Τον Ιανουάριο του 1928, στα πρόθυρα του Μεγάλου Κραχ, η Ρουθ Σνάιντερ οδηγείται στην ηλεκτρική καρέκλα στις φυλακές Σινγκ Σινγκ της Νέας Υόρκης. Έχει κριθεί ένοχη για τη δολοφονία του άνδρα της με συνεργό τον εραστή της. Ανάμεσα στους δημοσιογράφους που κάλυπταν τη δίκη και μετέπειτα την εκτέλεση της είναι η Σόφι Τρέντγουελ. Η Τρέντγουελ, μέσα σε λίγους μήνες, θα παραδώσει το «Μάκιναλ» και θα το δει να ανεβαίνει στο Broadway λαμβάνοντας κριτικές «για μια ομορφιά που δεν μπορεί να προσδιοριστεί με λέξεις».
Ένα άγνωστο αριστούργημαΕκατό χρόνια μετά, η ομάδα Πυρ (Αργύρης Ξάφης, Δέσποινα Κούρτη, Ιώ Βουλγαράκη) επαναλαμβάνει πως το «Μάκιναλ» όχι μόνο είναι ένα άγνωστο αριστούργημα, όχι μόνο είναι ένα έργο ορόσημο για το κίνημα του Εξπρεσιονισμού αλλά και πως έναν αιώνα μετά, το σφρίγος του, τους αφήνει άφωνους. «Καταλήξαμε πως ο μόνος λόγος που αυτό το κείμενο δεν συγκαταλέγεται στην short list των σπουδαιότερων έργων του 20ου αιώνα είναι πως αποτελεί έργο μιας γυναίκας. Διαφορετικά, η Σάρα Κέιν και ο Χάρολντ Πίντερ θα πρέπει να ευγνωμονούν την Τρέντγουελ για τη δουλειά της. Το επίπεδο της γραφής και της ματιάς της είναι τόσο υψηλό και τόσο σύγχρονο που ακόμα δεν μπορούμε να το πιστέψουμε» παρατηρεί ο Αργύρης Ξάφης.
Ο Ξάφης, εκτός από πρωταγωνιστής της παράστασης είναι και ο μεταφραστής του έργου. Χρειάστηκε έξι μήνες για να το ολοκληρώσει, θαυμάζοντας πάντα τον κοφτό της λόγο και τον μοναδικό της τρόπο να μεταγγίζει το εφιαλτικό συναίσθημα, με δόσεις χιούμορ και ειρωνείας.
Μια γυναίκα ενάντια στο σύστημαΜέσα σε εννέα σκηνές, η Τρέντγουελ εκθέτει τον αγώνα μιας κοπέλας απέναντι σε ένα πλήθος προσώπων που εκπροσωπούν την πόλη, την κοινωνία, το σύστημα και εν τέλει ένα μηχανισμό για τον οποίο η κοπέλα δεν αποτελεί παρά ένα σπασμένο, μη λειτουργικό γρανάζι.
«Το κορίτσι αυτό είναι ένα ελάττωμα για την κοινωνική μηχανή. Η μηχανή έχει μάθει να δουλεύει αλλιώς. Εκείνη ζητά έρωτα, ανθρωπιά, ειλικρίνεια, αληθινή ζωή, ελευθερία. Έχει ζωντανά αιτήματα, δηλαδή· και τα περιμένει από ένα κόσμο κι ένα σύστημα που τα έχει καταργήσει. Άρα το κορίτσι αυτό είναι ένα άχρηστο και ασύμφορο εξάρτημα» παρατηρεί η Δέσποινα Κούρτη που την υποδύεται.
Βιβλίο και ταινίαΗ ιστορία της Ρουθ Σνάιντερ έγινε best seller βιβλίο από τον Τζέιμς Κέιν και αργότερα ταινία από τον Μπίλι Γουάιλντερ υπό τον τίτλο «Διπλή ταυτότητα». Σε αντίθεση με τις παραπάνω εκδοχές που εστίασαν στην tabloid καταγραφή της ιστορίας, η Σόφι Τρέντγουελ ξεφεύγει από το συμβάν «και κάνει μια ποιητική επεξεργασία των γεγονότων. Μέσα από έναν άκρατο υποκειμενισμό, καταργώντας την αντικειμενική αφήγηση, το ‘Μάκιναλ’ ξεπερνάει την ίδια τη θεματική του και γίνεται ένα έργο που μιλάει για όλα τα παγιδευμένα πλάσματα. Είναι το χρονικό συντριβής μιας γυναίκας αλλά και κάθε ανθρώπου που δεν συμμορφώνεται με το σύστημα» προσθέτει η Ιώ Βουλγαράκη, σκηνοθέτιδα της παράστασης που κάνει πρεμιέρα απόψε.
Σε αναζήτηση μιας γλώσσαςΗ πρόκληση για να παρασταθεί ένα έργο σαν το «Μάκιναλ» είναι μεγάλη – και από άποψη περιεχομένου αλλά και ύφους και δομής. Η ομάδα μπήκε στην διαδικασία αναζήτησης μιας γλώσσας «που να δικαιώνει τη γραφή της και ό,τι πρωτοποριακό προτείνει. Αυτό σε μια παράσταση συνόλου συνδέεται με τη χορικότητα» εξηγεί η Ιώ Βουλγαράκη.
Κρίνοντας καθοριστική τη συνεργασία της με την κινησιολόγο Σοφία Πάσχου και τον μουσικό Νίκο Γαλενιανό, η σκηνοθέτις δημιούργησε μια δραματουργία μέσα στην δραματουργία αφού η ίδια η γραφή της Τρέντγουελ και οι υφολογικές αντιφάσεις από τη μια σκηνή στην επόμενη «οδηγεί προς το αλλόκοτο, το ονειρικό και το ανοίκειο».
Η ομάδα «Πυρ» – την οποία συνδράμουν οι ηθοποιοί Δημήτρης Γεωργιάδης, Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος, Εμμανουήλ Κοντός, Κατερίνα Νταλιάνη και Μαρία Σαββίδου – παραδέχονται πως ενώ η ενστικτώδης αντίδραση τους είναι να ταυτιστούν με την περιπέτεια του κοριτσιού, τελικά «αναγνωρίζουμε τη μηχανή μέσα μας. Το σύστημα μας αναγκάζει να γίνουμε σκληροί μαχητές και να ασκήσουμε παραπάνω εξουσία, απλώς επειδή μας παίρνει. Η επιβολή στον άλλον φαντάζει το νο1 καθήκον μας για να επιβιώσουμε. Πρέπει να είμαστε οι καλύτεροι – ακόμα κι αν αυτό σημαίνει πως θα επενδύσουμε στην ευαλωτότητα των άλλων. Ο καπιταλισμός μας σπρώχνει εκεί: Όχι στο πως να συμβιώσουμε και να δημιουργήσουμε μαζί αλλά στο πως θα επιβληθούμε» λέει η Δέσποινα Κούρτη, αναγνωρίζοντας στον εαυτό της τον ίδιο ρομαντισμό που, πιθανόν, διακατέχει την ηρωίδα της.
Στα μάτια της Κούρτη – και προηγουμένως της Τρέντγουελ – η γυναίκα αυτή σκοτώνει γιατί συγκρούεται με ένα βίαιο κόσμο. «Αυτό την οδηγεί στην τερατώδη πράξη της δολοφονίας, η έλλειψη οξυγόνου. Ζει υπό ένα διαρκή φόβο βίας και ανελευθερίας. Ζει κάτω από ένα διαρκές κουρέλιασμα του εαυτού της. Δεν είναι επαναστάτρια, δεν χαράσσει ένα δρόμο που θ’ ακολουθήσουν κι άλλοι, αλλά ζει με τρομερή ειλικρίνεια και θάρρος απέναντι στο σύστημα».
Φεμινιστική αισθητικήΤο «Μάκιναλ», ανάμεσα στις πολλές αξίες του, φέρει και μια φεμινιστική αισθητική, καθιστώντας την Σόφι Τρέντγουελ μια από τις κορυφαίες εκπροσώπους του κινήματος κατά το Μεσοπόλεμο. «Δεν είναι τυχαία η φόρμα που υιοθετεί η συγγραφέας» παρατηρεί η Ιώ Βουλγαράκη. «Το εξπρεσιονιστικό φορμάτ του έργου μοιάζει με το σύμπαν όπου ζει μια γυναίκα. Η γυναίκα δεν είναι πρωταγωνίστρια της ζωής της. Το δυστύχημα είναι πως ακόμα παλεύει γι’ αυτό, 100 χρόνια μετά».
Μιλώντας για ελευθερία μετά την πανδημίαΗ παράσταση είχε δρομολογηθεί να ανέβει την Άνοιξη του 2020 αλλά η βίαιη εμφάνιση της πανδημίας την παρέσυρε σε μια αναβολή διετίας. Ωστόσο, τα κοινωνικά και τα εξουσιαστικά αντανακλαστικά στις απανωτές κρίσεις – από τον εγκλεισμό της πανδημίας, το ξέσπασμα του κινήματος metoo και την γιγάντωση του φαινομένου της γυναικείας κακοποίησης, μέχρι και την βάρβαρη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία – έφερε την ομάδα μπροστά σε νέα δεδομένα. «Κάτι βάθυνε στη διαδικασία και στη σχέση μας με το έργο. Αυτά τα δύο χρόνια μας έφεραν αντιμέτωπους με την τρομακτική έλλειψη ενσυναίσθησης για την οποία παλεύει η γυναίκα του ‘Μάκιναλ’. Είδαμε – και πριν δεν θα αντέχαμε να το δούμε – πως η μηχανή είμαστε εμείς. Και καταλάβαμε πως το αίτημα για ελευθερία δεν είναι θεωρητικό αλλά πραγματικό» εξηγεί η σκηνοθέτιδα της παράστασης.
Η συγκυρία του «Μάκιναλ» βρίσκει τους «Πυρ» να συμπληρώνουν δέκα χρόνια κοινής παρουσίας στο θέατρο – παράλληλης με τις προσωπικές ενασχολήσεις του καθένα. Πάντα, ωστόσο, βρίσκουν αφορμές για να επιστρέφουν. Η Ιώ Βουλγαράκη που ανδρώθηκε σκηνοθετικά μέσα στην ομάδα και άρα μεγαλώνει καλλιτεχνικά μαζί της μιλάει για την ανεκτίμητη αξία της συνάντησης τους που ποτέ δεν τυχαία. «Ανανεώνουμε διαρκώς τα ερωτήματα και κάνουμε ό,τι μπορούμε για να παίρνουμε ρίσκα», λέει.
Ο Αργύρης Ξάφης, με τη σειρά του, παρομοιάζει την ομάδα με έναν «κήπο όπου μοιραζόμαστε την αγάπη μας για το θέατρο και τη, μεταξύ, μας αγάπη. Συνειδητά, λοιπόν, γυρίζουμε εδώ, διαφορετικά οι συνθήκες είναι σχεδόν εχθρικές. Έχουμε ελάχιστα χρήματα από τις επιχορηγήσεις, δεν έχουμε παραγωγό και παίρνουμε ένα μεγάλο οικονομικό ρίσκο. Έχουμε, όμως, κι ένα μεγάλο θέλω» τονίζει ο Αργύρης Ξάφης, επαναλαμβάνοντας τα χρόνια άλυτα προβλήματα κάθε θεατρικής ομάδας που θέλει να υπάρξει με ρεπερτόριο. Μιας θεατρικής ομάδας που θέλει να υπάρξει απέναντι στη… μηχανή.
Θέατρο του Νέου Κόσμου
Αντισθένους 7 και Θαρύπου, Φιξ
Μετάφραση: Αργύρης Ξάφης
Σκηνοθεσία – Δραματουργική επεξεργασία: Ιώ Βουλγαράκη
Σκηνικό-Κοστούμια: Μαγδαληνή Αυγερινού
Μουσική: Νίκος Γαλενιανός
Επιμέλεια κίνησης: Σοφία Πάσχου
Σχεδιασμός φωτισμών: Αλέκος Αναστασίου
Παίζουν: Δέσποινα Κούρτη, Δημήτρης Γεωργιάδης, Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος, Εμμανουήλ Κοντός, Κατερίνα Νταλιάνη, Αργύρης Ξάφης, Μαρία Σαββίδου
Πρεμιέρα: Δευτέρα 18 Απριλίου 2022
Διάρκεια Παράστασης: 90 λεπτά
Παραστάσεις: Δευτέρα 21:15, Τρίτη 21:15
Τιμές εισιτηρίων: Κανονικό 15€, Μειωμένο 12€