Πόσοι γνωρίζουν το κινηματογραφικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη; Πόσοι θυμούνται πως η θρυλική Στέλλα του Κακογιάννη βασίζεται στο δικό του θεατρικό έργο, πως υπογράφει το σενάριο του Δράκου του Κούνδουρου και σκηνοθέτησε ο ίδιος δύο ταινίες: Ξεχωρίζει το Κανόνι και το αηδόνι, μία ταινία που με μια πικρή ειρωνεία και μια καινούργια ματιά αναφέρεται στη γερμανική κατοχή.
Η Ταινιοθήκη, σε συνεργασία με την Διεύθυνση Γραμμάτων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, θέλοντας να φωτίσει το σημαντικό κινηματογραφικό έργο του, παρουσιάζει ένα αφιέρωμα στον πολυσχιδή Έλληνα δημιουργό, θεατρικό συγγραφέα, στιχουργό, σεναριογράφο, δημοσιογράφο και ακαδημαϊκό, στο πλαίσιο του Λογοτεχνικού Έτους 2022 Ιάκωβος Καμπανέλλης, με αφορμή τη συμπλήρωση 100 ετών από τη γέννησή του.
Στο ίδιο πλαίσιο, το ΥΠΠΟΑ εγκαινίασε την έκθεση «Στη χώρα Καμπανέλλη. Νάξος, Μαουτχάουζεν, Αθήνα» στην Πινακοθήκη Γκίκα σε συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη (η οποία συνεχίζεται έως 30/07/2022), ενώ πρόσφατα κυκλοφόρησε αφιερωματικό τόμο για το έργο του.
Η Ομάδα Εργασίας του Λογοτεχνικού Έτους 2022 Ιάκωβος Καμπανέλλης αποτελείται από τους: Ελένη Δουνδουλάκη, Σίσσυ Παπαθανασίου, Κατερίνα Καμπανέλλη, Πλάτωνα Μαυρομούστακο και Παναγιώτη Μέντη.
Στην ταράτσα της Ταινιοθήκης, θα προβληθεί η ταινία «Το Κανόνι και τ’ Αηδόνι» (1968) που σκηνοθέτησε ο Ιάκωβος Καμπανέλλης σε συνεργασία με τον αδερφό του Γιώργο Καμπανέλλη, καθώς και οι εξής ταινίες στις οποίες είτε υπογράφει το σενάριο, είτε την επιμέλεια σεναρίου, είτε βασίστηκαν σε δικό του θεατρικό έργο: «Στέλλα» (1955) του Μιχάλη Κακογιάννη (βασισμένο στο θεατρικό του έργο «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια»), «Η Αρπαγή της Περσεφόνης» (1956) του Γρηγόρη Γρηγορίου, «Οι Άσσοι του Γηπέδου/ Κυριακάτικοι Ήρωες» (1956) του Βασίλη Γεωργιάδη, «Το Αμαξάκι» (1957) του Ντίνου Δημόπουλου, «Η Λίμνη των Πόθων» (1958) του Γιώργου Ζερβού, «Το Ποτάμι» (1959) του Νίκου Κούνδουρου, «Η Εβδόμη Ημέρα της Δημιουργίας» (1966) του Βασίλη Γεωργιάδη (βασισμένο στο θεατρικό του έργο) και «Με τη Λάμψη στα Μάτια» (1966) του Πάνου Γλυκοφρύδη.
Θα προβληθεί επίσης το ντοκιμαντέρ της Ηρώς Σγουράκη «Το Μονόγραμμα: Ιάκωβος Καμπανέλλης» (2005), ένα πολύ ενδιαφέρον τηλεοπτικό πορτραίτο του συγγραφέα.
Τις ταινίες θα προλογίσουν εκλεκτοί προσκεκλημένοι.
Όπως σημειώνει στον κατάλογο του αφιερώματος η πρόεδρος της Ταινιοθήκης της Ελλάδος Μαρία Κομνηνού, «Ο Καμπανέλλης συνεργάστηκε με τους σημαντικότερους έλληνες σκηνοθέτες στη διάρκεια των ετών 1950-1967, αφήνοντας το αποτύπωμά του σε αυτό που ονομάζουμε «κινηματογράφο του δημιουργού», με κορυφαίους εκπροσώπους τον Νίκο Κούνδουρο και τον Μιχάλη Κακογιάννη. Από τη σεναριακή του ενασχόληση ξεχωρίζει η συνεργασία του με καλούς εμπορικούς σκηνοθέτες, όπως ο Γρηγόρης Γρηγορίου, ο Ντίνος Δημόπουλος, ο Βασίλης Γεωργιάδης, ο Γιώργος Ζερβός και ο ΠάνοςΓλυκοφρύδης. Ο Καμπανέλλης ανήκε σε μια γενιά ανήσυχων διανοούμενων, η οποία οραματιζόταν την αναγέννηση του θεάτρου και του κινηματογράφου μέσα από καινοτόμες επιλογές που θα εξασφάλιζαν στους έλληνες δημιουργούς μια θέση στο διεθνές στερέωμα, με άξονα όμως την προβολή των υπάλληλων αντιθετικών ακροατηρίων, η θέση των οποίων στην Ελλάδα της περιόδου 1950-1967 ήταν ακόμα δυσκολότερη από εκείνη άλλων ευρωπαϊκών χωρών, εξαιτίας των συνεπειών του Εμφυλίου πολέμου».
Ο ίδιος ο Καμπανέλλης, αναφορικά με τη σημασία του σεναρίου ως προς τη δημιουργία μιας ταινίας, έγραφε: «Σαν το πιο βασικό στοιχείο σε μια ταινία θα χαρακτήριζα το σενάριο… Με τα μορφολογικά στοιχεία που θα μεταχειριστείς φανερώνεις και αναδεικνύεις αυτό το κάτι που θες να πεις, αλλά οπωσδήποτε προϋπάρχει μέσα σου σαν ένας μύθος-όραμα, δηλαδή ένα σενάριο, έστω και ένα απλό διάγραμμα. Αν αυτό είναι αναπόφευκτο ακόμη και στη δημιουργία ενός ντοκιμαντέρ, πόσο μάλλον στην περίπτωση ενός δραματοποιημένου μύθου».
Στις ταινίες του αφιερώματος πρωταγωνιστούν μερικοί από τους πιο δημοφιλείς ηθοποιούς της εποχής. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους Μελίνα Μερκούρη, Γιώργο Φούντα, Αλέκο Αλεξανδράκη, Τζένη Καρέζη, Ορέστη Μακρή, Βασίλη Αυλωνίτη, Στέφανο Στρατηγό, Έλλη Φωτίου, Δήμο Σταρένιο, Τίτο Βανδή, Ανέστη Βλάχο, Γιάννη Φέρτη, Λαυρέντη Διανέλλο, Νίκη Τριανταφυλλίδη και Διονύση Παπαγιαννόπουλο.
Παρακολουθώντας τις ταινίες αυτές, ντοκουμέντα μιας ολόκληρης εποχής, αντιλαμβάνεται κανείς πως ο Ιάκωβος Καμπανέλλης δημιουργεί (ή εμπνέει) πρωτότυπα σενάρια που ξεφεύγουν από τα κλισέ του λεγόμενου «παλιού καλού ελληνικού κινηματογράφου» και από την τυποποίηση των κινηματογραφικών ειδών της εποχής –ίσως γι’ αυτό και η σχέση του με τις μεγάλες εταιρείες παραγωγής ήταν τελικά περιστασιακή. Παρ’ όλ’ αυτά (ή ίσως ακριβώς γι’ αυτό) η σημαντική συνεισφορά του στον ελληνικό κινηματογράφο παραμένει εν πολλοίς άγνωστη –γεγονός που εν μέρει εξηγείται και από την υποτίμηση της δουλειάς του σεναριογράφου την εποχή εκείνη.
Οι ταινίες του Καμπανέλλη, κάνουν το δικό τους εύστοχο σχόλιο στην κοινωνικοπολιτική κατάσταση και ανθρωπογεωγραφία της Ελλάδας, χωρίς να ηθικολογούν, με χιούμορ, σκωπτική διάθεση και ταυτόχρονα διεισδυτική ματιά και αγάπη για τους χαρακτήρες του. Αξίζει να τις ξαναδούμε στη μεγάλη οθόνη.
Προλογίζουν: Μαρία Κομνηνού, Κατερίνα Καμπανέλλη, Σίσσυ Παπαθανασίου
Είσοδος με προσκλήσεις. Θα διατεθεί αριθμός προσκλήσεων στο Facebook
Σπονδυλωτή ταινία, αποτελούμενη από τρεις αυτόνομες ιστορίες με κοινό θέμα τη συμπεριφορά των Ελλήνων, όταν βρίσκονται υπό ξένο ζυγό. Η πρώτη διαδραματίζεται στην κατακτημένη από τους Ιταλούς Σύρο το 1943. Ο Ιταλός διοικητής του νησιού προσπαθεί μάταια να επιβληθεί στους κατοίκους που χλευάζουν τις ιταλικές δυνάμεις κατοχής. Η δεύτερη ιστορία διαδραματίζεται στην Κύπρο, το 1957, όταν ο μαχητής της ΕΟΚΑ Γρηγόρης Αυξεντίου (Γιώργος Τζώρτζης) αναγκάζεται να αφήσει την αγαπημένη του (Νίκη Τριανταφυλλίδη). Η τρίτη ιστορία διαδραματίζεται στην Πάτρα, το 1944, και εστιάζει στη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ ενός εύπορου Πατρινού (Διονύσης Παπαγιαννόπουλος) με τον Γερμανό αξιωματικό (Γιώργος Καμπανέλλης) που έχει επιτάξει το σπίτι του.
Το φιλμ, μια ανεξάρτητη παραγωγή που ο Ιάκωβος Καμπανέλλης συν-σκηνοθέτησε με τον αδερφό του Γιώργο Καμπανέλλη, ηθοποιό και παραγωγό της ταινίας, προβλήθηκε για έναν μήνα και στη συνέχεια απαγορεύτηκε από τη Χούντα, αφού όμως οι θεατές πρόλαβαν να αντιληφθούν τις έμμεσες αναφορές της ταινίας στη δικτατορία. Ταινία-προάγγελος του μετέπειτα «κινηματογράφου του δημιουργού» και η πλέον αγαπημένη του ίδιου του Καμπανέλλη, καθώς σε αυτήν μπόρεσε ελεύθερα να αναπτύξει το καλλιτεχνικό του όραμα.
Παρασκευή 24/06
Προλογίζουν: Ρήγας Αξελός και Ιάσων Τριανταφυλλίδης.
Ο κυρ Ανέστης, ένας γέρος αμαξάς (Ορέστης Μακρής), δεν θέλει να αλλάξει επάγγελμα σε μια εποχή που το αυτοκίνητο κυριαρχεί ολοένα και περισσότερο, και τα ταξί τον παραγκωνίζουν. Ζει μαζί με μια ορφανή κοπέλα, την Αννούλα, αγαπημένη του μοναχογιού του Νίκου, ο οποίος, όμως, αναγκάστηκε να την εγκαταλείψει και να ξενιτευτεί. Ο κυρ Ανέστης αναγκάζεται να ξεπουλήσει την άμαξα και με πόνο καρδιάς βγαίνει στους δρόμους για να πουλήσει τσιγάρα με μια βαλιτσούλα… Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης, με το «Αμαξάκι» επιστρέφει στο δράμα για να μιλήσει με νοσταλγία για έναν κόσμο που χάνεται, για το τέλος μιας εποχής, τη σύγκρουση των γενεών, αλλά και για τα γηρατειά που ωθούνται στο περιθώριο. Ο Ντίνος Δημόπουλος και ο Ντίνος Κατσουρίδης κινηματογραφούν με αγάπη τις γραφικές συνοικίες της Αθήνας (όπως οι Αέρηδες) και τους κατοίκους τους. Η ταινία, που προβλήθηκε και στο Φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι, ήταν παραγωγή της Φίνος Φιλμ, με την οποία ωστόσο, παρά τη μεγάλη επιτυχία της ταινίας, ο Καμπανέλλης δεν συνεργάστηκε ξανά.
23.00 – «Η Λίμνη των Πόθων» (Γιώργος Ζερβός, 1958, 98′)H Μιράντα (Τζένη Καρέζη), η πλούσια και κακομαθημένη κόρη ενός Αθηναίου επιχειρηματία, συνοδεύει τον πατέρα της στο Μεσολόγγι, όπου βρίσκονται οι ιχθυοκαλλιέργειες της οικογένειας στις καλύτερες μεριές της λιμνοθάλασσας. Εκεί, και ενώ οι ντόπιοι ψαράδες προσπαθούν να ιδρύσουν συνεταιρισμό, ώστε να μπορέσουν να αμυνθούν στην εκμετάλλευσή τους από τα αφεντικά, η Μιράντα θα ξελογιάσει ένα γοητευτικό και δυναμικό παλικάρι (Γιώργος Φούντας), αναστατώνοντας τη ζωή και τη σχέση του με την κοπέλα που αγαπούσε και σκόπευε να παντρευτεί.
Παραγωγή της Ανζερβός που σηματοδοτεί την πρώτη κινηματογραφική συνεργασία του Ιάκωβου Καμπανέλλη με την Τζένη Καρέζη. Η ταινία που συνδυάζει ένα κοινωνικό θέμα με μια αισθηματική ιστορία και κινείται στο δίπολο φτωχοί/πλούσιοι και τίμιοι/άτιμοι, σημείωσε σημαντικές εισπράξεις. Γυρισμένη στα πρότυπα του νεορεαλισμού, δείχνει τον αγώνα των ψαράδων που φυτοζωούν προκειμένου να τους αποδοθεί μέρος της λίμνης.
Σάββατο 25/06 21:00 – «Στέλλα» (Μιχάλης Κακογιάννης, 1955, 90′)
Προλογίζει ο Γιάννης Σολδάτος
Η Στέλλα (Μελίνα Μερκούρη) είναι τραγουδίστρια στο νυχτερινό κέντρο Παράδεισος. Σχετίζεται με τον Αλέκο (Αλέκος Αλεξανδράκης), γόνο πλούσιας οικογένειας, αλλά αποφασίζει να θέσει τέρμα στον δεσμό τους, πριν επέλθει η φθορά. Ο Μίλτος (Γιώργος Φούντας), ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού, την πολιορκεί. Η Στέλλα αρχικά τον αποφεύγει. Αργότερα θα υποκύψει στη γοητεία του. Όμως, θέτει τους δικούς της όρους, προκειμένου να συνεχιστεί η σχέση τους.
Διαβάζοντας το θεατρικό έργο του Καμπανέλλη «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια», ο Κακογιάννης φαντάστηκε αμέσως μια νέα γυναίκα που επαναστατεί ενάντια στο περιβάλλον της και στην κοινωνία, μια γυναίκα που ζει ελεύθερα τη ζωή της και δεν δέχεται κανέναν δεσμό που να μην επιβάλλεται από την καρδιά και τη συνείδησή της. Μια γυναίκα που στον έρωτα ενεργεί σαν άντρας, παίρνοντας την ηδονή όπου τη βρίσκει και σταματώντας μία σχέση τη στιγμή που το ερωτικό αντικείμενο παύει να της αρέσει. Μια γυναίκα αρχέτυπο του σημερινού κινήματος για τη γυναικεία απελευθέρωση, μια γυναίκα που δεν πιστεύει ότι αναπόφευκτη κατάληξη του έρωτα είναι ο γάμος. Σύμφωνα με την Αγλαΐα Μητροπούλου, «από το ζενερίκ έχουμε την εντύπωση του καινούργιου. Ο Κακογιάννης αφήνει τον Τσαρούχη να δώσει τον τόνο στον περίγυρο και να διαλέξει τους τόπους για το γύρισμα. Η μουσική του νερού τότε σύνθετη Μάνου Χατζιδάκι συνεισφέρει γενναιόδωρα και προικίζει τις εικόνες με μια μουσική πλαστικότητα που ξυπνάει μνήμες, φλογερές σαν επιθυμίες. Στο Φεστιβάλ Καννών του 1955 μίλησαν για αποκάλυψη όσον αφορά την Μελίνα Μερκούρη, και αρχαία τραγωδία, όσον αφορά το τέλος της ταινίας, κυρίως όμως γνώρισαν την ορμητική, ειλικρινή και ανήσυχη φύση της σύγχρονης Ελλάδας».
23.00 – «Οι Άσσοι του Γηπέδου/ Κυριακάτικοι Ήρωες» (Βασίλης Γεωργιάδης, 1956, 98’)Μέσα από μια νεορεαλιστική αφήγηση περιγράφονται οι προσπάθειες μερικών από τους σημαντικότερους Έλληνες ποδοσφαιριστές της δεκαετίας του 1950, όταν ακόμα το ποδόσφαιρο ήταν αποκλειστικά ερασιτεχνικό, να συνδυάσουν την αγάπη τους για το άθλημα με την ανάγκη για βιοπορισμό. Η ταινία γυρίστηκε από μια συνεταιριστική εταιρεία παραγωγής, τους «Ηνωμένους Κινηματογραφιστάς», και είναι η πρώτη ταινία που υπογράφει ο Βασίλης Γεωργιάδης. Μεταξύ των πρωταγωνιστών συναντάμε τον Κώστα Λινοξυλάκη, έναν από τους διασημότερους έλληνες ποδοσφαιριστές, αλλά και τους Μουράτη, Μανταλόζη, Πετρόπουλο, Πούλη. Ο Καμπανέλλης είχε πει πως δεν είχε ιδέα από ποδόσφαιρο αλλά «το ότι πρωταγωνιστές της ταινίας θα ήταν πραγματικοί ποδοσφαιριστές, ήταν μια πρόκληση». Μάλιστα ο σεναριογράφος υποδύεται έναν χιουμορίστα σπίκερ που σχολιάζει την αγάπη και τον καημό της μπάλας ως επιδημία και παρουσιάζει τις αισθηματικές ιστορίες των πρωταγωνιστών του με ποδοσφαιρική ορολογία.
Αποδυτήρια, κερκίδες πριν και μετά τον αγώνα, τα φτωχά σπίτια των ποδοσφαιριστών, συνοικιακά γήπεδα, αυτοσχέδιοι προπονητές, φανατισμένοι πιτσιρικάδες, παθιασμένοι θεατές…
Κυριακή 26/06 21:00 – «Το Ποτάμι» (Νίκος Κούνδουρος, 1959, 110′)Προλογίζει ο Χρήστος Σκυλλάκος
Τέσσερις διαφορετικές ιστορίες, με συνδετικό κρίκο τις όχθες ενός ποταμού. Τρεις ληστές κλέβουν έναν σταυρό και, ενώ προσπαθούν να περάσουν το ποτάμι, ο ένας (Τίτος Βανδής) χάνεται. Ένας στρατιώτης (Ανέστης Βλάχος), λίγες μέρες πριν απολυθεί, συνομιλεί, μέσω της μουσικής του μπουζουκιού και του τραγουδιού, με έναν αντίπαλο της άλλης όχθης. Η κόρη ενός στρατιωτικού φεύγει από το σπίτι της και γίνεται φίλη ενός κτηνοτρόφου. Ένα ερωτευμένο ζευγάρι δραπετεύει και καταφεύγει στο ποτάμι, γλιτώνοντας σαν από θαύμα τον θάνατο σε ένα ναρκοπέδιο. Το ποτάμι λειτουργεί ως σύμβολο του συνόρου αλλά και του καθαρμού, στο σκληρό ελληνικό τοπίο της δεκαετίας του 1950. Η ταινία είχε μια περιπετειώδη πορεία λόγω των δύο διαφορετικών εκδόσεών της: μια με το μοντάζ του σκηνοθέτη και του Ντίνου Κατσουρίδη, όπου οι ιστορίες αλληλοδιαπλέκονται, και μία με εκείνο των παραγωγών και του Νίκου Πετροπουλάκη, στο οποίο οι ταινίες είναι χωρισμένες. Ο Κούνδουρος αποφάσισε να προσφύγει στη Δικαιοσύνη και κέρδισε τη δίκη, για αυτό που θα λέγαμε σήμερα το δικαίωμα του δημιουργού να έχει τον τελικό λόγο στο μοντάζ. Στο πρόγραμμα μας παρουσιάζεται η εκδοχή με το μοντάζ του σκηνοθέτη. Η ταινία βασίστηκε σε ιστορίες των Αντώνη Σαμαράκη, Ιάκωβου Καμπανέλλη, Νότη Περγιάλη και Νίκου Κούνδουρου.
23.00 – «Η Αρπαγή της Περσεφόνης» (Γρηγόρης Γρηγορίου, 1956, 90′)Δύο γειτονικά χωριά βρίσκονται σχεδόν σε εμπόλεμη κατάσταση, λόγω της διαχείρισης των νερών της περιοχής. Το Πανωχώρι έχει άφθονα νερά, αλλά ούτε σπιθαμή καλλιεργήσιμης γης. Το Κατωχώρι, αντιθέτως, έχει πλούσιες εκτάσεις, αλλά δεν έχει ούτε μια σταλιά νερό. Ο ενωμοτάρχης της περιοχής, ο Δίας, πασχίζει μάταια να συμφιλιώσει τους προέδρους των δύο κοινοτήτων. Τελικά, η τάξη αποκαθίσταται χάρη στον έρωτα του Πλούτωνα, ενός νεαρού γεωπόνου, και της Περσεφόνης, μοναχοκόρης της κυρα-Δήμητρας, της αρχόντισσας του γόνιμου Κατωχωρίου…
Σε μια εποχή που έχουν γίνει της μόδας οι λεγόμενες «ταινίες φουστανέλας» με τυποποιημένες περιπέτειες και χώρο δράσης την ύπαιθρο, η «Αρπαγή της Περσεφόνης» αποτελεί ένα ενδιαφέρον σχόλιο στα στερεότυπα αυτά, μέσα από τη σύνδεση του μύθου του Πλούτωνα και της Περσεφόνης με τα προβλήματα των κατοίκων δύο χωριών της σύγχρονης Ελλάδας. Η ταινία του Γρηγορίου θεωρήθηκε υπόδειγμα μεταφοράς ενός αρχαίου μύθου στη σύγχρονη εποχή, συνδυάζοντας τον συμβολισμό με τον ρεαλισμό αλλά και το κωμικό στοιχείο. Ο σκηνοθέτης, στην ηθογραφική αυτή κωμωδία, βάζει σε εφαρμογή τις θεωρίες του για έναν ελληνικό νεορεαλιστικό κινηματογράφο. Στο πλευρό των σπουδαίων πρωταγωνιστών (Β. Διαμαντόπουλος, Ο. Μακρής, Α. Κατσέλη) εμφανίζονται και νεαροί μαθητές του Γρηγορίου, όπως ο Κώστας Καζάκος. Η ταινία ήταν μια ανεξάρτητη παραγωγή του Λυκούργου Σταυράκου, και από τις ελάχιστες στις οποίες ο Ιάκωβος Καμπανέλλης μπόρεσε να αναπτύξει την προσωπική του ματιά.
Δευτέρα 27/06 21:00 – «Η Εβδόμη Ημέρα της Δημιουργίας» (Βασίλης Γεωργιάδης, 1956, 120′)
Προλογίζει η Λιζιάννα Δελβερούδη
Ένας νιόπαντρος, ο Αλέκος Σταθάκης (Γιώργος Τζώρτζης), προσπαθεί να ξεπεράσει τη μιζέρια της τάξης του, χωρίς όμως να διαθέτει τα απαραίτητα εφόδια. Συλλαμβάνει ένα φιλόδοξο σχέδιο, το οποίο υποβάλλει σε μια μεγάλη τσιμεντοβιομηχανία. Φαίνεται να πιστεύει ότι η επιτυχία είναι πολύ κοντά, και την ψευδαίσθησή του αυτή τη μεταδίδει τόσο στη γυναίκα του (Έλλη Φωτίου), όσο και στον πατέρα του (Δήμος Σταρένιος). Όταν το σχέδιό του απορρίπτεται από την εταιρεία, αποκρύπτει το γεγονός από τους δικούς του, εντείνοντας το αδιέξοδο. Εξακολουθεί να φεύγει από το σπίτι, για να πάει δήθεν στη δουλειά, όμως περιπλανιέται άσκοπα στην Αθήνα.
Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Είναι το δεύτερο θεατρικό του μετά τη «Στέλλα» που μεταφέρεται στο σινεμά, και το μόνο στο οποίο ο ίδιος έχει την συνολική ευθύνη της μεταφοράς του κειμένου στον κινηματογράφο. Ο Καμπανέλλης διαφοροποίησε πολύ το σενάριο από το θεατρικό και απέφυγε τον σκόπελο του κινηματογραφημένου θεάτρου, εικονογραφώντας τα προβλήματα των νέων και την πραγματικότητα της εποχής, χωρίς τα συνήθη κλισέ. Όπως σημειώνει η Ελίζα-Άννα Δελβερούδη «ο ήρωας του καταφεύγει στο όνειρο και το ψέμα ως άμυνα απέναντι στις δυσκολίες –ένα από τα αγαπημένα μοτίβα του συγγραφέα».
23.15
«Το Μονόγραμμα: Ιάκωβος Καμπανέλλης» (Ηρώ Σγουράκη, 2005, 60’)
Στο πρώτο μέρος, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης διηγείται την εμπειρία της πρώτης θεατρικής παράστασης που παρακολούθησε, ενώ επίσης μιλά για την επίδραση του Θεάτρου Τέχνης του Καρόλου Κουν και εξηγεί το πώς ξεκίνησε να γράφει κείμενα για το θέατρο. Αναφέρεται επίσης στην εμπειρία των δυόμισι χρόνων στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μαουτχάουζεν. Στο δεύτερο μέρος ο συγγραφέας αναφέρεται στο θεατρικό είδος με το οποίο ασχολήθηκε και παρουσιάζει τις προσωπικές του απόψεις για τη διαδικασία της θεατρικής συγγραφής. Κατόπιν μιλάει για την περίοδο που ήταν Γενικός Διευθυντής της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και για τις θεατρικές διασκευές έργων που παρουσιάζονταν στο ραδιόφωνο. Αφηγείται τη γνωριμία του με τη Μελίνα Μερκούρη και πώς η προσωπικότητά της στάθηκε η αφορμή για να γράψει τη Στέλλα, έργο που προοριζόταν για το θέατρο αλλά γνώρισε την επιτυχία μέσω της ταινίας του Κακογιάννη. Κάνει μνεία επίσης στη συνεργασία του με τον Νίκο Κούνδουρο στην ταινία Ο Δράκος, καθώς και στα έργα του Το κανόνι και τ’ αηδόνι και Το μεγάλο μας τσίρκο. Κατά τη διάρκεια της εκπομπής παρακολουθούμε αποσπάσματα από τις ταινίες και τα θεατρικά του έργα. Την εκπομπή προλογίζει ο Γιώργος Σγουράκης.
Τρίτη 28/06 21.00 – «Με τη Λάμψη στα Μάτια» (Πάνος Γλυκοφρύδης, 1966, 100′)Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, οι κατακτητές σκοπεύουν να εκτελέσουν τριάντα άντρες ως αντίποινα για τον φόνο ενός στρατιώτη από τους αντάρτες. Ανάμεσα στους μελλοθανάτους βρίσκονται και τρία αδέλφια (Γιώργος Φούντας, Ανέστης Βλάχος και Γιάννης Φέρτης). Οι χωριανοί ζητούν από τον Γερμανό αξιωματικό να χαρίσει τη ζωή σε ένα από τα τρία αδέλφια και εκείνος δέχεται με έναν όρο: ο πατέρας τους (Λαυρέντης Διανέλλος) να επιλέξει αυτόν που θα επιζήσει… Η ταινία, σύμφωνα με την Αγλαΐα Μητροπούλου, «έχει συλλάβει αυτό το κύριο γνώρισμα του Έλληνα, την παράτολμη λεβεντιά και την εγγενή τάση προς αντίσταση απέναντι σε κάθε είδους ζυγό».
Το εξαιρετικό σενάριο, γραμμένο από τον ίδιο τον σκηνοθέτη σε επιμέλεια του Ιάκωβου Καμπανέλλη, βραβεύτηκε στο ιστορικό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 1966, όπου η ταινία αποτέλεσε τη μεγάλη έκπληξη εκείνης της χρονιάς.
23.00
«Το Κανόνι και τ’ Αηδόνι» (Ιάκωβος Καμπανέλλης, 1968, 105′) (Ε)
Οι Προβολές θα πραγματοποιηθούν στο Θερινό Κινηματογράφο Λαϊς, από τις 23 έως τις 28 Ιουνίου 2022.
Είσοδος: 5 Ευρώ
Μπορείτε να κλείσετε εισιτήρια εδώ