Amalia melancholia – η βασίλισσα των φοινίκων, της Ζωής Χατζηαντωνίου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά
Η παράσταση της Ζωής Χατζηαντωνίου «Amalia melancholia, η βασίλισσα των φοινίκων», βασισμένη στις 887 επιστολές της βασίλισσας Αμαλίας προς τον πατέρα της, παρουσιάζεται στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
Αν η βασίλισσα Αμαλία ήταν φυτό, θα της έδιναν το όνομα «Amalia melancholia». Η ίδια ευχήθηκε να της δώσει η ιστορία τον τίτλο της βασίλισσας των φοινίκων. Η Ζωή Χατζηαντωνίου δημιουργεί μια παράσταση – μνημείο για τη γυναίκα που στιγματίστηκε για την ατεκνία της, αλλά χάρισε στην Αθήνα τον Εθνικό Κήπο. Την Αμαλία, στην παράσταση που κάνει πρεμιέρα στις 11 Φεβρουαρίου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, ερμηνεύει η Έμιλυ Κολιανδρή.
«Amalia melancholia»: Λίγα λόγια για την παράστασηΗ παράσταση βασίζεται στις 887 επιστολές της βασίλισσας Αμαλίας προς τον πατέρα της Παύλο Φρειδερίκο Αύγουστο του Ολδεμβούργου, σε μαρτυρίες που βρίσκονται διάσπαρτες στην εκτεταμένη βιβλιογραφία και στα απόρρητα έγγραφα των γιατρών που ασχολήθηκαν με την περίπτωση της. Οι επιστολές μοιάζουν περισσότερο με προσωπικό ημερολόγιο, βρίσκονται στα κρατικά αρχεία της πόλης του Ολδεμβούργου και διαβάζονται σαν απολαυστικό μυθιστόρημα ενηλικίωσης.
Μια κόρη απευθύνεται στον πατέρα της, μοιράζεται μαζί του τις αγωνίες, τις χαρές, τις ελπίδες και τις απογοητεύσεις της. Του μιλάει για τις δυσκολίες προσαρμογής, το πολιτικό κλίμα, τη λαχτάρα για τη γέννηση ενός παιδιού, τη λατρεία προς το πρόσωπό του, την αφοσίωση στον Όθωνα, το πάθος με τον μαγικό κόσμο των φυτών και των ζώων και, φυσικά, τη δημιουργία του Κήπου. Βλέπουμε την άγουρη, ενθουσιώδη, ρομαντική Αμαλία των δεκαοκτώ χρόνων να μεταμορφώνεται στην ενήλικη, επίμονη και πολιτικοποιημένη γυναίκα που αγάπησε την Ελλάδα αλλά η Ελλάδα δεν την αγάπησε ποτέ.
Η έρευνα και η δραματουργία της παράστασης επικεντρώνονται στο θέμα της ατεκνίας της Αμαλίας, στις μακροχρόνιες επίπονες προσπάθειές της και στις πολιτικές συνέπειες που είχε η αποτυχία της να προσφέρει διάδοχο στον ελληνικό λαό.
Οι σύγχρονες ιατρικές μελέτες αποδίδουν την ατεκνία της σε μια αφανή απλασία, μια έλλειψη, η οποία αν γινόταν γνωστή εκείνη την εποχή, η πρώτη βασίλισσα της Ελλάδαςθα θεωρούνταν ένα τέρας, ένας κακός οιωνός για τη λαμπρή επανεκκίνηση του ελληνισμού. Άλλη γυναίκα στην περίπτωσή της θα γινόταν έκθεμα ανατομίας, νούμερο σε τσίρκο ή μια αξιοπερίεργη υπόθεση ιατρικών σχολών.
Οι θεραπείες που της επέβαλλαν γιατροί, επιστημονικοί σύμβουλοι, σκιντζήδες και ιατροσοφιστές κράτησαν δεκαέξι χρόνια. Ακόμη και νεκρό, το ταλαιπωρημένο σώμα της Αμαλίας υποβλήθηκε, κατόπιν εντολής, σε νεκροψία, προκειμένου να διαλευκανθεί το ζήτημα της ατεκνίας της. Ωστόσο επίσημο έγγραφο δεν βρέθηκε ποτέ. Η εξέταση της πενηνταεξάχρονης γυναίκας αποκάλυψε ευρήματα, τα οποία κρίθηκε σωστό να αποσιωπηθούν.
Η «γέννηση» του Εθνικού ΚήπουΗ αποτυχία της να προσφέρει ένα παιδί στον λαό είχε επιπτώσεις στο ζήτημα της παλιγγενεσίας και στην αποκατάσταση της πολιτικής σταθερότητας στο ταραχώδες νεογέννητο κράτος. Η απουσία του συνετέλεσε στην όξυνση της λαϊκής δυσαρέσκειας και στην έξωσή του βασιλικού ζευγαριού από την Ελλάδα.
Ωστόσο, από το όραμα, την επιμονή και κυρίως την αγάπη της Αμαλίας, γεννήθηκε ένα παιδί, γεννήθηκε ένας Κήπος. Κανείς δεν πίστευε ότι ήταν δυνατόν να συμβεί αυτό το θαύμα στην κατάξερη και ρημαγμένη Αθήνα των μέσων του 19ου αιώνα. Αγαπούσε τα αειθαλή φυτά και τους φοίνικες, κυρίως τις Ουσινγκτόνιες, γιατί της θύμιζαν αρχαιοελληνικούς κίονες. Τις έφερε στην Ελλάδα για να ομορφύνει το μοναδικό παιδί που έκανε, τον σημερινό Εθνικό Κήπο.
Σε αυτόν τον Κήπο, παρά τις τόσες προτομές επιφανών ανδρών, δεν υπάρχει ούτε μία προτομή, ούτε μία επίσημη αναφορά, στη γυναίκα που τον ονειρεύτηκε και τον δημιούργησε.
Σημειώνει η σκηνοθέτις της παράστασης:«Η «Amalia melancholia» είναι μία γυναίκα μεταξύ μυθοπλασίας και ιστορίας, μεταξύ νεότητας και γήρατος, μεταξύ στειρότητας και γονιμότητας. Ένα πλάσμα μεταξύ ζωντανού μουσειακού εκθέματος και ζώου υπό παρακολούθηση με σκοπό την αναπαραγωγή. Ένα σώμα ανοικτό σε μεταμορφώσεις, που βρίσκεται σε μια κατάσταση δημιουργικής μελαγχολίας και βρίσκει τελικά τη δική του γραμμή φυγής προς μία άλλη διάσταση, πέραν των οικείων κοινωνικών συνόρων κι επιταγών.
Στην παράσταση, η φύση βρίσκεται εκεί μαζί της για να μνημονεύει την αρχή, τον προορισμό, το παν.
Η Αμαλία δεν είναι μόνο μια στολή από γαλάζια φόδρα κι ένα βυσσινί ζακετάκι με χρυσά σιρίτια. Αποκτά υπόσταση, παίρνει μορφή. Εκπληρώνει την αποστολή της και διαιωνίζει το είδος της, γίνεται Κήπος.
Μπορεί η βασιλεία να μην ταίριαξε ποτέ με τις καταβολές αυτού του τόπου και των ανθρώπων του ∙ ας αναγνωρίσουμε, όμως, στην Αμαλία, την ονειροπόλα και μελαγχολική, το αληθινό της βασίλειο και ας της δώσουμε, αυτό που η ίδια ευχήθηκε, τον τίτλο της βασίλισσας των φοινίκων.
Γιατί, μια βιογραφία δεν είναι μόνο τα πραγματικά, ιστορικά γεγονότα μιας ζωής. Δεν μπορεί να είναι μόνο αυτά. Μια βιογραφία είναι και όσα φαντάστηκε κανείς, όσα άφησε ανολοκλήρωτα, όσα έχασε, όσα θυσίασε, όσα επιθύμησε με πάθος αλλά δεν τα απέκτησε ποτέ. Είναι τα σχέδια ζωής που εκπληρώθηκαν, τα σχέδια ζωής που απέτυχαν και αυτά που βγήκαν όλα πλάνες».
*Τα αποσπάσματα των επιστολών βασίζονται στις «Ανέκδοτες επιστολές της βασίλισσας Αμαλίας στον πατέρα της, 1836 – 1853» (δίτομο), μετάφραση Βάνα & Μίχαελ Μπούσε, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας.