Συν & Πλην: «Η άλλη πλευρά της καταιγίδας» στην Πειραιώς 260
Μια σύνοψη των θετικών και αρνητικών σημείων για την παράσταση «Η άλλη πλευρά της καταιγίδας» σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά που ανεβαίνει στην Πειραιώς 260.
Είναι η πρώτη φορά που ο Γιάννης Χουβαρδάς εμπλέκεται με τη συγγραφή ενός έργου. Το κάνει δε, αξιοποιώντας μια σύνθετη – μα θαυμάσια – ιδέα. Από την μια, την καλλιτεχνική ‘συγγένεια’ δύο κορυφαίων δημιουργών της εποχής τους – του Σαίξπηρ και του ‘Ορσον Ουέλς. Και από την άλλη, μια σατανική ειρωνεία: Την βιογραφία του Ουέλς ως υλικό ‘απομίμησης’ της πλοκής της σαιξπηρικής «Καταιγίδας» (για τους περισσότερους «Τρικυμίας»).
Ο Αμερικανός σκηνοθέτης, παρά το ότι σκηνοθετεί τον αριστουργηματικό «Πολίτη Κέιν» και βραβεύεται με Όσκαρ Σεναρίου γι’ αυτόν, δεν συναντά αποδοχή. Σύντομα, μετά και τη δεύτερη ταινία του, που δεν μπορεί συμμορφωθεί με το απαιτητικό σύστημα του Χόλυγουντ, βρίσκεται έκπτωτος του Χόλυγουντ που απαρνείται τις μεγαλοφυΐες και στρέφεται στην καθαρή ψυχαγωγία. Αιχμάλωτος των εταιρειών παραγωγής που κατάσχουν όλα του τα σενάρια – σε μια μηχανορραφία στην οποία συμμετέχει και ο ίδιος ο αδερφός του αλλά και μιντιακοί κολοσσοί της εποχής – βρίσκει καταφύγιο στην Ευρώπη, ενώ προσπαθεί να συγκεντρώσει μικροποσά για να χρηματοδοτήσει τις ταινίες του.
Την ίδια ώρα, τέσσερις αιώνες νωρίτερα, ο Σαίξπηρ στο τελευταίο έργο του αφηγείται την περιπέτεια του Δούκα του Μιλάνου, Πρόσπερου που βλέπει τον ίδιο τον αδερφό του Αντόνιο να σφετερίζεται το θρόνο του και να εξορίζει τόσο τον ίδιο όσο και την κόρη του Μιράντα σε ένα εγκαταλελειμμένο νησί. Η μοίρα, ωστόσο, χρόνια αργότερα, θα δικαιώσει τον Πρόσπερο (που έχει εξελιχθεί σε έναν δεινό μάγο), όταν στο νησί θα ξεβραστούν όλοι όσοι τον αδίκησαν νωρίτερα.
Καθώς αυτές οι δύο αφηγήσεις τέμνονται, ο Γιάννης Χουβαρδάς σε συνεργασία με την δραματολόγο Έρι Κύργια, παρουσιάζει μια νέα δραματουργία. Εκεί ο κόσμος του Ουέλς είναι ο κόσμος του Πρόσπερο και το αντίστροφο. Το χαμένο νησί του Σαίξπηρ είναι ένα εγκαταλελειμμένο στούντιο του Χόλυγουντ όπου ο Ουέλς προσπαθεί να γυρίσει τη νέα του ταινία με πρωταγωνιστές όλους όσοι τον πρόδωσαν: Συνεργάτες, φίλους, συγγενείς, ερωμένες.
Στην εκδοχή των Χουβαρδά – Κύργια – όπου αφομοιώνονται μεγάλα κομμάτια από το σαιξπηρικό πρωτότυπο – οι ήρωες φέρουν τα σαιξπηρικά ονόματα αλλά την όψη Χολυγουντιανών αστέρων (από την Ρίτα Χέϊγουρθ και τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ έως τον Φρεντ Αστέρ και την Τζίντζερ Ρότζερς). Διασημότητες εγκλωβισμένοι σε ρόλους (ή και το ανάποδο) πλέκουν ένα νήμα θεάτρου μέσα στο θέατρο (και μέσα στο σινεμά), μιμούμενοι το μαγικό κόσμο του Πρόσπερο αλλά το ψευδαισθητικό σύμπαν του Χόλυγουντ.
Η παράστασηΑν, ανάμεσα στους λόγους ύπαρξης ενός ιστορικού φεστιβάλ παραστατικών τεχνών είναι να προτείνει νέα έργα, να δοκιμάζει νέους κώδικες, να στήνει μεγάλης κλίμακας παραγωγές (ερευνητικού προσανατολισμού) που παραγωγοί του ελεύθερου θεάτρου φοβούνται να αναλάβουν, τότε η φετινή διοργάνωση πραγματώνει – στο ντεμπούτο της κιόλας – αυτό το σκοπό. Η παράσταση του Γιάννη Χουβαρδά πληροί όλες τις προϋποθέσεις μιας ουσιαστικής φεστιβαλικής χειρονομίας.
Καταρχάς, δουλεύοντας πάνω σε μια πρωτότυπη δραματουργική σύνθεση, αξιοποιώντας τεχνικές αναπαράστασης, βιντεοσκόπησης και live κινηματογράφισης, μπαίνοντας πιο βαθιά και με εντελείς όρους στο υβριδικό θέαμα. «Η άλλη πλευρά της καταιγίδας» είναι μια παράσταση ενός οραματικού καλλιτέχνη και μαζί μια από τις πιο επικίνδυνες αλλά συνάμα πιο άρτιες παραγωγές που έχει χρηματοδοτήσει (και που πρέπει να χρηματοδοτεί) το Φεστιβάλ Αθηνών στη σύγχρονη ιστορία του.
Τα Συν (+) Το έργοΗ τόλμη του Γιάννη Χουβαρδά να εμπλακεί στην συγγραφή τον δικαιώνει, αφού στηρίζεται σε μια έξυπνη ιδέα: Να βασιστεί στον σαιξπηρικό άξονα της «Τρικυμίας», φορώντας της σαν μανδύα την ομοιάζουσα βιογραφία του Όρσον Ουέλς. Αυτό τον οδηγεί σε μια κατασκευή, στέρεη όπως κάθε σαιξπηρικό έργο, έμπλεη από ποίηση, φαντασία και υπερβατική διάθεση. Η συνεργασία με την Έρι Κύργια είναι καθοριστική.
Μια ομάδα σταθερών και νέων συνεργατών του Γιάννη Χουβαρδά, όλων των γενεών, συνθέτει τον θίασο πρωταγωνιστών της «Καταιγίδας». Πέραν από το υψηλό επίπεδο ερμηνειών τους, όλοι συλλειτουργούν θαυμάσια, κάτι που αποδεικνύεται άθλος, καθώς η δράση έχει πολλά ταυτόγχρονα πεδία εξέλιξης. Παρόλα αυτά, η σκηνική ενέργεια κάποιων κρατά πολύ ψηλότερα την παράσταση: Καταρχάς, ο Δημήτρης Πιατάς στο ρόλο του Κάλιμπαν/Πίτερ Λόρρε στην πιο ανατρεπτική του εμφάνιση στο θέατρο και με αποκαλυπτική διαθεσιμότητα. Ο ΄Εκτορας Λυγίζος που, τελευταία, φαίνεται να δίνει βαρύτητα στην ερμηνευτική του ιδιότητα και το κάνει με αστείρευτο κέφι και οίστρο. Εδώ υποδύεται τον Άριελ και συνάμα εξασκεί την ιδιότητα του ως κινηματογραφικός σκηνοθέτης. Εξαιρετική επιλογή. Ο Αλέξανδρος Μυλωνάς επενδύει εύστοχα στο παραμυθιακό στοιχείο στην ερμηνεία του ως Πρόσπερος/Όρσον Ουέλς. Ο Άρης Μπαλής ταυτίζεται σωματικά και εκφραστικά με την περσόνα του Σταν Λόρελ ως Λιγνός ενώ φέρει με ακρίβεια την παιγνιώδη αφέλεια του Τρινκούλο. Επίσης, ο Δημήτης Πασσάς κουβαλάει όλο το φως μιας προσωπικότητας όπως Φρεντ Αστέρ και σε αυτό παρασύρει την Ελένη Μπούκλη σε ρόλο Μιράντα/Τζίνζτερ Ρότζερς.
Χωρίς ψεγάδια αλλά και με πιο αναμενόμενα πλαίσια ερμηνείας συναντάμε τους Άλκηστη Πουλοπούλου, Χάρη Φραγκούλη, Δημήτρη Παπανικολάου, Αντώνη Μυριαγκό, Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη. Ωστόσο, η στιγμή ατόφιας συγκίνησης έρχεται από εκεί όπου δεν μεσολαβεί ρόλος: Όταν ο σπουδαίος Γιάννης Βογιατζής, στα 96 του χρόνια, ανεβαίνει στη σκηνή για να εξιστορήσει μια προσωπική του μετάβαση: Την αναζήτηση καλλιτεχνικού νοήματος, κάτι που απασχόλησε εμμονικά και τον Όρσον Ουέλς και τον Γιάννη Χουβαρδά που έμελλε να δώσει στον κύριο Βογιατζή το έναυσμα για μια δεύτερη καριέρα.
Λένε πως όσο πιο έμπειρος είναι ένας σκηνοθέτης, τόσο περισσότερο δεν φοβάται να αφαιρέσει. Ο Γιάννης Χουβαρδάς, εξασκημένος εντατικά στο παιχνίδι της αφαίρεσης, κάνει ένα βήμα στο πλάϊ: Προσθέτει στο θέατρο του την κινηματογραφική γλώσσα και, με την ίδια εμμονή στη λεπτομέρεια, αρθρώνει μιαν άλλη εκδοχή της επικής φαντασμαγορίας που έχουμε συναντήσει σε εγχειρήματα κορυφαίων Ευρωπαίων συναδέλφων του. Πιθανότατα, ό,τι πιο απαιτητικό – και σίγουρα ό,τι πιο προσωπικό – έχει φέρει σε πέρας.
Η όψη της παράστασηςΧρειάστηκε η σύζευξη με πολλούς οπτικούς παράγοντες για να λειτουργήσει «Η άλλη πλευρά της Καταιγίδας». Το σκηνικό της Εύας Μανιδάκη, αναπτυγμένο σε όλη την έκταση της σκηνής Δ – ακριβώς σαν κινηματογραφικό πλατό – έχει πολύ χορταστικές υποσημειώσεις ανά τόπο συνάντησης. Ο ατμοσφαιρικός σχεδιασμός των βίντεο από τον Παντελή Μάκκα (συνεργάζεται ξανά με τον Χουβαρδά, μετά τον «Μισάνθρωπο» στο Εθνικό), οι προσεγμένοι φωτισμοί του ‘κινηματογραφικού’ Σίμου Σακερτζή αλλά και τα vintage glamourous κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη.
Λίγοι μουσικοί συνδιαλλέγονται με τα ζωντανά θεάματα τόσο οργανικά όσο ο Θοδωρής Οικονόμου. Οι συνθέσεις του δίνουν σοβαρή ανάσα σε ένα, σχεδόν, τρίωρο θέαμα.
Τα Πλην (-)Όσο πιστός είναι στην τελειότητα ο Γιάννης Χουβαρδάς, άλλο τόσο είναι και στο χαλαρό ρυθμό, χαρακτηριστικό που «βασανίζει» και αποδυναμώνει σχεδόν όλες τις παραστάσεις του. Πόσο μάλλον, εδώ που η παράσταση έχει διάρκεια 2.5 ωρών.
Η μεγάλη διάρκεια της παράστασηςΑπότοκο του χαλαρού ρυθμού αλλά και άλλων επιλογών (για παράδειγμα των πολλών τραγουδιών επιτυχιών που ακούγονται στην παράσταση) η διάρκεια της παράστασης εκτοξεύεται στις 2.5 ώρες και η κούραση του κοινού δεν αποφεύγεται.
Οι ‘διακειμενικές’ αναφορέςΜπορεί οι παραπομπές σε ταινίες και άλλες πληροφορίες για τη ζωή του Ουέλς μέσα στη δραματουργία να άπτονται σε μια ανάγκη δραματουργικής τεκμηρίωσης της αρχικής ιδέας, ωστόσο ούτε δεν αναγνωρίζονται εύκολα, ούτε αναγνωρίζονται από όλους – παρά μόνο από τους ενημερωμένους για τον Αμερικανό σκηνοθέτη. Κι αυτό συσκοτίζει κάποια σημεία της παράστασης.
Το άθροισμα (=)Φεστιβαλικό έπος, βασισμένο σε μια λαμπρή δραματουργική ιδέα και – παρά τη φλυαρία του – άψογα εκτελεσμένο.