Ένα ανομολόγητο έγκλημα δεκαπέντε χρόνων. Η Λέηντυ, κόρη Ιταλού μετανάστη, ζει σε μια πόλη της Αμερικής με τον άρρωστο και βάναυσο σύζυγό της. Μοναδικό της όνειρο, μέσα σε αυτήν την κόλαση, είναι να ανοίξει ξανά το αγαπημένο της ζαχαροπλαστείο, εις μνήμην του πατέρα της, που τον έκαψε ζωντανό στον κήπο του ο σύζυγός της, μέλος της Κου Κλουξ Κλαν.
Ο Βαλ, ένας περιπλανώμενος καλλιτέχνης που, όπως λέει ο ίδιος, ζούσε μέσα στη διαφθορά, φτάνει την ημέρα των γενεθλίων του σ’ αυτή την πόλη που κυριαρχεί η βία, το έγκλημα και η αντίσταση σε οτιδήποτε διαφέρει από τα «ήθη τους». Ψάχνει για δουλειά, προσπαθώντας να αλλάξει τη ζωή του και προσλαμβάνεται υπάλληλος στο υπό ανακαίνιση ζαχαροπλαστείο.
«Κι αυτοί οι δυο συναντήθηκαν, όπως τσουγκρίζουν δυο πέτρες κι ανάβει φωτιά». Η Λέηντυ βλέπει στο πρόσωπο του Βαλ ένα σωτήρα και σύμμαχο. «Θέλω να δει ο σύζυγός μου, ενώ πεθαίνει, τον κήπο του πατέρα μου να ανοίγει πάλι, το Μεγάλο Σάββατο». Το όνειρο της Λέηντυ γίνεται σχέδιο.
Σημείωμα σκηνοθέτη
Ο αρχαίος μύθος λέει ότι ο Ορφέας οδηγώντας την Ευρυδίκη έξω από τον Άδη, έκανε το λάθος και γύρισε να την κοιτάξει κι από τότε χωρίστηκαν για πάντα. Στην παράσταση ο Βαλ και η Λέηντυ, σαν δυο νεκρές ψυχές, που ξυπνούν στο κοιμητήρι, που τους έθαψαν, μαζί με όλους τους κατοίκους της πόλης ξαναζούν και αφηγούνται όλο το ταξίδι από τον Άδη, το εμπορικό κατάστημα Τόρανς, προς το φως…
Μια Μεγάλη Εβδομάδα παθών και πόθων. Η εποχή μας έχει ανάγκη περισσότερο από ποτέ την σωτηρία, το ταξίδι προς το φως, την αγάπη. Αγάπη εις τους αιώνας των αιώνων αμήν. Αυτή τη μοναδική ευκαιρία που έχουν οι άνθρωποι όταν συναντούν το άλλο τους μισό να φτιάξουν τη ζωή τους, την ποδοπατά η βία, η σκληρότητα, ο φασισμός. Κι αυτό είναι το παράπονο της παράστασης. Γιατί ο κόσμος, ενώ μπορεί να γίνει μαγικός και δίκαιος μέσα από την ένωση των ερωτευμένων ανθρώπων, να γεννήσει παιδιά, να καλλιεργήσει κήπους, καταλήγει ένας Άδης, να κατεβαίνουν σε αυτόν ευγενείς, ωραίοι άνθρωποι με το προσόν να αγαπούν και να σώζουν;
Η παράσταση γεννάει μουσική, μοιάζει με συναυλία , όπου ο Βαλ και η Λέηντυ τραγουδούν. Στην παράσταση μας ο Ορφέας μαγεύει με τη λύρα του, σαν ένα ηλεκτροφόρο καλώδιο στέλνει μελωδίες και ήχους, ένα σκοτεινό μιούζικαλ.