Είναι πολλά τα πιτσιρίκια που έχουν σκαρφαλώσει στους ώμους των μπαμπάδων τους. Ένα αγοράκι έχει βγάλει τη μπλούζα του, όπως ακριβώς και ο Iggy που βρίσκεται ήδη στη σκηνή. Ένα τραγούδι άντεξε φορώντας το χλιδάτο περφέτο του για να παραμείνει, όπως συνήθως, ημίγυμνος. – Τι να τα κάνεις τα ρούχα, σκέφτεσαι, όταν ακούς το «Ι wonna be your dog» – αυτό το θεμελιώδες προσκύνημα στον θεό της πανκ που χοροπηδάει στα 75 του on stage;O Ιggy Pop έχει επιστρέψει στην Πλατεία Νερού, για το Release Athens, μετά από τρία χρόνια. Και έχει επιστρέψει ως βόμβα ενέργειας που δεν μετανοεί για τίποτα και δεν αλλάζει τίποτα από τις πρώτες του μυθικές εμφανίσεις στο Ρόδον. Ok, μπορεί να μεγάλωσε πια για να σκαρφαλώνει στις σιδεριές και να βγάζει επιδεικτικά το φθαρμένο τζιν του ή να λούζεται στο αίμα του από τα σπασμένα μπουκάλια μπύρας.
Όμως, το ψυχικό απόθεμα του είναι αντικείμενο μελέτης για τα μουσικά χρονικά του 20ου και 21ου αιώνα. Τείνει το χέρι του προς το κοινό κι αυτό παραληρεί, φωνάζοντας ρυθμικά το όνομα του. «You ‘re fucking good» λέει, καθώς έχει αρχίσει να ζεσταίνεται το πράγμα στην Πλατεία Νερού.
To «Lust for life» περιγράφει τέλεια την κατάσταση πάνω και κάτω από τη σκηνή. Ο Iggy διψάει για την αλληλεπίδραση με τον κόσμο του που τον σημαδεύει με ποτήρια γεμάτα μπύρα – όπως παλιά – κι αυτός αντιτείνει χαμογελαστός με το signature act του: Προτάσσοντας αυθάδικα το μεσαίο του δάχτυλο και με τα δύο χέρια. Το πλήθος, με τη σειρά του, διψάει να διαθέσει κάθε ικμάδα ενέργειας στο πανκ ντελίριο που τροφοδοτεί η εκπληκτική του μπάντα. Όταν μετά τα «Passenger», «Death Trip», «I am sick of yοu», «Search and destroy» (γιατί ναι, η εποχή των Stooges έχει πολύ χώρο στο set list) αλλά και τα «Run like a villain» και «Nightclubbing», o Iggy λέει από μικροφώνου «ευχαριστώ που μου παρατείνατε τη ζωή», νιώθεις πως ισχύει και το ανάποδο.
Όλοι, εδώ στο πλήθος, μεγαλύτεροι και μικρότεροι, φανς που έχουν φάει πρόθυμα ξύλο για να βρεθούν στα κάγκελα ενός Iggy live, που έχουν λουστεί από τον ιδρώτα τους και τον ιδρώτα των άλλων χορεύοντας, χρωστούν κάτι από τη ζωή τους σ’ αυτήν την αγέραστη rock and roll ψυχή. Όσο κι αν η φωνή του είναι ‘χτυπημένη’, όσο κι αν ζητάει «συγνώμη» γι’ αυτήν, κάθε συναυλία του είναι μια εμπειρία ζωής. Για να τη διηγείσαι στα παιδιά σου – αν δεν τα έχεις πάρει σοφά μαζί σου στη συναυλία.
Κι είναι λίγο δύσκολο μετά τον Iggy να ανακαλέσεις τι προηγήθηκε – ακόμα κι αν αυτός είναι ο, πάλαι ποτέ, super star και frontman των Oasis, Liam Gallacher. Με την, σχεδόν, τουριστικά επιτηδευμένη προφορά του Μάνστεστερ, την ανάγκη να ανακαλύψει «Οasis Fans in the house» και την ακονισμένη εριστική του διάθεση να συνδιαλλαγεί με το κοινό του, δίνει ένα έντιμο και υψηλού επιπέδου εκτέλεσης live.
Εννοείται πως τα τραγούδια των Oasis χαίρουν μεγάλης εκτίμησης στην Πλατεία Νερού. Ο Gallacher μπαίνει με το «Rock and Roll star» (αναγνωρίζοντας, αναμφίβολα, στον εαυτό του έναν τέτοιο), συνεχίζει με «Morning Glory» και κορυφώνει – περίπου 90 λεπτά αργότερα με τα «Cigarettes and Alcohol», «Wonderwall», «Campagne supernova». Κρατώντας την εθιμοτυπία να μοιράσει το ντέφι και τις μαράκες του πριν χαθεί στα παρασκήνια, χωρίς πολλούς αποχαιρετισμούς.
Αν το rock and roll κυριάρχησε το περασμένο Σάββατο, κατά την όγδοη μέρα του Release Festival, κι αν ο Iggy ήταν το πιο σπουδαίο όνομα της διοργάνωσης, δυο μέρες πριν, η σύνθεση είχε british pop και ethnic electric.
Δηλαδή Pet Shop Boys και Thievery Corporation σε ένα εξαιρετικό τρίωρο sequence, σ’ ένα πάρτι όλων των χρωμάτων.
Οι Neil Tennant και Chris Lowe, aka Pet Shop Boys εμφανίστηκαν στις 11 ακριβώς (Άγγλοι γαρ) με τα χρώματα της ουκρανικής σημαίας στο opening act και ένα greatest hits setlist, ό,τι χρειαζόταν δηλαδή για να γιορτάσουν τα 40 τους χρόνια στα μουσικά πράγματα. Κι ήταν εκεί φίλοι τους από τα μακρινά 80s – όταν ξεκινούσαν – αλλά και φίλοι που τους βρήκαν στην πορεία. Γι’ αυτούς τραγούδησαν εξάλλου, κλείνοντας πολύ τρυφερά με τους a capella στίχους «Being Boring» να σκορπίζονται στον αέρα: «We were always hoping that looking back you could always rely on a friend».
Φυσικά, νωρίτερα χορέψαμε πολύ. Κάτω τα από εκτυφλωτικά γραφικά που υμνούσαν μαζί την disco και την electro pop, ο Neil Tennant στα 67 του χρόνια, τραγουδούσε με αναλλοίωτη φωνή επιτυχίες που μας μεγάλωσαν σε εκδρομές, σχολικούς χορούς και πάρτι: «Can you forgive her»,«You were always on my mind» (Εlvis cover), «Go west», «West end girls».
Αν και τα pick χορευτικής έντασης της συναυλίας ήρθαν με τα «Domino dancing», «Heart» και φυσικά το «It’s a sin» ενώ ο Tennant φρόντιζε να αλλάζει εντυπωσιακά πανωφόρια.
Οι Pet Shop Boys είχαν πάρει τη σκυτάλη από τους Thievery Corporation, οι οποίοι είχαν αφήσει τον κόσμο της πλατείας (πάνω από 12.000 άτομα) με πολύ ανεβασμένη διάθεση. Και πως αλλιώς, όταν το αμερικανικό ντουέτο των Rob Garza και Eric Hilton μπούσταραν με κάθε τρόπο: Με dub, hip hop, με reggae, με acid jazz, με μοτίβα βραζιλιάνικης μουσικής και τους φοβερούς Puma και mr.Lif να τζαμάρουν ανελέητα.
Για να κλείσουν με τα πολυαγαπημένα «Warning shots» και «The richest man in Babylon». Προσθέτοντας ένα ακόμα πολύ δυνατό gig και ενδυναμώνοντας την σχέση τους με το κοινό της Αθήνας που, πάντα τους τιμά.
Τρία βράδια – μαζί με την θριαμβική επιστροφή του Nick Cave – βρέθηκα φέτος στην Πλατεία Νερού για το Release Festival, οι διοργανωτές του οποίου πήραν μεγάλο ρίσκο ν’ ανοίξουν σε δώδεκα μέρες την διοργάνωση.
Φροντίζοντας να καλύψουν πολλές μουσικές τάσεις και κατηγορίες κοινού αλλά και ένα μεγάλο διάστημα εκδηλώσεων (σε βάθος 1.5 μήνα), πρότειναν φέτος πάνω από 40 καλλιτέχνες και σχήματα – και όχι όλα το ίδιο ασφαλή.
Λαμβάνοντας δε, υπόψιν την μεγάλη οικονομική δυστοκία των τελευταίων μηνών αλλά και αυτών που θα ακολουθήσουν, το ρίσκο φάνταζε ακόμα μεγαλύτερο. Τουλάχιστον, μέχρι τώρα, δικαιώθηκαν. Διέγνωσαν την ανάγκη του συναυλιακού κοινού να ξαναβγεί στους ανοιχτούς χώρους – κάτι που, σε αυτήν την κλίμακα, πρακτικά είχε να ζήσει από το 2019.
Παρά, λοιπόν, τη μεγάλη παύση των δύο προηγούμενων καλοκαιριών, ο κόσμος ανταποκρίθηκε και η Πλατεία Νερού συνέχισε να εκπέμπει δυναμικά στα συναυλιακά ραντεβού. Επιφυλάσσοντας πια, τέσσερα ακόμα events για τους φίλους του garage και κυρίως του metal.