Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου: Οι σημαντικές στιγμές της ιστορίας του
Το 72ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου φτάνει στο τέλος του με τη διοργάνωση να διεξάγεται υπό την απειλή της έξαρσης της covid-19. Από τον ψυχρό πόλεμο έως την πανδημία, η πλούσια ιστορία της Berlinale είναι γεμάτη με συγκλονιστικές ή αμφιλεγόμενες στιγμές. Εμείς παρουσιάζουμε τις έξι πιο αξιομνημόνευτες.
Αν ένα από τα μεγάλα κινηματογραφικά φεστιβάλ έπρεπε να χαρακτηριστεί πολιτικό, αυτό είναι χωρίς καμία αμφιβολία το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου. Όχι μόνο επειδή αποτελεί ένα διαπολιτισμικό σταυροδρόμι που δίνει βήμα σε νέους αλλά και διακεκριμένους δημιουργούς από κάθε γωνιά του πλανήτη να εκφράσουν τους πολιτικούς και κοινωνικούς προβληματισμούς τους, αλλά και επειδή τα 72 χρόνια ιστορίας του βρίθουν συγκλονιστικών στιγμών, αναταραχών, σκανδάλων και ιστορικών αποφάσεων.
Πως θα μπορούσε να είναι διαφορετικά άλλωστε, αφού η περιβόητη Berlinale δημιουργήθηκε με μια βαριά κληρονομιά, εκείνη του Ψυχρού Πολέμου. Το φεστιβάλ ιδρύθηκε το 1951 ως μια βιτρίνα του «Ελεύθερου Κόσμου» και διαμόρφωσε τον χαρακτήρα του μέσα από εκείνα τα ταραχώδη μεταπολεμικά χρόνια και το γεγονός ότι διεξαγόταν σε μια πόλη χωρισμένη στα δύο.
Από τον Ψυχρό Πόλεμο στην ΠανδημίαΤα τελευταία δύο χρόνια η Berlinale ήρθε αντιμέτωπη και με μια διαφορετικού είδους «αναταραχή», εκείνη της πανδημίας, αναγκασμένη να προσαρμοστεί και αυτή, όπως και ολόκληρη η κινηματογραφική βιομηχανία, στις νέες συνθήκες.
Το 2021 με απόφαση των διοργανωτών διαχωρίστηκε για πρώτη φορά στην ιστορία του σε δύο μέρη, με την Αγορά Συμπαραγωγών, η οποία απευθύνεται σε επαγγελματίες του χώρου, να διεξάγεται αποκλειστικά διαδικτυακά από 1-5 Μαρτίου, και τις προβολές για το γενικό κοινό να πραγματοποιούνται το καλοκαίρι, 9-20 Ιουνίου, σε εξωτερικούς χώρους του Βερολίνου, κάτω από αυστηρά μέτρα προστασίας.
Φέτος η διοργάνωση διεξάγεται κανονικά από τις 10 έως τις 20 Φεβρουαρίου σε φυσικούς χώρους με την παρουσία κοινού. Με αυστηρούς περιορισμούς και υποχρεωτικά καθημερινά τεστ για όλους τους παρευρισκόμενους. Επιπλέον, το πρόγραμμα προσαρμόστηκε αναλόγως, με τις πρεμιέρες να πραγματοποιούνται από τις 10 έως τις 16 Φεβρουαρίου, και τις υπόλοιπες μέρες να γίνονται επαναληπτικές προβολές. Ενώ και η τελετή απονομής πραγματοποιήθηκε στις 16 του μηνός υπό την ασφυκτική πίεση του κορονοϊού.
Αρκετοί ηθοποιοί ήταν εκείνοι που είτε επέλεξαν είτε αδυνατούσαν να παρευρεθούν στην 72η Berlinale λόγω της συνεχιζόμενης πανδημίας. Μεγαλύτερη απώλεια εκείνη της Ιζαμπέλ Υπέρ, η οποία βραβεύθηκε με την Τιμητική Χρυσή Άρκτο για το σύνολο της καριέρας της, ωστόσο «παρέλαβε» το βραβείο μέσω video καθώς είχε διαγνωσθεί με covid.
Παρακάτω ακολουθούν έξι αξιομνημόνευτες στιγμές από την πλούσια ιστορία ενός από τα σπουδαιότερα και με μεγαλύτερο κύρος κινηματογραφικά φεστιβάλ στον κόσμο. Γεγονότα που είτε «πλήγωσαν» τη Berlinale και τις ευαισθησίες του κόσμου που συμμετέχει σε αυτήν είτε την ανύψωσαν ως έναν χώρο προόδου, αλληλεγγύης και ομόνοιας.
1. 1970: Η κριτική επιτροπή παραιτήθηκε σύσσωμη και το Φεστιβάλ διακόπηκεΌταν το 1970 το αντιπολεμικό φιλμ του Μίκαελ Βερχόβεν, «o.k.», κλήθηκε να λάβει μέρος στο 20ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, μια σφοδρή διαμάχη, που ξέσπασε μετά την αμφιλεγόμενη απόφαση της κριτικής επιτροπής να αποσύρει την εν λόγω ταινία από το διαγνωστικό, έμελλε να δώσει πρόωρο τέλος στη διεξαγωγή του Φεστιβάλ εκείνη τη χρονιά. Η ταινία ήταν εμπνευσμένη από τον αποτρόπαιο βιασμό μιας νεαρής Βιετναμέζας από πέντε Αμερικανούς στρατιώτες. Αν και ο σκηνοθέτης μετέφερε τα γεγονότα στην Κεντρική Ευρώπη, ωστόσο, δεν υπήρχε αμφιβολία ότι επρόκειτο για ένα έργο που μιλάει ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Η κίνηση της κριτικής επιτροπής, της οποίας πρόεδρος ήταν ο Αμερικανός σκηνοθέτης και πρώην βετεράνος πολέμου Τζορτζ Στίβενς, να αποσύρει το φιλμ με την αιτιολογία ότι «δεν προωθεί την κατανόηση ανάμεσα στα έθνη», έφερε σε αντιπαράθεση τα μέλη της, κάποια εκ των οποίων μίλησαν για προσπάθεια λογοκρισίας εκ μέρους των συναδέλφων τους. Το σκάνδαλο και η διένεξη που ξέσπασε ώθησε την κριτική επιτροπή σε παραίτηση. Παράλληλα, αρκετοί δημιουργοί αποφάσισαν να αποσύρουν από το Φεστιβάλ τις δικές τους ταινίες σε ένδειξη αλληλεγγύης με τη μια ή την άλλη πλευρά.
Το 1986 δύο ταινίες ήταν εκείνες που κατάφεραν να προκαλέσουν έντονες συζητήσεις, του Χέρμπερτ Άχτερνμπους με τίτλο «Heilt Hitler!» και του Ράινχαρντ Χάουφ με τίτλο «Στάμχαϊμ». Η προβολή της τελευταίας, ένα δράμα με θέμα τη δίκη των μελών της οργάνωσης «Φράξια Κόκκινος Στρατός», πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ κάτω από ισχυρή αστυνομική προστασία.
Το γεγονός που προκάλεσε τη μεγαλύτερη αναταραχή, ωστόσο, ήταν η απόφαση της κριτικής επιτροπής να απονείμει στο «Στάμχαϊμ», εν τέλει, τη Χρυσή Άρκτο. Αρκετά μέλη της επιτροπής δέχθηκαν απειλές για την επιλογή τους αυτή, ενώ η τότε πρόεδρος της, η Ιταλίδα σούπερσταρ Τζίνα Λολομπριγκίτα, παραβίασε την αρχή της μυστικότητας και κατά τη διάρκεια της τελετής απονομής των βραβείων εξέφρασε δημοσίως την αποδοκιμασία για τη βράβευση της ταινίας δηλώνοντας, μεταξύ άλλων, ότι ήταν «προσχεδιασμένη». Η ίδια επιθυμούσε το μεγάλο βραβείο να δοθεί στο φιλμ του Νάνι Μορέτι «La Messa é Finita».
Η Πτώση του Τοίχους του Βερολίνου, στις 9 Νοεμβρίου 1989, αποτέλεσε ένα καθοριστικής σημασίας γεγονός όχι μόνο για την πόλη αλλά και για ολόκληρο τον κόσμο. Το γεγονός οδήγησε τον Moritz de Hadeln, καλλιτεχνικό διευθυντή του φεστιβάλ, να εντείνει τις προσπάθειές του ώστε η διοργάνωση να λάβει χώρα ταυτόχρονα τόσο στην ανατολική όσο και στη δυτική μεριά της πόλης, ως ένα καλλιτεχνικό γεγονός ύψιστης πολιτικής σημασίας. Για τον λόγο αυτό επιδίωξε τη συνεργασία του Γραφείου Κινηματογράφου Ανατολικής Γερμανίας και του επικεφαλής Χορστ Πένερτ.
Η πρόταση του περιλάμβανε προβολή ολόκληρου του Διαγνωστικού προγράμματος της Berlinale με το κόστος καθώς και τις συμφωνίες με τους παραγωγούς και τους κατόχους πνευματικών δικαιωμάτων να τις αναλαμβάνει εξ΄ ολοκλήρου το Φεστιβάλ. Μοναδικά αιτήματα του, τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι συντελεστές των ταινιών να μπορέσουν να διασχίσουν τα σύνορα χωρίς απρόοπτα, καθώς ακόμη βρίσκονταν σε ισχύ κάποιοι ταξιδιωτικοί περιορισμοί, καθώς και οι Ανατολικογερμανοί να διαθέσουν μεγάλες και κατάλληλες κινηματογραφικές αίθουσες για τη διεξαγωγή.
Οι αρχές της Ανατολικής Γερμανίας είδαν το ζήτημα ευνοϊκά και έτσι επέτρεψαν το κινηματογραφικό και διαφημιστικό υλικό να μεταφερθεί χωρίς δασμούς και οι επισκέπτες του Φεστιβάλ να χρησιμοποιήσουν τη «διπλωματική δίοδο» για παρευρεθούν στην άλλη μεριά της πόλης. Εκτός από ολόκληρο το διαγνωστικό και το Παιδικό Τμήμα, μια επιλογή ταινιών από το Πανόραμα και το Φόρουμ προβλήθηκαν, επίσης, στο Ανατολικό Βερολίνο, από τις 9 έως τις 20 Φεβρουαρίου 1990. Με τα χρήματα από τις πωλήσεις των εισιτηρίων να πηγαίνουν στους ανατολικογερμανικούς κρατικούς κινηματογραφικούς οργανισμούς ως αντάλλαγμα για τις δωρεάν αίθουσες.
Ο Ιρανός κινηματογραφικός δημιουργός Τζαφάρ Παναχί επρόκειτο να συμμετάσχει στην 61η Berlinale, που πραγματοποιήθηκε από τις 10 έως τις 20 Φεβρουαρίου 2011, ως ένα από τα μέλη της Διεθνούς Κριτικής Επιτροπής. Ωστόσο η θέση του έμελλε να παραμείνει κενή, καθώς ο σκηνοθέτης καταδικάστηκε από το ιρανικό καθεστώς σε φυλάκιση έξι ετών και απαγόρευση δημιουργίας ταινιών και εξόδου από τη χώρα για τα επόμενα 20 χρόνια. Με την πρόεδρο της επιτροπής Ιζαμπέλα Ροσελίνι να διαβάζει, κατά τη διάρκεια της τελετής έναρξης του φεστιβάλ, μια ανοιχτή επιστολή του Παναχί στην οποία δήλωνε αποφασισμένος να μην αφήσει να του στερήσουν τις ελπίδες και τα όνειρα του.
Τα επόμενα χρόνια αρχικά όντας ελεύθερος και στη συνέχεια σε κατ’ οίκον περιορισμό μετά την απόρριψη της έφεσης του, ο Ιρανός σκηνοθέτης κατάφερε να γυρίσει μερικές ταινίες παράνομα. Μάλιστα η μια εξ αυτών, με τίτλο «Pardah» βραβεύτηκε από το Φεστιβάλ Βερολίνου, το 2013, με την Αργυρή Άρκτο για το Καλύτερο Σενάριο, με τον συ-σκηνοθέτη Καμπούζια Πάρτοβι να δέχεται το βραβείο εκ μέρους του Παναχί. Ενώ, το 2015, παρά τις απαγορεύσεις, μια ακόμη ταινία του, το «Taxi», κατάφερα να φτάσει λαθραία στη Berlinale, κερδίζοντας τη «Χρυσή Άρκτο». Βραβείο που παρέλαβε η μικρή ανιψιά του.
Τον Ιανουάριο του 2020 ένα δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας Die Zeit που αφορούσε τον πρώτο καλλιτεχνικό διευθυντή του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, Alfred Bauer, «έπεσε» ως κεραυνός εν αιθρία στα κεφάλια των διοργανωτών. Σύμφωνα με το άρθρο, ο Bower, ο οποίος υπηρέτησε τη Berlinale από το 1951 έως το 1976, φαίνεται να συνεργάστηκε στενά με το ναζιστικό καθεστώς βρισκόμενος μάλιστα υψηλά στην ιεραρχία της ναζιστικής γραφειοκρατίας, ενώ προπολεμικά είχε συμμετάσχει σε αρκετές ναζιστικές οργανώσεις.
Σε ανακοίνωση τους οι διοργανωτές του Φεστιβάλ αποφάσισαν να αναστείλουν, ύστερα από τις σοκαριστικές αποκαλύψεις, το ετήσιο βραβείο της Αργυρής Άρκτου – Alfred Bauer, το οποίο δημιουργήθηκε το 1987 προς τιμήν του και δινόταν σε ταινίες που «άνοιγαν νέες προοπτικές για την κινηματογραφική τέχνη». Ενώ, παράλληλα, ανέθεσαν στο Ινστιτούτο Σύγχρονης Ιστορίας την αποστολή της περεταίρω διερεύνησης της σχέσης του Bauer με τους ναζί.
To 2021 υπήρξε χρονιά πρωτόγνωρων αλλαγών για το δημοφιλές φεστιβάλ κινηματογράφου. Όχι μόνο αναγκάστηκε να προσαρμοστεί στις ακραίες συνθήκες που δημιούργησε η πανδημία της covid-19 όπως αναφέραμε και παραπάνω, αλλά, επιπλέον, έδειξε να αφουγκράζεται τα αιτήματα και τις ανάγκες του καιρού του, προχωρώντας στην απόφαση τα βραβεία ερμηνείας της Ασημένιας Άρκτου να είναι πλέον ουδέτερου φίλου.
Ως συνέπεια, από την 71η του διοργάνωση και έπειτα, το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου δεν απονέμει βραβεία για τον Καλύτερο και την Καλύτερη Ηθοποιό, αλλά βραβεία για την Καλύτερη Ερμηνεία Α’ Ρόλου και την Καλύτερη Ερμηνεία Β’ Ρόλου. Με τους καλλιτεχνικούς διευθυντές, Mariette Rissenbeek και Carlo Chatrian να δηλώνουν: «Πιστεύουμε ότι η απόφαση να μη διαχωρίσουμε τα ερμηνευτικά βραβεία με βάση το φύλο, θα αποτελέσει ένα ηχηρό μήνυμα για μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση πάνω στο ζήτημα από τη βιομηχανία του θεάματος».