Ένα από τα μεγαλύτερα οπερατικά αριστουργήματα όλων των εποχών, ο «Ιδομενέας» του Wolfgang Amadeus Mozart, παρουσιάζεται από τον Δήμο Αθηναίων για τέσσερις παραστάσεις στο Ολύμπια, Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας», 26, 28, 30 Μαρτίου και 1 Απριλίου.
Η όπερα είναι μία καινούργια παραγωγή του Οργανισμού Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας Δήμου Αθηναίων (ΟΠΑΝΔΑ) και παρουσιάζεται σε συνεργασία με την ΕΡΤ, σε μουσική διεύθυνση και σκηνοθεσία Γιώργου Πέτρου, ενός από τους σημαντικότερους και διεθνώς αναγνωρισμένους Έλληνες καλλιτέχνες.
Στην παράσταση συμμετέχει ένα εξαιρετικό καστ, ο τενόρος Krystian Adam στον ομώνυμο ρόλο, καθώς και οι σπουδαίοι Έλληνες λυρικοί τραγουδιστές Μαίρη-Ελεν Νέζη, Μυρσίνη Μαργαρίτη, Μυρτώ Παπαθανασίου και Βασίλης Καβάγιας στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Έρωτας, πάθος, ζήλια, πατρικές σχέσεις και διλήμματα, σχέσεις των ανθρώπων με το Θείο περνούν μέσα από την αρχετυπική ιστορία του βασιλιά της Κρήτης Ιδομενέα – για τα οποία μάς μίλησε, μεταξύ άλλων, η σπουδαία λυρική τραγουδίστρια Μαίρη-Έλεν Νέζη, η οποία πρωταγωνιστεί στην παράσταση. Περισσότερα θα μάθουμε επί σκηνής…
Ας μιλήσουμε για τον Ιδομενέα, τη νέα παραγωγή του Δήμου Αθηναίων, στην οποία συμμετέχετε. Περί τίνος πρόκειται η συγκεκριμένη όπερα του Μότσαρτ, και θα μπορούσε κανείς να ανιχνεύσει συμβολικές συνδέσεις με την επικαιρότητα;O Iδομενέας τοποθετείται στο τέλος του Τρωικού πολέμου, και είναι μια ιστορία αγάπης μεταξύ πρώην εχθρών, του πρίγκιπα Ιδαμάντη, γιού του βασιλιά της Κρήτης Ιδομενέα, που συμμετείχε στην ελληνική εκστρατεία, και της κόρης του Πριάμου, Ίλιας, που έχει φτάσει στην Κρήτη ως αιχμάλωτη. Οι συνδέσεις με την επικαιρότητα είναι προφανείς, άλλωστε η όπερα στρέφεται πάντα γύρω από τα αιώνια πάθη του ανθρώπου. Η σκηνοθεσία του Γιώργου Πέτρου έχει δώσει μια άλλη τροπή από την προφανή στην όπερα, σαφώς επηρεασμένη από την σκληρή πραγματικότητα του πολέμου στην Ουκρανία.
Η κλασσική μουσική είναι σαν την κλασσική λογοτεχνία. Είναι πιο δύσκολη η ανάγνωση ενός έργου του Τολστόι, π.χ. ή του Φλωμπέρ από ό,τι ενός έργου που προορίζεται για σύντομη κατανάλωση, αλλά όταν ασχοληθείς, ανακαλύπτεις βάθoς και ομορφιά, που δεν υποψιαζόσουν ότι υπήρχαν, και συναρπάζεσαι. Θεωρώ μάλιστα ότι το να παρακολουθήσεις μια όπερα, που ως είδος φιλοδοξούσε να απευθύνεται σε ένα ευρύτερο κοινό, είναι πολύ πιο εύκολο και άμεσο. Συγκεκριμένα ο Ιδομενέας ανήκει σε ένα είδος στιλιζαρισμένο, αριστοκρατικό, την «όπερα σέρια», δηλαδή «σοβαρή όπερα». Μόνο που ο Μότσαρτ έγραψε κάτι τόσο καινούργιο, που ουσιαστικά κατάργησε τα στενά όρια του είδους, εισάγοντας πολύ λυρικότερη μουσική, έντονα συναισθήματα, και μια φρεσκάδα στους ρόλους.
Eδώ περνάμε σε ένα στοιχείο που πράγματι ανήκει σε τελείως άλλη εποχή. Τον 17ο και 18ο αιώνα, πολλά αγόρια που είχαν ιδιαίτερα ωραία φωνή τα ευνούχιζαν για να μην αλλάξει η φωνή τους, και να εξακολουθούν να τραγουδούν τις ψηλές νότες (αντίστοιχες με γυναικείες μεσόφωνες ή και υψίφωνες). Αυτό το φαινόμενο ευτυχώς καταργήθηκε, και επικράτησε τους ανδρικούς αυτούς ρόλους να τους ερμηνεύουν γυναίκες. Στο θέατρο πάντως υπήρχαν πάντα τέτοιου είδους… μπερδέματα. Αρκεί να θυμίσω, ότι τόσο στο αρχαίο θέατρο όσο και στον Σαίξπηρ – και στο ιαπωνικό κλασσικό θέατρο μέχρι σήμερα – έπαιζαν μόνο άνδρες και τους αντρικούς, αλλά και τους γυναικείους ρόλους!
Ήταν δύσκολο να μπείτε στο πετσί του Ιδαμάνθη;Ο ρόλος του Ιδαμάθη είναι ενας από τους σπουδαιότερους ρόλους του οπερατικού ρεπερτορίου για μέτζο σοπράνο, και είναι η πρώτη φορά που τον ερμηνεύω. Είναι ένας ρόλος εξαιρετικά απαιτητικός φωνητικά, γιατί απαιτεί δεξιοτεχνική άνεση και μεγάλη φωνητική έκταση. Έχω ερμηνεύεσει πολλούς αντρικούς χαρακτήρες σε όπερες της εποχής του Μπαρόκ, του Γκλουκ, του Μοτσαρτ, και πάντα το απολαμβάνω ιδιαίτερα, μιας και είναι ρόλοι γεμάτοι ενέργεια και δυναμισμό.
Κατ’αρχάς δεν υπάρχει ενιαία αγορά της όπερας στο εξωτερικό. Κάθε χώρα έχει τις παραδόσεις της, την ιδιαιτερότητά της, και… τη χρηματοδότησή της. Αυτό που θα έλεγα ότι μας λείπει, δεν είναι το ταλέντο ή οι γνώσεις – κάθε άλλο – αλλά η πρακτική πλευρά, η ύπαρξη πρακτορείων καλλιτεχνών, η προβολή από κρατικούς οργανισμούς των Ελλήνων καλλιτεχνών. Είναι πολλοί οι Έλληνες καλλιτέχνες άλλωστε που διαπρέπουν στο εξωτερικό, γιατί εκεί τους δόθηκαν ευκαιρίες. Όσο για το θέατρο Ολύμπια, έχω περάσει πολλά ωραία χρόνια εδώ, όταν ήταν η έδρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, και μόνο χαρά μου δίνει η αναγέννησή του, και η συμμετοχή μου σε αυτήν. Σε αυτό το θέατρο έκανα τα πρώτα μου βήματα ως σολίστ της όπερας, και μου δόθηκε η ευκαιρία να ερμηνεύσω σπουδαίους ρόλους του λυρικού ρεπερτορίου. Είναι σπουδαίο το έργο του σημερινού Καλλιτεχνικού διευθυντή Ολιβιέ Ντεκότ, που με το όραμά του και την επιμονή του κατάφερε να αναβιώσει το θέατρο ως μουσική σκηνή, παρουσιάζοντας στο Αθηναικό κοινό παραγωγές υψηλού επιπέδου με τη συμμετοχή διεθνούς κύρους Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών. Η Αθήνα έχει αποκτήσει άλλο ένα λυρικό θέατρο!
Κατάφερα να κάνω μια σημαντική διεθνή καριέρα χωρίς να ξενιτευτώ.
Μια παραγωγή όπερας είναι ακριβή, στοιχίζει δηλαδή πολλά να ανεβάσεις όπερα. Ως είδος όμως η όπερα είναι κατανοητό από τον οποιονδήποτε – όπως άλλωστε συμβαίνει και με τον κινηματογράφο. Δεν καταργήθηκε το σινεμά επειδή βλέπουμε όλοι τρίλεπτα βίντεο – αντίθετα, επιζητούμε να βρεθούμε στην αίθουσα και να αφοσιωθούμε σε ένα έργο χωρίς να μας αποσπούν άλλα ερεθίσματα. Γράφονται λοιπόν και στη σημερινή εποχή πολύ ενδιαφέροντα λυρικά έργα – όπως η Φόνισσα του Γιώργου Κουμεντάκη, ή όπως οι πολύ δημοφιλείς όπερες του Φίλιπ Γκλας και της Κάγια Σάριαχο.
Είστε μια τραγουδίστρια με καριέρα στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Χρειάστηκε ποτέ στη μακρά πορεία σας να βάλετε όρια σε συνεργάτες που δεν σας σεβάστηκαν;Χρειάστηκε δυστυχώς. Και στο εξωτερικό και στην Ελλάδα. Σ’αυτό η όπερα δεν διαφέρει από το οποιοδήποτε άλλο περιβάλλον εργασίας – άρα και το κίνημα Me Too που στηλιτεύει αυτή τη συμπεριφορά αφορά και την όπερα.
Μεγάλωσα σε ένα σπίτι που αγαπούσε την καλή μουσική όλων των ειδών, από κλασσική και τζαζ, μέχρι παραδοσιακή και έντεχνη ελληνική, αλλά και ροκ. Από τα 6 μου χρόνια άρχισα να μαθαίνω πιάνο και θεωρία της μουσικής, και πολύ αργότερα μπήκα στον συναρπαστικό κόσμο του λυρικού τραγουδιού. Εκεί ένιωσα αμέσως ότι είμαι στο «στοιχείο» μου. Δυσκολίες υπάρχουν βέβαια σε μια επαγγελματική πορεία, και σε πολλές φάσεις καλείσαι να κάνεις δύσκολες επιλογές. Η βασικότερη για μένα ήταν ότι δεν ήμουν διατεθειμένη να φύγω μόνιμα από την Ελλάδα, και αυτό, όπως γνώριζα εξ αρχής, είχε μερικές αρνητικές συνέπειες, έχασα σίγουρα κάποιες ευκαιρίες – αλλά δεν παραπονούμαι γιατί κατάφερα και να κάνω μια σημαντική διεθνή καριέρα χωρίς να ξενιτευτώ. Και τώρα το ίδιο θα αποφάσιζα.
Τι θα συμβουλεύατε τη μικρή Μαίρη-Ελεν Νέζη με την τωρινή ωριμότητα σας;Δεν νομίζω ότι θα την συμβούλευα κάτι διαφορετικό από αυτό που έκανα, ούτε αισθάνομαι ότι έκανα κάποια λάθος επιλογή στην πορεία. Νομίζω ότι υπήρξα τυχερή και μπόρεσα να ακολουθήσω το ένστικτο και το ταλέντο μου, με την αμέριστη στήριξη των γονιών μου.
Ιστορίες ανθρώπινες που διηγείται η μουσική. Μια τέχνη που περιλαμβάνει όλες τις άλλες: τη μουσική, το θέατρο, το χορό, τη λογοτεχνία.
Η Μαίρη-Έλεν Νέζη πρωταγωνιστεί στην εμβληματική όπερα του Β. Α. Μότσαρτ, «Ιδομενέας – Βασιλιάς της Κρήτης», που παρουσιάζεται από τον Δήμο Αθηναίων, για τέσσερις παραστάσεις, στις 26, 28 και 30 Μαρτίου και 1 Απριλίου (στις 20:00), στο Ολύμπια Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας» (Ακαδημίας 59, Αθήνα).
Τιμές εισιτηρίων: Θέσεις περιορισμένης ορατότητας: €12. Δ’ Ζώνη (Φοιτητικό, πολύτεκνοι, νέοι έως 25 ετών, άνεργοι, άνω των 65 ετών): €15. Γ’ Ζώνη: €25. Β’ Ζώνη: €30. Α’ Ζώνη: €45. Διακεκριμένη Ζώνη: €50. Προεδρικό θεωρείο: €60. Προπώληση: ticketservices.gr και δύο ώρες πριν την έναρξη της παράστασης στο Θέατρο.