MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΕΤΑΡΤΗ
25
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΠΗΓΑΜΕ / ΕΙΔΑΜΕ

Hot or Not #22: Όσα μας άρεσαν και όσα μας “χάλασαν” αυτή την εβδομάδα

Η ομάδα του Monopoli κάνει έναν απολογισμό της εβδομάδας που πέρασε και συγκεντρώνει όλα όσα της τράβηξαν το ενδιαφέρον.

Monopoli Team | 31.07.2022 Φωτογραφία εξωφύλλου: Kiki Papadopoulou

Την εβδομάδα που πέρασε κάναμε βόλτες στην πόλη, είδαμε παραστάσεις, ταινίες, δοκιμάσαμε νέες γεύσεις, διαβάσαμε βιβλία και πολλά άλλα και θέλουμε να τα μοιραστούμε μαζί σας. Συγκεντρώσαμε ότι μάς κέντρισε το ενδιαφέρον και μάς ενθουσίασε ή μας απογοήτευσε!

Όλα όσα μάς άρεσαν

(+) Ραντεβού κάτω από τις κληματαριές του Λεωνίδα

Όσες φορές κι αν γράψεις για τον Λεωνίδα στο Λυγουριό της Επιδαύρου και την οικογένεια Λιακόπουλου είναι λίγες. Όσες φορές κι αν καθίσεις για φαγητό στο Λεωνίδα είναι επίσης λίγες. Δεν θα πω τίποτα το πρωτότυπο – είναι εξάλλου μια κοινή διαπίστωση η διαχρονική ζεστασιά αυτού του ιστορικού ταβερνείου. Και μέσα στα χρόνια έχει αποτυπωθεί από πολλούς και αξιότερους συναδέλφους.

Αρκεί να πω μόνο αυτό: Στον Λεωνίδα δεν πάμε μόνο για να γευτούμε ‘μαμαδίστικο’ φαγητό μετά από τις παραστάσεις στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Πάμε γιατί εκεί σχηματίζεται κάθε Παρασκευή και κάθε Σάββατο μια οικογενειακή γιορτή όπου το (καλό) φαγητό είναι απλώς η αφορμή. Αυτή η ανθρώπινη όψη των πραγμάτων που τα γλυκαίνει όλα: Είτε  άξιος πρωταγωνιστής μιας σπουδαίας παράστασης, είτε μετακλητός σκηνοθέτης από το εξωτερικό, είτε διευθυντής/διευθύντρια οργανισμού, είτε ένας θεατής, όλες αυτές οι ιδιότητες γειώνονται γύρω από το γεμάτο τραπέζι με μιαν απλότητα που ο καθένας αναζητά απ’ όπου κι αν έρχεται.
Στέλλα Χαραμή

(+) Παλάς: Ένας θερινός κινηματογράφος “όαση” στο Παγκράτι

Αν κάτι με χαροποιεί απόλυτα τα καλοκαίρια, και ειδικότερα όσο βρίσκομαι στην πόλη, τότε αυτό είναι τα θερινά σινεμά. Έτσι αποφάσισα να επισκεφτώ τον θερινό κινηματογράφο “Παλάς”, στο Παγκράτι. Μια πραγματική όαση μέσα στον καύσωνα και την τσιμεντένια Αθήνα, με vintage διακόσμηση, σε κάποια ταράτσα του Παγκρατίου, όπου η μυρωδιά από τα ποπ κόρν σε τραβάει να ανέβεις πάνω. Ένας διαχρονικός χώρος με μεγάλο παρελθόν, αποτελεί σίγουρα έναν από τους πιο στάνταρ και πιο γνωστούς θερινούς κινηματογράφους στην Αθήνα, με urban vibe που υπόσχεται να κάνει κάθε επίσκεψη ξεχωριστή. Φιλικό περιβάλλον που σε κερδίζει αμέσως, μιας και ο χώρος είναι περιτριγυρισμένος από πρασινάδες και πολύχρωμα λουλούδια, τοποθετημένα σε γλάστρες, περιμετρικά, που στολίζουν τον κινηματογράφο, προσδίδοντας του μια ανάλαφρη, ίσως και λίγο νοσταλγική ατμόσφαιρα που σε παραπέμπει σε άλλη εποχή. Όλοι αυτοί οι λόγοι κάνουν το Παλάς έναν από τους προσωπικά αγαπημένους μου θερινούς κινηματογράφους της πόλης, που επιλέγω κάθε καλοκαίρι, όταν θέλω να απολαύσω μια ταινία που μου έχει τραβήξει την προσοχή.
Ελένη Πάικου

(+) Το συναρπαστικό βιβλίο του Καρλ Τσιν για την αληθινή ιστορία των Peaky Blinders

Από τη στιγμή που το «Peaky Blinders» του Στίβεν Νάιτ, τελείωσε και επισήμως τον περασμένο Ιούνιο, ένιωθα σαν να “λείπει” κάτι από την καθημερινότητά μου. Έτσι, αποφάσισα να αναζητήσω το βιβλίο του Καρλ Τσιν, «Η αληθινή ιστορία των διαβόητων συμμοριών του Μπεμιγχαμ». Ο Καρλ Τσιν, ως απόγονος ενός Πίκι Μπλάιντερ, μπόρεσε να περιγράψει με απόλυτη ακρίβεια την εποχή στην οποία έζησε αυτή η εγκληματική οικογένεια. Έχοντας λατρέψει συνεπώς τη σειρά από τα πρώτα κιόλας επεισόδια, το βιβλίο ομολογώ πως μπόρεσε να με εκπλήξει. Αν και φοβόμουν ότι η αποκάλυψη της αληθινής ιστορίας θα κατέρριπτε όλες τις σκηνοθετικές εικόνες που είχα τόσο αγαπήσει -ή ακόμα χειρότερα την άποψη μου για τη σειρά- τελικά συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Ολοκληρώνοντας το βιβλίο έχω την αίσθηση πως αποτέλεσε μία ωραία προσθήκη και ευχαρίστως θα το ξαναδιάβαζα! Αυτό που με “κέρδισε” ήταν η διάκριση μεταξύ της πραγματικότητας και της σκηνοθετικής δημιουργίας, η οποία έγινε με έναν τρόπο γλαφυρό, καταγράφοντας όλες τις διαφορές που υπάρχουν σχετικά με την τηλεοπτική μυθοπλασία. Τώρα νιώθω ότι ξέρω ακόμα περισσότερα για την αγαπημένη μου σειρά.
Κατερίνα Τσιακαράκη

(+) «Μωυσής: Ο πρίγκιπας της Αιγύπτου»: Μία ταινία απ’ τα παλιά

Stephen Schwartz Reveals What to Expect From The Prince of Egypt Musical | Playbill

Δυστυχώς αυτή η εβδομάδα δεν ήταν η πιο παραγωγική, καθώς βγήκα θετική στον κορονοϊό την Τρίτη το πρωί. Από τότε έχω κάθε μέρα σχεδόν αρκετά υψηλό πυρετό. Έτσι μου ήρθε ξανά στο μυαλό μία από τις πιο σημαντικές μου αναμνήσεις. Για κάποιον λόγο, κάθε φορά που ανέβαζα πυρετό όταν ήμουν μικρή, κατέληγα να βλέπω τον «Μωυσή: Ο πρίγκιπας της Αιγύπτου». Δεν υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος λόγος που έβλεπα ένα έργο καθαρά με εποχιακό χαρακτήρα κάθε φορά που είχα πυρετό -απ’ ότι θυμάμαι ο πατέρας μου με έβαζε στον καναπέ στο γραφείο όπου δούλευε, και το έβαζε στην τηλεόραση. Ήταν από τις αγαπημένες μου ταινίες όταν ήμουν μικρή, πάνω από όλα λόγω των υπέροχων τραγουδιών που είχε γράψει ο Hans Zimmer. Γι’ αυτό και τώρα, που έχω πυρετό, κατέληξα πάλι να δω τον Μωυσή, και να νιώσω και πάλι ξανά λίγο παιδί.
Νάνσυ Δεληγιώργη

(+) Monday: Μάλλον ανακάλυψα την αγαπημένη μου καλοκαιρινή ταινία

Άργησα λίγο, αλλά τελικά κατάφερα να δω μια ταινία που ήταν στην “must-watch” λίστα μου εδώ και πολλούς μήνες. Αυτή η εβδομάδα με βρήκε -κι εμένα- κλεισμένη στο σπίτι με κορονοϊό. Έτσι, επί 6 ημέρες δεν έκανα τίποτα άλλο, πέρα από το να κάθομαι αναπαυτικά και να διαβάζω βιβλία, να χαζεύω στο TikTok και να βλέπω τηλεόραση. Ε, λοιπόν, είδα πολλή τηλεόραση αυτή την εβδομάδα, αυτό όμως που ξεχώρισα ήταν το Monday. Η ταινία του Αργύρη Παπαδημητρόπουλου έτυχε να παίζει στο COSMOTE CINEMA 1HD το βράδυ του Σαββάτου -και για πρώτη φορά χάρηκα που ήμουν σπίτι Σάββατο βράδυ! Ήθελα πολύ καιρό να δω αυτή την ταινία και πραγματικά δεν με απογοήτευσε. Ο Σεμπάστιαν Σταν ήταν -όπως πάντα- άκρως γοητευτικός, η Ντενίς Γκοφ υπέροχη στον ρόλο της και η Κυψέλη φυσικά πανέμορφη. Ως λάτρης των εναλλακτικών -και κυρίως έξυπνων και καλογυρισμένων- κομεντί, το Monday έγινε ίσως η αγαπημένη μου “καλοκαιρινή” ταινία.
Τατιάνα Γεωργακοπούλου

(+) «Επιτρέποντες»: Μια απολαυστική παράσταση στο Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου

Μια κωμωδία που έχει την ικανότητα να σου κλείσει συνωμοτικά το μάτι καθώς σου «σερβίρει» σκληρές αλήθειες, είναι κάτι που πάντα απολάμβανα να παρακολουθώ ως θεατής. Και αυτή η δυνατότητα μου δόθηκε ξανά το περασμένο Σάββατο όταν και βρέθηκα στο Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου για τους «Επιτρέποντες» του Μενάνδρου. Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου πήρε στα χέρια του ένα εξαιρετικά διαχρονικό ημιτελές σωζόμενο έργο μετατρέποντας το σε μια απολαυστική παράσταση και συνάμα έναν καίριο σχολιασμό πάνω σε ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη γυναικεία αυτοδιάθεση, τις έμφυλες σχέσεις, την κακοποίηση, τις ανισότητες και τη συναίνεση. Γιατί το υπόβαθρο της κωμωδίας του Μενάνδρου είναι μια πικρή ιστορία: Ο βιασμός μιας νεαρής γυναίκας από εκείνον που αργότερα, εν αγνοία και των δύο, θα αποδεικνυόταν ο σύζυγος και πατέρας του παιδιού της.

Πιστός στο πνεύμα του Μενάνδρου, ο Βασίλης Μαυρογεωργίου, ο οποίος ανέλαβε τη διασκευή και σκηνοθεσία του έργου, χρησιμοποιεί ως όπλο το χιούμορ για να μιλήσει για το πως μια γυναίκα βιώνει τον πόνο και το τραύμα, ενώ, παράλληλα, μόνη αυτή έρχεται αντιμέτωπη με τις επιπτώσεις μιας πράξης για την οποία δεν ευθύνεται σε καμία περίπτωση. Για το πως η κοινωνία απαιτεί από τις γυναίκες να είναι υπάκουες και να τιμούν με τα πεπραγμένα τους εκείνους των οποίων τα δικά τους πεπραγμένα δεν τους τιμούν ούτε στο ελάχιστο, ή για το πως οι γυναίκες δεν θεωρούνται τίποτα παραπάνω από ένα επιπλέον κινητό περιουσιακό στοιχείο το οποίο πρέπει να αποφέρει «κέρδος». Για το πόσο λίγο έχουν αλλάξει τα πράγματα στις μέρες μας και πόσο άδικο είναι που ο κόσμος όπως τον ξέρουμε δημιουργήθηκε και εξακολουθεί να υπάρχει λαμβάνοντας ελάχιστα υπόψιν τα δικαιώματα και τις επιθυμίες των γυναικών. Εκείνων που εξακολουθούν να ονειρεύονται, να ελπίζουν και να ανασαίνουν για την ελευθερία. Όλα αυτά πλαισιωμένα από τις άκρως διασκεδαστικές ερμηνείες του θιάσου, την υπέροχη πρωτότυπη μουσική του Νίκου Κυπουργού και τους επίσης υπέροχους στίχους της Τζούλιας Διαμαντοπούλου. Μια από τις πιο ευχάριστες εμπειρίες μου αυτό το καλοκαίρι.
Αριστούλα Ζαχαρίου

(+) Στο Latraac για skate και μπύρες

Εδώ και πολύ καιρό βρίσκεται στην λίστα μου με τα μαγαζιά της πρωτεύουσας το Latraac στο Μεταξουργείο και μόλις την προηγούμενη εβδομάδα κατάφερα να πάω για πρώτη φορά -και σίγουρα όχι τελευταία. Πρόκειται για ένα καφέ-μπαρ σε έναν κρυμμένο κήπο που φιλοξενεί μια μεγάλη ράμπα για skate. Η ιδέα μου φάνηκε τόσο πρωτότυπη που δεν έχει σημασία το γεγονός ότι δεν έχω απολύτως καμία σχέση με το άθλημα! Πήγαμε γύρω στις 8 για να είμαστε σίγουροι πως θα βρούμε να καθίσουμε και για να αποφύγουμε και την αφόρητη ζέστη. Πράγματι, είχε ελεύθερο χώρο και ήταν ακόμη αρκετά χαλαρά. Στον χώρο υπάρχουν ξύλινα τραπέζια τύπου πικνικ στα οποία χωράνε πολλές παρέες -οπότε κρατήστε ότι μπορεί ακριβώς δίπλα σας να είναι μια άλλη παρέα- ενώ υπήρχαν και πάγκοι με σκαμπό αλλά και δύο κούνιες. Το μπαρ είναι self-service και οι τιμές ικανοποιητικές. Όσο περνούσε η ώρα και βράδιαζε, τα τραπέζια άρχισαν να γεμίζουν -γεγονός που περίμενα να συμβεί- αλλά και η ράμπα γέμισε με σκεϊτάδες -πράγμα που ολοκληρώνει το κλίμα του μαγαζιού. Κυρίως το μαγαζί έχει νέο κόσμο και πολλούς τουρίστες όπως αντιλήφθηκα. Αν σας αρέσουν τα πιο ιδιαίτερα μέρη σαν κι εμένα, αξίζει οπωσδήποτε μια επίσκεψη!
Φωτεινή Νικολίτσα

Και κάτι που δεν μάς άρεσε

(-) Η «βρώμικη» πλευρά του Φεστιβάλ

Την πιο ‘άγρια’ πλευρά της βιομηχανικής γειτονιάς συναντά κανείς επισκεπτόμενος τις εγκαταστάσεις στην Πειραιώς 260. Και δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός. Τα πεζοδρόμια που περιβάλλουν τα βιομηχανικά ερείπια που στεγάζεται το Φεστιβάλ Αθηνών είναι σχεδόν πάντα, βρώμικα. Ο δρόμος για την είσοδο στους χώρους είναι σπαρμένος με σκουπίδια, σπασμένα μπουκάλια και άλλα πεταμένα αντικείμενα, δημιουργώντας μια εντελώς ακατάλληλη και ανθυγιεινή συνθήκη για κάθε πεζό – κατευθύνεται ή όχι στο Φεστιβάλ. Προφανώς, και η ευθύνη βαρύνει όχι μόνο το θεσμό αλλά και τον αρμόδιο Δήμο· παρόλα αυτά η εικόνα είναι απογοητευτική. Σε συνδυασμό δε, με την επικίνδυνη λωρίδα γης – αντί πεζοδρομίου – στην είσοδο του Φεστιβάλ από το μέτωπο της Πειραιώς, η πρόσβαση στα κτίρια γίνεται μετ’ εμποδίων. Ας ελπίσουμε το επόμενο καλοκαίρι, να υπάρχει σχετική μέριμνα.
Στέλλα Χαραμή

(-) Όταν ένα βιβλίο «χάλασε» το πρώτο μου μπάνιο στη θάλασσα
Φωτογραφία: Μωραΐτη Ειρήνη

Φωτογραφία: Μωραΐτη Ειρήνη

Το περασμένο Σάββατο, έκανα και εγώ επιτέλους το πρώτο μου μπάνιο στη θάλασσα για φέτος. Προσωπικά, θεωρώ πως η καλύτερη παρέα στη θάλασσα είναι ένα βιβλίο και νομίζω πως κάθε «βιβλιοφάγος» θα συμφωνούσε. Άρα, και το καλύτερο μέρος για να διαβάσεις ένα βιβλίο δεν είναι το κρεβάτι ή ο καναπές σου, αλλά μία ξαπλώστρα δίπλα στην ακρογιαλιά, εκεί που σκάει το κύμα. Όσο ρομαντική ακούγεται αυτή η εικόνα, τόσο ρομαντικό –δεν- ήταν το βιβλίο που με συντρόφευσε αυτή τη φορά, αφήνοντας τελικά στην πρώτη μου επίσημη συνάντηση με το καλοκαίρι μια αρκετά πικρή γεύση. Για να πω και όλη την αλήθεια, το «Κανονικοί Άνθρωποι» της Σάλλυ Ρούνεϋ το είχα ξεκινήσει περίπου 2 μήνες πριν και θα έπρεπε να καταλάβω πως τα πράγματα δε θα πάνε καλά από τη στιγμή που το άφησα στη μέση-κάτι που δεν κάνω ποτέ. Το βιβλίο δε με κέρδισε από την αρχή, καθώς είναι περίεργα και χαοτικά γραμμένο (τουλάχιστον σε κρατάει σε… εγρήγορση μπας και καταλάβεις ποιου τα λόγια διαβάζεις, μιας και τα σημεία στίξης των διαλόγων απουσιάζουν) και η τροπή της υπόθεσης δε με ενθουσίαζε ιδιαίτερα. Οι δύο πρωταγωνιστές, τους οποίους γνωρίζουμε στο τέλος του Λυκείου και τους αφήνουμε ενήλικες πλέον με όνειρα και βλέψεις για το μέλλον, διατηρούν μία φιλική και σίγουρα ερωτική σχέση, γεμάτη σκαμπανεβάσματα, αρκετή αγάπη αλλά και τρομερή άγνοια των πραγματικών τους συναισθημάτων. Αν λοιπόν σε κάτι ήταν εύστοχο αυτό το βιβλίο, ήταν στο να ηθογραφήσει τη ψυχή των εφήβων, που κάνουν τα πρώτα τους βήματα στην ενήλικη ζωή, όμως και αυτό η συγγραφέας το κατάφερε αρκετά επιφανειακά. Όταν λοιπόν έκατσα αναπαυτικά στη ξαπλώστρα μου και άρχισα να διαβάζω τις τελευταίες 100 σελίδες ενός βιβλίου που τόσο είχε εκθειαστεί το 2021, και βλέποντας τελικά το ανύπαρκτο κλείσιμο της ιστορίας του Κόννελ και της Μαριάν, ήμουν κάπως χαμένη και εντελώς απογοητευμένη. Γιατί σε αυτή τη ζωή, κατά την ταπεινή μου άποψη, ένα από τα χειρότερα συναισθήματα είναι το να διαβάζεις μία ιστορία και να μην μαθαίνεις το τέλος της.
Ειρήνη Μωραΐτη

Περισσότερα από Στην Πόλη