MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΕΜΠΤΗ
21
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΕΙΔΑΜΕ

Ο Μπίντερμαν και οι εμπρηστές στην Εφηβική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου

Ο Μπίντερμαν και οι εμπρηστές, σε σκηνοθεσία Σοφίας Βγενοπούλου: μία έκκληση για αφύπνιση των συνειδήσεων.

| Φωτογραφίες: Μαριλένα Σταφυλίδου
Monopoli Team

Αυτή τη σεζόν, το Εθνικό Θέατρο παρουσίασε στην εφηβική σκηνή του, δύο έργα με έντονο κοινωνικοπολιτικό περιεχόμενο.

Στο πρώτο, «Ο Εχθρός της Τάξης», οι έφηβοι, εγκαταλελειμμένοι στη μοίρα τους, αναζητούσαν τη θέση τους σε έναν κόσμο που αδιαφορεί για την ύπαρξή τους. Στο «Ο Μπίντερμαν και οι εμπρηστές», η Σοφία Βγενοπούλου επιδιώκει την αφύπνιση του κοινού.

Ο κόσμος του Γκόντλιεμπ κι εμείς

Το έργο που πρωτογράφτηκε το 1953 για το ραδιόφωνο, ανεβαίνει στη σκηνή με τόσο σύγχρονο τρόπο που μοιάζει εμπνευσμένο από τα γεγονότα του σήμερα, την κλιματική κρίση, τον πόλεμο, την στροφή στον ατομικισμό και τα social.

Η τραγική ιστορία του Γκόντλιεμπ Μπίντερμαν, ενός κομφορμιστή μεσοαστού που αρνείται να ξεβολευτεί από την άνετη ζωή του και εθελοτυφλεί μπροστά στους κινδύνους που τον κυκλώνουν, ξεδιπλώνεται στη σκηνή με μοναδικό τρόπο.

Ο Μπίντερμαν και οι εμπρηστές, φωτογραφίες: Μαριλένα Σταφυλίδου

Η υπόθεση του έργου

Ο Γκόντλιεμπ, αποφεύγοντας, πάση θυσία, οποιαδήποτε σύγκρουση, αφήνεται σταδιακά στην καταστροφή. Όταν ο Σμιτς εισβάλλει στο σπίτι του, ως δήθεν φιλοξενούμενος, παρά το γεγονός ότι όλα μαρτυρούν τη σχέση του με τους εμπρηστές που έχουν κατακάψει την πόλη, τα σπίτια των κατοίκων ή ακόμα και αυτούς τους ίδιους, εκείνος αρνείται να συνειδητοποιήσει την πραγματικότητα, να αναγνωρίσει τον κίνδυνο που διατρέχει αυτός και η οικογένειά του και να αντισταθεί.

Θέατρο και πολιτική

Η ιστορία του Γκόντλιεμπ Μπίντερμαν μετατρέπεται στο κατεξοχήν παράδειγμα προς αποφυγή και μέσα από τον σχολιασμό της, ο χορός των πυροσβεστών, εμπνευσμένος από τον χορό της αρχαίας τραγωδίας, έχει την ευκαιρία να θίξει τα μείζονα ζητήματα που αφορούν στον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται την πραγματικότητα ο σύγχρονος άνθρωπος, δηλαδή όλοι εμείς. Η παθητικότητα, η εσωστρέφεια, η αδράνεια και η αποδοχή των καταστάσεων, ως κάτι το δεδομένο, μπαίνουν στο στόχαστρο της παράστασης.

Ένα έργο από το παρελθόν, μια παράσταση για το σήμερα

Ο Φρις, επηρεασμένος, μεταξύ άλλων, από το θέατρο του Μπρεχτ, γράφει, με σκοπό να ξεγυμνώσει και να καταδείξει τους μηχανισμούς απεμπλοκής των ανθρώπων από την πραγματικότητα.

Η φαινομενικά παράλογη θέση του Γκόντλιεμπ, αντικατοπτρίζει με εκπληκτική επιτυχία τη στάση των σύγχρονων ανθρώπων, επιτρέποντας την αποστολή ξεκάθαρων και ευθύβολων μηνυμάτων στο κοινό. Για τον σκοπό αυτό, ο Φρις χρησιμοποιεί-μεταξύ άλλων, τεχνικές του επικού θεάτρου που επιτρέπουν στο κοινό να παρακολουθεί την πτώση του ήρωα του έργου, χωρίς να ταυτίζεται συναισθηματικά μαζί του, διαπιστώνοντας, όμως, πόσο του μοιάζει στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τη ζωή του.

Σκηνικοί αντικατοπτρισμοί και συνομιλίες

Εξίσου ξεκάθαρα αποδίδουν τους  στόχους της παράστασης και τα σκηνικά που δημιούργησε η Τίνα Τζόκα . Ο μεγάλος, μακρόστενος καθρέπτης που βρίσκεται τοποθετημένος στο κέντρο της σκηνής μοιάζει να περιμένει τους θεατές να καθρεπτιστούν επάνω του.

Η πλειψηφία των σκηνικών αντικειμένων έχει τόσο συμβολικό όσο και λειτουργικό χαρακτήρα που τον διατηρεί σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, για παράδειγμα, το μεγάλο τραπέζι του σπιτιού χρησιμεύει τόσο στη δράση όσο και ως ένα σημείο συσπείρωσης, γύρω από το οποίο αποκαλύπτονται οι σχέσεις και οι διαθέσεις των ηρώων, ενώ τα μπιτόνια με τη βενζίνη που στοιβάζονται στη σοφίτα από τους εμπρηστές και αυξάνονται προοδευτικά, εικονοποιούν την αίσθηση μιας συσσωρευμένης απειλής που διαρκώς διογκώνεται, υπενθυμίζοντας στο κοινό τη θέση του σε έναν κόσμο στον οποίο τεράστιες απειλές γιγαντώνονται μέρα με τη μέρα.

Η ενδυματολογική προσέγγιση

Κατά τον ίδιο τρόπο, καθένα από τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου αποκαλύπτει μια αλήθεια για το πρόσωπο που το φοράει: Η ρόμπα του Γκόντλιεμπ δεν μπορεί παρά να φέρνει στον νου των θεατών τη ραθυμία του ήρωα, ενώ οι ριγέ στολές των εμπρηστών παραπέμουν σε πρώην φυλακισμένους και έρχονται σε αντίθεση με την άρνηση του πρωταγωνιστή να αναγνωρίσει την απειλή που εγκυμονούν αυτά τα δύο πρόσωπα.

Στον αντίποδα, το εντυπωσιακό κοστούμι της Μπαμπέτ Μπίντερμαν δεν μπορεί παρά να έχει φορεθεί από ένα πρόσωπο αποκομμένο από την πραγματικότητα που πιθανόν πάσχει από την κοινή καταναλωτική ασθένεια της εποχής. Το εξεζητημένο καπέλο με το οποίο επιλέγει να εμφανιστεί μπροστά στους επικίνδυνους εμπρηστές, με τις μικρές χρωματιστές σφαίρες περασμένες σε ξυλάκια, θυμίζει μικρογραφία μακέτας του σύμπαντος και τονίζει την εκτός τόπου και χρόνου παρουσία της Μαμπέτ, ενώ θα μπορούσε ακόμα και να παραπέμπει στην ακόρεστη καταναλωτική μανία μιας ανόητης κοινωνίας που είναι έτοιμη να καταναλώσει έναν ολόκληρο κόσμο.

Η πολλαπλή χρήση μιας κοινής προστατευτικής μάσκας…

Η χρήση της προστατευτικής μάσκας από τους ηθοποιούς, καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης, συναντά το αίτημα του συγγραφέα που ήθελε τους ηθοποιούς να αποφεύγουν να παρουσιάζονται στη σκηνή με μία ατομική ταυτότητα.

Οι πολλαπλές ερμηνείες της χρήσης της μάσκας, εμπλουτίζουν σημασιολογικά την παράσταση, δημιουργώντας στον νου του κοινού, σκέψεις, σε σχέση με την απόκρυψη και την αποκάλυψη μίας αλήθειας, ενός υπόγειου σκοπού ή ακόμα, τη φίμωση των πολιτών και την εθελούσια σιωπή τους απέναντι στα μεγάλα προβλήματα της εποχής.

Η ερμηνεία ενός ρόλου κι ενός έργου

Οι ηθοποιοί, αποδίδουν ιδανικά την προβληματική του έργου, αξιοποιούν τους κανόνες της αποστασιοποίησης ενώ παράλληλα διατηρούν το μυστήριο και το ενδιαφέρον, κλιμακώνοντας την ένταση.

Κάθε ένας, εκφράζει με την ερμηνεία του πτυχές του νοήματος. Ο απολαυστικός Βασίλης Καλφάκης, χωρίς να προσπαθεί να κερδίσει τη συμπάθια του κοινού, δημιουργεί έναν υποδειγματικό χαρακτήρα-παραδείγμα προς αποφυγή. Ο Γκόντλιεμπ που δημιούργησε γίνεται το πρόσωπο που συγκεντρώνει επάνω του τα ελαττώματα και τις αδυναμίες όλων μας. Η Αμαλία Τσεκούρα φωτίζει τον ρόλο της αφελούς και παθητικής συζύγου του, δημιουργώντας μια χαριτωμένη, φοβική παρουσία, ηθελημένα έρμαιο της τύχης και των αποφάσεων των υπολοίπων, ξεσκεπάζοντας, έτσι, την τάση των ανθρώπων να στέκονται παθητικοί, κρυμμένοι πίσω από την ανόητη δικαιολογία του φόβου ή της άγνοιας. Ο Γιώργος Σκαρλάτος μεταφέρει την αίσθηση του κινδύνου σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, καταφέρνοντας να δημιουργήσει μια αινιγματική, δυναμική παρουσία. Ο Παναγιώτης Εξαρχέας μοιάζει να ενσαρκώνει τις ασαφείς και απειλητικές δυνάμεις κάθε μορφής εξουσίας που επιβάλλεται στους πολίτες με αιφνίδιο και υπόγειο τρόπο, αλλά επί της ουσίας, με την άδειά τους. Ο ανασφαλής διανοούμενος του Βασίλη Τρυφουλτσιάνη καταδεικνύει την ανούσια εσωστρέφεια των ανθρώπων της διανόησης και την απουσία πρωτοβουλίας, θάρρους και δυναμισμού. Η Άννα της Κατερίνας Πατσιάνη, έχει έναν ρόλο περισσότερο συμπαθή που όμως, αφήνει το κοινό να αναρωτιέται και να στοχάζεται σε σχέση με τους λόγους που την κρατούν σε αυτό το σπίτι, σε μία ολοφάνερα καταστροφική θέση, μέχρι το τέλος.

Η σκηνοθετική προσέγγιση της Σοφίας Βγενοπούλου και ο τρόπος με τον οποίο ερμηνεύουν τους ρόλους τους οι ηθοποιοί, ξεσκεπάζουν τους βαθύτερους μηχανισμούς της αποποίησης των ευθυνών που μεταχειρίζονται οι άνθρωποι, τονίζουν τη βαρύτητα της απάθειας και ξεκαθαρίζουν τη θέση του καθενός απέναντι στις δυνάμεις της εξουσίας, είτε αυτές είναι μικρότερης, είτε μεγαλύτερης κλίμακας, όπως είναι οι δυνάμεις της παγκόσμιας κυβερνητικής πολιτικής.

Ένας σύγχρονος χορός

Ο χορός της παράστασης κινείται στους μοντέρνους ήχους της μουσικής του Άγγελου Τριανταφύλλου, τραγουδώντας τους στίχους της Τζούλιας Διαμαντοπούλου, σε μία χορογραφία που ωθεί σε δράση και ενεργοποίηση. Η Αντιγόνη Γύρα δίνει στην κίνηση των ηθοποιών την αίσθηση της αναγκαότητας.

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο χορός των πυροσβεστών, στην παράσταση της Σοφίας Βγενοπούλου εκσυγχρονίζει και ανανεώνει τη σημασία και τη λειτουργία του χορού γενικότερα. Σε αντίθεση με την υπαινικτική διάσταση όσων συμβαίνουν στην υπόθεση του έργου, όσα λέγονται από τον χορό από την Ασημίνα Αναστασοπούλου, τη Μελίνα Κοτσέλου,  τον Αλκιβιάδη Μαγγόνα, τον Γιώργο Πατεράκη, τον Βασίλη Τρυφουλτσάνη, τον Αλέξανδρο Τωμαδάκη και την Εύα Φρακτοπούλου απευθύνονται άμεσα στο κοινό, καθιστώντας σαφή τον σκοπό της παράστασης. Η δυναμική τους παρουσία, η ειλικρίνεια των προθέσεων των μηνυμάτων που μεταφέρουν, η αμεσότητά και η ευθύτητά με την οποία απευθύνονται στο κοινό, η δημιουργία ξεκάθαρων συσχετισμών με την πραγματικότητα και η προσπάθεια για επικοινωνία είναι στοιχεία που επιτρέπουν τελικά το συναίσθημα, γκρεμίζοντας, όμως, κάθε εναπομείναντα τέταρτο τοίχο και γεφυρώνοντας την απόσταση μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, μυθοπλασίας και αλήθειας. Με την παρουσία του στη σκηνή, ο χορός των νέων δηλώνει κάθε στιγμή την προσπάθειά του και τον σκοπό της παράστασης να αφυπνίσει τους θεατές-πολίτες αυτού του κόσμου, ελπίζοντας να τους βοηθήσει να σωθούν από την πραγματικότητα που απειλεί να τους αφανίσει.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Tαυτότητα παράστασης
Μετάφραση – Στίχοι: Τζούλια Διαμαντοπούλου
Σκηνοθεσία: Σοφία Βγενοπούλου
Συνεργάτιδα δραματουργός: Ειρήνη Μουντράκη
Σκηνικά: Τίνα Τζόκα
Κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου
Μουσική: Άγγελος Τριανταφύλλου
Κίνηση: Αντιγόνη Γύρα
Φωτισμοί: Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Διανομή (με αλφαβητική σειρά): Ασημίνα Αναστασοπούλου, Παναγιώτης Εξαρχέας, Βασίλης Καλφάκης,
Μελίνα Κοτσέλου, Αλκιβιάδης Μαγγόνας, Γιώργος Πατεράκης, Κατερίνα Πατσιάνη, Γιώργος Σκαρλάτος,
Βασίλης Τρυφουλτσάνης, Αμαλία Τσεκούρα, Αλέξανδρος Τωμαδάκης, Εύα Φρακτοπούλου

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις