Σαν σήμερα, στις 7 Ιουνίου το 2015, έφυγε από την ζωή ο υπέροχος Κρίστοφερ Λι, σε ηλικία των 93 ετών. Η ζωή του ήταν μία περιπέτεια, γεμάτη απίστευτα συμβάντα -τόσο απίστευτα που εύκολα μπορεί κάποιος να πιστέψει ότι αποτελούν μύθους και όχι πραγματικότητα.
Το 2007 μπήκε στο βιβλίο Γκίνες για τα περισσότερα ρεκόρ οθόνης, έχοντας εμφανιστεί σε 244 ταινίες μέχρι εκείνη τη στιγμή της καριέρας του. Κατέχει επίσης το ρεκόρ του ψηλότερου πρωταγωνιστή σε κινηματογραφική παραγωγή -είχε ύψος 1,80 μ.- αλλά και για το ότι πρωταγωνίστησε στις “περισσότερες ταινίες με μάχη με σπαθί” με 17 εμφανίσεις. Ο ίδιος ήξερε ξιφασκία.
Η “κινηματογραφική” ζωή ενός σπουδαίου ηθοποιούΗ μητέρα του ήταν Ιταλίδα κοντέσα, απόγονος του αυτοκράτορα Καρλομάγνο. Έτσι, μεταξύ άλλων είχε συναντήσει τους δολοφόνους του Ρασπούτιν, πρίγκιπα Γιουσούποφ και δούκα Ντμίτρι Πάβλοβιτς -όχι ως έρευνα για τον (πρωταγωνιστικό) ρόλο του στην ταινία “Ρασπούτιν, ο δαίμων της Ρωσίας”, αλλά ως… παιδί στη δεκαετία του 1920. Μάλιστα, σε ηλικία 17 ετών, είχε δει την εκτέλεση του δολοφόνου Όιγκεν Βάιντμαν στο Παρίσι, του τελευταίου ανθρώπου στη Γαλλία που εκτελέστηκε δημόσια με γκιλοτίνα.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κατατάχθηκε στη Βασιλική Αεροπορία, αλλά δεν του επιτράπηκε να πετάξει λόγω προβλήματος στο οπτικό του νεύρο. Έτσι έγινε αξιωματικός πληροφοριών για την Περιπολία Μεγάλης Ερήμου, πρόδρομο της SAS, των ειδικών δυνάμεων της Βρετανίας. Πολέμησε τους Ναζί στη Βόρεια Αφρική, έχοντας συχνά έως και πέντε αποστολές την ημέρα.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου βοήθησε στην ανακατάληψη της Σικελίας, απέτρεψε μια ανταρσία μεταξύ των στρατευμάτων του, προσβλήθηκε από ελονοσία έξι φορές μέσα σε ένα χρόνο και ανέβηκε στον Βεζούβιο τρεις ημέρες πριν από την έκρηξή του. Κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια του πολέμου μετακινήθηκε στην ακόμη πιο επίλεκτη «Special Operations Executive» του Ουίνστον Τσόρτσιλ, οι αποστολές της οποίας είναι ακόμη απόρρητες, αλλά αφορούσαν «τη διεξαγωγή κατασκοπείας, σαμποτάζ και αναγνώρισης στην κατεχόμενη Ευρώπη εναντίον των δυνάμεων του Άξονα».
Ο Λι δεν είπε ποτέ κάτι συγκεκριμένο για την υπηρεσία του στον πόλεμο, αλλά είχε πει το εξής: «Έχω δει πολλούς άνδρες να πεθαίνουν μπροστά μου – τόσους πολλούς μάλιστα που δεν με επηρεάζει πλέον. Έχοντας δει το χειρότερο που μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι ο ένας στον άλλο, τα αποτελέσματα των βασανιστηρίων, του ακρωτηριασμού και βλέποντας κάποιον να γίνεται κομμάτια από μια βόμβα, αναπτύσσεις ένα είδος κελύφους, ασπίδας. Αλλά είναι κάτι που για να επιβιώσεις έπρεπε να κάνεις. Έπρεπε να το κάνεις. Διαφορετικά δεν θα είχαμε κερδίσει ποτέ».
Μέχρι το τέλος του πολέμου είχε λάβει επαίνους για γενναιότητα από τις κυβερνήσεις της Βρετανίας, της Πολωνίας, της Τσεχίας και της Γιουγκοσλαβίας. Μιλώντας γαλλικά και ιταλικά, ο Λι πέρασε το χρόνο του μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κυνηγώντας Ναζί με το Κεντρικό Μητρώο Εγκληματιών Πολέμου και Υπόπτων Ασφαλείας, μέχρι που αποφάσισε να δοκιμάσει την υποκριτική σε ηλικία 25 ετών. Είναι απίστευτο να σκέφτεσαι πως όλα αυτά τα είχε κάνει μέχρι την ηλικία των 25 ετών.
Από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στη μεγάλη οθόνηΟ Λι δεν ήταν μόνο συγγενής του δημιουργού και συγγραφέα του Τζέιμς Μποντ Ίαν Φλέμινγκ -ήταν ετεροθαλή ξαδέρφια- αλλά και μια από τις πρώτες επιλογές του Φλέμινγκ για τον ρόλο του Μποντ, όχι μόνο λόγω των εμπειριών του από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τις SOC.
Στη δεκαετία του ’50, ο Λι ήταν αρραβωνιασμένος με την Ενριέτα Βον Ρόσεν, κόρη του κόμη Φρίντζ Βον Ρόσεν. Ο κόμης προφανώς δεν τον συμπαθούσε και μάλιστα προσέλαβε ιδιωτικούς ντετέκτιβ για να τον ερευνήσουν. Αρνήθηκε επίσης να επιτρέψει στην κόρη του να τον παντρευτεί, εκτός και αν έπαιρνε την ευλογία του βασιλιά της Σουηδίας. Και έτσι, ο Λι την πήρε.
Ο Κρίστοφερ Λι ενδιαφερόταν αρκετά για την ιστορία των δημόσιων εκτελέσεων και, σύμφωνα με πληροφορίες, γνώριζε «τα ονόματα κάθε επίσημου δημόσιου δήμιου που απασχολούσε η Αγγλία, τα οποία χρονολογούνται από τα μέσα του 15ου αιώνα».
Ήταν πάντα μεγάλος οπαδός της metal -κυκλοφόρησε το πρώτο του heavy metal άλμπουμ το 2010 σε ηλικία 88 ετών. Με τίτλο «Charlemagne: By the Sword and the Cross», το οποίο κέρδισε το βραβείο «Spirit of Metal» από την τελετή Metal Hammer Golden Gods 2010. Το 2012 έκανε ένα χριστουγεννιάτικο metal άλμπουμ. Ήταν ο γηραιότερος metal ερμηνευτής και ο γηραιότερος μουσικός που βρέθηκε ποτέ στα μουσικά charts του Billboard.
Εκτός από την απίστευτα παραγωγική κινηματογραφική του καριέρα, ο Λι ήταν παγκόσμιος πρωταθλητής ξιφασκίας, τραγουδιστής όπερας, μιλούσε έξι γλώσσες και ήταν φοβερός παίκτης του γκολφ. Έγινε Ιππότης Διοικητής του Εξαιρετικότερου Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας το 2009, Διοικητής του Σεβαστού Τάγματος του Αγίου Ιωάννη το 1997, έγινε Διοικητής του Τάγματος Τεχνών και Γραμμάτων από τη γαλλική κυβέρνηση το 2011, κέρδισε βραβείο της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογραφικών και Τηλεοπτικών Τεχνών το 2011, έλαβε το Βραβείο «The Bram Stoker Award for Lifetime Achievement» το 1994 και ακόμα πολλά.
Η ζωή του ήταν απίστευτη -αλλά και οι ρόλοι του στον κινηματογράφο εξίσου συναρπαστικοί. Ας ρίξουμε λοιπόν μια ματιά στους πιο αξέχαστους ρόλους της καριέρας του.
Σύμφωνα με τον Πίτερ Ρότζερς, παραγωγό της ταινίας, η «Hammer Productions» έψαχνε «κάποιον τεράστιο» για να παίξει το τέρας. Τελικά, ήταν ανάμεσα στον Κρίστοφερ Λι και τον Μπέρναρντ Μπρέσλο. Τηλεφώνησαν λοιπόν στους ατζέντηδες τους και τους ρώτησαν ποιο θα ήταν το “κασέ” τους. Η ελάχιστη αμοιβή του Μπρέσλο ήταν δέκα λίρες την ημέρα, ενώ του Λι ήταν οκτώ -και κάπως έτσι έγινε η επιλογή.
Το μακιγιάζ του τέρατος έγινε σχεδόν κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή. Αφού οι προηγούμενες προσπάθειες να σχεδιάσει ένα μακιγιάζ τέρατος χρησιμοποιώντας ένα εκμαγείο του κεφαλιού του Λι είχαν αποτύχει, ο make-up artist Φίλιπ Λίκι έφτιαξε το τελικό σχέδιο μια μέρα πριν από την έναρξη των γυρισμάτων, απευθείας πάνω στο πρόσωπο του Λι, χρησιμοποιώντας κυρίως βαμβάκι και άλλα πρόχειρα υλικά.
Δεδομένου ότι δεν χρησιμοποίησε λατέξ ή καλούπια, το look έπρεπε να δημιουργείται εκ νέου από το μηδέν κάθε μέρα. Παρόλο που είχαν εμφανιστεί στον Άμλετ (1948), στο Moulin Rouge (1952) και στον Μέγα Αλέξανδρο (1956), ο Κρίστοφερ Λι και ο Πίτερ Κούσινγκ συναντήθηκαν για πρώτη φορά στα γυρίσματα αυτής της ταινίας. Περνούσαν την ώρα μεταξύ των γυρισμάτων ανταλλάσσοντας φράσεις των «Looney Tunes» και γρήγορα ανέπτυξαν μια εγκάρδια φιλία, η οποία διήρκεσε μέχρι και τον θάνατο του Κούσινγκ το 1994.
Ο Δράκουλας έχει μόνο δεκαέξι ατάκες σε ολόκληρη την ταινία. Η εκδοχή του Δράκουλα από τον Κρίστοφερ Λι έμεινε αξέχαστη για τη «σκοτεινή, μελαγχολική σεξουαλικότητά του». Υπήρξε ο υπαινιγμός ότι οι γυναίκες όντως έλκονταν σε αυτόν τον αυταρχικό βρικόλακα. Σύμφωνα με τον Κρίστοφερ Λι, προσπάθησε να παίξει τον χαρακτήρα του Δράκουλα σύμφωνα με τη θεωρία του για τη «μοναξιά του κακού». Είχε αναπτύξει αυτή τη θεωρία μετά την ανάγνωση του πρωτότυπου μυθιστορήματος. Σύμφωνα με αυτόν, ο Δράκουλας νιώθει μοναξιά και δεν θέλει στην πραγματικότητα να επιβιώσει. Ο Δράκουλας συνεχίζει να υπάρχει, επειδή αισθάνεται ότι δεν έχει άλλη επιλογή.
Αναφέρει μάλιστα στην αυτοβιογραφία του, ότι έλαβε μόνο 750 λίρες για την ενσάρκωση του Δράκουλα. Αναφέρει επίσης ότι η ταινία αυτή απέφερε τελικά 25 εκατομμύρια δολάρια στις ΗΠΑ. Κουρασμένος από τον ρόλο του Δράκουλα και νιώθοντας ότι οι ταινίες είχαν γίνει υποβαθμισμένες, ο Λι προσπάθησε να εγκαταλείψει τις ταινίες της «Hammer», αλλά τα στελέχη του στούντιο τον έπεισαν να επιστρέψει, τονίζοντας πόσοι άνθρωποι θα έμεναν άνεργοι αν ο Λι σταματούσε να κάνει επιτυχίες. Εκείνος συμφώνησε να πρωταγωνιστήσει στο «Δράκουλας: Ο άρχων του σκότους» του 1966, θεώρησε όμως ότι το σενάριο ήταν τόσο απαίσιο που αρνήθηκε επίμονα να βγάλει άχνα κατά την διάρκεια των γυρισμάτων. Η «Hammer» αποφάσισε ότι ήταν πολύ πιο σημαντικό να έχει πρωταγωνιστή έναν μουγκό Λι σε αντίθεση με οποιονδήποτε άλλον, και έτσι έβαλε τον Δράκουλα να σφυρίζει και να φωνάζει σε όλη την ταινία.
Η ερμηνεία του σερ Κρίστοφερ Λι ως Ροσφόρ άσκησε τόση επιρροή, ώστε κάθε κινηματογραφική εκδοχή του έκτοτε φοράει κάλυμμα ματιού, παρόλο που δεν αναφέρεται στα αρχικά βιβλία. Οι κασκαντέρ φοβόντουσαν τον Όλιβερ Ριντ, λόγω της αγριότητάς που έβγαζε, όταν επρόκειτο για σκηνές μάχης. Συχνά γύριζε τις σκηνές χωρίς πρόβα. Έφτασαν στο σημείο να ρίχνουν κλήρο για να δουν ποιος θα τον αντιμετωπίσει. Ο σερ Κρίστοφερ Λι είχε πει: «Θυμάμαι ότι κατά τη διάρκεια μιας σκηνής μάχης ήρθε εναντίον μου με τα δύο χέρια στο σπαθί, σαν τσεκούρι, και το απέκρουσα και σταμάτησα εντελώς. Είπα: “Νομίζω ότι θα ήταν καλύτερα να κάνουμε σωστά τη ρουτίνα”. Τότε είπα στον Όλιβερ: ‘Θυμάσαι ποιος σου έμαθε πώς να χρησιμοποιείς το σπαθί;’ Εκείνος είπε: ‘Εσύ’. Και του είπα, “Μην το ξεχάσεις ποτέ αυτό”. Βλέπετε, είχαμε γυρίζει μαζί τους «Πειρατές του διαβόλου» του 1964 και ήταν λίγο απειλητικός όταν γυρίζαμε μαζί, είναι αλήθεια. Ο κόσμος έφευγε μακρυά του όταν τσακωνόταν, γιατί έπαιζε με απόλυτη ένταση». Αν δεν τον παρερμήνευσαν, αυτό ήταν ένα λάθος στη μνήμη του Λι, καθώς ο Ριντ δεν έπαιζε στους «Πειρατές του διαβόλου». Ωστόσο, ο Λι και ο Ριντ εμφανίστηκαν στο «Αίμα στο κόκκινο ποτάμι» του 1962 , όπου μπορεί κάλλιστα να έγινε το σεμινάριο ξιφομαχίας.
Το καταραμένο σκιάχτρο (The Wicker Man), 1973Η δεκαετία του 1970 ήταν μια αρκετά τρελή εποχή στη Βρετανία, η δεκαετία του ’60 είχε αφήσει μεγάλο αντίκτυπο στο έθνος και η σεξουαλική καταπίεση άρχισε σιγά σιγά να υποχωρεί. Εκείνη την εποχή οι κινηματογραφιστές άρχισαν να εξερευνούν τη σεξουαλικότητα με διαφορετικό τρόπο. Το γυμνό στον κινηματογράφο ήταν κάποτε πηγή σκανδάλων και προκλήσεων, αλλά η αυξανόμενη χρήση του αντιμετωπίστηκε πιο φυσικά. Ο σκηνοθέτης του «The Wicker Man» Ρόμπιν Χάρντι είχε σκοπό να το εξερευνήσει αυτό, δημιουργώντας μια σύγχρονη κοινωνία που ήταν προχριστιανική και αρκετά φιλελεύθερη όσον αφορά το σεξ. Ένα από τα επαναλαμβανόμενα θέματα για τους κατοίκους του «Summerisle», ήταν μια σεξουαλική ελευθερία που είχε ως αποτέλεσμα πολλά γυμνά καμώματα και χορούς. Αυτό χρησιμοποιήθηκε για να δείξει την ισχυρή σύνδεση των κατοίκων του νησιού με τη φύση, παράλληλα με την οργή και την πρόκληση του πρωταγωνιστή της ταινίας, ενός ευσεβούς χριστιανού που ονομάζεται λοχίας Νιλ Χιούι (τον υποδύεται με μεγάλο πάθος ο Έντουαρντ Γούντγουορντ), του οποίου η σεξουαλική καταπίεση ήταν καθρέφτης για τη Βρετανία της εποχής.
Ο σερ Κρίστοφερ Λι δήλωσε ότι θεωρεί αυτόν έναν από τους σπουδαιότερους ρόλους του. Μάλιστα, πλήρωσε από την τσέπη του την περιοδεία του και επισκέφθηκε κάθε σταθμό που ήταν πρόθυμος να του πάρει συνέντευξη για την ταινία. Σύμφωνα με φήμες, κάποιοι αγρότες στην Αϊόβα εξεπλάγησαν όταν τον είδαν σε ζωντανές, πρωινές εκπομπές δημόσιας πρόσβασης. Λόγω του πολύ μικρού προϋπολογισμού, οι περισσότεροι ηθοποιοί, συμπεριλαμβανομένου του Κρίστοφερ Λι, εργάστηκαν χωρίς αμοιβή -βέβαια σύμφωνα με τον ίδιο, ο παραγωγός Μάικλ Ντιλέι του είπε κατάμουτρα ότι αυτή ήταν μία από τις δέκα χειρότερες ταινίες που είχε δει ποτέ.
Ο σερ Κρίστοφερ Λι διάβαζε τον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών» μία φορά το χρόνο μέχρι το θάνατό του το 2015, και το έκανε από τη χρονιά που εκδόθηκε. Ήταν επίσης ο μόνος από όλους που είχε γνωρίσει τον Τζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν. Προφανώς τον συνάντησε τυχαία σε μια παμπ – και ήταν φανατικός θαυμαστής του. Ο Τόλκιν του έδωσε μάλιστα την ευλογία του να παίξει τον Γκάνταλφ σε οποιαδήποτε μελλοντική ταινία του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών». Όταν ο Λι άκουσε ότι το Χόλιγουντ επρόκειτο επιτέλους να γυρίσει την τριλογία για την μεγάλη οθόνη, πήρε τον ρόλο στην -όχι και τόσο καλή- τηλεοπτική σειρά του 1997 «Οι νέες περιπέτειες του Ρομπέν των Δασών» ως μάγος, για να μπορέσει να αποδείξει στο Χόλιγουντ, ότι είναι ικανός να κάνει τον μάγο.
Όταν άκουσε ότι ο Πίτερ Τζάκσον θα σκηνοθετούσε τις ταινίες, έστειλε μια προσωπική επιστολή με την οποία ζητούσε να συμμετάσχει στις ταινίες μαζί με μια φωτογραφία του ντυμένος ως μάγος. Δυστυχώς, η προχωρημένη ηλικία του και η φυσική του ικανότητα να υποδύεται κακοποιούς τον έκαναν ακόμα καλύτερη επιλογή για τον Σάρουμαν. Παρόλο που δεν πήρε τον ρόλο που ήθελε, ήταν ο πρώτος που πήρε ρόλο σε όλο το καστ. Επισκεπτόταν συχνά το τμήμα μακιγιάζ και συχνά έδινε συμβουλές σχετικά με το σχεδιασμό του προσώπου των τεράτων, καθώς τα ήξερε απ’ έξω. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, έσπασε το δάχτυλό του. Ακόμα, κατά τη διάρκεια της σκηνής του θανάτου του στην Επιστροφή του Βασιλιά (που συμπεριλήφθηκε μόνο στην «Extended Edition» εκδοχή), ο Πίτερ Τζάκσον προσπαθούσε να του περιγράψει τι ήχο πρέπει να κάνουν οι άνθρωποι που μαχαιρώνονται πισώπλατα. Ο Λι απάντησε με σοβαρότητα ότι είχε δει ανθρώπους να μαχαιρώνονται πισώπλατα και ήξερε ακριβώς τι ήχο έκαναν.
Ο πόλεμος των Άστρων 2: Ο πόλεμος των Κλώνων (Star Wars: Episode II – Attack of the Clones), 2002Ο Κρίστοφερ Λι αποδέχτηκε αμέσως το ρόλο του Κόμη Ντούκου/«Darth Tyrannus» αιτιολογώντας στην αυτοβιογραφία του: «Δεν αρνείσαι τον “Πόλεμο των Άστρων”, εκτός αν είσαι ο Χάρισον Φορντ και έχεις ήδη κάνει τρεις ταινίες…». Ο Λι λάτρεψε τα γυρίσματα και έγινε καλός φίλος με τον Τζότζ Λούκας περιγράφοντάς τον, λέγοντας: «…δεν θα μπορούσε να είναι πιο εύκολο να δουλέψει κανείς μαζί του».
Μάλιστα, κατά τη διάρκεια των προβών και των γυρισμάτων των σκηνών μάχης με το φωτόσπαθο του ως Κόμης Ντούκου, χρησιμοποίησαν ένα μικρό μοντέλο του Γιόντα ως σημείο αναφοράς. Το μοντέλο, ωστόσο, τροποποιήθηκε ελαφρώς ώστε να έχει κυνόδοντες βαμπίρ, στην οποία η διασκεδαστική απάντηση του Λι ήταν: «Δεν θα το σχολιάσω αυτό. Δεν περίμενα ότι θα μου το έκανες αυτό, Τζορτζ!». Οι κυνόδοντες ήταν ένα αστείο για την ερμηνεία του ως Κόμης Δράκουλας στο «Δράκουλας: Ο Βρικόλακας των Καρπαθίων» (1958) και σε πολλές άλλες ταινίες τρόμου των «Hammer Studios».