MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
22
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Γιώργος Περρής: Τραγουδώ για να αγαπήσω και να αγαπηθώ

Πιο συνειδητοποιημένος από ποτέ, ο Γιώργος Περρής πετά την “πανοπλία” του και ετοιμάζεται να παραδοθεί στο ελληνικό κοινό. Να συγκινήσει και να συγκινηθεί, να αγαπήσει και να αγαπηθεί.

Τατιάνα Γεωργακοπούλου | 23.03.2022 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΕΛΙΝΑ ΓΙΟΥΝΑΝΛΗ / STYLING: ΣΙΣΣΥ ΣΟΥΒΑΤΖΟΓΛΟΥ / MAKE UP: ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΗΣ

Με την ευγένεια και το χιούμορ που τον χαρακτηρίζει, ο Γιώργος Περρής θα σε κάνει να νιώσεις αμέσως άνετα. Δεν φοβάται τον αυτοσαρκασμό, ούτε και να γελάσει δυνατά -όταν όμως μιλά για θέματα που τον απασχολούν αλλάζει αμέσως το πρόσωπο του. Μια ήρεμη δύναμη, ο Γιώργος Περρής ξέρει ακριβώς τι ζητά από την τέχνη του. Η μετριοφροσύνη του όμως σε πιάνει απροετοίμαστο -μοιάζει να μην παραδέχεται ούτε στον εαυτό του τα επιτεύγματά του.

Ακόμη κι αν είναι ένας από τους λίγους Έλληνες καλλιτέχνες της γενιάς του με τόσο αξιοσημείωτη διεθνή καριέρα. Ακόμη κι αν έχει συνεργαστεί με τον Μισέλ Λεγκράν, τη Λάρα Φαμπιάν, τον Μίμη Πλέσσα. Ακόμη κι αν τα Grammys τον επέλεξαν ως έναν από τους πιο επιδραστικούς καλλιτέχνες σε όλο τον κόσμο -και όπως μας αποκάλυψε η συνεργασία τους δεν θα μείνει εκεί. Ακόμη κι αν έγινε ο πρώτος καλλιτέχνης στη σύγχρονη ιστορία που ερμήνευσε στον αρχαίο ναό της Αφαίας, σε ένα αφιέρωμα, που παρακολούθησαν πάνω από 100 εκατομμύρια τηλεθεατές στις ΗΠΑ. Τίποτα δεν μοιάζει να είναι αρκετό για να επιτρέψει στον Γιώργο Περρή να ενθουσιαστεί -και ίσως γι’ αυτό να μην επαναπαύεται ποτέ.

Στα 38 του χρόνια, μετρώντας 20 χρόνια μουσικής πορείας, με αξιοζήλευτες συνεργασίες, συναυλίες σε όλο τον κόσμο και διεθνείς διακρίσεις, ο Γιώργος Περρής επιστρέφει πιο συνειδητοποιημένος ποτέ “χωρίς πανοπλία” (“No Armor” όπως τιτλοφορείται ο νέος του δίσκος) και γιορτάζει με δύο μεγάλες συναυλίες σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

Εν αναμονή της μεγάλης του επιστροφής στο Θέατρο Παλλάς, εμείς συναντήσαμε τον Γιώργο Περρή και μιλήσαμε για την πορεία του, τον νέο του δίσκο, τη μουσική του και για τους λόγους που επιστρέφει πάντα στην Ελλάδα.

Η φωτογράφιση έγινε στους χώρους του ΩΔΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ. Ρούχα: YIORGOS ELEFTHERIADES

Στις 4 Απριλίου επιστρέφετε στη σκηνή για μία συναυλία στο Παλλάς. Τι θ’ ακούσουμε αυτή τη βραδιά;

Αυτή η επιστροφή είναι μία γιορτή, για δύο λόγους. Από τη μία, γιατί επιστρέφω στους κλειστούς χώρους μετά από 2,5 χρόνια. Τα κλειστά θέατρα είναι ο φυσικός μου χώρος, τα αγαπώ πολύ και είναι εκεί που αισθάνομαι πιο άνετα. Από την άλλη είναι μια γιορτή, γιατί τρεις μέρες πριν θα κυκλοφορήσει ο καινούριος μου ξένος δίσκος, τον οποίο θα παρουσιάσουμε σε αυτή την συναυλία. Ξέρεις, η κυκλοφορία ενός δίσκου στη σημερινή εποχή είναι πραγματικά αφορμή για γιορτή, γιατί είναι πάρα πολύ δύσκολο να κατορθώσεις αρχικά να ηχογραφήσεις έναν ολόκληρο δίσκο -σχεδόν όλοι πια κάνουμε ένα τραγούδι εδώ, ένα single εκεί- και δε μία παραγωγή σαν αυτή, που είναι μία μεγάλη, διεθνής παραγωγή, που ηχογραφήθηκε στην Ελλάδα -και γι’ αυτό είμαι πάρα πολύ περήφανος. Το αποτέλεσμα είναι αντάξιο των προηγούμενων διεθνών δίσκων που είχα κάνει, στους οποίους είχα συνεργαστεί με μεγάλες ορχήστρες και μεγάλους παραγωγούς από όλο τον κόσμο. Ο δίσκος αυτός, μπορώ να πω ότι είναι και καλύτερος. Έχω μεγάλη λαχτάρα, οπότε είναι γιορτή αυτή η συναυλία πραγματικά.

Τι άλλο μπορείτε να μας αποκαλύψετε για τον νέο σας δίσκο “No Armor”;

Το “No Armor” είναι ξενόγλωσσο. Έχει ένα διπλό concept. Έχει πάρα πολλές διασκευές, γιατί ήθελα μέσα σε αυτό τον δίσκο να βάλω τα τραγούδια που διαμόρφωσαν το τι είμαι εγώ σήμερα, από παιδί έως τώρα. Αυτή είναι η μία πλευρά του δίσκου. Από την άλλη, ήθελα αυτός ο δίσκος να έχει μία καθαρή ελληνική ταυτότητα. Γι’ αυτό πήρα τραγούδια, όπως το I Have A Dream των ABBA, που το κάναμε με μπουζούκι, ή το Somewhere από το West Side Story που το κάναμε με κανονάκι και μαντολίνο. Οπότε μουσικά “στάζει” Ελλάδα μέσα σε όλα αυτά τα τραγούδια. Εγώ ήμουν πάντα της άποψης ότι η μουσική δεν έχει σύνορα. Ταυτόχρονα αν συνδυαστεί με τη φύση της ταυτότητας σου, που εμένα είναι η Ελλάδα, το αποτέλεσμα νομίζω ότι είναι ό,τι πιο καθαρό και ειλικρινές έχεις που μπορείς να δώσεις στον κόσμο. Παράλληλα, επειδή όλο αυτό ξεκίνησε μέσα στην πανδημία, εγώ αισθάνθηκα ότι ήθελα να κάνω ένα βήμα πίσω και να δω που βρισκόμουν, πώς είχα φτάσει εκεί που ήμουν, γιατί είχα φτάσει εκεί. Και γι’ αυτό είχα την ανάγκη να κάνω τον δίσκο με διασκευές. Επίσης μέσα σε αυτόν τον δίσκο έχουμε βάλει τρία τραγούδια από τον δίσκο που έκανα με την Ευανθία Ρεμπούτσικα και την Λίνα Νικολακοπούλου, που τα μεταφράσαμε στα αγγλικά. Σε μερικούς μήνες θα κυκλοφορήσει μία deluxe version του δίσκου, που θα περιέχει πολλά από αυτά τα τραγούδια και σε άλλες γλώσσες, στα γαλλικά, στα γερμανικά, στα ισπανικά, ανάλογα με την κάθε αγορά στην οποία θα ταξιδέψει ο δίσκος.

Θέλω στον νέο μου δίσκο στα 38 μου χρόνια πλέον, και με όσα έχω κάνει, να αισθανθώ ότι είμαι ολόγυμνος μπροστά στον κόσμο

Λέτε ότι η μουσική δεν έχει σύνορα. Σε αυτό έπαιξε ρόλο το γεγονός ότι μεγαλώσατε με δύο διαφορετικές κουλτούρες -την ελληνική και τη γαλλική;

Σίγουρα παίζει αυτό ρόλο, γιατί μεγάλωσα σε ένα σπίτι που ήταν πολύ φυσιολογικό να ξεκινάς μια πρόταση στα ελληνικά, μετά να πηγαίνεις στα γαλλικά, μετά να ξαναεπιστρέψεις στα ελληνικά, να πετάξεις και μία λέξη στα αγγλικά. Ήμουν δίγλωσσος από μωρό παιδί, και τρίγλωσσος από τα 5 μου χρόνια. Η μητέρα μου είχε ένα φροντιστήριο ξένων γλωσσών και επειδή δεν υπήρχε η δυνατότητα να με κρατά κάποιος στο σπίτι, πήγαινα μαζί της στο φροντιστήριο. Η αγαπημένη μου ασχολία ήταν να κάθομαι και να παρακολουθώ τις τάξεις των αγγλικών. Οπότε, αυτό ναι, παίζει ρόλο. Από την άλλη, συνειδητοποιώ μεγαλώνοντας ότι εγώ από μικρός είχα το αίτημα μέσα μου να με τραβούν οι καλλιτέχνες, που έκαναν σημαία τη φράση “η μουσική δεν έχει όρια”. Πρώτη από όλους η αγαπημένη μου Νάνα Μούσχουρη, που τραγουδούσε σε όλες αυτές τις γλώσσες και όλα αυτά τα είδη μουσικής, χωρίς κανένα ταμπού, αλλά αργότερα ήρθαν κι άλλοι: η Σελίν Ντιόν, η Λάρα Φαμπιάν, ο Τζορτζ Μάικλ, ο Γιώργος Νταλάρας, η Άλκηστις Πρωτοψάλτη, η Μαρία Κάλλας. Από μικρό με τραβούσε πάρα πολύ ο καλλιτέχνης που δεν περιοριζόταν, που είχε επίγνωση του ότι το να έχεις γκάμα στην τέχνη σου δεν είναι κακό, δεν αφαιρεί κάτι από την ταυτότητά σου, ίσα ίσα την κάνει πιο πλούσια.

“Το No Armor είναι ξενόγλωσσο. Έχει ένα διπλό concept. Έχει πάρα πολλές διασκευές, γιατί ήθελα μέσα σε αυτό τον δίσκο να βάλω τα τραγούδια που διαμόρφωσαν το τι είμαι εγώ σήμερα, από παιδί έως τώρα. Από την άλλη, ήθελα αυτός ο δίσκος να έχει μία καθαρή ελληνική ταυτότητα”

Ο τίτλος του δίσκου, “No Amor”, έχει κάποια σημασία;

Ναι, έχει μεγάλη σημασία. Θα το καταλάβεις και τους επόμενους μήνες. Επειδή τα τελευταία χρόνια έχω ξεκινήσει ψυχανάλυση και μπήκα σε μία διαδικασία που ήθελα να ψαχτώ περισσότερο, να ψάξω τα οικογενειακά μου, τα παιδικά μου χρόνια, ήθελα σε αυτόν τον δίσκο στα 38 μου χρόνια πλέον, και με όσα έχω κάνει αυτά τα χρόνια, να αισθανθώ ότι είμαι ολόγυμνος μπροστά στον κόσμο, με την έννοια ότι παραδίδομαι χωρίς να προσπαθώ να κρύψω κάτι. Όχι ότι στο παρελθόν αναγκαστικά έχω κρύψει κάτι, απλά όταν είσαι νεότερος έχεις επιρροές από τις εταιρίες, από τους ανθρώπους γύρω σου, από τις δικές σου ανασφάλειες -γιατί κι αυτό παίζει ρόλο. Εγώ ήθελα όσο περισσότερο γινόταν με αυτό τον δίσκο να με καταλάβει ο κόσμος που με ακούει -αλλά και όσοι θα με βρουν από αυτόν τον δίσκο- να έχουν ένα πορτραίτο του τι είμαι εγώ. Οπότε το “χωρίς πανοπλία” έχει ακριβώς αυτή την έννοια, ότι ήθελα το πεδίο να είναι καθαρό.

Ποτέ μου δεν με απασχόλησε αν θα εντυπωσιάσω με τις φωνητικές μου δεξιότητες, αυτό δεν ήταν ποτέ σκοπός για εμένα.

Τι συναισθήματα θέλετε να προκαλέσετε σε αυτούς που θα ακούσουν το “No Armor”;

Μόνο συγκίνηση. Αυτό είναι το μότο μου στο τραγούδι μου και στην καριέρα μου και στον τρόπο που τραγουδώ. Το μόνο που ήθελα πάντα ήταν να προκαλέσω στον άλλο τη συγκίνηση, είτε αυτό είναι το γέλιο, το κλάμα, η νοσταλγία, η χαρά, οτιδήποτε και να είναι, νομίζω ότι όταν το πετύχεις αυτό, τότε έχεις μία πραγματική σχέση με τον άλλον, τότε έχεις μία ελεύθερη δίοδο που πραγματικά έχουμε πράγματα να πούμε. Ποτέ μου δεν με απασχόλησε αν θα εντυπωσιάσω με τις φωνητικές μου δεξιότητες, αυτό δεν ήταν ποτέ σκοπός για εμένα. Αυτό που με ενδιέφερε πάντα -και αυτός είναι και ο λόγος που τραγουδώ- είναι να αγαπήσω και να αγαπηθώ. Οπότε με ενδιαφέρει μόνο η συγκίνηση.

“Όπως δεν περιορίζομαι με τις γλώσσες, έτσι δεν θέλω και να περιορίζομαι και στα μουσικά είδη. Αυτό όμως που υπάρχει από κάτω από ό,τι και να κάνω, είναι η χροιά μου, είναι η φωνή μου. Αυτή είναι η ταυτότητά μου”

Η μουσική σας πράγματι δεν γνωρίζει σύνορα, αλλά όχι μόνο στη γλώσσα. Πρόσφατα ακούσαμε το “Disobey”, το πρώτο σας dance κομμάτι, ενώ στο παρελθόν σάς έχουμε ακούσει τόσο σε έντεχνα, όσο και σε pop μπαλάντες. Εσείς πώς θα χαρακτηρίζατε τη μουσική σας;

Γενικά, ξέρω ότι ακούγεται κλισέ αυτό που θα πω, αλλά δεν μου αρέσουν καθόλου οι ταμπέλες. Είμαι ένας λαϊκός τραγουδιστής με την έννοια ότι απευθύνομαι στον λαό. Δεν είμαι σε μία κατηγορία και αυτό μέσα στα χρόνια έχω δει ότι μου επιτρέπει να περάσω από κάτι πολύ ποπ σε κάτι πάρα πολύ έντεχνο, μετά μπορεί να κάνω τζαζ, μετά κάτι πιο κλασικό, γιατί αισθάνομαι ότι δεν θέλω να περιορίζομαι σαν καλλιτέχνης. Αυτό που μπορώ με σιγουριά να σου πω είναι ότι είμαι ένας τραγουδιστής που τραγουδά την ανθρώπινη φύση, με οτιδήποτε αυτό περιλαμβάνει. Είμαι ένας τραγουδιστής που τραγουδά τον έρωτα, τη ζωή, το συναίσθημα και τον άνθρωπο. Όπως δεν περιορίζομαι με τις γλώσσες, έτσι δεν θέλω και να περιορίζομαι και στα μουσικά είδη. Αυτό όμως που υπάρχει από κάτω από ό,τι και να κάνω, είναι η χροιά μου, είναι η φωνή μου. Αυτή είναι η ταυτότητά μου, είναι ο τρόπος ο δικός μου που έχω βρει σε οποιοδήποτε είδος μουσικής κι αν δοκιμαστώ ή  υπηρετήσω, να υπάρχει μια αόρατη κλωστή σε όλα αυτά. Η χροιά της φωνής μου είναι η δική μου ταυτότητα σαν άνθρωπος και σαν καλλιτέχνης.

Είμαι ένας τραγουδιστής που τραγουδά τον έρωτα, τη ζωή, το συναίσθημα και τον άνθρωπο

Πότε συνειδητοποιήσατε ότι το τραγούδι είναι το κάλεσμά σας, ότι έχετε ταλέντο στη μουσική;

Κατάλαβα πολύ μικρός, στα 3 μου, ότι ήθελα να γίνω τραγουδιστής και τότε το ανακοίνωσα και στη μαμά μου. Και δεν έφυγε ποτέ αυτό. Τώρα για το αν έχω ταλέντο, θα σου απαντήσω με πολύ μεγάλη δυσκολία, ότι ίσως μετά βίας τώρα να συνειδητοποιώ ότι έχω κάποιο ταλέντο. Νομίζω το πραγματικό μου ταλέντο είναι ότι δεν το έβαλα ποτέ κάτω, δεν σταμάτησα ποτέ να δουλεύω. Το ταλέντο μου δηλαδή είναι πάνω στην δουλειά, ότι δουλεύω πάρα πολύ σκληρά. Δεν θεωρώ ότι έχω την πιο ωραία φωνή στον κόσμο -ίσα ίσα που θεωρώ ότι η φωνή μου είναι μία μπανάλ φωνή- αλλά δεν παραιτήθηκα ποτέ, δεν κατέβασα τα χέρια κάτω ποτέ.

“Έχω καταλάβει αυτά τα χρόνια ότι τη θέση σου στην αγκαλιά του κόσμου την κερδίζεις λιθαράκι-λιθαράκι. Είναι μία σχέση που είναι σαν μία ερωτική, φιλική ή οικογενειακή σχέση, η οποία θέλει διαρκώς επαναπροσδιορισμό. Δεν μπορείς να επαναπαύεσαι ποτέ”

Είστε πολύ μετριόφρων. Δεν έχετε ποτέ πει “είμαι ο καλύτερος”, μετά από τόσες διεθνείς διακρίσεις, συνεργασίες, συναυλίες;

Ποτέ. Το ακριβώς αντίθετο. Δυστυχώς συνεχώς μου λέω “δεν έχεις πάει αρκετά καλά, δεν τα έκανες καλά τα πράγματα, πάμε να τα ξαναφτιάξουμε”. Νομίζω ότι όλο αυτό συμβαίνει γιατί η δική μου πορεία -και το έχω ξαναπεί αυτό- δεν ήταν πυροτέχνημα. Δεν έγινε ένα μεγάλο μπαμ και μετά κάπως διατηρήθηκα. Εγώ από την ώρα που ξεκίνησα, στα 17 μου μέχρι σήμερα, είμαι σε μία σκάλα που ανεβαίνω σκαλί-σκαλί. Αυτό με έκανε πολύ προσγειωμένο, να έχω απόλυτη επίγνωση του τι σημαίνει να είσαι σε αυτόν τον χώρο. Γι’ αυτό λέω ότι το δικό μου δέντρο έχει βαθιές ρίζες. Μπορεί από πάνω ο αέρας να είναι στα 25 μποφόρ, αλλά το δέντρο μου δεν το ρίχνει κάτω. Γιατί ακριβώς είναι βαθιά ριζωμένο μέσα μου το γιατί τραγουδάω, το πώς βρέθηκα εδώ που είμαι σήμερα, το πόσο σκληρά έχω δουλέψει. Έχω επίγνωση αυτών των πραγμάτων. Οπότε αυτό δεν μου επιτρέπει να αποφασίσω ότι είμαι ο “καλύτερος” στον κόσμο. Επίσης, έχω καταλάβει αυτά τα χρόνια ότι τη θέση σου στην αγκαλιά του κόσμου την κερδίζεις λιθαράκι-λιθαράκι. Είναι μία σχέση που είναι σαν μία ερωτική, φιλική ή οικογενειακή σχέση, η οποία θέλει διαρκώς επαναπροσδιορισμό. Δεν μπορείς να επαναπαύεσαι ποτέ, θέλει διαρκώς να επιδιώκεις να διατηρήσεις αυτή τη σχέση και να τη δουλέψεις. Οπότε ξέρω ότι τη θέση σου στη καρδιά του κόσμου, την παίρνεις με πολύ κόπο, σιγά σιγά και ότι τίποτα δεν γίνεται τυχαία.

Νιώθω δικαιωμένος ότι δεν πρόδωσα ποτέ το παιδί μέσα μου που ήθελε να τραγουδήσει

Δεν επιλέξατε τον εύκολο δρόμο προς την επιτυχία.

Όχι δεν επέλεξα τον εύκολο δρόμο. Βέβαια, τότε δεν ήξερα τι επέλεγα, ήξερα όμως τι δεν ήθελα. Ήξερα ότι δεν ήθελα να πάω στις πίστες, ήξερα ότι δεν ήθελα να πάω στα μπουζούκια -όχι ότι έχω κάτι με αυτό, απλά ήξερα ότι εμένα δεν μου ταίριαζε αυτός ο δρόμος, ότι δεν θα μπορούσα να τον υπηρετήσω σωστά. Μου πήρε πολλά χρόνια βέβαια για να αποκτήσω το δικαίωμα να λέω αυτό που δεν μου αρέσει. Γιατί δεν μιλούσα ποτέ, ήμουν πολύ ντροπαλός και φοβισμένος και μου ήταν πολύ δύσκολο να εκφράσω κάτι με το οποίο διαφωνούσα. Ακόμα και σήμερα έχω μεγάλο πρόβλημα να έρθω σε αντιπαράθεση. Για κάποιο λόγο όμως έβρισκα τον τρόπο να μην πάω σε μία κατεύθυνση που δεν ήθελα. Κι αυτό με βοήθησε πάρα πολύ.

“Το να είσαι καλλιτέχνης είναι ένα μονοπάτι μοναχικό, που θέλει πολλή δουλειά. Είναι ένα μονοπάτι στο οποίο ζεις σε μία μόνιμη αμφιβολία, γιατί δεν υπάρχει καμία συνταγή, καμία εγγύηση”

Υπάρχει κάτι που ελπίζατε να ξέρατε όταν κάνατε τα πρώτα σας βήματα;

Θα ήθελα να υπήρχε κάποιος να μου πει “μην αγχώνεσαι, όλα θα πάνε καλά. Σε πέντε, σε δέκα, σε είκοσι χρόνια από τώρα, με κάποιο μαγικό τρόπο όλα θα πάνε καλά. Μπορεί να επέλεξες έναν δρόμο που δυστυχώς μονίμως υπάρχει η αμφιβολία και η αμφισβήτηση και άρα υπάρχει αυτή η ανασφάλεια, ωστόσο όλα θα πάνε καλά”.

Το μόνο που ήθελα πάντα ήταν να προκαλέσω στον άλλο τη συγκίνηση, είτε αυτό είναι το γέλιο, το κλάμα, η νοσταλγία, η χαρά

Ο δρόμος αυτός είναι η μουσική σαν βιομηχανία;

Είναι η μουσική σαν καλλιτεχνικό αίτημα. Η βιομηχανία και το πώς θα πλοηγηθείς σε αυτή είναι ένα πράγμα. Αλλά το να είσαι καλλιτέχνης είναι ένα μονοπάτι μοναχικό, που θέλει πολλή δουλειά. Είναι ένα μονοπάτι στο οποίο ζεις σε μία μόνιμη αμφιβολία, γιατί δεν υπάρχει καμία συνταγή, καμία εγγύηση. Κάθε φορά λες είναι αυτό το σωστό τραγούδι; Είναι η σωστή επιλογή; Αμφισβητείς τα πάντα, γιατί δεν μπορείς να ξέρεις αν αυτό είναι το σωστό για εσένα ή όχι. Πας με την πίστη σου και με το ένστικτό σου.

“Αυτή η δουλειά μου έχει φέρει στιγμές που άλλοι καλλιτέχνες δυσκολεύτηκαν να ζήσουν ή δεν έχουν ζήσει. Έχω ζήσει στιγμές σε όλο τον κόσμο που είναι πολύτιμοι λίθοι στο δικό μου μωσαϊκό”

Νιώθετε δικαιωμένος από τις επιλογές που έχετε κάνει;

Ναι. Νιώθω δικαιωμένος ότι δεν πρόδωσα ποτέ το παιδί μέσα μου που ήθελε να τραγουδήσει. Και επειδή θέλω να είμαι δίκαιος, νιώθω τυχερός και ευγνώμων που όλα αυτά τα χρόνια έχω μπορέσει να κάνω αυτή τη δουλειά και να ζω καλά από αυτή. Αυτή η δουλειά μου έχει φέρει στιγμές που άλλοι καλλιτέχνες δυσκολεύτηκαν να ζήσουν ή δεν έχουν ζήσει. Έχω ζήσει στιγμές σε όλο τον κόσμο που είναι πολύτιμοι λίθοι στο δικό μου μωσαϊκό. Οπότε ναι νιώθω δικαιωμένος, που έκανα το χατίρι στο 4χρονο αυτό παιδί που ήθελε να τραγουδήσει και δεν το απογοήτευσα.

Δουλεύω πάρα πολύ σκληρά. Δεν θεωρώ ότι έχω την πιο ωραία φωνή στον κόσμο -ίσα ίσα που θεωρώ ότι η φωνή μου είναι μία μπανάλ φωνή- αλλά δεν παραιτήθηκα ποτέ, δεν κατέβασα τα χέρια κάτω ποτέ

Από συναυλίες σε όλο τον κόσμο, σε συνεργασίες με γίγαντες της ελληνικής και διεθνούς μουσικής, από τον Γιώργο Νταλάρα, την Άλκηστη Πρωτοψάλτη, μέχρι την Λάρα Φαμπιάν, τον Μισέλ Λεγκράν. Τι κρατάτε από τις συνεργασίες αυτές;

Από κάθε συνεργασία έχω μάθει κάτι. Από παλιά, αλλά και μέχρι σήμερα -δεν έχει φύγει αυτό- με κάθε καλλιτέχνη που συνεργάζομαι προσπαθώ να μάθω κάτι από αυτόν. Προσπαθώ να τον αποκωδικοποιήσω, να δω τι μπορώ να πάρω και τι μπορώ να δώσω. Από όλους έμαθα κάτι. Είμαι ευγνώμων που μοιραστήκαμε είτε τη σκηνή, είτε το στούντιο. Είμαι πολύ ευγνώμων, γιατί όλους αυτούς τους έχω θαυμάσει και εξακολουθώ να τους θαυμάζω και αυτό είναι πολύ σπουδαίο πράγμα.

“Στα 17 μου χάρη στον Μίμη Πλέσσα βρέθηκα σε μία μουσική οικογένεια, που με αγκάλιασε, που μου φέρθηκε με τον πιο ζεστό τρόπο. Γιατί εγώ τότε δεν ήξερα ούτε πως κρατάνε το μικρόφωνο, δεν είχα ιδέα. Ήξερα μόνο ότι ήθελα να τραγουδήσω.”

Από τον Μίμη Πλέσσα τι κρατάτε;

Ο κύριος Μίμης είναι το ξεκίνημά μου. Ήμουν 17 χρονών και 10 μηνών όταν ξεκίνησα να τραγουδώ μαζί του, και έμαθα πόσο σημαντικό είναι να αγκαλιάζεις το νέο παιδί, τον newcomer, με οικογενειακή αγάπη και να του δίνεις την ώθηση να πάει μπροστά. Γιατί τελικά όλο αυτό που κάνουμε είναι απλά να δίνεις τη σκυτάλη. Τη σκυτάλη την κρατάς για ένα διάστημα, είναι δική σου και πρέπει να την ευχαριστηθείς όσο είναι δική σου, αλλά οφείλεις να την δώσεις μετά, οφείλεις να την περάσεις. Εγώ λοιπόν στα 17 μου από τον Μίμη βρέθηκα σε μία μουσική οικογένεια, που με αγκάλιασε, που μου φέρθηκε με τον πιο ζεστό τρόπο. Γιατί εγώ τότε δεν ήξερα ούτε πως κρατάνε το μικρόφωνο, δεν είχα ιδέα. Ήξερα μόνο ότι ήθελα να τραγουδήσω. Οπότε είμαι πολύ ευγνώμων γιατί θα μπορούσα να είχα προσγειωθεί κάπου αλλού, όπου τα πράγματα να μην ήταν ούτε τόσο αγνά, ούτε τόσο ωραία, ούτε τόσο προστατευμένα. Οπότε θα του είμαι ευγνώμων μέχρι την τελευταία μου πνοή, γιατί το ξεκίνημα μου έγινε με έναν πολύ υγιή, ζεστό και τρυφερό τρόπο. Και αυτό είναι κάτι που για κάποιο μαγικό τρόπο με ακολούθησε μετά σε σχεδόν όλες μου τις υπόλοιπες συνεργασίες -σχεδόν, με εξαίρεση μία.

Έχω κουραστεί να ακούω από ανθρώπους της γενιάς μου να λένε ότι τα νέα παιδιά δεν είναι όπως ήμασταν εμείς, δεν έχουν αρχές, δεν έχουν όραμα, δεν έχουν στόχο. Για εμένα όλο αυτό είναι τεμπελιά. Είναι ότι δεν έχεις ψάξει να βρεις τα νέα παιδιά.

Άρα είχατε και δύσκολες συνεργασίες;

Δεν υπάρχει καλλιτέχνης που να μην είχε δύσκολες συνεργασίες. Βεβαίως και είχα δύσκολες συνεργασίες, αλλά και από αυτές έμαθα.

Εσείς έχετε ξεχωρίσει κάποιον νέο καλλιτέχνη;

Ναι. Είναι πάρα πολλοί, δε είναι λίγοι. Ωστόσο θα σου πω δύο κορίτσια που αγαπώ πάρα πολύ. Είναι η Μυρτώ Βασιλείου και η Δήμητρα Σελεμίδου, δύο σπουδαίες νέες τραγουδίστριες. Μάλιστα, με τη Μυρτώ της κάνουμε την παραγωγή του νέου της δίσκου μαζί με τον Μάριο Φραγκούλη. Είναι μία παραγωγή που κάνουμε μαζί. Μάλιστα το πρώτο της τραγούδι, που λέγεται “Μυθιστόρημα” κυκλοφόρησε στις 18 Μαρτίου. Επίσης πιστεύω πολύ στην Δήμητρα Σελεμίδου. Έχει διαγράψει τη δική της, πολύ ωραία πορεία. Συνεργάστηκε με τον Γιώργο Χατζιδάκι και είπε πολλά από τα έργα του Μάνου Χατζιδάκι στη Λυρική Σκηνή. Αυτά είναι δύο παιδιά με φλόγα και τρελαίνομαι όταν βλέπω αυτή τη φλόγα. Έχω κουραστεί να ακούω από ανθρώπους της γενιάς μου και κυρίως τους πιο μεγάλους να λένε ότι τα νέα παιδιά δεν είναι όπως ήμασταν εμείς, δεν έχουν αρχές, δεν έχουν όραμα, δεν έχουν στόχο. Όλα αυτά τα βαριέμαι πάρα πολύ. Για εμένα όλο αυτό είναι τεμπελιά. Είναι ότι δεν έχεις ψάξει να βρεις τα νέα παιδιά. Γιατί και στη δική τους τη γενιά δε ήταν όλοι σπιθώνια. Σε κάθε γενιά υπάρχουν τα παιδιά που έχουν ένα αίτημα μέσα τους και κάτι θέλουν να πουν. Εγώ πάντως βλέπω συγκεκριμένα σε αυτά τα δύο κορίτσια, αυτή τη φλόγα για τη μουσική, αυτό το πάθος στα μάτια τους, και αυτό εμένα με συγκινεί πάρα πολύ. Το εκτιμώ πάρα πολύ, το σέβομαι πολύ, και το θεωρώ αντάξιο του οποιουδήποτε καταξιωμένου καλλιτέχνη.

“Στην είδηση ότι με επέλεξαν για τα Grammys αντέδρασα με πάρα πολύ ψυχραιμία. Δυστυχώς δεν το επιτρέπω στον εαυτό μου να υπερενθουσιαστεί και να χαρεί πραγματικά σε βάθος αυτό που του συμβαίνει”.

Διαβάζω συνέχεια σε σχόλια στα social media και το YouTube να σας αποκαλούν “πρεσβευτή” της Ελλάδας στο εξωτερικό, το “καλό πρόσωπο” της Ελλάδας. Εσείς πώς νιώθετε γι’ αυτό;

Αυτό είναι καταρχάς μία πολύ μεγάλη ευθύνη. Αυτό που μου είχε πει ένας σπουδαίος άνθρωπος -δεν θα ήθελα να πω ποιος- είναι ότι “από ‘δω και στο εξής πρέπει να προσέχεις τη κάθε κίνηση που κάνεις στο εξωτερικό, διότι δεν εκπροσωπείς μόνο την καριέρα σου, αλλά ολόκληρη τη χώρα σου”. Στην αρχή ενθουσιάστηκα, μετά όμως συνειδητοποίησα πόσο βαρύ πράγμα είναι αυτό. Από την άλλη, επειδή ξέρω ότι η πρόθεση μου απέναντι στη χώρα μου είναι πολύ σοβαρή πρώτον, αλλά και πολύ αγνή δεύτερον, κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ, είτε στις συναυλίες μου, είτε φερ’ ειπήν στο τηλεοπτικό αφιέρωμα που κάναμε στον αρχαίο ναό της Αφαίας, ώστε να δείξω μία εικόνα της Ελλάδας, η οποία είναι απόλυτα αληθινή -όχι αναγκαστικά ωραιοποιημένη, αλλά την καθαρή αλήθεια. Έχουμε μια χώρα, όπου υπάρχει αυτή η ασύλληπτη ομορφιά, που συνυπάρχει το κλασικό με το σύγχρονο κι αυτό κάπως πρέπει να φανεί. Εγώ λοιπόν με τον δικό μου τρόπο, με το δικό μου λιθαράκι προσπαθώ όπου βρεθώ κι όπου σταθώ να δείχνω ότι η Ελλάδα είναι εδώ -όχι ότι εξαρτάται από εμένα αυτό ή ότι εγώ βάζω την Ελλάδα στον χάρτη. Και θέλω να υπάρξουν κι άλλοι, γιατί υπήρχαν κι άλλοι πριν από εμένα, από τους οποίους πήρα την σκυτάλη. Δεν είναι μόνο η Νάνα Μούσχουρη, είναι η Αγνή Μπάλτσα, είναι ο Βαγγέλης Παπαθανασίου, ο Καβάκος, ο Μάριος Φραγκούλης. Είναι πολλοί οι καλλιτέχνες που έχουν λάμψει σε όλο τον κόσμο και έχουν δείξει με την δική τους παρουσία και την πορεία, τι είναι η Ελλάδα. Και ελπίζω ότι θα βγουν στα επόμενα χρόνια κι άλλοι άνθρωποι που θα φωτίζουν μία λάμπα παραπάνω για τη χρόνια μας.

Είναι αλήθεια ότι η συναυλία σας στην αρχαία Αφαία, με τίτλο “A Sunset in Greece”, θα χρησιμοποιηθεί ως spot για την προβολή της χώρας;

Έχει ήδη γίνει. Ένα μέρος του “A Sunset in Greece” έχει χρησιμοποιηθεί από τον ΕΟΤ για την προβολή της χώρας σε όλο τον κόσμο. Ταυτόχρονα ολόκληρη η συναυλία προβάλλεται σε διάφορες χώρες. Ήδη στην Αμερική στο PBS ξεκίνησε να προβάλλεται από 13 Οκτώβριου και μέσα σε ένα μήνα το είδαν ήδη 100 εκατομμύρια άνθρωποι. Αυτό είναι μία τεράστια νίκη. Και απ’ όσο μου λένε το νούμερο αυτό θα διπλασιαστεί μέσα στους επόμενους 2-3 μήνες, οπότε αυτό είναι ήδη μια τεράστια υπόθεση για εμένα. Και βεβαίως μέσα στον επόμενο 1,5 χρόνο θα προβληθεί και σε άλλες χώρες.

“Έχουμε μια χώρα, όπου υπάρχει αυτή η ασύλληπτη ομορφιά, που συνυπάρχει το κλασικό με το σύγχρονο κι αυτό κάπως πρέπει να φανεί. Εγώ λοιπόν με τον δικό μου τρόπο, με το δικό μου λιθαράκι προσπαθώ όπου βρεθώ κι όπου σταθώ να δείχνω ότι η Ελλάδα είναι εδώ”

Παράλληλα, δώσατε μία συναυλία για το Global Spin των Grammys. Πώς αντιδράσατε όταν μάθατε ότι σας επέλεξαν από τα Grammys;

Το λέω με πολλή στεναχώρια αυτό, αλλά αντέδρασα με πάρα πολύ ψυχραιμία. Δυστυχώς δεν το επιτρέπω στον εαυτό μου να υπερενθουσιαστεί και να χαρεί πραγματικά σε βάθος αυτό που του συμβαίνει. Φυσικά και χάρηκα και φυσικά ένιωσα ότι ήταν μεγάλη τιμή, αλλά αμέσως υπήρχε μία δεύτερη φωνή που μου είπε “το αξίζεις αυτό όμως; Δεν έχεις χρόνο να χάσεις, γιατί πρέπει να αποδείξεις ότι είσαι αντάξιος“. Το ίδιο αισθάνθηκα όταν ήμουν στην Αφαία, την ημέρα που κάναμε το γύρισμα και αυτή η ομορφιά δεν αντεχόταν. Έλεγα, μα πως γίνεται να είμαι εγώ εδώ; Τι έχω κάνει ώστε να μου αξίζει εμένα; Σε ταράζει αυτό το πράγμα. Συγκεκριμένα για τα Grammys είναι μεγάλη χαρά, είμαι πολύ περήφανος για αυτό που κάναμε. Είμαι πολύ περήφανος γιατί επέλεξαν μόνο 25 καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο, οπότε είναι κατόρθωμα. Είμαι πολύ χαρούμενος που δείξαμε την Ελλάδα μέσα από αυτό το βίντεο. Επίσης μπορώ να σου πω κάτι που δεν έχω πει ακόμα, αλλά μου ζήτησαν και θα κάνω άλλο ένα βίντεο που είναι μέρος μίας άλλης, πιο σημαντικής σειράς, οπότε συνεχίζεται αυτή η συνεργασία με τα Grammy.

“Μπορεί να μην μπορώ να κάνω όσες συναυλίες κάνουν άλλα παιδιά της γενιάς μου, αλλά θα είμαι εδώ τουλάχιστον μία ή δύο φορές τον χρόνο -γιατί εγώ όπως πολύ συχνά λέω είμαι ένα καράβι που φεύγει αλλά πάντα επιστρέφει στο λιμάνι του”

Θα μπορούσατε να είχατε εγκαταλείψει την Ελλάδα και να κυνηγήσετε αποκλειστικά την διεθνή καριέρα. Εσείς όχι μόνο μείνατε εδώ, αλλά με τις διακρίσεις σας προβάλλετε συνέχεια τη χώρα. Τι είναι αυτό που τελικά σας κράτησε στην Ελλάδα;

Για ένα μεγάλο διάστημα είχα εξαφανιστεί από την Ελλάδα. Δηλαδή από το 2009 μέχρι το 2014 σχεδόν δεν γύρισα καθόλου, έκανα πολύ λίγα πράγματα στην Ελλάδα, καταρχάς γιατί οι υποχρεώσεις μου ήταν τόσο πολλές στο εξωτερικό που δεν προλάβαινα. Ωστόσο κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι εμένα μου έλειπε πάρα πολύ η επαφή με το ελληνικό κοινό και την καλλιτεχνική δράση της Ελλάδας. Μου έλειπε η τροφή, είναι τόσο απλό. Μου έλειπε η τροφή από την χώρα μου. Αυτό ξεκίνησε όταν κάναμε τον δίσκο “Κιβωτός” με τον Μάριο Φραγκούλη και κάναμε μία μεγάλη περιοδεία μαζί εκείνη την χρονιά. Εκεί υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι κάθε χρόνο θα επιστρέφω, ότι θα αφήνω την δική μου σφραγίδα σε ό,τι κάνω, ότι θα κάνω όσες συναυλίες μπορώ. Μπορεί να μην μπορώ να κάνω όσες συναυλίες κάνουν άλλα παιδιά της γενιάς μου, αλλά θα είμαι εδώ τουλάχιστον μία ή δύο φορές τον χρόνο -γιατί εγώ όπως πολύ συχνά λέω είμαι ένα καράβι που φεύγει αλλά πάντα επιστρέφει στο λιμάνι του. Γι’ αυτό και σε σχέση με άλλους καλλιτέχνες της γενιάς μου, δεν φαίνομαι τόσο πολύ εδώ. Οι υποχρεώσεις μου δεν μου το επιτρέπουν.

“Ο ρόλος μου σαν πρεσβευτής για την καμπάνια της αναδοχής είναι να παρακινήσουμε όσο περισσότερο κόσμο γίνεται να γίνει ανάδοχος, ώστε το κάθε παιδί να βρει ένα σπίτι”

Μετά από τόσες συναυλίες, συνεργασίες και διακρίσεις, υπάρχει κάτι που δεν έχετε ακόμη κάνει, αλλά θα θέλατε πολύ;

Είναι άπειρα τα πράγματα που ονειρεύομαι να κάνω. Νομίζω η στιγμή που κάποιος θα με ρωτήσει και δεν θα έχω κάτι να του πω θα είναι η στιγμή που θα πρέπει να σταματήσω να τραγουδώ και να κάνω κάτι άλλο. Είναι ατελείωτα τα όνειρα, οι στόχοι, οι ιδέες και οι συνεργασίες που θέλω να υλοποιήσω, γι’ αυτό και δεν μπορώ να σου τους πω όλους.

Θα μπορούσατε να μας μιλήσετε και για τον ρόλο σας στο πρόγραμμα αναδοχής παιδιών του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων; Πώς προέκυψε και ποιος είναι ο στόχος σας;

Ο στόχος είναι πάρα πολύ απλός. Ο στόχος είναι μέσα στα επόμενα 4-5 χρόνια να μην υπάρχουν παιδιά σε ιδρύματα. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν περίπου 1.800 παιδιά στις δομές του κράτους και σε κάποιες ιδιωτικές δομές και ο στόχος είναι να δουλέψουμε όλοι μαζί ώστε κάθε παιδί να βρίσκεται σε ένα σπίτι. Αυτό ξεκίνησε ύστερα από το κάλεσμα της Δόμνας Μιχαηλίδου, της Υφυπουργού Εργασίας. Στο τηλεφώνημα αυτό είδα έναν άνθρωπο της γενιάς μου, νέο, παθιασμένο, με όραμα, με στρατηγική και με πειθαρχεία, να μου εξηγεί τι μπορούμε πραγματικά να κάνουμε. Το σημαντικό στην περίπτωση της αναδοχής είναι ότι πρώτον άλλαξε η νομοθεσία και επιτέλους οποιοσδήποτε πολίτης ανεξάρτητα από θρησκευτικό και σεξουαλικό προσανατολισμό μπορεί να γίνει ανάδοχος γονέας. Αυτό άνοιξε την πόρτα στα ομόφυλα ζευγάρια να μπορέσουν να γίνουν ανάδοχοι γονείς, κάτι που επιτέλους έπρεπε να γίνει. Το πιο σημαντικό όμως από όλα είναι τα παιδιά. Όλο αυτό γίνεται για τα παιδιά. Όλες οι έρευνες έχουν αποδείξει ότι τα παιδιά πρέπει να βρίσκονται σε ένα σπίτι. Όση φροντίδα και να παίρνουν στα ιδρύματα, δεν παίρνουν το χάδι, την ασφάλεια, την θαλπωρή που θα πάρουν σε ένα σπίτι. Γι’ αυτό ο ρόλος της αναδοχής είναι πολύ σπουδαίος. Σε πολλές περιπτώσεις η αναδοχή οδηγεί σε υιοθεσία, άλλες φορές όχι. Αυτό που είναι πολύ σημαντικό είναι να ξέρουμε ότι πρώτον η σχέση του παιδιού με τον ανάδοχο γονέα, ακόμα κι αν το παιδί επιστρέψει στο σπίτι του, δεν παύει ποτέ να υπάρχει. Δεύτερον, δεν πρέπει να σκεφτόμαστε ότι “μα ναι εγώ θα έχω ένα παιδί, και μετά θα μου το πάρουν”. Πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν γίνεται να βλέπουμε το παιδί εγωιστικά, πρέπει να σκεφτούμε μόνο το καλό που μπορούμε να κάνουμε, ακόμα κι αν είναι να γίνουμε ανάδοχοι γονείς για 2, 6 ή 12 μήνες. Η ασφάλεια και η προστασία που θα δώσουμε σε αυτό το παιδί για όσο διάστημα και να είναι, είναι τόσο ανεκτίμητη, που δεν χωράει ο εγωισμός μας σε αυτό. Τουλάχιστον έτσι πιστεύω εγώ. Οπότε ο ρόλος μου σαν πρεσβευτής για την καμπάνια της αναδοχής είναι να παρακινήσουμε όσο περισσότερο κόσμο γίνεται να γίνει ανάδοχος, ώστε το κάθε παιδί να βρει ένα σπίτι.

Μπορεί να ακουστεί κλισέ, αλλά η μουσική είναι για μένα αυτό που με κρατά αισιόδοξο

Αυτή η αγάπη για τα παιδιά πηγάζει από το ότι είστε κοντά με το παιδί μέσα σας;

Νομίζω ότι ξεκινάει κυρίως από τα δικά μου παιδικά χρόνια, τα οποία ήταν αρκετά δύσκολα. Από εκεί μέσα μου, μεγαλώνοντας πια κάπως ξεκίνησε μία όρεξη να θέλω να βοηθήσω τα παιδιά με οποιονδήποτε τρόπο μπορώ, κι αυτό δεν έχει φύγει. Σκέφτομαι επίσης και την ευθύνη μου όχι μόνο ως καλλιτέχνης, αλλά ως άνθρωπος, ως μέλος αυτής της κοινωνίας, έχω ευθύνη να βάλω το λιθαράκι μου σε οτιδήποτε μπορώ να βοηθήσω να το κάνω.

“Είναι άπειρα τα πράγματα που ονειρεύομαι να κάνω. Νομίζω η στιγμή που κάποιος θα με ρωτήσει και δεν θα έχω κάτι να του πω θα είναι η στιγμή που θα πρέπει να σταματήσω να τραγουδώ και να κάνω κάτι άλλο”

Και μία τελευταία ερώτηση, τι σάς κρατά αισιόδοξο, τις περίεργες αυτές ημέρες που ζούμε;

Αυτές τις μέρες, που είναι πάρα πολύ δύσκολες, λίγα πράγματα με κρατάνε αισιόδοξο. Την κρατώ με πολύ κόπο την αισιοδοξία μου. Μπορεί να ακουστεί κλισέ, αλλά η μουσική είναι για μένα αυτό που με κρατά. Αυτή είναι η πιο αληθινή απάντηση που μπορώ να δώσω. Η μουσική είτε των άλλων, είτε η διαδικασία του να κάνω δική μου μουσική, μου δίνει ελπίδα, γιατί βλέπω ότι υπάρχει δημιουργία. Μετά, είναι τα μικρά πράγματα στη ζωή, μία βόλτα, ένα ωραίο φαγητό που θα μαγειρέψω για τους φίλους μου, ή το να πάω να δω την ανιψιά μου που είναι δύο χρονών και το περιμένω πως και πως. Είναι τα μικροπράγματα, δεν χρειάζεται να είναι κάτι μεγαλύτερο από αυτά. Αυτά τα μικρά πράγματα σου γεμίζουν λίγο το ντεπόζιτο της χαράς, ώστε να μην πάει ποτέ στην ρεζέρβα. Και αν έχει πάει στη ρεζέρβα, τότε πρέπει εγώ να φροντίσω να βρω αυτά τα δύο τρία μικροπράγματα, που θα μου δώσουν μια ανάταση. Η αλήθεια είναι ότι αυτές τις μέρες είναι πιο δύσκολο, όταν συνειδητοποιείς ότι σε πολύ λίγα χιλιόμετρα από εμάς, μερικά εκατομμύρια άνθρωποι είναι πρόσφυγες και βλέπεις γυναίκες και παιδιά να τρέχουν για να σωθούν. Επίσης δεν καταλαβαίνω σε τι φταίει το 20χρονο αγόρι που καλείται να πάει να πολεμήσει. Το βρίσκω σοκαριστικά εγκληματικό, και το βρίσκω ταυτόχρονα ανόητα απελπιστικό, είναι σαν να μην έχουμε καταλάβει τίποτα. Βεβαίως από την άλλη, όπως είπε ένας φίλος μου τις προάλλες και έχει απόλυτο δίκιο, αυτό μάς επηρεάζει γιατί είναι πολύ κοντά μας, ωστόσο οι πόλεμοι δεν σταμάτησαν ποτέ. Στη Συρία, στην Υεμένη, παντού σε όλο τον κόσμο, ποτέ δεν έχει σταματήσει να υπάρχει πόλεμος και άρα πρέπει να πορευτείς με αυτό. Απλά ίσως αυτή τη φορά να είναι πιο κοντά στο να γίνει η μεγαλύτερη έκρηξη, και αυτό προκαλεί σε όλους μία ανασφάλεια. Αλλά και πάλι, πρέπει να βρούμε τον τρόπο ο καθένας με ό,τι μπορεί, να βάλουμε το μικρό μας λιθαράκι.

Θεωρείτε ότι ο κόσμος έχει τώρα περισσότερη ανάγκη, να ξεχαστεί με τη μουσική;

Νομίζω ότι ο κόσμος έχει την ανάγκη να συνδεθεί, και επίσης έχει την ανάγκη να βρει λίγο την ασφάλειά του με οποιοδήποτε τρόπο γίνεται αυτό. Από πρώτο χέρι ξέρω ότι αυτές οι δύο ώρες ανταλλαγής, ενέργειας, αίσθησης και δύναμης είναι εφόδιο που μπορεί να σου δώσει υλικό μέσα σου για να αντέξεις πολύ καιρό μπροστά σου. Και αυτό είναι που εγώ έχω σκοπό να δώσω στον κόσμο και με τον δίσκο που βγαίνει και με τις δύο αυτές συναυλίες.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ο Γιώργος Περρής επιστρέφει με δύο συναυλίες στο θέατρο Παλλάς στην Αθήνα, τη Δευτέρα 4 Απριλίου, και το Ράδιο Σίτυ στην Θεσσαλονίκη, τη Δευτέρα 11 Απριλίου.

Τιμές εισιτηρίων

Θέατρο Παλλάς – 4 Απριλίου: Διακεκριμένη: Κανονικό 40€, Freedom Pass 40€, Φοιτητικό/Ανέργων 25€ – Α Ζώνη: Κανονικό 30€, Freedom Pass 30€, Φοιτητικό/Ανέργων 22€, ΑμεΑ 15€ – Β Ζώνη: Κανονικό 25€, Freedom Pass 25€, Φοιτητικό/Ανέργων 18€, ΑμεΑ 12€ – Γ Ζώνη: Κανονικό 20€, Freedom Pass 20€, Φοιτητικό/Ανέργων 15€, ΑμεΑ 12€ – Δ Ζώνη: Κανονικό 12€, Freedom Pass 12€

Radio City – 11 Απριλίου: Διακεκριμένη: Κανονικό 35€,Freedom Pass 35€, Φοιτητικό/Ανέργων 25€ – Α Ζώνη: Κανονικό 25€, Freedom Pass 25€, Φοιτητικό/Ανέργων 18€, ΑμεΑ 12€ – Β Ζώνη: Κανονικό 20€, Freedom Pass 20€, Φοιτητικό/Ανέργων 15€, ΑμεΑ 12€ – Γ Ζώνη: Κανονικό 15€, Freedom Pass 15€,Φοιτητικό/Ανέργων 12€

 

Ευχαριστούμε θερμά το ΩΔΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ για τη φιλοξενία της φωτογράφισης και τον YIORGOS ELEFTHERIADES για τα ρούχα.

Περισσότερα από Πρόσωπα