MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
22
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΕΙΔΑΜΕ/ΧΟΡΟΣ

28ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας: Έκσταση, νοσταλγία και ερωτήματα

Εντυπώσεις από το τελευταίο 2ήμερο του Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας που ολοκληρώθηκε την Κυριακή 24 Ιουλίου.

Παρασκευή Τεκτονίδου | 26.07.2022

Το πλήθος του κόσμου που μαζεύεται έξω από του Μέγαρο Χορού της Καλαμάτας είναι εντυπωσιακό. Η πολυφωνία του σου φτιάχνει τη διάθεση πριν βολευτείς σε μία από τις θέσεις της κεντρικής ή της εναλλακτικής σκηνής. Όχι μόνο γατί είναι μεγάλο, παρά την αφόρητη ζέστη στις 7 το απόγευμα, αλλά κυρίως γιατί διαφέρει από εκείνο που περιμένει έξω από ένα θέατρο που φιλοξενεί μία παράσταση σύγχρονου χορού -για παράδειγμα- στην Αθήνα. Είναι ένα πλήθος ετερογενές, πληθυντικό και πολύχρωμο. Περιλαμβάνει ανθρώπους όλων των ηλικιών, που ντύνονται μεταξύ τους διαφορετικά και συνομιλούν με την οικειότητα που έχουν όχι μόνο όσοι μοιράζονται το ίδιο ενδιαφέρον για την τέχνη του χορού, αλλά εκείνοι που κατοικούν στην ίδια πόλη.

Άνθρωποι που μένουν εδώ όλο το χρόνο αλλά και καλλιτέχνες που παρουσιάζουν τη δουλειά τους στο φεστιβάλ, νεαρές χορεύτριες και χορευτές που συμμετέχουν στα παράλληλα σεμινάρια, κριτικοί, δημοσιογράφοι, και άλλοιεπαγγελματίες αλλά και ερασιτέχνες του πεδίου, καθώς και φίλοι του χορού που επισκέπτονται την Καλαμάτα συνδυάζοντας λίγες μέρες διακοπών.

Μέγαρο Χορού Καλαμάτας

Είναι μεγάλη αυτή η επιτυχία του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας να έχει «εισβάλει» αλλάζοντας την καθημερινότητα των κατοίκων της αντί να αποτελείένα κλειστό παράλληλο σύμπαν που αφορά μόνο κάποιους επισκέπτες «άλλους». Αντίστοιχα πολύχρωμος, ίσως και ακόμη πιο πολύ, είναι ο κόσμος που μαζεύεται γύρω από τη σκηνή που έχει στηθεί για να φιλοξενήσει τις παραστάσεις που παρουσιάζονται στην κεντρική πλατεία.

“Sonoma” των La Veronal

Το Σάββατο 23 Ιουλίου, την προτελευταία μέρα του φεστιβάλ, το πρόγραμμα ξεκινά νωρίς. Στην κεντρική σκηνή παρουσιάζεται για δεύτερη μέρα το έργο Sonoma του Marcos Morau και της ομάδας του La Veronal. Εννιά χορεύτριες εμφανίζονται αρχικά γύρω από ένα σταυρό, φορώντας λευκά καλύμματα κεφαλής (υπηρέτριας) μακριές φούστες και «επιπλέουν» αντί να περπατούν με τον τρόπο που το κάνουν οι χορεύτριες στον ρωσικό παραδοσιακό, γυναικείο χορό Berezka.

Δημιουργούν εφήμερα θρησκευτικά και κοσμικά Tableau-vivant γύρω από το σταυρό, τον κυκλώνουν φτιάχνοντας με σκοινιά ένα ιδιότυπο γαϊτανάκι ενώ μιλούν για όσους είναι «μακάριοι». Οι αντινομικές τους φράσεις (τα κείμενα των El Conde de Torrefiel, La Tristura και Carmina S. Belda) δημιουργούν καθώς ακολουθεί η μία την άλλη ένα ποίημα η επίδραση του οποίου δεν βασίζεται στην επικοινωνία ενός συγκεκριμένου νοήματος αλλά εδράζεται στην αμφισημία που έχει η ποίηση και τα αναγνωρίσιμα αλλά ακατάληπτα εκτός του ειδικού πλαισίου λόγια μίας τελετουργίας.

Περισσότερο συμβάλλουν στον ρυθμό τα λόγια, εισέρχονται με την ιδιαίτερή τους μουσικότητα, εξίσου ακουστική αλλά ταυτόχρονα, με κάποιον απροσδόκητο τρόπο συμβολική και νοηματική. Η αρχή αυτή καθορίζει ολόκληρη τη σύμβαση του έργου.

Οι χορεύτριες, (Lorena Nogal, Marina Rodríguez, Sau-Ching Wong, Ariadna Montfort, Núria Navarra, Àngela Boix, Laia Duran, Anna Hierro, Alba Barral) εκτελούν με φοβερή ακρίβεια και αρτιότητα ομαδικές (και ατομικές) χορογραφίες, δημιουργούν εικόνες και τις αναιρούν, τραγουδούν, κραυγάζουν, αφηγούνται, μεταμορφώνονται οι ίδιες και μεταμορφώνουν τη σκηνή μετατοπίζοντας τα σκηνικά αντικείμενα, παίζουν με το φωτισμό, δραματοποιούν καταστάσεις, χτυπούν μεγάλα τύμπανα ανεβάζονταςτην ένταση. Μία παράσταση εκστατική, ένα υπερθέαμα ξεσηκωτικό που ενθουσίασε το κοινό, το οποίο όρθιο στο τέλος χειροκροτούσε για ώρα συγκινημένο.

Συνειρμοί

Ίσως να ήταν το γεγονός ότι όλη η σύνθεση αφορούσε μία ομαδική χορογραφία, η ομοιογένεια των κουστουμιών, η σωματικότητα του ρωσικού χορού στην αρχή του έργου ή η μουσική του Stravniski που ήχησε κάποια στιγμή αργότερα που με έκαναν να σκεφτώ τo έργο les noces (πρεμιέρα στο Παρίσι το1923) της Bronislava Nijinska. Η Nijinska, αδερφή του διάσημου χορευτή, βίωσε την εμπειρία της Οκτωβριανής επανάστασης του 1917, συντάχθηκε με τα ιδανικά της και χρησιμοποίησε την αφήγηση ενός παραδοσιακού ρωσικού γάμου ως “κανάλι” για τις σοσιαλιστικές της ιδέες. Το έργο είναι για την εποχή του ριζοσπαστικό. Ένα μπαλέτο χωρίς σολίστες, αρμονική και αέρινη κίνηση, χωρίς τουτού.

Bronislava Nijinska: les noces (1923)

Όταν σκέφτεται άλλωστε κανείς το μπαλέτο φέρνει στο νου του σόλο χορευτές να επιτελούν αριστοτεχνικές και απαιτητικές χορογραφίες περιτριγυρισμένοι από το corps de ballet που στέκεται ακίνητο σε πόζες μετατρέποντας τα σώματα σε ένα κομμάτι του σκηνικού. Στοn γάμο συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Όλο το έργο στηρίζεται σε ομαδικές χορογραφίες όπου οι άντρες και οι γυναίκες χορεύουν σε διαφορετικούς ρυθμούς δημιουργώντας γωνιώδη σχήματα σε αντίθεση με τα γεμάτα χάρη σχήματα. Η Nijinska «συνομιλεί» με τους ρώσους φουτουριστές και την ρωσική πρωτοπορία με τους οποίους μοιράζεται όχι μόνο παρόμοια αισθητική αλλά και σοσιαλιστικές ιδέες.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ28ο Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας: Μια υπερβατική έναρξη12.09.2018

Μία σύγχρονη εκδοχή της θηλυκότητας

Ο Marcos Morau συνομιλεί επίσης με το σύγχρονό του καλλιτεχνικό, πολιτικό και πολιτισμικό γίγνεσθαι. Σε αυτή την επικαιρότητα το πολιτικό στην τέχνη οφείλει να είναι αμφίσημο, αφήνοντας στους θεατές ελευθερία να ανακαλύψουν –αυτόνομα- τα δικά τους υποκειμενικά νοήματα, να κάνουν τις δικές του μεταφράσεις και έτσι να  πραγματώσουν τηχειραφέτηση με όρους ισότητας. Ο ισπανός χορογράφος, επιλέγει να συμμετέχει σε αυτή την πολιτική συζήτηση, δίνοντας ορατότητα στις γυναίκες, ενσαρκώνοντας σε χορογραφία εκείνα για τα οποία σε διαφορετικές ιστορικές στιγμές «κατηγορήθηκαν». Για παράδειγμα την κατάσταση εκστατικότητας, που ονομάστηκε υστερία, την πρόκριση της σωματικότητας, την εξωτερίκευση του συναισθήματος, το ένστικτο, την εμπειρία και την υποστήριξη της κοινότητας, την κραυγή, τον ομαδικό χορό και το τραγούδι, το παιχνίδι, την διήγηση σε πρώτο πληθυντικό, μεταξύ άλλων.

Είναι και αυτή μία εκδοχή της θηλυκότητας η οποία μοιάζει σήμερα έντονα να συγκινεί και να προκαλεί ταυτίσεις. (Αναρωτιέμαι αλήθεια πως βιώσαν την παράσταση οι άντρες θεατές). Μία μάλλον ριζοσπαστική εκδοχή, όπου οι γυναίκες διαλέγονται με τα ίχνη μίας σταύρωσης που δεν κατάφεραν να αποτρέψουν, αλλά και τη δολοφονία του Λόρκα, ως σιωπηλοί παρόντες μάρτυρες, συγχωρούν τους μακάριους, και συστήνονται ως αυτές που «μάθανε να κυριαρχούνε τη φωτιά»,«να καίνε τη Ρώμη και να καταστρέφουνε την Πομπηία» να «είναι η έκλειψη και η σκιά του κόσμου», «γεννήσανε τον κόσμο», «δεν κοιτάζουνε πίσω», «φέρνουνε τους νεκρούς ξανά στη ζωή», «κινούν τη γη με τη μανία των τυμπάνων» τα οποία επί σκηνής πράγματι παίζουν. Η παράσταση κλείνει όταν οι εννιά χορεύτριες, στον ήχο των τυμπάνων και κραυγάζουν:

«Η τελευταία ευκαιρία.
Η επανάσταση.
Τα κλειδιά σε κάθε πόρτα.
Η τελευταία ώρα της ζωής μας»

Αναρωτιέμαι λοιπόν φεύγοντας, λίγο μετέωρη μέσα σε τούτη την αμφισημία και κάπως σκεπτική, ποιος ο προσανατολισμός αυτής της επανάστασης και η ποια η εννοιολόγησή της; Τόσο από εκείνες και εκείνους που δημιουργήσαν την παράσταση, κυρίως που επέλεξαν ρητή αυτή την επίκληση στο τέλος, και περισσότερο ακόμη, από εκείνες και εκείνους που μοιάζει να την έχουν ανάγκη (;), καθώς χειροκροτούν με ανάταση, όρθιοι στην πλατεία.

Hidden των Lali Ayguadè Company

Η παράσταση που ακολούθησε στις δέκα, στο Black Box είχε διάθεση περισσότερο νοσταλγική. Ένας αφηγητής (Enric Ases), μία μουσικός (Joana Gomila), μία χορεύτρια (Anna Calsina) και τρεις χορευτές (Akira Yoshida, Diego Sinniger, και Lisard Tranis) σωματοποίησαν στη σκηνή τις «σκεπασμένες με σκόνη» προσωπικές μνήμες, μίας (κάποιας) οικογένειας, σε μία (μάλλον) ευρωπαϊκή χώρα του νότου, ίσως κάπου στα μέσα του εικοστού αιώνα. Είχε κανείς την αίσθηση ότι ξεφυλλίζουν μπροστά του λίγο μελαγχολικά και με τρυφερότητα οικογενειακά άλμπουμ, με φωτογραφίες ασπρόμαυρες, ή μάλλον σε απόχρωση σέπια.

Ένα ξεφύλλισμα που έχει συμβεί τόσες φορές ώστε οι φωτογραφίες γίνονται ιδιαίτερα οικείες. Οι εικόνες αντηχούν αναμνήσεις των πραγματικών συμβάντων συνυφασμένες με την αναπαράστασή τους στα στιγμιότυπα που διαδέχονται το ένα το άλλο πάνω στο σκληρό χαρτί των δεμένων φύλλων. Μία παράθεση καθημερινών μικροσυμβάντων, «συνηθισμένων ανθρώπων» που ζωντανεύουν μπροστά μας. Ή μάλλον, παίρνουν χορευτική «σάρκα και οστά»… Γίνονται πράξεις χορού, σε όμορφες και άρτια εκτελεσμένες απαιτητικές χορογραφίες, που διατηρούν συνεχώς μία αίσθηση μη-βάρους. Εξαιρετική σε όλα αυτό και η συμβολή της μουσικής που εκτελούνταν σε όλη τη διάρκεια ζωντανά.

Εύστοχη η επιλογή να παρουσιαστεί η παράσταση στο Black Box όπου τα σώματα των περφόρμερ βρίσκονταν σε εγγύτητα με εκείνα του κοινού. Ανάσαινε κανείς μαζί με την καμπύλη της παράστασης, με μία ηρεμία,έμπαινε μέσα σε αυτό το σκηνικό, το οποίοπαρόλη την ελάχιστη απόσταση, και την εκτέλεση της μουσικής ζωντανά διατηρούσε έντονα κάτι το κινηματογραφικό.

Μία παράσταση παράδοξα οικεία, ίσως γιατί έφερνε κάτι από τις προσωπικές μας αναμνήσεις ή γιατί εκτιθόμαστε συχνά σε αναπαραστάσεις μίας τέτοιας παρελθούσας εποχής. Μίας εποχής που μοιάζει ταυτόχρονα μακρινή και παρούσα. Μία παράσταση που δημιούργησε μία αίσθηση βαθιά ανθρώπινου που φέρνει πάντα η χρήση ενός προσωπικού πρώτου πληθυντικού.

Έμοιαζε σαν οι έξι περφόρμερ να σωματοποιούν προφορικές ιστορίες που διηγούμαστε η μία στην άλλη, ο ένας στον άλλο, σε προσωπικές συναντήσεις, σε οικογενειακά τραπέζια, στους καινούριους μας φίλους. Μικρές αφηγήσεις του παρελθόντος που μας συστήνουν σε προσωπικές συζητήσεις και εξασφαλίζουν την εγγύτητα που αποκτούν οι σχέσεις οι πιο «στενές». Ένα παρελθόν προσωπικό, το οποίο όταν το διηγείσαι γίνεται με κάποιον τρόπο ιστορικά άχρονο.

Με έκανε να σκεφτώ μία επίμονη αίσθηση που είχα όταν ξεκίνησε η πανδημία και όταν η επίδρασή της πάνω μου, προσωπικά, ήταν περισσότερο ανώδυνη από μία μεγάλη ομάδα του παγκόσμιου αλλά και του εντόπιου πληθυσμού. Τότε, επίμονα μου περνούσε από το μυαλό, ότι η μικρή μου αφήγηση στο μέλλον για ένα τόσο σημαντικό παγκόσμιο συμβάν, δεν θα αρκεί ποτέ για να το αποτυπώσει. Ότι η προφορική ιστορία και η αφήγηση περιστατικών της κάθε μίας μικρής (μας) ιστορίας δεν φτάνει, παρόλο που είναι απαραίτητη για να συμπληρώνει την μεγάλη εικόνα της Ιστορίας (με κεφαλαίο Ι), που έχουμε τόση ανάγκη για να λειτουργήσουμε και να μετατοπιζόμαστε κοινωνικά.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΓιάννης Μανταφούνης: Δημιουργώ μόνο συνεργατικά12.09.2018

Ίσως να είναι τόσο έντονη αυτή η σύγχρονη μας εποχή που μας καλεί να ανιχνεύσουμε την κίνηση γύρω από τα σταματημένα για πάντα στιγμιότυπα της φωτογραφίας. Ίσως, αυτή η κίνηση να είναι αναγκαία για να μας συμφιλιώσει με τις προσωπικές μας ιστορίες. Ή ίσως, να δώσει τελικά στο «μικρό» μας βίωμα μεγαλύτερη ακόμη ένταση, πολυφωνία και χρώμα.

Σίγουρα πάντως, μέσα σε αυτή την ταλάντωση, στον ασταθή 21ο αιώνα, έχουμε ανάγκη, ίσως ολοένα και πιο πολύ, να επιστρέφουμε, να ξεφυλλίζουμε ξανά τα άλμπουμ, να χανόμαστε μέσα σε αίθουσες, να κουβεντιάζουμε μετά, να προβληματιζόμαστε, να ανταλλάσσουμε γνώμες, να βρίσκουμε τις λέξεις για να μιλήσουμε για την παράσταση, να διαφωνούμε, να απολαμβάνουμε τα σώματα που χορεύουν, και το διεθνές φεστιβάλ Καλαμάτας -και κυρίως οι άνθρωποι που το στηρίζουν-, για ακόμη μία χρονιά διατήρησε αυτή τη συνθήκη ζωντανή, τη φρόντισε και δεν μπορούμε παρά να νιώθουμε ευγνωμοσύνη για αυτό.

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις