Καταφύγια: Έκθεση φωτογραφίας των Τάκη Βερέμη και Θοδωρή Ξένου στην γκαλερί a.antonopoulou.art
Η γκαλερί a.antonopoulou.art παρουσιάζει την έκθεση φωτογραφίας των Τάκη Βερέμη και Θοδωρή Ξένου, «Καταφύγια», δύο διαφορετικές ευαίσθητες ματιές σε μία ανατρεπτική έκθεση, πέρα από τα αυστηρά «κλισέ».
Η γκαλερί a.antonopoulou.art παρουσιάζει την Τετάρτη 11 Μαΐου, 19:00 – 23:00, την έκθεση φωτογραφίας των Τάκη Βερέμη και Θοδωρή Ξένου, με τίτλο «Καταφύγια». Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 18 Ιουνίου 2022.
«Καταφύγια»: Λίγα λόγια για την έκθεσηΉταν κάποτε δύο φίλοι! Γνωρίστηκαν στην Νέα Υόρκη στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Την εποχή του sex, drugs and… post-expressionist punk rock!
Ο ένας σπούδαζε οικονομικά και κινηματογράφο και ο άλλος εργαζόταν στην Wall Street. Συναντήθηκαν μετά από πολλά χρόνια, ένα βράδυ στα εγκαίνια της έκθεσης του Μαρκ Χατζηπατέρα. Ο Τάκης, παραγωγός και κινηματογραφιστής, ξανα-ανακάλυψε την μαγεία της φωτογραφίας στις πρόσφατες μοναχικές του βόλτες στη θάλασσα. Ο Θοδωρής, το Golden Boy της Wall Street, τα έχει παρατήσει όλα και δουλεύει ως φωτογράφος. Προφανώς τους βαρέθηκε εκεί στο ναό του χρήματος.
Αυτοί είναι οι δύο φίλοι και φωτογράφοι της έκθεσης: Τάκης Βερέμης και Θοδωρής Ξένος. Δύο διαφορετικές ευαίσθητες ματιές σε μία έκθεση λίγο ανατρεπτική, πέρα από τα αυστηρά «κλισέ» μιας γκαλερί. Και γιατί όχι!
«Ο φωτογράφος είναι μια ένοπλη εκδοχή του μοναχικού περιπατητή που αναγνωρίζει, καταδιώκει, ταξιδεύει στην αστική κόλαση, του ηδονοβλεπτικού περιπατητή που ανακαλύπτει την πόλη ως ένα τοπίο αισθησιακών ακροτήτων. Έμπειρος στις χαρές της παρακολούθησης, γνώστης της ενσυναίσθησης, ο περιπατητής βρίσκει τον κόσμο «γραφικό». – Σούζαν Σόνταγκ
Ο Θοδωρής Ξένος φωτογραφίζει αστικά σπίτια, ή χώρους παρηκμασμένους και εγκαταλελειμμένους, χωρίς λειτουργία, χωρίς ανθρώπινη παρουσία. Συνομιλεί με τον χώρο άλλοτε σε μία αυστηρή δωρική φόρμα και άλλοτε σε μια υπερβάλλουσα « γοτθική» αρχιτεκτονική πάντα με τη χρήση χρώματος.
Ο Τάκης Βερέμης αντίθετα έχει έντονη την ανθρώπινη παρουσία και τα στοιχεία της φύσης. Φωτογραφίες ασπρόμαυρες, προσεγγίσεις σε ενεστώτα χρόνο με φυσικό φωτισμό. Τα παιχνίδια του φωτός πάνω στη θάλασσα ή στο βρεγμένο παρμπρίζ δημιουργούν ψευδαισθήσεις και δίνουν άλλο περιεχόμενο στην εικόνα.
Ένα βίντεο με τις φωτογραφίες τους, μονταρισμένο από τον Τάκη Βερέμη, με μουσική και voice-off/απαγγελία, αποσπασμάτων από τον Dante Alighieri και τον T.S. Eliott, πλαισιώνει την έκθεση. Τοποθετώντας μ’ αυτό τον τρόπο τις βουβές εικόνες σε μια νέα οπτικοακουστική διάσταση.
Γράφει για την έκθεση «Καταφύγια» ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος, κριτικός κινηματογράφου:«Μια σειρά φωτογραφιών με θέμα, και θέα τη θάλασσα, από έναν βέρο Αρκά, με μεγάλο ενδιάμεσο σταθμό το σινεμά που τόσα χρόνια αγαπά και υπηρετεί, είναι μια ενδιαφέρουσα και δημιουργική ειρωνεία.
Το παραθαλάσσιο “καταφύγιο” του Τάκη Βερέμη δεν θα μπορούσε να έχει προκύψει σε πιο ταιριαστή συγκυρία: μέσα στο lockdown, σε μια κρίσιμη καμπή της ζωής του. την απομόνωση και την επανατοποθέτηση των προσώπων και των πραγμάτων. Αν και δεν ανήκει στον κόσμο της φωτογραφίας, έπιασε τον φακό τη στιγμή που τον χρειαζόταν, λίγα μέτρα πιο κάτω από το σπίτι του, για να πιάσει κουβέντα με το όνειρο της απόδρασης. Έτσι φαίνεται, prima vista, αλλά δεν είναι ακριβώς αυτό που βλέπω στην απογυμνωμένη από τα καλοκαιρινά χρώματα αφήγησή του. Δεν σαλπάρει, δεν καβαλά το κύμα, δεν μπαίνει στον εύκολο πειρασμό να βουτήξει, ούτε λαχταρά ένα ακόμη ταξίδι στους αιθέρες. Από τη στεριά, σε ασφαλή και συνεσταλμένη απόσταση, στέκει με δέος μπροστά σε μια χίμαιρα. Κάθε φωτογραφία καταλήγει στον μακρινό ορίζοντα, εκεί που η άκρη του βλέμματος ακουμπά τον ολόφωτο ουρανό, αλλά η αναπόληση διακόπτεται από τη μοναχική βραχονησίδα- έναν όγκο ακίνητο και αρχαίο, τη φθορά της μνήμης. Και σταδιακά, έρχεται σε επαφή με ανθρώπους, αγνώστους αλλά συγγενείς, που κι εκείνοι με τη σειρά τους αναζητούν ρευστή παρηγοριά και διακριτική επαφή.
Με τον Τάκη συναντιόμαστε τόσα χρόνια αποκλειστικά σε πόλεις, στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και στα ευρωπαϊκά φεστιβάλ. Τώρα τον ξαναβρίσκω καινούριο, τόσο μακριά και τόσο κοντά που έλεγε και ο Βιμ, παρά θιν’ αλός, και δεν ξαφνιάζομαι με τον πρωτότυπο τρόπο της πρόσκλησής του. Δεν φεύγει. Θέλει να επιστρέψει, και το κάνει με την ψυχή του».