Καρπός της αττικής γης, το μαρμάρινο, στιβαρό αλλά και κομψό συνάμα, ακέφαλο άγαλμα της θεάς Αθηνάς «αναδύθηκε» από τις αποθήκες του Μουσείου Ακρόπολης και μεταφέρθηκε για τέσσερα χρόνια στο Παλέρμο, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Antonino Salinas. Το άγαλμα βρέθηκε εκεί ως αντιδάνειο, μετά τον μακροχρόνιο δανεισμό ενός θραύσματος από την ανατολική ζωφόρο του Παρθενώνα στο Μουσείο Ακρόπολης.
Η θεά Αθηνά, τοποθετημένη στην καρδιά του γεμάτου θησαυρούς μουσείου, φορά πέπλο, που οι πτυχές του αγκαλιάζουν τις καμπύλες του σώματος, και από πάνω στενή αιγίδα, περασμένη λοξά κάτω από την αριστερή μασχάλη. Στο κέντρο της αιγίδας υπήρχε αρχικά γοργόνειο, πιθανότατα μεταλλικό, προσαρμοσμένο στις οπές που ανοίγονται εκεί. Το σώμα της δε, είναι λυγισμένο καθώς στηριζόταν στο, χαμένο σήμερα, δόρυ που κρατούσε στο αριστερό χέρι.
Εκεί όμως, στο σικελικό μουσείο, η Αθηνά βρήκε ένα δόρυ να την περιμένει και μάλιστα στην ίδια αίθουσα με αυτή που φιλοξενείται. Ένα ορειχάλκινο δόρυ που είχε ενταχθεί ανάμεσα στα μόνιμα εκθέματα της αρχαϊκής συλλογής του μουσείου ήδη από το 2019. Μόνο που αυτό το «Χρυσό Δόρυ» δεν ήρθε στο φως χάρη στην αρχαιολογική σκαπάνη.
Είναι δημιουργία του 2018 και φέρει την υπογραφή της ελληνίδας εικαστικού Βένιας Δημητρακοπούλου. Με ύψος που αγγίζει σχεδόν τα δύο μέτρα (1,96 μ.) το «Χρυσό Δόρυ» προέρχεται από τη σειρά «Δόρατα» σε μάρμαρο και ορείχαλκο με αιχμές και καμπύλες και παρέμεινε στο μουσείο μετά το πέρας της έκθεσης «Αρχέγονο μέλλον», που πραγματοποιήθηκε από το Ίδρυμα Ελληνικού Πολιτισμού Ιταλίας.
«Η συνύπαρξη των έργων ως μαρτυρίες διαφορετικών χρονικών στιγμών επιτρέπει μια συγκινητική συνομιλία μεταξύ του αρχαίου και του σύγχρονου, συνδέοντας μέσω ενός κοινού λεξιλογίου τα μαχητικά χαρακτηριστικά της θεάς, με την ιδιότητά της ως Προμάχου, που συνοψίζονται στον δυναμικό συμβολισμό του δόρατος», λέει η εικαστικός Βένια Δημητρακοπούλου, με αφορμή αυτή την ευτυχή συνύπαρξη των δύο έργων.