Αρκεί, κανείς, να αναζητήσει τις «Αντιγόνες» του Τζορτζ Στάινερ (εκδόσεις Καλέντη) για να απαντήσει στο ερώτημα «γιατί Αντιγόνη;». Και πιθανώς, είναι η ίδια η αφετηρία σκέψης του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου που αναθέτει στην προβληματική της σοφόκλειας τραγωδίας να ορίσει ένα θεματικό άξονα, εγκάρσια στον προγραμματισμό του.
Αφιέρωμα σ’ ένα από τα υψηλότερα κείμεναΔύο παραστάσεις βασισμένες στο μύθο του Σοφοκλή και ένας κύκλος προσέγγισης και συζητήσεων στο φαινόμενο αυτού του αρχετύπου, φωτίζουν την Αντιγόνη με τα ενθουσιώδη χρώματα που ο Χέγκελ την είχε χαρακτηρίσει ως ένα «από τα υψηλότερα και πιο ολοκληρωμένα – από κάθε άποψη – έργα τέχνης που δημιούργησε ποτέ η ανθρώπινη προσπάθεια».
Το έργοΜετά την εμφύλια σύγκρουση στη Θήβα, μεταξύ των γιων του Οιδίποδα, Πολεινίκη και Ετεοκλή, η Αντιγόνη γυρεύει να αποδώσει νεκρικές τιμές στον αδερφό που πλήρωσε την αλαζονεία με τη ζωή του. Όμως, ο νέος βασιλιάς της πόλης και θείος της, Κρέοντας έχει δώσει εντολή προκειμένου το πτώμα του «προδότη» Πολυνείκη να παραμείνει, άταφο, βορά στα άγρια ζώα. Αγνοώντας τις οδηγίες, η Αντιγόνη απειθαρχεί, διεκδικώντας το δικαίωμα να θάψει το νεκρό της. Και με πρωτόγνωρη αδιαλλαξία, βρίσκεται σε μετωπική σύγκρουση με τις αποφάσεις της εξουσίας. Επισύρει, δηλαδή, στον εαυτό της ποινή θανάτου.
Αυτά εισηγείται ο Σοφοκλής στα Μεγάλα Διονύσια του 441 π.Χ., καταφέρνοντας, ωστόσο, να εδραιώσει την Αντιγόνη στο δυτικό ρεπερτόριο μέχρι σήμερα. «Aπό τον 5ο αιώνα π.X. η δυτική ευαισθησία έχει βιώσει αποφασιστικές στιγμές της ταυτότητας και της ιστορίας της, αναφερόμενη στο θρύλο της Aντιγόνης και στη ζωή αυτού του θρύλου στην τέχνη και στην επιχειρηματολογία», γράφει χαρακτηριστικά ο Τζορζτ Στάινερ στις «Αντιγόνες».
Ο μεταφραστής Διονύσης Καψάλης, επιμελητής του «Antigonisms» – του κύκλου διαλέξεων και συζητήσεων που τρέχουν εδώ και δύο εβδομάδες στην Πειραιώς 260 πάνω σε τέσσερις βασικές θεματικές («Αντίσταση και Φύλο», «Νόμος και Δίκαιο», «Ερμηνείες και ερμηνεύτριες», «Μεταποιήσεις») συνηγορεί πως «η Αντιγόνη είναι μια εμβληματική ηρωίδα, πολύ πιο μπροστά από τις υπόλοιπες ηρωίδες της τραγωδίας, γιατί ως πρόσωπο αντικατοπτρίζει τα προβλήματα των καιρών μας».
Ο Καψάλης παραπέμπει στις δεκάδες ιστορικές στιγμές που ο μύθος της μεταποιήθηκε ή τροφοδότησε άλλα κείμενα που θέλησαν ερμηνεύσουν τις, εκάστοτε, πολιτικές και κοινωνικές συγκυρίες: Από τον Ζαν Ανούιγ κατά την Γερμανική Κατοχή, από την επιζήσασα του Άουσβιτς Σαρλότ Ντελμπό για το Καλαβρυτινό Ολοκαύτωμα, από τον Άρη Αλεξάνδρου κατά την εξορία του στον Αη Στράτη, ή τον Γιώργο Σεφέρη στην «Κίχλη» του, επίσης κατά τη διάρκεια του Ελληνικού Εμφυλίου. Για να μην αναφερθούμε σε άλλες εξέχουσες περιπτώσεις της παγκόσμιας πολιτικής φιλοσοφίας που καταπιάστηκαν μαζί της: τον Κίρκεγκωρ, Ντεριντά, Χέλντερλιν, Λακάν, Μπελ, Σέλεϊ, Ράινχαρτ.
Εξουσία vs κοινωνίαΑυτό το καλοκαίρι, στο Φεστιβάλ Αθηνών, ο Αλέξανδρος Ραπτοτάσιος ανεβάζει την «Αντιγόνη» στις 5 Ιουλίου ως ένα debate για τα όρια της σύγχρονης εξουσίας απέναντι στην κοινωνία. «Δεν είναι λυμένο το πρόβλημα, διαρκώς το διαπραγματευόμαστε, καθώς κάθε γενιά το συναντά μέσα από άλλες ανάγκες» τονίζει. Έτσι, η Αντιγόνη του Ραπτοτάσιου επιλέγει μια απόλυτα άμεση συνθήκη αφήγησης: Εξελίσσεται μέσα σε ένα τηλεοπτικό κανάλι που αποτελεί φερέφωνο της κυβέρνησης του Κρέοντα, καταπνίγοντας φωνές αντίστασης σαν αυτές της Αντιγόνης.
«Δεν είναι ανάγκη, ο δικός μας θεατής να έχει ξαναδεί την Αντιγόνη. Την αποτυπώνουμε ως μια κατάσταση που τώρα κατανοούμε, ένα σχόλιο στο δημόσιο διάλογο της εξουσίας με τον πολίτη, την τεράστια δυσκολία να ακουστεί μια φωνή αλήθειας. Και κατά πόσο, το σώμα των πολιτών έχει τη δύναμη να παρέμβει, να αλλάξει μια ετυμηγορία. Στην παράσταση μας, ο λαός/Χορός είναι οι υπάλληλοι του καναλιού, ένα ανήμπορο και παθητικό σύνολο που συντηρεί ένα σύστημα» λέει ο Ροπτοτάσιος, αναπτύσσοντας την προσέγγιση του στο έργο.
Η φιγούρα του ΚρέονταΈχοντας δουλέψει για δύο χρόνια στο μύθο της Αντιγόνης στη Γερμανία (όπου και εργάζεται), ο ανερχόμενος σκηνοθέτης πιστεύει πως η Αντιγόνη δεν είναι μια φυσιογνωμία που κανείς μπορεί να αναγνωρίσει εύκολα γύρω του. «Είναι πιο συχνό να βρούμε αντιστοιχίες με τον Κρέοντα. Η Αντιγόνη επαναδιαπραγματεύεται τον ηθικό νόμο με τρόπο απόλυτο κι αυτό την καθιστά ένα υπερβατικό πρόσωπο, μια ιδανική μορφή. Φέρνει ένα σύνθετο τρόπο σκέψης. Για την Αντιγόνη η αυτοθυσία δεν είναι στόχος, κανείς δεν ξεκινά εξάλλου, με σκοπό να γίνει μάρτυρας. Κάτι τον σπρώχνει προς τα εκεί».
Η πρωταγωνίστρια του, Κίττυ Παϊταζόγλου στον επώνυμο ρόλο – που λίγους μήνες νωρίτερα ερμήνευε την Αντιγόνη του Ανούιγ σε σκηνοθεσία της Μαρίας Πρωτόπαππα για λογαριασμό του Θεάτρου Τέχνης – συμφωνεί πως είναι δύσκολο να συμβεί, ακόμα και να γίνει πιστευτός ο αδιέξοδος αγώνας της Αντιγόνης. «Οι άνθρωποι ξεκινούν μια προσπάθεια, χωρίς να ξέρουν ότι θα οδηγηθούν στη θυσία και την υπέρβαση. Φτάνουν εκεί γιατί δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Και ναι, είναι δύσκολο, αλλά όχι σπάνιο. Η Αντιγόνη και κάθε Αντιγόνη, δεν σκέφτηκε ν’ αλλάξει τον κόσμο, απλώς δεσμεύτηκε σε αυτήν της πράξη, δεν μπόρεσε να κάνει κάτι λιγότερο από αυτό. Κι ας είχε τόσο μεγάλο κόστος».
Ο Στάινερ επιμένει πως η παρουσία της Αντιγόνης μέσα στους αιώνες είναι σταθερή, καθώς σταθερή είναι «και η αναμέτρηση και η διαλεκτική Kρέοντος – Aντιγόνης στις ηθικές, πολιτικές, νομικές και κοινωνιολογικές προεκτάσεις τους. Oι δύο αυτές μορφές, είτε κατονομαζόμενες είτε όχι, καθώς και η θανάσιμη μεταξύ τους μονομαχία εγκαινιάζουν, συγκεκριμενοποιούν και πολώνουν πρωταρχικά στοιχεία του λόγου της Δύσης για τον άνθρωπο και την κοινωνία».
Μια από εμάςΔεν είναι τυχαίο πως η προσέγγιση του, έμπειρου στην αρχαία τραγωδία, Τσέζαρι Γκραουζίνις – ο οποίος θα φέρει το μύθο της Αντιγόνης στην Επίδαυρο στις 5 και 6 Αυγούστου με πρωταγωνίστρια την Έλλη Τρίγγου – δεν απέχει πολύ από αυτήν. «Στις πρόβες μας αντιμετωπίζουμε την Αντιγόνη σαν μια από μας. Κάνουμε μια παράσταση για μια Αντιγόνη που δεν μπορεί να υπάρξει δίχως έναν Κρέοντα, όπως και κανένας Κρέοντας δε μπορεί να γίνει τύραννος χωρίς μια Αντιγόνη. Και οι δυο τους, δεν θα μπορούσαν να είναι αυτοί που είναι, χωρίς τους πολίτες μιας Θήβας την επαύριον ενός πολέμου» σημειώνει.
Τι οικείο μπορεί να αναγνωρίσει κανείς σήμερα στην Αντιγόνη; Τι σκέψεις γεννά η πράξη αντίστασης της στον άνθρωπο του 21ου αιώνα, ειδικά σ’ αυτή την χρονική συγκυρία όπου η εξουσία καταπατά απροκάλυπτα την ατομικότητα;
Ο Γκραουζίνις, εκτιμά πως η απόφαση της να εναντιωθεί στην αυθαιρεσία της εξουσίας «μας προκαλεί συμπάθεια και θαυμασμό. Όμως, αυτή είναι μία μόνο από τις πράξεις της Αντιγόνης που καταγράφει ο Σοφοκλής. Κι ακόμα περισσότερο, αυτή η μεγαλειώδης πράξη δεν είναι αυτοσκοπός για την Αντιγόνη. Η τελετουργία της ταφής είναι για εκείνη ένα μέσο για να πετύχει και κάτι άλλο. Όταν έχεις αυτό υπόψιν, η ιστορία περιπλέκεται και γίνεται πιο ενδιαφέρουσα και προκλητική. Κι ακόμα περισσότερο, αν παρατηρήσουμε ότι η Αντιγόνη που παίρνει την απόφαση να θάψει τον αδελφό της ενάντια στο νόμο, η Αντιγόνη που έχει θάψει τον αδελφό της όχι μία, αλλά δύο φορές, η Αντιγόνη που στέκεται ένοχη μπροστά στον Κρέοντα και η νεαρή Αντιγόνη που είναι έτοιμη να θυσιάσει τη ζωή της, δεν είναι το ίδιο πρόσωπο. Ο χαρακτήρας και τα κίνητρα αλλάζουν, μετακινούνται διαρκώς, καθώς αναπτύσσεται η τραγωδία. Επειδή διαρκώς αλλάζει και η πρόσληψη των διαφορετικών της πράξεων από τους πολίτες της Θήβας. Και βέβαια, μετά την απόγνωση που βιώσαμε τον περασμένο χειμώνα, η Αντιγόνη αυτού του καλοκαιριού σίγουρα θα μας αγγίξει διαφορετικά από μια Αντιγόνη του επόμενου καλοκαιριού, μετά τις καινούριες απογοητεύσεις που θα κομίσει ο επόμενος χειμώνας».
Ο Διονύσης Καψάλης με τη σειρά του πιστεύει πως μπορεί να δει κανείς πολλά θέματα στην Αντιγόνη: Την γέννηση της ηθικότητας, την απειθαρχία στον άδικο νόμο, τις δυο διαφορετικές αντιλήψεις του δικαίου, το νόμο της πόλης ενάντια στο νόμο του γένους. Μπορεί, επίσης, να δει την σύγκρουση της γυναίκας απέναντι στον ανδρικό τρόπο εξουσίας, το δικαίωμα στην αντίσταση, την αντιστροφή της φυσικής τάξης των πραγμάτων. Εκείνο, όμως, που, κατά τον ίδιο, διακρίνει την Αντιγόνη ως πρόσωπο, σύμβολο, έργο είναι η ιδέα πως «αποτελεί την ωραιότερη ωδή στον άνθρωπο. Η Αντιγόνη σηκώνει στους ώμους της την υπόθεση του ανθρώπου, την ηθικότητα, μια πράξη που αφορά ολόκληρη την οντολογική μας κατάσταση. Είναι ένας ύμνος στην καταπληκτική δύναμη του ατόμου να εξελίσσεται δαμάζοντας τα πάντα, εκτός από το θάνατο».
Αγώνας για την αγάπηΜε τα μάτια της ηθοποιού που ερμηνεύει το αρχέτυπο της Αντιγόνης, η Κίττυ Παϊταζόγλου κλονίζεται από την ορμή της να υπερασπιστεί την αγάπη. «Λέει πως γεννήθηκε για να αγαπάει κι όχι για να μισεί. Κι αν χρησιμοποιεί το επιχείρημα της παραβίασης των θείων νόμων, είναι γιατί οι άνθρωποι δεν μπορούν να δεχθούν πως κάποιος αγωνίζεται για την αγάπη. Η Αντιγόνη, με μια έννοια, μιλάει για την συμπερίληψη, την συγχώρεση, το αγκάλιασμα μεταξύ των ανθρώπων. Αποκηρύσσει τη βία και τον βίαιο κόσμο. Αν, δηλαδή, ερωτεύεται το αδύνατο είναι γιατί επιδιώκει έναν πιο ανθρώπινο κόσμο, μιαν αλλαγή σε μια στιγμή της ιστορίας».
Παίζουν Γεράσιμος Σκιαδαρέσης (Κρέοντας), Κίττυ Παϊταζόγλου (Αντιγόνη), Ελένη Καραγιώργη (Ευριδίκη), Χριστίνα Δαλαμάγκα (Ισμήνη), Φοίβος Παπακώστας (Αίμονας), Βίκυ Κυριακουλάκου (Τειρεσίας), Λάμπρος Γραμματικός (Φύλακας, Άγγελος)
Χορός Δανάη Λουκάκη (Κορυφαία), Γιώργος Μπινιάρης, Ντέμπορα Οντόγκ, Βασίλης Καλφάκης, Ντίνος Γκελαμέρης, Νέγρος του Μοριά, Ζωή Δρακοπούλου
Παίζουν Έλλη Τρίγγου (Αντιγόνη), Βασίλης Μπισμπίκης (Κρέων), Ιεροκλής Μιχαηλίδης (Κορυφαίος του Χορού), Γιώργος Παπαγεωργίου (Άγγελος), Δανάη Μιχαλάκη (Ισμήνη), Χρήστος Σαπουντζής (Τειρεσίας), Κώστας Κορωναίος (Φύλακας), Στρατής Χατζησταματίου (Αίμων), Μαρίνα Αργυρίδου (Ευριδίκη)
Χορός Τάσος Σωτηράκης, Γιάννης Μαστρογιάννης, Περικλής Σιούντας