MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΕΜΠΤΗ
21
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ

Συν &Πλην: «Ο αυτόχειρ» στο Εθνικό Θέατρο

Μια σύνοψη των θετικών και αρνητικών σημείων για την παράσταση «Ο αυτόχειρ» σε σκηνοθεσία Γιώργου Παπαγεωργίου που ανεβαίνει στο Εθνικό Θέατρο.

stars-fullstars-fullstars-fullstars-halfstars-empty
| Φωτογραφίες: Χρήστος Συμεωνίδης
author-image Στέλλα Χαραμή

Το έργο

Μπορεί το σταλινικό καθεστώς να φρόντισε ώστε τα έργα του Νικολάϊ Έρντμαν να μείνουν κρυμμένα για δεκαετίες. Όπως και ο ίδιος να εξοριστεί για χάρη τους στη Σιβηρία ως αντι-καθεστωτικός. Ωστόσο, έναν αιώνα μετά από την συγγραφή τους, φαίνεται πως διατηρούν δυνατή την πολιτική, κοινωνική και υπαρξιακή τους ανάσα. Τοποθετώντας τα, χωρίς περιστροφές, ανάμεσα στα κλασικά – παρότι ατυχή – αριστουργήματα της ρωσικής δραματουργίας. Εξάλλου, είναι μόνον δύο: «Το πιστοποιητικό» (1925) και «Ο Αυτόχειρ» (1928). Αυτά πρόλαβε να γράψει ο Έρντμαν πριν μπει στο στόχαστρο της κρατικής λογοκρισίας καθώς αναφέρεται σε συγκεκριμένα στιγμιότυπα της ζωής στην μετεπαναστατική Σοβιετική ΄Ενωση.

Κεντρικός ήρωας του στον «Αυτόχειρα» είναι ο Σεμιόν Σεμιόνοβιτς, ένας άνεργος τύπος που αναγκάζεται να ζει με όσα του εξασφαλίζει η εργασία της γυναίκας του, Μαρίας Λουκιάνοβνα. Η υπαρξιακή του μελαγχολία για την κατάσταση του παρεξηγείται ως πρόθεση αυτοχειρίας από την οικογένεια του, γεγονός που ραγδαία διασπείρεται ως φήμη στον κοινωνικό περίγυρο της πόλης του. Σύντομα, από ασήμαντος ανθρωπάκος ο Σεμιόν μετατρέπεται σε διάσημο μελλοθάνατο, αφού όλες οι μορφές της εξουσίας και του συστήματος επιδιώκουν να καπηλευτούν το θάνατο του για ίδιον όφελος.

Ο Νικολάϊ ‘Ερντμαν γράφει ένα έργο στην κόψη. Ανάμεσα στην καυστική πολιτική σάτιρα, την πικρή φάρσα, το θέατρο του παραλόγου και την υπαρξιακή τραγωδία. Με πρόσωπα που ακουμπούν στον ρεαλισμό και άλλα που αποδίδουν έναν εξωφρενικά γκροτέσκο χαρακτήρα. Μέσα σε αυτήν την επικίνδυνη ακροβασία, ο ΄Ερντμαν, δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα της Οκτωβριανής Επανάστασης, εκθέτει τις προδομένες ιδέες ενός λαού που σπρώχνεται στην απόλυτη φτώχεια και τη ματαίωση την ώρα που οι κεντρικοί παράγοντες του συστήματος και εκπρόσωποι των κοινωνικών στρωμάτων (η Εκκλησία, η διανόηση, η οικονομία) αδυνατούν να νοηματοδοτήσουν ξανά το «μεγάλο όραμα» μιας νέας κοινωνίας. Αντ’ αυτού, αναζητούν «ιδεολογικούς νεκρούς» στο πρόσωπο ενός, θλιβερού και παραιτημένου, από τη ζωή ανθρωπάκου που παραδέχεται πως «δεν φαίνομαι αλλά υπάρχω».

Ο «Αυτόχειρ» επρόκειτο να παρασταθεί στο θέατρο του Μέγιερχολντ το 1928 αλλά δεν ανέβηκε ποτέ. Και απαγορεύτηκε οριστικά το 1933 με τον συγγραφέα να εξορίζεται στη Σιβηρία. Το έργο παραμένει απαγορευμένο στη Ρωσία μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80. Μια δεκαετία νωρίτερα ανεβαίνει στο Παρίσι (1974) και ο Κάρολος Κουν το πρωτοπαρουσιάζει στο Θέατρο Τέχνης το 1978. Ο Νικολάϊ Έρντμαν είχε ήδη πεθάνει στη Μόσχα το 1970.

Η Ναταλία Τσαλίκη περιστοιχισμένη από το ανδρικό χορωδιακό τρίο των Αντώνη Αντωνιάδη, Νικόλα Ντούρο και Γιάννη Λατουσάκη.

H παράσταση

Επιτρέποντας στην απελπισία να έρπει, ο Γιώργος Παπαγεωργίου στήνει μια παράσταση όπου πρωταγωνιστούν τα πιο εξωστρεφή χαρακτηριστικά της γραφής του Έρντμαν. Η σατιρική διάθεση, το βαριετέ, το φαρσικό και γκροτέσκο στοιχείο. Ως προωθητικός και ενοποιητικός μηχανισμός αυτού του σχήματος στέκεται η μουσική, παραδίδοντας ένα θέαμα υψηλής έντασης. Μια σκηνική γιορτή που, αν και βυθισμένη στην άφατη μελαγχολία, μιλάει για την αξία του να ζεις – έστω και με τα ελάχιστα. Συνεπείς υποστηρικτές του εγχειρήματος, ο 17μελής θίασος και η πενταμελής ορχήστρα της παράστασης.

Μανώλης Μαυροματάκης και Μάκης Παπαδημητρίου

Τα Συν (+)

Οι ερμηνείες

Η υψηλή ενέργεια της παράστασης οφείλει πολλά στο καλοκουρδισμένο σύνολο των 17 ηθοποιών που συλλειτουργούν σε καλή χημεία μεταξύ τους, με τους μουσικούς όσο και τις διαρκείς αλλαγές του σκηνικού που εντάσσεται στο πλαίσιο της θεατρικής δράσης. Ο Μανώλης Μαυροματάκης συναντάει ένα ρόλο καριέρας και τον προσεγγίζει με εσωτερικό παλμό. Ειδικά, ο τρόπος που παρακολουθεί τον ήρωα του να συνδέεται με το τέλος της ζωής – και ακόμη περισσότερο να προσπαθεί να το κατανοήσει – είναι συγκινητικός. Ο δε επίλογος του «θα ζήσουμε μιλώντας ψιθυριστά» ορίζει τον οντολογικό παλμό του έργου. Πλάι του, στο ρόλο της συζύγου του Σεμιόν Μαρία Λουκιάνοβνα η Αγορίτσα Οικονόμου αποκαλύπτει για πολλοστή φορά την τεχνική της δεινότητα στην κωμωδία και η Ναταλία Τσαλίκη απολαυστικά πληθωρική στο ρόλο της πεθεράς του Σεραφίμα Ιλίνιτσνα.

Γύρω από αυτούς τους ήρωες – που εμπίπτουν στον ρεαλισμό – αναπτύσσεται ένα γκροτέσκο σύστημα ηρώων και ερμηνειών. Από αυτούς ξεχωρίζουν ο Νίκος Καρδώνης που παίζει με την φωτιά αλλά δεν καίγεται, καθώς σπρώχνει το ρόλο του διανοητή Αριστάρκ στα όρια μιας τρελής καρικατούρας. Ο Μάκης Παπαδημητρίου ως Αλεξάντρ Πετρόβιτς με την γνώριμη αλλά πάντα εκτιμητέα φυσικότητα του προς το αστείο. Ο ιδιοσυγκρασιακός Κώστας Μπερικόπουλος που χτυπάει φλέβα ως Βίκτορ Βικτόροβιτς με την ένθετη αναφορά στο «Βλέμμα του Οδυσσέα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Και η Βάσω Καβαλλιεράτου στο ρόλο της ευτραφούς ερωτιάρας Μαργαρίτα Ιβάνοβνα. Σε μικρότερους ρόλους αλλά με καλή συγκρότηση διακρίνουμε τους Αντώνη Αντωνιάδη, Νικόλα Ντούρο και Γιάννη Λατουσάκη ως μέλη του ανδρικού χορωδιακού τρίο.

Η σκηνοθεσία

Αν και στην πρώτη μεγάλης κλίμακας σκηνοθεσία του, ο Γιώργος Παπαγεωργίου διακρίνεται για σημαντικές σκηνοθετικές αρετές. Την οργάνωση και ερμηνευτική συνάφεια ενός συνόλου ηθοποιών, την εμψύχωση υψηλής ενέργειας και εορταστικής, τσιρκολάνικης διάθεσης στην παράσταση, την δημιουργική συνομιλία του έργου με την πρωτότυπη μουσική.

Όλα αυτά τα στοιχεία συνηγορούν σε μια παράσταση που εντάσσεται στη μακρά παράδοση του λαϊκού θεάτρου. Αν δε, είχε προστατεύσει την παράσταση από τις περιττές εντάσεις (κάποιες ερμηνείες στα όρια της φασαρίας – αν όχι της υστερίας), το σκηνοθετικό του ντεμπούτο στο Εθνικό θα ήταν περισσότερο πιο επιτυχημένο.

Η αισθητική της παράστασης

Είναι εύστοχη η ιδέα του Πάρι Μέξη να αποδώσει χαρακτηριστικά του κινήματος των κονστρουκτιβιστών – των καλλιτεχνικών ομάδων που ασπάζονταν τα κομμουνιστικά ιδεώδη και στόχευαν μέσω της τέχνης να εξοικειώσουν το κοινό με το όραμα ενός νέου κόσμου. Την ίδια ώρα, τα κοστούμια της παράστασης αντλούν πολλά στοιχεία από την αισθητική του τσίρκου και του μπουρλέσκ συντείνοντας όλα στο ζητούμενο του λαϊκού θεάτρου.

Η μουσική

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Γιώργος Παπαγεωργίου καθιστά βασικό συνομιλητή της σκηνοθεσίας του τη μουσική. Η πρωτότυπη σύνθεση των Γιώργου Δούσου και Δημήτρη Κλώνη παντρεύει πολλές μουσικές παραδόσεις από την εποχή του Μεσοπολέμου: Από την μελωδική ‘δυτική’ τζαζ ως την ρώσικη και βαλκανική μουσική κληρονομιά μέχρι τους ήχους του ελληνικού πανηγυριού. Και συνεισφέρουν τα μέγιστα στη διονυσιακή ατμόσφαιρα που επιδιώκει η παράσταση

Η κίνηση

Αρωγός στην καλοκουρδισμένη απόδοση του συνόλου των ηθοποιών είναι και η διδασκαλία κίνησης από την Σεσίλ Μικρούτσικου. Ο κινησιολογικός σχεδιασμός της δεν περιορίζεται στην χορογραφημένη συλλειτουργία της ομάδας αλλά και στον, μέχρι κεραίας, συντονισμό τους σε πλήθος κωμικών σκηνών. Και ως γνωστόν η κωμωδία συχνά κρύβεται στο σωστό συγχρονισμό.

Η Χριστίνα Χειλά Φαμέλη σε σκηνή της παράστασης.

Τα Πλην (-)

Η υπέρμετρη εξωστρέφεια

Υπάρχουν σημεία όπου οι εκφραστικές υπερβολές και τα ανεβασμένα ντεσιμπέλ οδηγούν την παράσταση σε σοβαρές υφολογικές ανισορροπίες. Και φυσικά θυσιάζουν ανέξοδα δραματικές ποιότητες του έργου και της θαυμάσιας μετάφρασης του Κωστή Σκαλιόρα.

Το άθροισμα (=)

Ένα απολαυστικό δείγμα λαϊκού θεάτρου νέας γενιάς που υπενθυμίζει την αξία του, σπάνια παιζόμενου, έργου του Νικολάϊ Έρντμαν.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Συγγραφέας: Νικολάϊ Έρντμαν
Μετάφραση: Κωστής Σκαλιόρας
Σκηνοθεσία: Γιώργος Παπαγεωργίου

Σκηνικά: Πάρις Μέξης
Κοστούμια: Πάρις Μέξης
Μουσική: Γιώργος Δούσος, Δημήτρης Κλωνής
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Χορογραφία: Σεσίλ Μικρούτσικου

Παίζουν: Αντρικό χορωδιακό τρίο, άντρες στο σπίτι του Σεμιόν: Αντώνης Αντωνιάδης, Γιάννης Λατουσάκης, Νικόλας Ντούρος Σεμιόν Σεμιόνοβιτς Ποντσεκάλνικοφ: Μανώλης Μαυροματάκης Μαρία Λουκιάνοβνα Ποντσεκαλνίκοβα: Αγορίτσα Οικονόμου Σεραφίμα Ιλίνιτσνα: Ναταλία Τσαλίκη Αλεξάντρ Πετρόβιτς Καλαμπούσκιν: Μάκης Παπαδημητρίου Μαργαρίτα Ιβάνοβνα: Βάσω Καβαλιεράτου Αριστάρκ Ντομινίκοβιτς Γκολοτσάποφ: Νίκος Καρδώνης Κλεοπάτρα Μαξίμοβνα: Χριστίνα Χειλά-Φαμέλη Ιγκόρ Τιμοφέιεβιτς: Κλέαρχος Παπαγεωργίου Νικιφόρ Αρσένιεβιτς Πουγκατσόφ: Χρήστος Πούλος-Ρένεσης Βίκτορ Βικτόροβιτς: Κώστας Μπερικόπουλος Πάτερ Ίκλυτ: Άγγελος Μπούρας Ραΐσα Φιλίποβνα: Λυδία Τζανουδάκη Γκρούνια: Φανή Παρλή Κόστια: Αντώνης Αντωνιάδης Ιβάν Βασίλιεβιτς: Νικόλας Ντούρος Καπελούδες, κοπέλες στο νεκροταφείο: Εβίτα Αγαΐτση, Φανή Παρλή Ζίνκα: Εβίτα Αγαΐτση Διάκος: Νικόλας Ντούρος

Τιμές Εισιτηρίων: ticketservices.gr και στο  210.7234567 (με χρήση πιστωτικής-χρεωστικής κάρτας)
Πληροφορίες: Ταμεία κτηρίου Τσίλλερ (Αγίου Κωνσταντίνου 22-24), τηλ. 210.5288170-171 και Θεάτρου Rex (Πανεπιστημίου 48) τηλ. 210.3305074
Παραστάσεις: Τετάρτη και Κυριακή στις 19:00, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 21:00
Περισσότερα από Κριτική Θεάτρου