MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΚΥΡΙΑΚΗ
22
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Λόρενς Ολίβιε: Οι σαιξπηρικές «διαδρομές» ενός εμβληματικού μύθου

Με αφορμή τον θάνατο του σπουδαίου ηθοποιού και σκηνοθέτη Σερ Λόρενς Ολίβιε, στις 11 Ιουλίου 1989, κάνουμε ένα αφιέρωμα στις σημαντικότερες σαιξπηρικές «διαδρομές» της συνολικής θεατρικής του πορείας, ως πρωταγωνιστής.

Λόρενς Ολίβιε
Αριστούλα Ζαχαρίου

Στις 22 Μαΐου, το 1907, γεννήθηκε, στο Dorking της Αγγλίας, ο σπουδαίος ηθοποιός, σκηνοθέτης και διευθυντής θεάτρου Σερ Λόρενς Ολίβιε (πλήρες όνομα: Laurence Kerr Olivier, Baron Olivier of Brighton). Για πολλούς ο εμβληματικότερος ηθοποιός της γενιάς του, φημισμένος για τη δεξιοτεχνία και το εύρος των υποκριτικών και σκηνοθετικών του ικανοτήτων.

Γιος του κληρικού Gerard Olivier και της Agnes Louise Crookenden, ο Λόρενς Ολίβιε μεγάλωσε μέσα σε ένα αυστηρό θρησκευτικό περιβάλλον. Παρ’ όλα αυτά, κατάφερε να επιδείξει από πολύ μικρή ηλικία την υποκριτική του δεινότητα και δη την ικανότητα του να ερμηνεύει, χαρισματικά, σαιξπηρικούς ήρωες.

Για σχεδόν έξι δεκαετίες κυριάρχησε στο θέατρο και τον κινηματογράφο, επιδεικνύοντας το εύρος και τη δεξιοτεχνία του ως ηθοποιός και σκηνοθέτης. Το 1947 έλαβε τον τίτλο του Ιππότη. Πέθανε στις 11 Ιουλίου του 1989, έχοντας περάσει στην ιστορία ως ο απόλυτος «σαιξπηρικός ηθοποιός», το μυθικό σύμβολο «της μεγάλης παράδοσης των Βρετανών ηθοποιών», χωρίς τον οποίο δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε το αγγλικό θέατρο.

Λόρενς Ολίβιε

Οι θεατρικοί ρόλοι

Στο θέατρο διακρίθηκε για την ερμηνεία του σε μια πληθώρα σαιξπηρικών και άλλων δραματικών ρόλων. Ενδεικτικά αναφέρονται:  Άμλετ («Άμλετ» Σαίξπηρ, 1936/37), Ριχάρδος («Ριχάρδος Γ΄Σαίξπηρ, 1944), Οιδίποδας («Οιδίποδας Τύραννος» Σοφοκλή, 1945), Μακμπέθ («Μακμπέθ» Σαίξπηρ, 1955), Τίτος Ανδρόνικος («Τίτος Ανδρόνικος» Σαίξπηρ, 1955), Άρτσι Ράις («Ο νουμερίστας του μιούζικ-χωλ» Τζόν Όσμπορν, 1957), Μπερανζέ («Ρινόκερος» Ευγένιου Ιονέσκο, 1960), Ερρίκος ο Β΄(«Μπέκετ» Ζαν Ανούιγ, 1961), Άστροφ («Θείος Βάνιας» Αντόν Τσέχωφ, 1963), Σόλνες («Αρχιμάστορας Σόλνες» Ερρίκου Ίψεν, 1964), Έντγκαρ («Ο χορός του Θανάτου» Όγκουστ Στρίντμπεργκ, 1967).

Σαιξπηρικές διαδρομές

Ρωμαίος/Μερκούτιος

Τη σεζόν 1935/36 δέχθηκε την πρόταση να παίξει στην νέα παραγωγή του New Theatre, «Ρωμαίος και Ιουλιέττα», τον ρόλο του Ρωμαίου και του Μερκούτιου, εναλλάξ με τον Τζον Γκίλγκουτ. Η παράσταση υπήρξε εξαιρετικά επιτυχημένη, αν και οι κριτικές ως προς τον τρόπο παιξίματος του ήταν ανάμεικτες. Ο ηθοποιός ερμήνευσε τον Ρωμαίο με τρόπο φυσικό και ρεαλιστικό, ιδιαίτερα όσον αφορά την εκφορά των στίχων, γεγονός που ξένισε τους κριτικούς της εποχής. Παράλληλα, η αγάπη του για την υπέρμετρη δράση, έφερνε τον γεμάτο ενέργεια και ζωντάνια παθιασμένο Ρωμαίο του, σε πλήρη αντίθεση με τον πνευματικό, μελαγχολικό και αφαιρετικό Ρωμαίο του Γκίλγκουτ.

Από την άλλη μεριά, μια μερίδα κριτικών τόνισαν πως η ερμηνεία του αυτή υπήρξε υποδειγματική. Αναγνώρισαν την αυθεντικότητα, με την οποία ο Ολίβιε αντιμετώπιζε τους ήρωες του Σαίξπηρ, αποφεύγοντας να κάνει προφανείς επιλογές και επιδεικνύοντας την προθυμία του να παίρνει αναπάντεχα ρίσκα, σε όλα τα επίπεδα. Ενώ, γοητεύτηκαν από την διαφορετική προσέγγιση του σαιξπηρικού κειμένου από μέρους του ανερχόμενου ηθοποιού και τη θαυμάσια σαφήνεια στον τρόπο ομιλίας του.

Ο Ralph Richardson ως Κόμης του Ρίτσμοντ και ο Λόρνες Ολίβιε ως Ριχάρδος, στην παράσταση «Ριχάρδος ο Γ΄» του 1944. | Φωτογραφία: John Vickers

Ο φροϋδικός «Άμλετ»

Την περίοδο 1936/1937 ο Tyron Guthrie τον προσέλαβε στον θίασο του Old Vic. Ανάμεσα στους σαιξπηρικούς ήρωες, τους οποίους και υποδύθηκε τη σεζόν εκείνη, βρίσκουμε και τον Άμλετ. Σε μια εποχή όπου το ενδιαφέρον για το έργο μετατοπιζόταν από την δημόσια στην ιδιωτική σφαίρα και από την πολιτική στην ψυχολογία, ο Ολίβιε υιοθέτησε την φροϋδική οπτική όσον αφορά τον ρόλο του. Σύμφωνα με τη θεωρία του Φρόιντ, στο κέντρο της οποίας βρίσκουμε το «Οιδιπόδειο Σύμπλεγμα», ο Δανός πρίγκηπας υποσυνείδητα διακατέχεται από την επιθυμία να δολοφονήσει τον πατέρα του και να συνάψει σχέση με τη μητέρα του, για τον λόγο αυτό εμφανίζεται διστακτικός να τιμωρήσει τον θείο του, για ένα έγκλημα που επιθυμούσε να είχε διαπράξει ο ίδιος.

Η «μελαγχολική» αυτή «παράλυση» του ήρωα ερχόταν, σύμφωνα με κάποιους κριτικούς, σε σύγκρουση με την έμφαση του Λόρενς Ολίβιε στη σωματικότητα, σήμα κατατεθέν του σαιξπηρικού, ερμηνευτικού του στυλ, αποδυναμώνοντας τη συνοχή του χαρακτήρα, με εναλλαγές παθητικής και ενεργητικής συμπεριφοράς. Άλλοι κριτικοί ενθουσιάστηκαν με το γεγονός ότι ο Ολίβιε είχε μόλις επινοήσει έναν νέο τρόπο παιξίματος, ο οποίος αντανακλούσε το ψυχολογικό μαρτύριο του Άμλετ, ενώ, παράλληλα, υπογράμμιζε το φυσικό του σθένος. Τέλος, εμφανίζονταν συνεπαρμένοι με την ικανότητα του ηθοποιού να καταστήσει τους ήρωες που υποδύεται «αληθινούς». 

Ο «Κοριολανός»

Το 1938 ο Λόρενς Ολίβιε ερμήνευσε τον ομώνυμο ρόλο στον «Κοριολανό». Το εγχείρημα αποτέλεσε μία αδιάσειστη απόδειξη της τάσης του ηθοποιού να εκμαιεύει κωμικά στοιχεία από τους τραγικούς ρόλους που αναλάμβανε. Οι χιουμοριστικές στιγμές, άρρηκτα συνδεδεμένες με τα «βάσανα» του ήρωα, χάριζαν στον χαρακτήρα μιας κάποιας μορφής ελκυστικότητα. Ο Ολίβιε έβρισκε την περηφάνια, την υπεροψία και την περιφρόνηση του Κοριολανού για τον λαό εξαιρετικά κωμική. Ο ίδιος ο Σαίξπηρ επέλεγε στις τραγωδίες και τα ιστορικά του έργα να «ρευστοποιεί» ελάχιστα το δραματικό είδος, με την προσθήκη εμβόλιμων κωμικών στοιχείων, τα οποία προκαλούσαν ένα είδος χαλάρωσης στον θεατή (comic relief), παρά το ζοφερό κλίμα του έργου.

Λόρενς Ολίβιε ώς Μακμπέθ και Βίβιαν Λι ως Λαίδη Μακμπέθ, στην παράσταση του 1955 | Φωτογραφία: Angus McBean

Τρεις καθηλωτικές ερμηνείες

Η δυνατότητα του Λόρενς Ολίβιε να οικειοποιηθεί και να κατανοήσει τους χαρακτήρες, που καλείται να ενσαρκώσει επί σκηνής, ανεξαρτήτως από το πόσο συμπαθείς είναι στη πραγματικότητα ή πόσο ειδεχθείς είναι οι πράξεις τους, παρατηρείται σε τρεις θριαμβευτικές ερμηνείες του. Για τον Ριχάρδο (Ριχάρδος ο Γ΄1944), ο Ολίβιε είχε προετοιμαστεί διεξοδικά, για μια ερμηνεία «ζωής», όπως αποδείχθηκε τελικά. Ο τρόπος, με τον οποίο αντιμετώπισε τον ήρωα, καθιστούσε τον Ριχάρδο αποκρουστικό και συναρπαστικό ταυτόχρονα.

Για τον Μακμπέθ (1955), οι ομόφωνα θετικές κριτικές, για την ερμηνεία του πρωταγωνιστή, οφείλονται, κυρίως, στο γεγονός ότι ο ηθοποιός βρισκόταν στην κατάλληλη ηλικία από άποψη φωνητικής τεχνικής και ωριμότητας (όσον αφορά τις απαιτήσεις του ρόλου) και στην απόφαση του να φωτίσει τον χαρακτήρα του με πιο ανθρώπινες πινελιές. Τέλος, με τον ομώνυμο πρωταγωνιστικό ρόλο στην παραγωγή «Τίτος Ανδρόνικος» (1955), σε σκηνοθεσία Πίτερ Μπρουκ , πέρασε πλέον στην ιστορία ως ο μεγαλύτερος ηθοποιός της γενιάς του, έχοντας επαναφέρει τον σιαξπηρικό αυτόν ήρωα πίσω στο κλασικό ρεπερτόριο.

Η αυλαία πέφτει…

Έχοντας αναλάβει την καλλιτεχνική διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου της Αγγλίας από το 1963, όπου και οι τρεις πρώτες σαιξπηρικές του παραγωγές, ο «Άμλετ» (1963/σκηνοθεσία), «Οθέλος» (1964/ως Οθέλος) και «Αγάπης Αγώνας Άγονος» (1968/σκηνοθεσία), δεν γνώρισαν ιδιαίτερη επιτυχία, ο Λόρενς Ολίβιε υποδύθηκε, για τελευταία φορά στη σκηνή, χαρακτήρα του Σαίξπηρ το 1970, ως Σάυλοκ στον «Έμπορο της Βενετίας». Η ερμηνεία του, απαλλαγμένη, σε βάθος χρόνου, από τους μανιερισμούς και το υπερβολικό make-up των πρώτων παραστάσεων, θεωρήθηκε μια αξιοσημείωτη και ισορροπημένη απεικόνιση του σαιξπηρικού ήρωα, ο οποίος δεν παρουσιαζόταν ούτε ως κακούργος, ούτε ως αθώο θύμα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΧρήστος Μποκόρος: Μια «γιορτή» για την Επανάσταση στο Μπενάκη12.09.2018

Περισσότερα από Ιστορίες