Μία ταινία που μυρίζει καλοκαίρι, μία ταινία για έναν νεανικό έρωτα, το Dirty Dancing είναι μία από τις ταινίες που όλοι κάποια στιγμή έχουμε δει, και δεν ξεχνιέται εύκολα. Με πρωταγωνιστές τον Πάτρικ Σουέιζι και την Τζένιφερ Γκρέι, ένα ανορθόδοξο ζευγάρι ενός δασκάλου χορού και μίας φοιτήτριας, κατάφερε να γίνει κλασσική ρομαντική ταινία και να μας μείνει αξέχαστη. Σαν σήμερα, πριν από 35 χρόνια, η ταινία έκανε πρεμιέρα και με αυτή την αφορμή ρίχνουμε μια ματιά στο πώς γυρίστηκε η ταινία και στο τι συνέβαινε πίσω από τις κάμερες.
1. Η ταινία παραλίγο να μη γυριστείΣε συνέντευξη που έδωσε η Έλενορ Μπεργκστάιν, αποκάλυψε πως η ταινία δεν είχε καμία ζήτηση και μάλιστα στην αρχή δεν γυρίστηκε με σκοπό να παιχτεί στους κινηματογράφους, αλλά για να πουληθεί απευθείας ως βιντεοκασέτα. Μάλιστα, και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, όλοι θεωρούσαν πως είναι… κακή. Ευτυχώς, τελικά πήγε στους κινηματογράφους και έσπασε τα ταμεία. Μόλις τις πρώτες 10 μέρες μετά από την πρεμιέρα, κατάφερε να διπλασιάσει το μπάτζετ της, που ήταν μόλις 5 εκατομμύρια δολάρια -σε μία εποχή, που η μέση ταινία είχε μπάτζετ τα 12 εκατομμύρια δολάρια. Μάλιστα, μετά τα γυρίσματα, η πρώτη βερσιόν της ταινίας δόθηκε στον Άαρον Ρούσο, γνωστό επιχειρηματία της εποχής. Με το που τελείωσε την ταινία, τους είπε να κάψουν τα φιλμ και να κρατήσουν την αποζημίωση, διότι αυτή η ταινία ήταν τόσο χάλια, που δε θα έβγαζε δεκάρα στον κινηματογράφο. Σώθηκε όμως από την πρώτη της προβολή σε κοινό, αφού μετά το φινάλε ο κόσμος ζητωκραύγαζε.
Πριν συμπρωταγωνιστήσουν στο Dirty Dancing, ο Πάτρικ Σουέιζι και η Τζένιφερ Γκρέι είχαν παίξει μαζί στην ταινία Η κόκκινη αυγή (Red Dawn) και η χημεία μεταξύ τους ήταν άφαντη. Ο Πάτρικ Σουέιζι ήταν αυτός που με παρακάλια κατάφερε να πείσει την Τζένιφερ Γκρέι, έτσι ώστε η ταινία να γίνει πραγματικότητα, λέγοντάς της πως θα έκανε μεγάλο λάθος εάν δεν έπαιρνε αυτή την ευκαιρία. Μπορεί στην οντισιόν και στις πρώτες δοκιμαστικές σκηνές, η χημεία και το πάθος να ήταν εκεί, όσο όμως ο καιρός περνούσε, οι εντάσσεις αχνοφαίνονταν. Έτσι, το τεχνικό προσωπικό έπρεπε να τους ξαναδείξει τις δοκιμαστικές σκηνές, για να δουν πόσο τέλεια ταιριάζουν στον φακό. Το κόλπο αυτό μπορεί να έπιασε, όχι όμως για πολύ. Μάλιστα, μία από τις πιο χαρακτηριστικές σκηνές της ταινίας δεν ήταν στο σενάριο. Όταν ο Τζόνι είναι ξεκάθαρα ενοχλημένος επειδή η Μπέιμπι κάνεις λάθος τη χορογραφία, δεν ήταν παρά ο θυμωμένος Πάτρικ Σουέιζι με την Τζένιφερ Γκρέι, καθώς δε σταματούσε να γελάει για να μπορέσουν να γυρίσουν τη σκηνή σωστά.
Ψάχνοντας τον κατάλληλο Τζόνι, όταν ξεκίνησε το κάστινγκ για την ταινία, η Έλενορ ένα είχε σίγουρο, το πιο σημαντικό ήταν το βλέμμα. Το πιο σημαντικό κομμάτι στο Τζόνι, όπως το είχε φανταστεί, ήταν να έχει καθηλωτικό βλέμμα, το οποίο να σε παγώνει. Έτσι, με την παλιά της φίλη και συμπαραγωγό Λίντα Γκόττλιμπ, κοιτούσαν πρώτα ένα κοντινό των ματιών, και ύστερα διάβαζαν το βιογραφικό. Μόλις η Έλενορ αντίκρισε τον Πάτρικ Σουέιζι, μπορεί ακόμα να μην είχε επιλέξει τίποτε άλλο, αλλά είχε πρωταγωνιστή.
4. Ο Πάτρικ Σουέιζι χτύπησε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτωνΟ Πάτρικ Σουέιζι επέμενε πως ήθελε να κάνει όλα τα κασκαντερικά που είχε στις σκηνές του, χωρίς να θέλει να βάλει κασκαντέρ να τον αντικαταστήσει. Ως χορευτής όλη του τη ζωή, είχε ταυτιστεί αρκετά με τον ρόλο, και τον έπαιρνε πολύ σοβαρά. Αυτό όμως δε σημαίνει πως δεν είχε τις συνέπειές του. Στη σκηνή που χορεύουν πάνω σε ένα κορμό, κατέληξε να τραυματίσει τα γόνατά του, σε τόσο μεγάλο βαθμό, που τα γυρίσματα αναγκάστηκαν να καθυστερήσουν.
Μπορεί η ταινία να διαδραματίζεται το καλοκαίρι του 1963, όμως τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν τον Οκτώβριο. Έτσι, πολλές από τις σκηνές γυρίστηκαν σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. Μία από αυτές ήταν και η σκηνή μέσα στη λίμνη, όπου η Μπέιμπι προσπαθεί να μάθει να κάνει το άλμα με μεγαλύτερη άνεση. Στη συγκεκριμένη σκηνή δεν υπάρχουν κοντινά, καθώς και των δύο ηθοποιών τα χείλια είχαν γίνει μοβ.
6. Η εταιρία που χρηματοδότησε την ταινία ύστερα χρεοκόπησεΠαρόλο που η ταινία ήταν άκρως επιτυχημένη, και μάλιστα ονομάστηκε η πιο επιτυχημένη indie ταινία μέχρι τότε, αυτό δε σημαίνει πως η εταιρία που την παρήγαγε είχε αίσιο τέλος. Η Vestron Pictures, για την οποία το Dirty Dancing αποτελούσε την πρώτη της μεγάλη παραγωγή, ύστερα από αυτή την ταινία δεν κατάφερε ποτέ να ξαναβγάλει μία τόσο καλή παραγωγή, καταφέρνοντας να βγάζει για 4 χρόνια άγνωστες αποτυχημένες ταινίες και ύστερα να χρεοκοπήσει το 1991.
Το διάσημο quote «Nobody puts Baby in the corner» που έμεινε αξέχαστο από τους θεατές και έχει γίνει και τίτλος τραγουδιού από τους Fall Out Boy, ήταν η μόνη φράση της ταινίας, που μισήθηκε ισάξια από όλο το καστ. Ο ίδιος ο Πάτρικ Σουέιζι έχει δηλώσει ανοιχτά πως δεν βγάζει κανένα νόημα, αφού δεν υπάρχει καμία γωνιά στη σκηνή. Ακόμα και η ίδια η δημιουργός αναρωτιέται πολλές φορές αν ήταν τελικά ανούσια!
8. Η σκηνή της έκτρωσης στην ταινία παραλίγο να κοπείΑκόμα και όταν η ταινία είχε μπει στην τελική ευθεία αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα. Ψάχνοντας χορηγούς για να μπορέσει η ταινία να βγει στους κινηματογράφους και να μην παραμείνει μόνο στη βιντεοκασέτα, υπήρξε μεγάλο πρόβλημα με τα κύρια θέματα που διαπραγματεύεται η πλοκή της ταινίας. Το πιο σημαντικό ήταν η έκτρωση που αποφασίζει η χορεύτρια να κάνει στην αρχή της ταινίας, που είναι και ο λόγος για τον οποίο η Μπέιμπι ξεκινά να χορεύει. Πολλοί χορηγοί ήθελαν αυτό το μέρος της ιστορίας να κοπεί, καθώς η έκτρωση ήταν και είναι παράνομη σε πολλές πολιτείες της Αμερικής. Όμως αυτό δεν ήταν ούτε σωστό αλλά ούτε και εφικτό, γιατί θα χάλαγε ολόκληρη η συνοχή της ταινίας. Κατάφερε να σωθεί, καθώς οι New York Times, μαθαίνοντας για την πλοκή, θεώρησαν ότι είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα «συνδυασμού» των καθημερινών προβλημάτων και μίας απλής ρομαντικής πλοκής. Η ταινία μιλούσε για πιο σοβαρά θέματα, που βασανίζουν την καθημερινότητα των ανθρώπων, ενώ ταυτόχρονα είχε μία ανάλαφρη αίσθηση.
Από την πρώτη κιόλας συζήτηση με τους παραγωγούς, ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα της ταινίας ήταν πως θα διαμορφωθεί το soundtrack. Η Έλενορ από την αρχή είχε ένα ξεκάθαρο soundtrack στο μυαλό της. Εμπνευσμένη από την παιδική της ηλικία, το σενάριο που έγραψε στέκεται σε κάποια γεγονότα από την παιδική της ηλικία, που πέρναγε τα καλοκαίρια στα Όρη Κάτσκιλ, με την οικογένειά της. Ο πατέρας της ήταν γιατρός και την φώναζε Μπέιμπι, και τα βράδια χόρευε στην αποθήκη του ξενοδοχείου dirty dancing, που αποτελεί απλά έναν πιο αισθησιακό χορό. Έχοντας αυτά στο μυαλό της, ήταν ξεκάθαρο για εκείνη τι είδους μουσικής και ποια τραγούδια έπρεπε να είναι σίγουρα στην ταινία. Με μία λάθος όμως συνεργασία, κατέληξαν τα γυρίσματα να έχουν ξεκινήσει και να μην έχουν καταφέρει να πάρουν τα δικαιώματα για κανένα από τα τραγούδια που ήθελε. Σαν από μηχανής θεός, αφού απέλυσαν τον προηγούμενο υπεύθυνο μουσικής, ο Τζίμι Ίενερ κατάφερε με το περιορισμένο μπάζτετ που είχαν, να κατοχυρώσει όλα τα κομμάτια που ήθελε η Έλενορ. Τότε ήταν που τυχαία ο Πάτρικ Σουέιζι τους είπε πως γράφει τραγούδια, και πως μάλιστα θεωρούσε πως ένα από τα τραγούδια του ταίριαζε απόλυτα στην ταινία. Έτσι το «She’s Like the Wind», που τραγουδά ο ίδιος, κατέληξε να είναι ένα από τα δύο πιο διάσημα τραγούδια της ταινίας, με δεύτερο βέβαια να είναι το «(I’ve Had) The Time of My Life», το οποίο επέλεξαν να μπει στην τελική σκηνή μόλις λίγο πριν από τα γυρίσματα του φινάλε.
10. Το τελικό άλμα της Τζένιφερ Γκρέι πέτυχε μόνο μία φοράΤο άλμα που προσπαθεί σε ολόκληρη την διάρκεια της ταινίας να μάθει η Μπέιμπι, το άλμα που για να καταφέρει να πετύχει, κάνει πρόβες από την αρχή μέχρι το τέλος, κατάφερε να πετύχει μόνο μία φορά, και ήταν αυτή ακριβώς η σκηνή με την οποία κλείνει η ταινία. Η ίδια η Τζένιφερ Γκρέι δεν ήξερε χορό πριν από τα γυρίσματα, και όπως και η Μπέιμπι έτσι και εκείνη, προσπαθεί σε όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων να μάθει και να γίνει καλύτερη. Αυτός ήταν και ο σημαντικότερος λόγος για τον οποίο τσακωνόταν με τον Πάτρικ Σουέιζι, αφού εκείνος ήταν επαγγελματίας χορευτής. Στο τέλος όμως, αφού εκείνος έκανε το δικό του τελικό άλμα κάτω από τη σκηνή με χτυπημένο πόδι -για να βγει τέλειο το προσπάθησε 13 φορές– ήταν η σειρά της Τζένιφερ Γκρέι να μπορέσει να πετύχει έστω και μία φορά το δικό της. Ευτυχώς, τα κατάφερε να το κάνει μία φορά, και από τότε δε σκέφτηκε ποτέ να το ξαναδοκιμάσει.