμβληματικός Έλληνας ζωγράφος Αλέκος Φασιανός έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 87 ετών και εμείς παρουσιάζουμε τη ζωή και το έργο ενός εκ των κορυφαίων καλλιτεχνών του 20ού αιώνα μέσα από τα δικά του λόγια.
Γεννημένος στην Αθήνα, στις 25 Νοεμβρίου 1935, ο Αλέκος Φασιανός έζησε τα παιδικά του χρόνια δίπλα στην Εκκλησία των Αγίων Αποστόλων την οποία και λειτουργούσε ο ιερέας παππούς του. Η επίδραση του ηλικιωμένου άντρα, ο οποίος και τον ενθάρρυνε να ασχοληθεί με τη ζωγραφική, υπήρξε καθοριστική τόσο για την εξέλιξη της ζωής όσο και για το έργο του εμβληματικού ζωγράφου. Ο ίδιος περιγράφει τη σχέση τους:
«Από πολύ μικρός και εξ αιτίας του παππού μου, τριγύρναγα στις μισοσκότεινες μεταβυζαντινές εκκλησίες και τον βοηθούσα άλλοτε φέρνοντας του το θυμιατό και άλλοτε διαβάζοντας τον Απόστολο. Πιο πολύ όμως και από το θρησκευτικό μέρος με είλκυαν οι εικόνες οι βυζαντινές η οι λαϊκές. Μου έκαναν εντύπωση οι άγιοι καβαλάρηδες με τα φωτοστέφανα και τα σπαθιά τους που έβγαζαν φλόγες και σκότωναν θηρία. Τα ξερά βυζαντινά βουνά στο βάθος, τα περίεργα δέντρα και τα φυτά και οι χρυσοί ουρανοί. Προσπαθούσα να αντιγράψω τις εικόνες. Όμως ήθελα να κάνω και δικές μου, να εκφράσω και τον δικό μου κόσμο, όπως κι όλας είχε διαπλαστεί από όλα όσα έβλεπα».
Ο θαυμασμός του για το αρχαιοελληνικό κάλλοςΠαράλληλα, η καθηγήτρια αρχαίων ελληνικών μητέρα του, έβαλε το δικό της λιθαράκι στη διαμόρφωση του νεαρού Αλέκου. Ήταν εκείνη που του μετέδωσε το πάθος για τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, ένα πάθος που συναντάμε μετέπειτα στις ζωγραφικές καταβολές, στη φόρμα και τις μορφές των έργων του μεγάλου ζωγράφου:
«Η μητέρα μου ήταν φιλόλογος και είχε μανία με τον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Αυτή με πήγαινε συγχρόνως στα Μουσεία η την Ακρόπολη και παντού όπου μπορούσε να συναντήσει αρχαία πράγματα. Μου άρεσαν πολύ τα εικονογραφημένα αρχαία βάζα, ιδίως οι λευκές λήκυθοι, που εικόνιζαν νεκρικές παραστάσεις. Πιο πολύ όμως με συγκινούσαν τα κυκλαδικά ειδώλια με στυλιζαρισμένα χέρια, τα μονοκόμματα σώματα που μοιάζανε με παιχνίδια».
Ενώ, ο πατέρας του, συνθέτης και καθηγητής μουσικής ο ίδιος, τον έμαθε να παίζει βιολί. Μάλιστα, ο Αλέκος Φασιανός θα σπουδάσει βιολί για δώδεκα ολόκληρα χρόνια στο Ωδείο των Αθηνών, ερχόμενος σε επαφή με μουσικούς όπως ο Γιάννης Μαρκόπουλος, ο Μίκης Θεοδωράκης και η Ντόρα Μπακόπουλου.
«Ο πατέρας μου ήταν μουσικός και έτσι έμαθα να παίζω βιολί. Δεν νομίζω ότι αυτό με επηρέασε καθόλου. Γιατί ήθελα να ζωγραφίζω από μικρό παιδί. Μέχρι τα δεκαεφτά μου χρόνια ζωγράφιζα μόνος μου και είχα όλο τον μαγικό κόσμο των εικόνων, στις εκκλησίες, και από την άλλη μεριά την αγαλματολατρεία των αρχαίων Ελλήνων».
Οι σπουδέςΖωγραφική σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, από το 1956 έως το 1960, με δάσκαλο τον Γιάννη Μόραλη, ενώ, παράλληλα, παρακολούθησε το εργαστήριο του ζωγράφου Γιάννη Τσαρούχη, με τους δύο σπουδαίους καλλιτέχνες να ασκούν αμφότεροι επιρροή στο μελλοντικό έργο του.
«Δεν μπορώ να πω ότι δεν έμαθα τίποτε. Το αντίθετο. Ο δάσκαλος μας ο Μόραλης είχε μια επιρροή επάνω μας τόσο σαν καλλιτέχνης, όσο και σαν άνθρωπος. Μάθαμε να βλέπουμε τις επιδράσεις του σκότους επί του φωτός και τανάπαλιν καθώς και τις αλλοιώσεις των σχημάτων των αντικειμένων εξ αιτίας του φωτός. Μάθαμε να συγκρίνουμε και τα πράγματα. Όμως πάντα σκεφτόμουνα τους αγίους με τα φωτοστέφανα, τα κοντάρια τους, τα σπαθιά τους, τις πολυποίκιλες στολές τους και τα κόκκινα η άσπρα άλογα που πηδούσαν πάνω από φλεγόμενους δράκοντες».
Λιγότερο τώρα σκεφτόμουνα τα κυκλαδικά.Μου άρεσε επίσης και η γιαπωνέζικη τέχνη και η ινδική ζωγραφική-Ταντρική. Όμως δεν είχα την μυστικοπάθεια. Άρχισα να ζωγραφίζω πάλι ανθρώπους με στολή και παράσημα μέσα σε κήπους. Δεν είχαν καμία κίνηση. Ήταν ανέκφραστοι και κρατάγανε λουλούδια. Αργότερα οι μικρές αυτές φιγούρες των ανθρώπων με τις στολές που έκανα άρχισαν να διαλύονται, να γίνονται τα όντα τα χρωματιστά με τα λουλούδια γύρω γύρω, άλλοτε καλά, άλλοτε τρομερά.
Και τώρα αυτά που ζωγραφίζω κρατούν φλεγόμενα σπαθιά όπως οι βυζαντινοί άγιοι. Είναι όμως πλάσματα απόκοσμα, της δικιάς μου φαντασίας, όπως προήλθαν μέσα από τις σκοτεινές εκκλησίες. Μου αρέσει η κόκκινη μάζα η η μπλέ, όχι όμως αφηρημένη. Θέλω όμως να συμβολίζει κάτι το χρώμα η οι γραμμές. Για αυτό πάντα οι φιγούρες που ζωγραφίζω είναι διαλυμένες και ζουν στα λουλούδια.
Ίσως είναι πεθαμένες».
Την πρώτη του έκθεση την πραγματοποίησε το 1959, όντας ακόμη φοιτητής της ΑΣΚΤ, στην γκαλερί Α23 μαζί με τους Σταμάτη Σταματόπουλο και Παντελή Ξαγοράρη.
Το 1960 έφυγε για το Παρίσι με υποτροφία της Γαλλικής Κυβέρνησης για να μελετήσει λιθογραφία στο École des Beaux-Arts με δασκάλους τους E. Claiin και G. Dayez. Εκεί, συχνάζει στον κύκλο επιφανών καλλιτεχνών και το 1966 πραγματοποιεί την πρώτη του επιτυχημένη έκθεση, στην Gallerie 3+2. Από εκείνη τη στιγμή και για τα επόμενα πενήντα χρόνια ο καλλιτέχνης θα μοιράζεται τον χρόνο του ανάμεσα στην Αθήνα και το Παρίσι.
Στην Αθήνα, ενοικιάζει μαζί με τους Αντώνη Κεπέτζη, Νίκο Στεφάνου και Βασίλη Σπεράντζα ένα ατελιέ της Εθνικής Πινακοθήκης στην Καλλιθέα, το οποίο μέχρι και το 1967 θα αποτελέσει ένα «ζωντανό εργαστήριο». Σε αυτό το περίφημο «Ατελιέ της Καλλιθέας», τόπο συνάθροισης φίλων-καλλιτεχνών, λάμβαναν χώρα διάφορα, θρυλικά πλέον, happenings. Ήταν ο χώρος όπου ο Αλέκος Φασιανός θα οδηγηθεί στο μονοπάτι ενός καθαρά προσωπικού καλλιτεχνικού ύφους, το οποίο διαμορφώνεται και εξελίσσεται βαθμιαία.
«Εκεί αναπτυχθήκαμε με έμπνευση και ενθουσιασμό, για μια ζωγραφική που βγαίνει από την αίσθηση της πραγματικότητας. Σ’ αυτό το ατελιέ, μας επισκέπτονταν πολλοί φίλοι ποιητές, ζωγράφοι, φιλότεχνοι και περίεργοι. Ερχόταν συχνά ο Ταχτσής, ο Τσαρούχης, ο Εμπειρίκος, η Βακαλό, ο Σινόπουλος, ο Καρούζος, ο Αναλις και πολλοί άλλοι. Ετσι, με την ηθική υποστήριξή τους και τις συμβουλές τους, παίρναμε πολύ θάρρος. Γιατί, δεν είναι εύκολο, όταν κανείς αρχίζει, να είναι σίγουρος για το έργο του…. Με τον Σπεράντζα μέναμε στο επάνω πάτωμα και ο Στεφάνου στο κάτω…. Εκεί, σ’ αυτό το σπίτι της Καλλιθέας, γεννήθηκε ο πρώτος ποδηλάτης καπνίζων. Ξαφνικά μια μέρα, ενώ στεκόμουν στο παράθυρο και κοιτούσα τον ουρανό, μου ήλθε η έμπνευση, σαν επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, να κάνω έναν ποδηλατιστή με τσιγάρο και καπνό και με τα μαλλιά του να ανεμίζουν.
Οταν το ζωγράφισα, γέμισε το δωμάτιο με φούμες. Κατόπιν έκανα ένα άλλο, μπλε, και ύστερα ένα κόκκινο. Μέχρι τώρα, έχω ζωγραφίσει αρκετούς, για ποδηλατικούς αγώνες».
Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας ο Αλέκος Φασιανός βρέθηκε στο Παρίσι. Είναι η περίοδος όπου θα παγιώσει το προσωπικό του καλλιτεχνικό ιδίωμα με μια σειρά ατομικών εκθέσεων σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις, οι οποίες λαμβάνουν εγκωμιαστικά σχόλια από τους κριτικούς.
Έως το τέλος της ζωής του ο εμβληματικός καλλιτέχνης θα συμμετάσχει σε περισσότερες από ογδόντα ατομικές και συλλογικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Από την Αθήνα, τη Νέα Υόρκη, το Λονδίνο και το Παρίσι έως το Βερολίνο, το Τόκιο, το Ντουμπάι και τη Μελβούρνη. Έργα του έχουν εκτεθεί σε εμβληματικά διεθνή μουσεία και αποτελούν μέρος σημαντικών δημόσιων και ιδιωτικών συλλογών. Θα συμμετέχει σε σημαντικές εικαστικές διοργανώσεις όπως η Μπιενάλε του Σάο Πάολο (1971), η Μπιενάλε της Βενετίας (1972) και τη διεθνή έκθεση σύγχρονης τέχνης (FIAC, 1983).
Κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας και σπουδαίας σταδιοδρομίας του θα λάβει μια σειρά σημαντικών διακρίσεων. Θα τιμηθεί με τον Ταξιάρχη του Τάγµατος του Φοίνικα από τον πρόεδρο της Ελληνικής Δηµοκρατίας (1985), θα ανακηρυχθεί Ιππότης του Τάγµατος των Τεχνών και των Γραµµάτων από τον Γάλλο Υπουργό Πολιτισμού (1985), και θα βραβευτεί από την Ακαδημία Αθηνών (2009). Το 2021 θα τιμηθεί με το παράσημο του Διοικητή της τάξης των Γραμμάτων και των Τεχνών «Commandeur de l’ordre des Arts et des Lettres» της Γαλλικής Δημοκρατίας.
Ο ιδιαίτερος αυτός καλλιτέχνης θα ασχοληθεί, επίσης, με τη σκηνογραφία και την ενδυματολογία Θεάτρου, συνεργαζόμενος τόσο με τις μεγαλύτερες κρατικές σκηνές της χώρας όσο και με το ελεύθερο θέατρο, σε παραστάσεις κλασικών, σύγχρονων έργων και αρχαίου δράματος, στο πλευρό κορυφαίων σκηνοθετών όπως ο Αλέξης Σολωμός και ο Κάρολος Κουν. Επιπλέον, θα αναλάβει την εικονογράφηση βιβλίων σπουδαίων συγγραφέων και ποιητών όπως ο Jean-Marie Drot, ο Λουί Αραγκόν, ο Υβ Ναβάρ, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Ηλίας Πετρόπουλος, ο Πιερ Σέγκερς κ.α. Τέλος, θα κυκλοφορήσει δικά του βιβλία, πεζά και ποιητικά, καθώς και πολυάριθμα άρθρα.