Συν & Πλην: «Aγαμέμνων» στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου
Μια σύνοψη των θετικών και αρνητικών σημείων για την παράσταση «Αγαμέμνων» σε σκηνοθεσία Ούλριχ Ράσε που ανέβηκε στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου.
Η είδηση της άλωσης της Τροίας φτάνει στο Άργος. Η αναμονή γι’ αυτά τα μαντάτα κράτησε δέκα ολόκληρα χρόνια και οι ενδιάμεσες συμφορές ήταν ανυπολόγιστες. «Σπίτι δεν έχει μείνει που να μην αγρυπνά από το φόβο» ομολογεί ο Χορός των Αργιτών, μια παραδοχή που κρύβει το μίσος για τους άρχοντες που ξεκίνησαν αυτόν τον πόλεμο και ξεκλήρισαν οικογένειες. «Μεγάλη είναι του λαού η οργή και ο λαός πάντα τιμωρεί» λένε πριν την άφιξη του βασιλιά στην πόλη.
Η επάνοδος του Αγαμέμνονα στην εξουσία δεν θ’ αργήσει. Ο πορθητής της Τροίας επιστρέφει, οι ναοί στολίζονται με τα λάφυρα του πολέμου μα ο βασιλιάς δεν είναι μόνος. Η μάντισσα Κασσάνδρα και κόρη του βασιλιά Πριάμου έρχεται κι αυτή ως λάφυρο πολέμου στο Άργος στο πλευρό του Αγαμέμνονα. Η θερμή υποδοχή της Κλυταιμνήστρας που «με λαχτάρα τρέχει να υποδεχθεί τον κύρη της» μετατρέπεται σε φονικό μένος. Ο Αγαμέμνων και η ερωμένη του πέφτουν νεκροί από το σπαθί της, με την συνέργεια του Αιγίσθου, διωγμένου εξαδέρφου του Αγαμέμνονα και διεκδικητή του θρόνου. Η εκδίκηση της Κλυταιμνήστρας για «τις πίκρες που μας κέρασε» και για την βαρβαρική θυσία της Ιφιγένειας, προκειμένου ν’ αρχίσει η εκστρατεία, προκαλεί την λαϊκή κατακραυγή που προλογίζει την πράξη του μητροκτόνου Ορέστη. Ο κύκλος του αίματος δεν έχει τελειώσει.
Το πρώτο μέρος της τριλογίας του Αισχύλου «Ορέστεια» – ακολουθούν οι «Χοηφόροι» και οι «Ευμενίδες» παρουσιάζεται σε μετάφραση και απόδοση του ακαδημαϊκού και φιλολόγου Walter Jens. Η ανάγνωση φωτίζει τις πτυχές του έργου που σχολιάζουν τον παραλογισμό του πολέμου, την θυσία του ανθρώπινου κεφαλαίου για χάρη μιας επεκτατικής φιλοσοφίας. Η πράξη της εκδίκησης περνά σε δεύτερη μοίρα. Ο Αγαμέμνων εδώ δεν επελαύνει ως νικητής, αλλά ως ένας άνθρωπος καταρρακωμένος από τον πόλεμο και την απώλεια. Και τελικά, ως ένας ψυχικά ηττημένος.
Η παράστασηΜε επίκεντρο το εύρημα ενός περιστρεφόμενου δίσκου στην ορχήστρα της Επιδαύρου πάνω στον οποίο κινούνται (σε αντίθετη φορά) ερμηνευτές και μουσικοί, ο Ulrich Rasche στήνει μια παράσταση αναμέτρησης των αξιών του λόγου, του ρυθμού και της μουσικής. Ο Χορός είναι το κυρίαρχο ερμηνευτικό εργαλείο της παράστασης απ’ όπου αναδεικνύονται και επιστρέφουν οι εκάστοτε ρόλοι.
Εξαίρεση αποτελεί η παρουσία της Κλυταιμνήστρας που βαδίζει σε μοναχικό δρόμο, προλέγοντας την ανόσια πράξη και την επερχόμενη κοινωνική της απομόνωση. Η ρυθμική εκφορά του λόγου γίνεται εθιστική – παρά τις αναλυτικές περιγραφές που κουράζουν – και διαποτίζει το σύνολο της παράστασης. Μια αξιοθαύμαστη συνοχή και συνέπεια στην βασική ιδέα του ανεβάσματος, που ενισχύεται και από σκηνές υποβλητικής ατμόσφαιρας χάρη στα μουσικά θέματα και το φωτιστικό σχεδιασμό.
Τα Συν (+) Οι ερμηνείεςΗ μουσικότητα ως, εκ γενετής, αρετή της αρχαίας τραγωδίας είναι ο άξονας που υπηρετεί με στρατιωτική συνέπεια ο δεκαμελής θίασος της παράστασης. Είτε μέσα από την συνθήκη της συνεκφώνησης, είτε στις κατά μόνας ερμηνείες, η ομάδα – Liliane Amuat, Anna Bardavelidze, Niklas Mitteregger, Max Rothbart, Lukas Rüppel, Noah Saavedra, Myriam Schröder, Moritz Treuenfels – εμφανίζεται απόλυτα δεμένη και ασκημένη. Σε φόρμα διαρκούς απεύθυνσης προς το κοινό (σπάνια δεν είναι επικίνδυνη αυτή η επιλογή) και σε υψηλούς δραματικούς τόνους, οι πρωταγωνιστές του Ούλριχ Ράσε επιτυγχάνουν την συναισθηματική ένταση που έχει ανάγκη η παράσταση – πόσο μάλλον όταν το κινησιολογικό μοτίβο είναι επαναλαμβανόμενο.
Σε ένα θηρίο μίσους μεταμορφώνεται η Κλυταιμνήστρα της Pia Handler στην σκηνή του φινάλε που στέκεται ολόγυμνη και με παρρησία παραδέχεται το έγκλημα της, σέρνοντας τα πτώματα του Αγαμέμνονα και της Κασσάνδρας. Δυναμική και η ερμηνεία του Thomas Lettow ως Αγαμέμνονας.
Η μουσικότητα του λόγουΤα γερμανικά δεν είναι μια διαδεδομένη ξένη γλώσσα. Επίσης, είναι μια «σκληρή» γλώσσα. Παρόλα αυτά, η υποκριτική διδασκαλία αποδεικνύεται ιδιαίτερα αποδοτική, όχι μόνο για να απαλύνει σημαντικά αυτές τις δυσκολίες, αλλά για να προσφέρει μια επική αφηγηματική ροή στην παράσταση. Ο Χορός και η λειτουργία του αποτελούν το βασικό ηχείο της μουσικής σύνθεσης από το Nico van Wersch. Η ομάδα ερμηνεύει πάνω σε έναν απαρέγκλιτο ρυθμό, τέτοιον που ο κοινός βηματισμός και οι κοινές ανάσες των ηθοποιών αντιστοιχούν στις συλλαβές των λέξεων και στις λέξεις κάθε πρότασης.
Άλλοτε σε αρχαϊκό τόνο κι άλλοτε με επικό, πολεμικό χαρακτήρα, τα τύμπανα και τα κρουστά στη σύνθεση και τη ζωντανή εκτέλεση του Nico van Wersch παίζουν καταλυτικό ρόλο στην τόνωση της αφήγησης και εγγυώνται τις μοναδικές υφολογικές εναλλαγές από την γνώριμη, ρυθμική λούπα των ερμηνειών.
Οι φωτισμοίΟ φωτιστικός σχεδιασμός του Gerrit Jurda έχει αγκαλιάσει το μηχανισμό του Ulrich Rasche, δημιουργώντας εικόνες μεγάλης εικαστικής πυκνότητας και ένα αίσθημα ασφυξίας, όπως αυτό που καταγγέλλουν οι πολίτες του Άργους. Η δε σκηνή του φινάλε, με το ψυχρό λευκό φως και την αναγγελία της εκδίκησης του Ορέστη καθηλώνει.
Η χορικότητα και η φωνικότητα, δηλαδή τα δομικά υλικά της αρχαίας τραγωδίας και δη του Χορού, μοιάζει να κινεί το σκηνοθετικό κώδικα του Ulrich Rasche, καθιστώντας τη ματιά του, από τη μια κλασική, αλλά την ίδια ώρα ουσιαστικά μοντέρνα. Το δε εύρημα της μηχανοκίνητης σκηνικής κατασκευής – που επίσης ορίζει διαχρονικά την σκηνοθετική ματιά του – λειτουργεί τόσο ως μετρονόμος των παραπάνω αξιών όσο ως σύμβολο: Είναι ο τροχός της Ιστορίας και της εξουσίας, ο αδιάσπαστος κύκλος του αίματος που αναγκάζει τους ανθρώπους να κινούνται αδύναμοι στις ράγες του. Και παρότι η ιδέα του περιστρεφόμενου δίσκου εξαντλείται γρήγορα ως προς την αισθητική της συνεισφορά, η επανάληψη της κίνησης υπερτονίζει τη νοηματικό της πυρήνα: Ως μια αέναη και αναπόδραστη παγίδα.
Ο μύθος του Αγαμέμνονα παρουσιάζεται με κάθε λεπτομέρεια στην παράσταση και οι αναφορές είναι τόσες πολλές που εκτοξεύουν τη διάρκεια της παράστασης στις δύο ώρες. Η δραματουργική οικονομία (με την υπογραφή του Michael Billenkamp) θα ήταν ευεργετική και το αποτέλεσμα πολύ πιο άμεσο.
Τα τεχνικά προβλήματαΚάποια ζητήματα στον ήχο και μικροφωνισμοί όπως και το συχνό μπλοκάρισμα στη λειτουργία του τροχού έφερνε σε αμηχανία τους ηθοποιούς και αποσπούσε τους θεατές από την απρόσκοπτη παρακολούθηση της παράστασης.
Η αποθέωση της χορικότητας και της φωνητικότητας της αρχαίας τραγωδίας σε μια σημαντική στιγμή για τα Επιδαύρια – παρά τα δραματουργικά και τεχνικά προβλήματα της παράστασης.