Με την, εξ αναβολής, αυλαία της Πειραιώς 260 «Τρεις τρελοί» σε σκηνοθεσία της Ελεάννας Τσίχλη, οι εκδηλώσεις του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου αρχίζουν να μετρούν αντίστροφα προς την ολοκλήρωση. Και παρότι στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού αναμένει την «Τόσκα» της Εθνικής Λυρικής Σκηνής ενώ η διοργάνωση της Επιδαύρου βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη – με τον «Αίαντα» του Εθνικού Θεάτρου σε σκηνοθεσία Αργύρη Ξάφη και την «Τουρνέ» τουΕυριπίδη Λασκαρίδη για το προσεχές Σαββατοκύριακο – ο μεγαλύτερος όγκος των παραστάσεων έχει ήδη ανέβει.
Εξήντα παραγωγές του φετινού προγραμματισμού – 18 θεατρικές, 11 παραστάσεις χορού και 29 συναυλίες – έχουν παρουσιαστεί από την 1η Ιουνίου μέχρι σήμερα και το πρόσημο φαίνεται πως είναι θετικό. Ήταν, εξάλλου, το πρώτο καλοκαίρι όπου το Φεστιβάλ λειτούργησε με μεγαλύτερη ελευθερία, σχεδόν στα πρότυπα της προ covid συνθήκης κι αυτό καταγράφηκε σε όλους τους χώρους της διοργάνωσης.
Πρώτευσε το ΗρώδειοΗ μεγαλύτερη προσέλευση πάντως φαίνεται πως σημειώνεται – με τα μέχρι στιγμής δεδομένα – στις εκδηλώσεις του Ηρωδείου, δηλαδή στις συναυλίες και τις μουσικές παραστάσεις, μια εκδοχή τέχνης από την οποία το κοινό είχε απομακρυνθεί για δύο οδυνηρά καλοκαίρια. Υπό αυτήν την έννοια, δεν ήταν έκπληξη το γεμάτο κοίλον στις μεγάλες συναυλίες Ελλήνων καλλιτεχνών, όπως αυτή του Γιώργου Νταλάρα, του Νίκου Πορτοκάλογλου, του αφιερώματος στο Μίκη Θεοδωράκη με επικεφαλής ερμηνεύτρια τη Μαρία Φαραντούρη ή τα 80ά γενέθλια της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών με έργα Μάνου Χατζιδάκι σε διεύθυνση του Λουκά Καρυτινού.
Στις μετακλήσεις το κοινό ανταποκρίθηκε στον ζωντανό θρύλο της Πάτι Σμιθ που ούτε η βροχή του Ιουνίου δεν την πτόησε, στο κάλεσμα της τρομπέτας του Γαλλολιβανίνεζου βιρτουόζου Ιμπραήμ Μαλούφ, στους Γερμανούς σούπερσταρ της electronica Moderat. Επίσης, αρκετά καλά πήγαν στο ταμείο του Ηρωδείου (παρά την τσουχτερή τιμολογιακή πολιτική) ο Μαξ Ρίχτερ κατά την αθηναϊκή επάνοδο του και η Νταϊάνα Κραλ.
Μέτρια – δυστυχώς – ήταν η προσέλευση στην συναυλία του δικούς μας σούπερσταρ του βιολιού Λεωνίδα Καβάκου (έπαιξε κοντσέρτα σε μουσική Μπαχ) ενώ έκπληξη αποτέλεσε η χαμηλή ανταπόκριση για την επιστροφή της Λόρι Άντερσον και του Τζεφ Μιλς καθώς και η εμφάνιση της Χορωδίας Μοντεβέρντι υπό τον Έλιοτ Γκάρντινερ.
Που πήγαν για θέατρο και χορόΤο θεατρικό και χορευτικό κοινό της διοργάνωσης κινήθηκε σε αρκετά ασφαλείς διαδρομές, επιλέγοντας «δοκιμασμένες» περιπτώσεις διεθνών καλλιτεχνών και εδραιωμένους Έλληνες δημιουργούς.
Από νωρίς sold out ήταν ο «Ταρτούφος ή ο υποκριτής» του Μολιέρου με δύο κορυφαία «brands», την ιστορική Comedie Francaise και τον Ιβο Βαν Χόβε να την υπογράφουν. Τους δεσμούς τους με το αθηναϊκό κοινό σύσφιξαν η συγκινησιακά φορτισμένη «Αδελφοσύνη» της Καρολίν Γκυγελά Ενγκυγέν και στο κομμάτι του χορού ο Μάρτιν Ζίμερμαν με την ποιητική δυστοπία του «Danse Macabre» αλλά και η Λία Ροντρίγκεζ με την πυρετικά εθιστική «Furia» της.
Βεβαίως, υπήρχαν και οι πολυαναμενόμενοι καλλιτέχνες από το εξωτερικό που δεν συνεπήραν ούτε το ταμείο αλλά ούτε και το κοινό από το εξωτερικό όπως ο Φίλιπ Κεν, η Κριστιάν Ζαταϊ (που πίνουν νερό στο όνομα της στη Γαλλία) ή η Μαρλέν Φρέιτας. Αντίστοιχα, με το αθηναϊκό κοινό δεν κατάφεραν να συνδεθεί ο Χιλιανός θίασος των La re Sentida που πέρυσι είχε ενθουσιάσει με την παράσταση του για την έμφυλη βία αλλά φέτος έπεισε λιγοστούς θεατές να δουν την «Όαση ατιμωρησίας». Σε παρόμοιο μήκος κύματος κινήθηκε και το σχήμα των Nature Theater of Oklahoma με αποτρεπτική διάρκεια (τέσσερις ώρες) στην καφκική όπερα του «Μπερτ Τουρίντο».
Πανηγυρική αρχήΣτο μέτωπο των Ελλήνων, η πρώτη εμπλοκή του Γιάννη Χουβαρδά με δραματουργία στην «Άλλη πλευρά της καταιγίδας» άνοιξε την Πειραιώς πανηγυρικά και με τον ίδιο τρόπο έκλεισε τον κύκλο των επτά παραστάσεων της. Ήταν η πρώτη φορά που μια παραγωγή του Φεστιβάλ απολάμβανε περισσότερο χρόνο και δεν εξαντλούνταν σε δύο ή τρεις βραδιές και μάλιστα στη μεγαλύτερη σκηνή της Πειραιώς, την, 700 θέσεων, Δ αίθουσα. Αν και εκπρόσωπος άλλης γενιάς, ο Γιώργος Κουτλής αποτέλεσε μια ακόμα περίπτωση που δικαίωσε την εμπιστοσύνη του Φεστιβάλ για πολλές παραστάσεις σε μεγάλο χώρο: Πέτυχε τέσσερα sold out με το «Σκύλο, τη νύχτα και το μαχαίρι», εξαργυρώνοντας το ρεύμα που δημιουργήθηκε το χειμώνα με τους «Παίκτες». Αυτό ήταν ένα στοίχημα που κερδήθηκε.
Όλες οι ελληνικές παραγωγές (οι σκηνοθεσίες των Γιούλα Μπούνταλη, Αλέξανδρου Ραπτοτάσιου, Γιώτας Αργυροπούλου, Ελεάννας Τσίχλη) γέμισαν τον μικρό χώρο της Ε, ωστόσο στην πλειονότητα τους δεν φαίνεται να προσέθεσαν κάτι αξιοσημείωτο παραστασιακά. Όσο για τους Έλληνες του χορού, η Πατρίσια Απέργη και ο Αντώνη Φωνιαδάκης υπήρξαν οι πιο αξιοσημείωτες στιγμές του προγραμματισμού.
Σε γενικές γραμμές, ο προγραμματισμός της Πειραιώς κινήθηκε με δίκαιες δοσολογίες μεν, στην πεπατημένη δε, χωρίς να τολμά σοβαρές τομές. Εξαίρεση αποτέλεσαν οι προσπάθειες για συζητήσεις και ημερίδες – αν και προσέλκυσαν μόνο το ενδιαφέρον μερίδας της θεατρικής κοινότητας.
Την ίδια ώρα, η σκέψη της αφύπνισης του «δημόσιου χώρου» της Πειραιώς 260 με την έναρξη του Add Festival, τα live jazz αλλά και τον ξεσηκωτικό τόνο των Hip Hop Battles αποδείχθηκε ευφυής, ενεργοποιώντας ξανά το χώρο που είχε χάσει για καιρό το σφρίγος του.
Εκατόν σαράντα χιλιόμετρα μακριά, το προφίλ της Επιδαύρου διαμορφώνεται (καθώς βρίσκεται μόλις στα μισά του) από πολλούς παράγοντες. Το αποτρεπτικό κόστος της μετακίνησης από τη μια και η καίρια πρωτοβουλία της καλλιτεχνικής διεύθυνσης να δοκιμάσει κάποιες μοναδικές εκδηλώσεις δημιουργούν ένα τοπίο σοβαρών διακυμάνσεων στην επισκεψιμότητα.
Οι μετακλήσεις του Γιόχαν Σίμονς με την «Άλκηστη» και του Ούρλιχ Ράσε με τον «Αγαμέμνονα» συγκέντρωσαν αμιγώς θεατρόφιλο κοινό και, κατά συνέπεια, περί τους 6.000 θεατές ανά παραγωγή (αθροιστικά και τις δύο ημέρες παρουσίασης τους). Ήταν, ωστόσο, μια σοβαρή πρόταση που παρά την χαμηλότερη προσέλευση αξίζει να δοκιμαστεί και τις επόμενες χρονιές, επαναπροσδιορίζοντας το γηρασμένο προφίλ των Επιδαυρίων.
Συμπαραγωγή του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου ήταν και οι «Πέρσες» του Αισχύλου σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά που – με μέχρι στιγμής – έχουν φέρει τον περισσότερο κόσμο στην Επίδαυρο, 14.000 θεατές σε δύο παραστάσεις. Το Εθνικό, μετά την ατυχή συγκυρία της απεργιακής κινητοποίησης στην πρεμιέρα της «Μήδειας» του Μποστ σε σκηνοθεσία Γιάννη Καλαβριανού, είχε μόνο μια βραδιά στην αργολική ορχήστρα με 6.000 θεατές που παρόλα αυτά της χάρισαν θερμή υποδοχή.
Φυσικά, η έτερη πρόταση του οργανισμού, ο σπάνια παιζόμενος «Αίαντας» του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία του Αργύρη Ξάφη (το προσεχές διήμερο) θα δώσει μια δεύτερη ευκαιρία στο Εθνικό για καλύτερες ταμειακές επιδόσεις.
Δημοφιλείς περιοδείεςΜε εξαίρεση την σπαρταριστή «Ελένη» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία του Βασίλη Παπαβασιλείου για λογαριασμό του ΚΘΒΕ (θα παιχτεί εξ αναβολής από τον περσινό προγραμματισμό που είχε ακυρωθεί λόγω των φοβερών πυρκαγιών), οι υπόλοιπες δύο παραγωγές «Αντιγόνη» του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Τσέζαρις Γκραουζίνις και «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία του Θέμη Μουμουλίδη βρίσκονται ήδη σε μεγάλη περιοδεία, ανακόπτοντας εκ προοιμίου την προσέλευση του κοινού στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου.
Ο επίσημος απολογισμός του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου δεν αναμένεται πριν το φθινόπωρο, σηματοδοτώντας επί της ουσίας την πρώτη ολοκληρωμένη διοργάνωση στη θητεία της Κατερίνας Ευαγγελάτου.