Στις «Λουόμενες», την παράσταση όπου πρωταγωνιστεί στο θέατρο Skrow σε σκηνοθεσία της Κατερίνας Μαυρογεώργη, την παρακολουθείς για κάποια λεπτά να χορεύει έναν ‘ινδιάνικο’ χορό. Και είναι τέτοια η συναισθηματική ένταση της, που σκέφτεσαι «μα, πως δεν την είχα παρατηρήσει τόσο καιρό». Φυσικά, δεν είναι η πρώτη φορά που η Μαρία Πετεβή χορεύει. Έχει κάνει χρόνια μαθήματα μπαλέτου, σύγχρονου χορού και έχει δύο πτυχία στο λάτιν. Επίσης, τραγουδάει και παλαιότερα έχει δουλέψει ως τραγουδίστρια σε ρεμπέτικες σκηνές. Γράφει από μικρή δοκίμια και ποιήματα και – γιατί όχι – θα έρθει και η ώρα ενός σεναρίου. Έχει τελειώσει τη δραματική σχολή του Ωδείου και έχει κάτι ανοιχτούς λογαριασμούς με τη Φιλοσοφική Αθηνών. Θα τις κλείσει κάποια στιγμή, αφού δηλώνει περήφανα και συνειδητά ‘φυτό’.
Όσο περνάει η ώρα, το βιογραφικό της Μαρίας μακραίνει. Αλλά κυρίως ανακαλύπτεις ένα κορίτσι – περιβόλι με άλλες τόσες ευαισθησίες και ρωγμές, που εξηγούν το δόσιμο και την αφοσίωση της στα πράγματα.
Με την φωνή της να βγαίνει βραχνή, ‘χτυπημένη’ μετά από ένα απαιτητικό δεκάωρο γύρισμα στις «Άγριες Μέλισσες» – έχει κρατήσει άπειρα τετράδια σημειώσεων για το ρόλο της Πηνελόπης – σου λέει «πως θέλω να είμαι έντιμη με ό,τι καταπιάνομαι».
Το βράδυ θα ανέβει ξανά στη σκηνή των «Λουόμενων», μια παράσταση που επιβεβαιώνει τον προσωπικό της κανόνα. Η ίδια ομολογεί ότι την ολοκληρώνει. «Ήμασταν ακόμα μέσα στις πρόβες κι έλεγα στα κορίτσια πως έχω τόση χαρά γι’ αυτήν την παράσταση που μου έδωσε όρεξη για ζωή». Δεν κρύβει πως στο θέατρο χτυπάει η καρδιά της. Της έγινε φανερό από την πρώτη φορά που διεκδίκησε ρόλο σε θεατρικό έργο. Κι ας ήταν 12 χρονών, κι ας είχε ανταγωνισμό από μια συμμαθήτρια της. Στο κάτω – κάτω της άξιζε: Είχε αποστηθίσει 20 σελίδες λόγια.
Βλέπω ένα κορίτσι, με μια ανοχύρωτη ορμή στη σκηνή. Αυτό είχε εκδηλωθεί από νωρίς;Από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου με χαρακτήριζε μία ανησυχία για τα πράγματα και τον κόσμο. Ήμουν ένα παιδί φιλοπερίεργο που δεν καθόταν ποτέ στο ίδιο σημείο, όλη την ώρα ήθελα να ρωτάω, να ψάχνω, να μαθαίνω, να κινούμαι και να τραγουδάω. Ήμουν ένα κοινωνικό παιδί καθώς στο σπίτι μας υπήρχε πάντα πολύς κόσμος. Μου άρεσε πολύ να βρίσκομαι με ανθρώπους και ας μην τους γνώριζα καθόλου, μπορούσα να πιάσω συζήτηση με τον οποιονδήποτε και το έβρισκα πολύ ενδιαφέρον.
Το αγαπημένο μου παιχνίδι ήταν να παρατηρώ τους άλλους και να αποθηκεύω στο μυαλό μου κινήσεις ή συμπεριφορές και μετά να προσπαθώ να τις αποτυπώσω ακριβώς. Έβαζα την οικογένεια μου ‘’θεατές’’ και εγώ έπαιζα διάφορες ιστορίες, συνθήκες ή πρόσωπα και ύστερα τους ζητούσα να μου πουν αν ήμουν πειστική ή τι έπρεπε να διορθώσω για να γίνω. Μπορεί να χανόμουν σε μια ιστορία για πολλή ώρα χωρίς σταματημό, παθιαζόμουν. Τους είχα τρελάνει.
Θυμάμαι να ρωτάω τη μητέρα μου λεπτομέρειες για διάφορα πράγματα ώστε να μπορώ να τα αποτυπώσω. Ας πούμε γύρω στα εννιά μου, εξασκούμουν πάνω στο πώς μπορεί να είναι πειστική μια λιποθυμία. Με το που ερχόταν κάποιος σπίτι πχ. οι φίλοι του αδερφού μου (που ακόμα το λέμε και γελάμε) έκανα πως πέφτω και ήθελα να δω αν θα τρομάξουν, αν θα το πιστέψουν. Τότε φυσικά δεν καταλάβαινα ότι έχω κάποια καλλιτεχνική ροπή· ήταν απλώς ο τρόπος μου να παίζω, να σκέφτομαι, να υπάρχω. Μεγαλώνοντας αυτό ορίστηκε μέσα μου και άρχισε να αποκτά συνειδητότητα.
Πιστεύεις πως συνέβαλε και το γεγονός πως προέρχεσαι από μουσική οικογένεια;Μου αρέσουν οι βαθιά ανθρώπινες παραστάσεις. Ας είναι φόρμα, ας είναι ρεαλισμός. Αλλά να είναι παραστάσεις… ζωένιες
Μεγάλωσα σε ένα σπίτι όπου η μουσική ήταν το κυρίαρχο στοιχείο του. Ακουγόταν μουσική όλη μέρα. Διάβαζα, έτρωγα, κοιμόμουν με μουσική. Ο πατέρας μου και ο αδερφός μου είναι μουσικοί. Ο πατέρας μου έκανε μαθήματα μουσικής στο σπίτι όλο το απόγευμα μέχρι το βράδυ και συχνά ο αδερφός μου έκανε πρόβες με διάφορα σχήματα. Προσπαθούσα να τελειώσω γρήγορα τα μαθήματα μου για να πηγαίνω και να κάθομαι μαζί τους. Θυμάμαι είχαμε έναν γάτο, τον Τίτο, που μέχρι κι αυτός κούναγε την ουρά του στο ρυθμό. Όταν ήμουν τεσσάρων -πέντε χρόνων ζήτησα από τον πατέρα μου να με βάλει στην χορωδία του. Δεν ήξερα καν να διαβάζω, αλλά είχα μάθει όλα τα τραγούδια απ’ έξω. Στη συναυλία κρατούσα και εγώ παρτιτούρα και έκανα πως διαβάζω από μέσα όπως οι υπόλοιποι, αλλά όλοι γελούσαν γιατί την κρατούσα ανάποδα και δεν είχα καταλάβει τίποτα καθώς δεν ήξερα τη διαφορά.
Όταν τελείωσε η πρώτη μου συναυλία, ένιωσα κάτι σχεδόν υπερβατικό που θα το ξεχάσω ποτέ. Είναι από τις πρώτες έντονες μνήμες μου. Είχα τέτοια χαρά που ένιωθα να αιωρούμαι. Έχω, λοιπόν, μια μεγάλη και απόλυτη αγάπη για τη μουσική. Ακούω μουσική κάθε μέρα, είχα δουλέψει και ως τραγουδίστρια ρεμπέτικων κάποια στιγμή και μου άρεσε πολύ. Όταν έχω στρες με βοηθάει να σιγομουρμουρίζω κάτι. Είναι το ασφαλές μέρος μου ψυχικά.
Δηλαδή, θα έπαιζες σε μια μουσική παράσταση ή ακόμα πιο συνειδητά θα τραγουδούσες επαγγελματικά;Λατρεύω τη μουσική, όλα τα είδη της μουσικής. Πιθανόν, θα πρέπει να μεθύσω για ν’ ακούσω σκυλάδικα αλλά τα βάζω κι αυτά μέσα. Ακριβώς, όμως, επειδή λατρεύω τη μουσική, σκέφτομαι πως δεν θα μπορούσα να την κάνω επάγγελμα. Ξέρεις, όταν είμαι πάνω στη σκηνή, δεν τα πάω καλά με την έκθεση, δεν είμαι άνετη. Είναι ο ρόλος που με βοηθάει να ξεχνιέμαι. Κι έτσι, όταν τραγουδούσα στο ρεμπετάδικο – εκεί όπου ήμουν μόνο εγώ με τον εαυτό μου – δεν είχα ένα πλαίσιο να με προστατεύσει όπως ένας ρόλος. Υποθέτω, λοιπόν, πως το καλύτερο μου είναι μια παράσταση που ενσωματώνει τη μουσική, όπως στο θέατρο του Άρη Μπινιάρη.
Μου αρέσει πολύ να γράφω. Το έκανα από μικρή, έγραφα δοκίμια και μικρά ποιήματα. Και τα έχω κρατήσει όλα. Απλώς τα νιώθω πολύ προσωπικά μου για να τα εκθέσω. Μάλλον, μου είναι πιο εύκολο να γράφω από το να μιλάω. Θυμάμαι πως μια καθηγήτρια μου στο Ωδείο, μου έλεγε να πάω σε διαγωνισμό γραφής.
Θα ήθελα να ασχοληθώ με ένα σενάριο για ταινία. Ήδη έχω μια τέτοια ιδέα. Ωστόσο, θέλω το χρόνο μου για να γράψω, να βρίσκομαι σε μια ηρεμία. Προς το παρόν, καταγράφω τις σκέψεις μου, τα βιβλία μου έχουν πάντα σημειώσεις γι’ αυτό και δεν τα δανείζω βιβλία. Έγραφα πάρα πολύ όταν δεν μπορούσα να εκφραστώ με άλλο τρόπο, για παράδειγμα όταν ήμουν άνεργη ή δεν είχα τελειώσει τη δραματική σχολή. Τώρα ελαφραίνει η καρδιά μου με το θέατρο, με την τηλεόραση και βρίσκει κανάλι η δημιουργικότητα μου.
Που θα τοποθετούσες τον εαυτό σου θεατρικά;Έχω έναν μικρό – ίσως και μεγάλο – ψυχαναγκασμό με το να ολοκληρώνω τα πράγματα
Μου αρέσουν οι βαθιά ανθρώπινες παραστάσεις. Ας είναι φόρμα, ας είναι ρεαλισμός. Αλλά να είναι παραστάσεις… ζωένιες. Παραστάσεις που σε κάνουν να αισθάνεσαι, να σου δημιουργούν την αμηχανία που να μην ξέρεις πως να διαχειριστείς τον εαυτό σου από αυτό που εισπράττεις. Αισθάνομαι πολύ οικεία σε ένα τέτοιο σκηνοθετικό βλέμμα. Διαφορετικά, δεν έχω τρέλα για ένα είδος ή για συγκεκριμένα έργα. Επιδιώκω στις συνεργασίες μου να δημιουργηθεί ένα αίσθημα κοινής συνενοχής, να γίνει μια ένωση ενέργειας.
Σίγουρα η επαφή που είχα από μικρή με τη μουσική και η αγάπη που μου μετέδωσε η οικογένειά μου γι’ αυτή την τέχνη – όπως και η εμπειρία μου από τις χορωδίες – με βοήθησε να καταλάβω ότι προσανατολίζομαι προς αυτούς τους δρόμους. Ύστερα στο σχολείο υπήρχαν καθηγητές-τριες που αγαπούσαν το θέατρο. Όταν ήμουν 12 χρονών συμμετείχα σε μία παράσταση στο σχολείο. Κι όταν τελείωσε έκλαιγα από χαρά και έκσταση, αλλά και ταυτόχρονα από στεναχώρια αφού μόλις είχε τελειώσει κάτι τόσο όμορφο που δεν θα επαναλαμβανόταν. Τότε έγινε πολύ καθαρό μέσα μου ότι εκεί βρίσκω την ανάσα μου, τον εαυτό μου. Στη συνέχεια σπούδασα στο Ωδείο Αθηνών και χρωστάω πολλά στην εκπαίδευση μου εκεί και στους καθηγητές μου που με ωρίμασαν καλλιτεχνικά, δόμησαν το πρωτογενές υλικό μου και με οδήγησαν με τις συμβουλές τους μεταλαμπαδεύοντας μου τη γνώση, την αγάπη και την αφοσίωση τους για την υποκριτική.
Πέρασα στην Φιλοσοφική στο τμήμα Θεατρολογίας. Αλλά επειδή η οικογένεια μου δεν ήταν εύπορη, ήξερα ότι μάλλον θα είναι σχεδόν ακατόρθωτο να στηρίξει τις σπουδές μου σε κάποια δραματική σχολή. Οπότε ήθελα να διασφαλίσω πως, με κάποιον τρόπο, ακόμα κι αν δεν καταφέρω να σπουδάζω υποκριτική, οι σπουδές μου θα έχουν να κάνουν με το θέατρο. Η σχολή, όμως, ήταν ως επί το πλείστον θεωρητική και έτσι γρήγορα κατάλαβα πως η ανάγκη μου για πιο πρακτικές σπουδές δεν μπορεί να περιμένει. Πέρασα στο Ωδείο και αφοσιώθηκα πολύ στις σπουδές μου, οπότε πάγωσα τις σπουδές στο πανεπιστήμιο.
Είναι κάτι που με τρώει, αφού είναι το μόνο πράγμα που δεν έχω ολοκληρώσει μέχρι τώρα στη ζωή μου. Και έχω έναν μικρό – ίσως και μεγάλο – ψυχαναγκασμό με το να ολοκληρώνω τα πράγματα. Από την άλλη, έχω ψυχαναγκασμό και με την έννοια της αφοσίωσης. Προτιμώ να μην κάνω κάτι, αν είναι να μην αφοσιωθώ σε αυτό. Και αυτή τη στιγμή η προτεραιότητά μου είναι άλλη και δεν μου αφήνει χρόνο. Οπότε ο ψυχαναγκασμός της ολοκλήρωσης θα πρέπει να περιμένει.
Ως προτεραιότητα ορίζεις το θέατρο αυτή τη στιγμή;Ναι. Σέβομαι πολύ την εργασία μου, έχω μια ηθική και μια εντιμότητα απέναντι στην εργασία μου. Θέλω να δικαιώσω τον άνθρωπο που θα με επιλέξει, με το να είμαι στην ώρα μου, διαβασμένη και όσο πιο δημιουργική μπορώ. Κι αυτό μου σπαταλά ενέργεια και χρόνο. Δεν μπορώ την τσαπατσουλιά, με πνίγει, δεν την αντέχω. Μου αρέσει να δουλεύω αληθινά για τα πράγματα, μου αρέσει τα πράγματα να παίρνουν το χρόνο τους, άσχετα με το αν τελεσφορήσει κάτι.
Πάντως, θέλω να κρατώ την ενέργεια μου σε ψυχή και σώμα. Για να καταλάβεις, πριν από την παράσταση δεν βλέπω φίλους, δεν τρώω πολύ, δεν χαλαρώνω. Θέλω να οδηγώ τον εαυτό μου σε μια κατάσταση συγκέντρωσης. Αυτή η δουλειά είναι πολύ πέρα από μια κανονική δουλειά: Χρειάζεται να πολεμήσεις τους δαίμονες σου, την ντροπή και το άγχος σου, πρέπει να είσαι διαυγής, πνευματικά έτοιμος. Πρέπει να θυσιάζεις αγάπες, για τη μεγάλη σου αγάπη.
Τα τελευταία τρία χρόνια, η δουλειά σου περνάει και από την τηλεόραση. Τρία χρόνια εντατικής τηλεοπτικής εμπειρίας μετά, τι θα έλεγες πως έχεις μάθει;Θα ήθελα να δοκιμάσω πράγματα, δεν θέλω να κάνω τα ίδια και τα ίδια
Αυτά τα τρία χρόνια των «Μελισσών» ήταν μια πολύ έντονη και ζωντανή εμπειρία για μένα. Σίγουρα εξασκήθηκα σε πολλές άγνωστες λειτουργίες, όπως το να αφηγείσαι μια ιστορία μη γραμμικά, γυρίζοντας σκηνές μεταξύ 20 επεισοδίων μπρος-πίσω και να πρέπει να διατηρείς τη συναισθηματική γραμμή του χαρακτήρα. Απέκτησα μεγαλύτερη εμπειρία σε τεχνικά ζητήματα σχετικά με το φως, τις κάμερες, το σώμα μου στην κάμερα, τον ήχο. Επίσης ασκήθηκα στο να πρέπει να αποδίδω σε πολύ λίγο χρόνο. Να έχω αυτού του είδους την ετοιμότητα.
Πέραν, όμως, από τα πρακτικά ήταν η πρώτη φορά που κλήθηκα να διατηρήσω έναν χαρακτήρα για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Ανακάλυψα πως είναι να μένεις πιστός σε ένα ρόλο για τόσο πολύ καιρό. Αυτό φυσικά μου έδωσε μια μεγαλύτερη ευκαιρία να διεισδύσω, να βρω περισσότερες λεπτομέρειες ώστε να τον κρατάω ζωντανό. Σίγουρα με βοήθησε να ασκηθώ λοιπόν στον όρο της “συνέχειας”, ο οποίος σου δίνει αλλά και σου στερεί πράγματα.
Μετά από αυτήν την επιτυχία θα ξαναέκανες τηλεόραση;Η τηλεόραση είναι κομμάτι της δουλειάς μας, όπως το θέατρο και το σινεμά. Το θέμα για μένα δεν είναι το μέσο που λες μια ιστορία αλλά η ιστορία και οι άνθρωποι. Θα έκανα ξανά τηλεόραση αρκεί να με ακουμπάει κάπου-κάπως η ιστορία που έχω να αφηγηθώ και οι άνθρωποι με τους οποίους θα συνεργαστώ.
Μήπως σου ήρθαν και περισσότερες επαγγελματικές προτάσεις;Μου είναι κάπως δύσκολο να σκεφτώ αν έχω περισσότερες προτάσεις μετά τις «Μέλισσες», καθώς αυτό ξέρω ότι είναι πρόσκαιρο – λόγω της επιτυχίας που είχε η σειρά. Οπότε, μέσα στον χρόνο, δεν ξέρω τι θα διατηρηθεί, αφού τα πράγματα συνεχώς προχωρούν. Για μένα δεν έχει τόση σημασία ο αριθμός των προτάσεων, αλλά κυρίως η ποιότητα τους.
Πώς ερμηνεύεις την έννοια της ποιότητας;Δεν με προβληματίζει τόσο να έχω προτάσεις, αυτό εξαργυρώνεται καθώς είμαι προβεβλημένη τη συγκεκριμένη στιγμή. Με απασχολεί, όμως, να έχουν δει τη δουλειά μου, να με εκτιμούν και να βλέπουν μια αλήθεια σε μένα, ανεξαρτήτως επικαιρότητας. Για μένα, η έννοια της ποιότητας ακουμπάει σε μια πίστη στη δουλειά, να εξυπηρετήσει αυτό που θέλω να κάνω.
Να υπάρχει ένας εμπνευσμένος σκηνοθέτης που ξέρει τι κάνει και τι θέλει να κάνει. Να υπάρχει ειλικρίνεια ως προς τη δουλειά, να υπάρχει οργάνωση και έμπνευση. Να εμπιστεύομαι τη δουλειά των συνεργατών και να θαυμάζω τον κόσμο τους. Και το δάχτυλο που δείχνει να πηγαίνει προς την ίδια κατεύθυνση και αντίληψη που έχω κι εγώ. Να βαδίζουμε ανοιχτά μαζί προς τα κάπου. Ας αποτύχουμε κιόλας – δεν έγινε και κάτι. Θα ήθελα να δοκιμάσω πράγματα, δεν θέλω να κάνω τα ίδια και τα ίδια. Θέλω να πω, ότι δεν ψάχνω τον πρωταγωνιστικό ρόλο, ψάχνω τη δημιουργία.
Υπάρχουν σκηνοθέτες που παρακολουθείς;Μου αρέσουν εκείνοι οι δημιουργοί που κάνουν κάτι πολύ δικό τους, που δεν ακολουθούν το συμβατικό δρόμο. Και δεν είναι μόνο σκηνοθέτες, αλλά και ηθοποιοί που σκηνοθετούν. Άνθρωποι μέσα στους οποίους κάτι πάλλεται.
Τι ονειρεύεσαι για τη συνέχεια των πραγμάτων – παρότι η εποχή δεν ευνοεί τα όνειρα.Πολλές φορές, πιάνω τον εαυτό μου να αγωνιά για τη συνέχεια, για το βιοποριστικό κομμάτι, για την ποιότητα που μπορεί να επιζητώ από τη δουλειά μου, για τις εκπτώσεις που χρειάζεται να κάνω, καθώς οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές
Πολλές φορές, ειδικά μετά το πάγωμα που επέφερε η συνθήκη του κορωνοϊού, δυσκολεύομαι να αφήσω τον εαυτό μου να ονειρευτεί και να χτίσει προσδοκίες. Αυτό το πάγωμα κάπως με φοβίζει. Είναι πολύ δύσκολες οι εποχές για όλους και ειδικά για την τέχνη που ανακόπτεται διαρκώς αυτά τα χρόνια.
Πολλές φορές, πιάνω τον εαυτό μου να αγωνιά για τη συνέχεια, για το βιοποριστικό κομμάτι, για την ποιότητα που μπορεί να επιζητώ από τη δουλειά μου, για τις εκπτώσεις που χρειάζεται να κάνω, καθώς οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές. Αλλά προσπαθώ να πάω κόντρα σε αυτήν την πλευρά του εαυτού μου που φοβάται και να ονειρευτώ δημιουργικές συνθήκες που θα διευρύνουν τους ορίζοντες της φαντασίας μου, συναντήσεις με όμορφους, γεμάτους, δοτικούς ανθρώπους, εμπνευσμένους συνεργάτες που θα συνταξιδέψουμε σε ιδέες και ιστορίες. Ονειρεύομαι, λοιπόν, δημιουργικότητα, ανοιχτή καρδιά και φαντασία.
Μια και μίλησες για την πανδημία, ήταν η αιτία που διακόπηκαν οι «Λουόμενες» που τώρα επιστρέφουν, ξανά στη σκηνή του Skrow. Πώς είναι να πρωταγωνιστείς (και να συστήνεις) ένα άγνωστο έργο;Οι Λουόμενες είναι ένα έργο και μία συνεργασία που κατέχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου. Είναι σχεδόν μαγικό αυτό που συμβαίνει με αυτό το κείμενο και την ομάδα που έχει δημιουργήσει η Κατερίνα (Μαυρογεώργη). Είναι λες και αυτό το κείμενο δε μας αφήνει να το αφήσουμε, λες και έχει δική του προσωπική βούληση. Έχουν περάσει τρία χρόνια από όταν πρωτοανέβηκε, έχει μεσολαβήσει μια πανδημία, έχουμε μεγαλώσει, έχουμε αλλάξει και το έργο πλέον μετά από τόσες ωσμώσεις που έγιναν, μέσα μας, έξω μας, κοινωνικά, είναι σαν να άνοιξε κι άλλο χώρο για να μας υποδεχτεί. Μας αφορά, τώρα, ακόμα περισσότερο.
Οπότε έχει τρομερό ενδιαφέρον να ξανά πιάνεις κάτι μετά από τόσο καιρό και να το νιώθεις μαζί και με εσένα μέσα σε αυτό, πιο παρόν και πιο ζωντανό από ποτέ. Να ανακαλύπτεις νέα πράγματα για σένα για τους συνεργάτες σου για το ίδιο το κείμενο σε σχέση με το τώρα. Να βλέπεις πόσο ήπια και παράλληλα έχετε εξελιχθεί όλοι μαζί με ένα άλλου είδους ζωντανό ‘’πράγμα’’, ένα καλλιτεχνικό έργο.
Πόσο μάλλον που το έργο είναι σύγχρονο κείμενο, το έχει γράψει και το σκηνοθετεί η Κατερίνα Μαυρογεώργη η οποία με απίστευτη ψυχική ανοιχτωσιά μας το εμπιστεύτηκε και μας άφησε τεράστιο χώρο να προτείνουμε και να δημιουργήσουμε πάνω στη ραχοκοκαλιά του καθιστώντας το αυτομάτως πολύ προσωπικό μας. Αποτελεί κομμάτι μας. Είμαι πολύ χαρούμενη που είμαι μέρος αυτής της ομάδας και με συγκινεί που ξανά βρίσκομαι σε αυτή τη συνθήκη.
Αισθάνεσαι πως λείπουν τα έργα για γυναίκες, από γυναίκες; Λείπει η γυναικεία φωνή;Συνήθως όταν διαβάζω ένα θεατρικό κείμενο οι κύριοι ρόλοι που με αφορούν είναι οι ανδρικοί. Είναι νομίζω πιο ενδιαφέροντες, πιο πολυσχιδείς – αντίθετα με τους γυναικείους που είναι πολλές φορές μονοδιάστατοι. Αυτό είναι κάτι που με προβληματίζει σχετικά με την δραματουργία. Νομίζω, μάλιστα, πως είναι και περισσότεροι αριθμητικά. Ελπίζω αυτό να αρχίζει να αλλάζει με τα σύγχρονα κείμενα καθώς ναι, λείπουν τα έργα για γυναίκες.
Στην κοινωνική και προσωπική σου ζωή έχεις βιώσει περιστατικά έμφυλης ανισότητας;Το πιο τρομακτικό είναι ότι ζούμε μέσα στην έμφυλη ανισότητα, αλλά δεν την αναγνωρίζουμε
Ναι έχω ζήσει τέτοια περιστατικά και συνειδητοποιώ πως τελικά δεν είναι σπάνιο. Αυτό που είναι πολύ στενάχωρο είναι ότι άργησα να το συνειδητοποιήσω. Δεν τα αντιλαμβανόμουν ως τέτοια για πολλά χρόνια. Ούτε καν την ώρα που συνέβαιναν. Γενικά, είμαι χαμηλών τόνων οπότε δε μου είναι εύκολο να μπω σε διένεξη και να υπερασπιστώ τον εαυτό μου. Όταν άρχισα να αντιλαμβάνομαι σε δεύτερο χρόνο πως πράγματι μου συμβαίνουν, έπιασα τον εαυτό μου να θυμώνει. Το πιο τρομακτικό είναι ότι ζούμε μέσα σε αυτά, αλλά δεν τα αναγνωρίζουμε. Επίσης, το γεγονός πως είναι υποδόρια και όχι τρανταχτά – τουλάχιστον αυτά που έχω δει εγώ – τα καθιστά πιο επικίνδυνα καθώς δε γίνονται άμεσα ορατά. Πλέον, έχω πολύ πιο οξυμένη την προσοχή μου γιατί θεωρώ ότι δεν πρέπει να καταλαμβάνουν το παραμικρό χώρο.
Η ειδησεογραφία είναι γεμάτη από δολοφονίες και κακοποιήσεις γυναικών. Πώς στέκεσαι απέναντι σε αυτήν την πραγματικότητα;Με σοκάρει η βία απ’ όπου κι αν προέρχεται και όποιος κι αν είναι ο αποδέκτης της κάθε φορά. Δεν μπορώ να την κατανοήσω, είναι κάτι που μου προκαλεί τρόμο και δυσφορία. Με απασχολεί πάρα πολύ ο αριθμός γυναικοκτονιών και εν γένει όλες αυτές οι κακοποιήσεις που συντελούνται καθημερινά – ψυχικές, σωματικές, λεκτικές – μου προκαλούν αποστροφή και πολλές φορές αγανάκτηση με το ανθρώπινο είδος. Θεωρώ χρέος του σύγχρονου ανθρώπου να εξελίσσεται από παλαιότερες βίαιες νόρμες, να τείνει σε πιο υγιής συμπεριφορές, να πλησιάζει την ψυχική υγεία όλο και πιο πολύ.
Θυμάμαι, τον πρώτο καιρό που έσκαγαν σαν πληγή με πύον οι ειδήσεις για γυναικοκτονίες, ήμουν πολύ στεναχωρημένη. Αναρωτιόμουν πως γίνεται να είναι τόσο πολλά τα περιστατικά και με τέτοια συχνότητα. Αναρωτιόμουν γιατί πρέπει να ντρέπεται ή να φοβάται το θύμα να μιλήσει και όχι ο θύτης για τις πράξεις του; Γιατί συγχωρούμε βίαιες συμπεριφορές; Ποιος μας εξάσκησε σε τέτοια ανοχή; Που και ποιους εξυπηρετεί όλο αυτό; Γιατί δεν έχουμε σαν κοινωνία ανοιχτά τα μάτια μας, να τρέξουμε να προλάβουμε. να σταματήσουμε τέτοια γεγονότα;
Συζητάω πολύ συχνά γι’ αυτό το κομμάτι της βίας. Δεν γίνεται να μη μας αφορά όλους, να μην το συζητάμε, να μην προσπαθούμε να το ξεψαχνίσουμε. Υπάρχουν μάλιστα φορές που τρομάζω να ανοίξω το ίντερνετ γιατί φοβάμαι μην έρθω αντιμέτωπη με μία ακόμα τέτοια είδηση. Δεν γίνεται κάθε μέρα να βλέπουμε κακοποίησης παιδιών, γυναικών, ζώων, δε γίνεται να μη μας ταράζει, να μη μας αρρωσταίνει αυτή η πραγματικότητα.
Δύο μεγάλες δίκες για ποινικά αδικήματα που, όπως όλα δείχνουν, έπραξαν πρωταγωνιστές της ελληνικής σκηνής, βρίσκονται σε εξέλιξη αυτόν τον καιρό. Πώς θα ήθελες να βγει το ελληνικό θέατρο μετά από αυτό;Νιώθω ότι βρισκόμαστε σε μια πολύ σημαντική και τεταμένη εποχή που γίνονται αλλαγές και κοινωνικοί σεισμοί για να επαναπροσδιοριστούν και να διορθωθούν κάποια κακώς κείμενα του παρελθόντος. Αυτό δεν θα γινόταν να μην εκφραστεί και μέσα από το χώρο του θεάτρου. Και έτσι ξέσπασε ορμητικά και το κίνημα #metoo. Πιστεύω πως άργησε ίσως. Πάγωσα από την πληθώρα καταγγελιών, εξαγριώθηκα με τις κτηνωδίες που άκουσα. Θεωρώ πως τώρα όλοι θα είναι πολύ πιο προσεκτικοί, θα οχυρωθούν λίγο καλύτερα τα πράγματα και θα μπουν και κάποιοι απαράβατοι κανόνες επαγγελματικής συμπεριφοράς. Πρέπει και στο θέατρο, όπου τα όρια είναι πολύ ρευστά, να υπάρχουν κανόνες.
Ιδεωδώς, ποιο θα ήθελες να είναι το αποτύπωμα του metoo;Θα ήθελα να μπορούν οι άνθρωποι να μιλούν, να διεκδικούν χωρίς φόβο, να μην υπάρχει αυτή η ασυδοσία. Δε νοείται ο άνθρωπος που έχει την εξουσία να την καταχράται ατιμώρητα. Να καταστρέφει καριέρες, ψυχισμούς, να τρομοκρατεί, να εκβιάζει, να έχει βίαιη ή προσβλητική συμπεριφορά. Το θέατρο πρέπει να είναι ένα ασφαλές και δημιουργικό, προστατευμένο μέρος. Η τέχνη θεωρώ υπάρχει για να μας εξευγενίζει, όχι να μας καταποντίζει. Να μας εκπαιδεύει, όχι να μας παιδεύει.
Ελπίζω όλα αυτά να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη καθαρότητα, σε ξεκάθαρα όρια, σε εξάλειψη κάθε είδους χειριστικής συμπεριφοράς και κατάχρησης εξουσίας. Να υπάρχουν καλύτερες και ασφαλέστερες συνθήκες εργασίας, να υπάρχει σεβασμός και ισότητα. Και φυσικά αυτά δεν αφορούν μόνο τον καλλιτεχνικό χώρο, αλλά κάθε επαγγελματικό χώρο. Ελπίζω να εξαλειφθεί πλέον σιγά-σιγά ο φόβος, να μιλάμε όλο και περισσότερο ανοιχτά και να καταδεικνύουμε σθεναρά οποιοδήποτε παραβιαστική συμπεριφορά.
Αν η ελληνική κοινωνία μπορούσε μαγικά να θεραπευτεί από κάποια φαινόμενα, ποια θα επέλεγες;Νιώθω δέος όταν βλέπω ένα μεγάλο, ψηλό, δέντρο με χοντρό κορμό· πολλές φορές συγκινούμαι. Νιώθω μικρή μπροστά σε τέτοια ομορφιά, τέτοια σοφία και αυτό είναι απελευθερωτικό
Η ελληνική κοινωνία έχει να απαλλαγεί από πολλές παθογένειες. Νιώθω ότι ίσως έχουμε μια άρνηση ως προς την έννοια της εξέλιξης. Είμαστε στάσιμοι, βουλιάζουμε. Θεωρώ ότι θα ήταν καλό να αλλάξουμε ριζικά τον προσανατολισμό μας. Να κινηθούμε προς την παιδεία, τον σεβασμό. Νιώθω πως έχουμε δηλητηριαστεί με μια πολύ κακή αντίληψη των πραγμάτων, με μια αίσθηση λαμογιάς, ατιμωρησίας, ωχαδελφισμού, με μια συλλήβδην κακή αισθητική και θεώρηση του τι σημαίνει κοινωνία, κράτος, δικαιοσύνη. Δεν επενδύουμε στον πολιτισμό, το σύστημα υγείας είναι λειψό, το σύστημα παιδείας το ίδιο. Δεν ξέρω καν από που να το πιάσω…
Να πω για την ανεργία; Για τις συνθήκες εργασίας; Για τους βρώμικους δρόμους; Τα παρατημένα πάρκα; Τα αδέσποτα που δεν φροντίζονται; Την ανακύκλωση; Τη μέριμνα για τους άστεγους; Τους δύσβατους δρόμους για άτομα με αναπηρία; Την οδηγική συμπεριφορά; Την ασφάλεια που δεν νιώθουμε σαν πολίτες και την εμπιστοσύνη που δεν μπορούμε να έχουμε απέναντι σε αυτούς που κυβερνούν; Τι να πρωτοπώ… Πάντως έχουμε ήλιο. Ήλιο και καλό καιρό. Α, και θάλασσες… που πνίγονται από το πλαστικό. Τι άλλο θέλουμε; Ίσως, σε λίγο, να βρούμε ένα τρόπο να σβήσουμε και τον Ήλιο, που τόσο όμορφα μας προσφέρει το φως του.
Ποιο στοιχείο της φύσης που μας έχει απομείνει έχει ιαματική δράση στην ψυχολογία σου;Διάβαζα πρόσφατα σε ένα βιβλίο για τον όρο Shinrin-yoku που επινοήθηκε το 1982 στην Ιαπωνία και σημαίνει «αντιλαμβάνομαι την ατμόσφαιρα του δάσους». Στην Ιαπωνία υπάρχουν 48 μονοπάτια «δασοθεραπείας» και έχει αποδειχθεί «ότι το να βρίσκεσαι στη φύση και να ακούς τους ήχους ενός φυσικού τοπίου, να μυρίζεις τις μυρωδιές, να παρατηρείς τις εικόνες βελτιώνει την ψυχική και σωματική υγεία. Πιο συγκεκριμένα μειώνει τα επίπεδα άγχους και κορτιζόλης στο αίμα και βελτιώνει το ανοσοποιητικό σύστημα». Όταν το διάβασα εκφράστηκε με λέξεις μέσα μου ακριβώς αυτό που νιώθω όταν βρίσκομαι κοντά στη φύση, στα δέντρα. Η φύση είναι Ιερή.
Είναι θεραπεία. Με ηρεμεί πολύ να βρίσκομαι κοντά σε δέντρα να βλέπω πράσινο. Να κλείνω τα μάτια και να αφήνομαι στην αίσθηση του καθαρού αέρα, να ακούω τα πουλιά. Νιώθω δέος όταν βλέπω ένα μεγάλο, ψηλό, δέντρο με χοντρό κορμό· πολλές φορές συγκινούμαι. Νιώθω μικρή μπροστά σε τέτοια ομορφιά, τέτοια σοφία και αυτό είναι απελευθερωτικό. Σκέφτομαι πόσα χρόνια έχει ζήσει, πόση απλότητα έχει η ομορφιά του, πόσοι άνθρωποι το έχουν κοιτάξει, πόσο αθόρυβα στέκει. Παρατηρώ ότι με το που βγω λίγο από την πόλη – ακόμα και στο αμάξι να είμαι -αν δω έστω λίγο πράσινο με πιάνει ένα αίσθημα αισιοδοξίας ένα αίσθημα ροής, ομαλότητας, ομορφιάς, ηρεμίας.
Ακούγοντας σε, μου φαίνεται ότι κρύβεις μέσα σου πολύ χιούμορ και πολλή ευαισθησία. Είναι έτσι;Το χιούμορ, στους περισσότερους ανθρώπους, προκύπτει από βαθιά ανικανότητα και δυσκολία να αντέξουν την πραγματικότητα. Έτσι κι εγώ, χρησιμοποιώ το χιούμορ για να μην βάλω τα κλάματα, να ελαφρύνω μια κατάσταση, να κατευνάσω μια ένταση
Το χιούμορ, στους περισσότερους ανθρώπους, προκύπτει από βαθιά ανικανότητα και δυσκολία να αντέξουν την πραγματικότητα. Είναι ένας μηχανισμός άμυνας – ένας από τους πιο υγιείς. Έτσι κι εγώ, χρησιμοποιώ το χιούμορ για να μην βάλω τα κλάματα, να ελαφρύνω μια κατάσταση, να κατευνάσω μια ένταση. Είναι ο τρόπος μου να απαλύνω τη δυσκολία και όσα με πληγώνουν.
Κάνω πολύ χιούμορ με παράλογα πράγματα. Το γέλιο όλα τα ξορκίζει. Άλλωστε, ευαισθησία δεν σημαίνει μόνο πως είμαι καλός άνθρωπος, αλλά και πως είμαι ένας άνθρωπος με πολύ ανοιχτές αισθήσεις, που παρατηρεί και νιώθει πράγματα τα οποία δεν είναι σε πρώτο πλάνο. Όταν νιώθεις πολύ, κάποια πράγματα πρέπει να τα μετουσιώσεις. Το χιούμορ είναι μηχανισμός της μετουσίωσης σε κάτι άλλο.
Μια νέα γυναίκα, με την ομορφιά, το ταλέντο και τη φρεσκάδα σου τι έχει να πει για τον έρωτα;Ο έρωτας για μένα είναι μια έννοια, όχι απόλυτα συνδεμένη με τη συντροφικότητα. Απλώς ο έρωτας για το σύντροφο αναβαθμίζεται μέσα από το πάθος και το σεξ. Κατά τα άλλα, μπορώ να νιώσω ερωτικά συναισθήματα για ένα λουλούδι. Σαν η ανάσα μου να ανεβαίνει προς τα πάνω, σαν να μην πατάω και πολύ στη γη και όλα μου φαίνονται όμορφα. Είμαι ερωτευμένη με ανθρώπους, με τις συμπρωταγωνίστριες μου, με την οικογένεια, τους φίλους, την γάτα μου. Ερωτεύομαι, επίσης, μια στιγμή που με φυσάει ο αέρας στο μπαλκόνι.
Γενικά, πιστεύω πως έρωτας είναι να μπορείς να εντοπίσεις την ομορφιά σε μικρές δόσεις. Δυστυχώς, όσο μεγαλώνουμε δεν αιχμαλωτίζουμε πολλές τέτοιες στιγμές γιατί δεν παύουμε να είμαστε ανοιχτοί. Πάντως, νιώθω πως ο έρωτας της εξιδανίκευσης ήταν και είναι μια πλάνη, ένα παιχνίδι του μυαλού. Δεν πιστεύω σ’ αυτόν τον έρωτα, που δεν τρως, δεν πίνεις, δεν κοιμάσαι. Πιστεύω στον έρωτα που και τρως και πίνεις και κοιμάσαι, στον έρωτα που είναι εδώ, είναι ένας άνθρωπος δίπλα σου και μέσα από την γείωση και την ηρεμία καταγράφεται ένα πιο δυνατό και αληθινό συναίσθημα. Τελικά, όλα είναι έρωτας. Από έρωτα ξεκίνησαν όλα, είναι βενζίνη – πως να το κάνουμε – είναι κινητήριος δύναμη. Άσε που τρελαίνομαι ν’ ακούω ερωτικές ιστορίες. Είμαι τεράστιο θύμα του ρομαντισμού.
Η Μαρία Πετεβή πρωταγωνιστεί στη σειρά του ΑΝΤ1 “Άγριες Μέλισσες” και στην παράσταση «Λουόμενες» που παρουσιάζονται στο θέατρο Skrow (Αρχελάου 5, Παγκράτι).