160 χρόνια από τη γέννηση του Κλωντ Ντεμπυσσύ: Από τον ρομαντισμό στον ιμπρεσιονισμό
Σαν σήμερα γεννήθηκε ο Κλωντ Ντεμπυσσύ, ο κύριος εκπρόσωπος του μουσικού ιμπρεσιονισμού, που σηματοδότησε το πέρασμα στη μοντέρνα μουσική.
Η γέννηση του Κλωντ Ντεμπυσσύ, στις 22 Αυγούστου 1862, ακριβώς 160 χρόνια πριν, σηματοδοτεί την έναρξη μίας αλλαγής. Αυτή η αλλαγή δεν είναι άλλη από τον ιμπρεσιονισμό, ένα καλλιτεχνικό κίνημα που μας έδωσε το πρώτο μεγάλο βήμα για το ξεκίνημα της μοντέρνας τέχνης και ξεκίνησε το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, με πρώτες επιρροές στη ζωγραφική. Πολύ σύντομα όμως το κίνημα απλώθηκε στη λογοτεχνία, αλλά και τη μουσική, με τον λογοτεχνικό και μουσικό ιμπρεσιονισμό να ξεκινούν λίγο αργότερα. Ο όρος Ιμπρεσιονισμός φαίνεται να προήλθε από έναν πίνακα του Κλωντ Μονέ: Impression, Sunrise.
Ο ιμπρεσιονισμός, με τα έντονα, ζωντανά του χρώματα, συνθέσεις κυρίως εξωτερικών χώρων από ασυνήθιστες οπτικές γωνίες, που άλλαζαν και διέφεραν ανάλογα με τον καλλιτέχνη, και κυρίως η διαρκής προσπάθεια έμφασης στο φως αποτελεί μία αντίδραση στον συντηρητισμό που αποτελούσε η ρομαντική περίοδος.
Από τα τέλη του 18ου αιώνα, ο ρομαντισμός κυριαρχούσε στην τέχνη. Είχε εμφανιστεί ως μία αντίδραση στην αριστοκρατία και τον κλασικισμό, και είχε κυρίως επηρεαστεί από τις ιδέες του Διαφωτισμού, και προσπαθούσε ακόμα να συνδυάσει συναίσθημα και λογική. Οι ρομαντικοί συνθέτες προσπάθησαν να δημιουργήσουν μουσική ατομικιστική, συναισθηματική, δραματική και συχνά προγραμματική, αντανακλώντας ευρύτερες τάσεις στα κινήματα της ρομαντικής λογοτεχνίας, ποίησης, τέχνης και φιλοσοφίας.
Η ρομαντική μουσική ήταν συχνά φαινομενικά εμπνευσμένη από μη μουσικά ερεθίσματα, όπως η φύση, η λογοτεχνία, η ποίηση, τα υπερφυσικά στοιχεία ή οι καλές τέχνες. Περιελάμβανε χαρακτηριστικά όπως ο αυξημένος χρωματισμός και απομακρύνθηκε από τις παραδοσιακές φόρμες. Η Ακαδημία των τεχνών ήταν εκείνη που μπορούσε να υπαγορεύσει τη θεματογραφία, καθώς και την τεχνική που μπορούσα οι ρομαντικοί να χρησιμοποιήσουν, χωρίς να αφήνουν ελεύθερη τη δημιουργία του καλλιτέχνη να αναπτυχθεί.
Ένα κλασσικό ρομαντικό κομμάτι είναι και το Piano Concerto 1 (B Flat Minor) του Τσαΐκόφσκι:
Αυτός ήταν και ο λόγος που παρόλο που ο ρομαντισμός προσπαθούσε να κάνει κάτι πρωτοποριακό, έμενε πίσω και κατέληξε πολύ γρήγορα να χάσει όλους τους εκπροσώπους του, οι οποίοι ύστερη έμπαιναν και εκείνη στο μεταβατικό κίνημα από τον ρομαντισμό στον ιμπρεσιονισμό. Έτσι και στη μουσική, τα στοιχεία που συχνά αποκαλούνται ιμπρεσιονιστικά περιλαμβάνουν στατική αρμονία, έμφαση στα ηχοχρώματα των οργάνων που δημιουργούν μια αστραφτερή αλληλεπίδραση “χρωμάτων”, μελωδίες που δεν έχουν κατευθυνόμενη κίνηση, επιφανειακά στολίδια που αποκρύπτουν ή υποκαθιστούν τη μελωδία και αποφυγή της παραδοσιακής μουσικής φόρμας.
Αυτά είναι ακριβώς τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη μουσική του Ντεμπυσσύ, ο οποίος όμως δε συμφωνούσε καθόλου με τον χαρακτηρισμό που του δινόταν ως «Ιμπρεσιονιστής», καθώς θεωρούσε τα κομμάτια του ξεχωριστά.
Προερχόμενος από μία σχετικά φτωχή οικογένεια, στην παιδική του ηλικία δεν είχε μεγάλη σχέση με τη μουσική, και κατάφερε να τη γνωρίσει μέσα από το σπίτι της θείας του, από όπου ξεκίνησε μαθήματα πιάνου και ύστερα κατάφερε να περάσει στο Κονσερβατόριο του Παρισιού. Σπούδασε εκεί μέχρι το 1884, με τους καθηγητές του να έχουν πολύ διαφορετικές απόψεις για εκείνον, καθώς κάποιοι συμφωνούσαν την επαναστατικότητά του ενάντια στους ωδειακούς κανόνες, ενώ κάποιοι το θεωρούσαν ως αδυναμία. Η ικανότητά του όμως στο prima vista, καθώς και στον αυτοσχεδιασμό του χάρισαν μία διάκριση με πρώτο βραβείο, που του χρειαζόταν για να συνεχίσει τις σπουδές του στη σύνθεση.
Μέσα από τις σπουδές του στο Κονσερβατόριο κατάφερε να έρθει σε επαφή με τον Τσαΐκόφσκι, καθώς και με τη «Η Ομάδα των Πέντε», δηλαδή τα μέλη της εθνικής σχολής της Ρωσίας. Αυτή η γνωριμία, ιδιαίτερα με τον Μόντεστ Μουσόργκσκι, έναν από τους 5, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη συνθετική του εξέλιξή.
Η απίστευτη πίεση που έβαζε πάνω του η Ακαδημία της μουσικής μέσω του Κονσερβατόριου, κατέληξαν για μερικά χρόνια να του καταστρέψουν τη δημιουργικότητα, με αποτέλεσμα να αποφασίσει να ζήσει τη ζωή του ως μποέμ, βγάζοντας τα προς το ζην του ως συνοδός πιανίστας, ενορχηστρωτής και μουσικοκριτικός. Μπόρεσε με αυτόν τον τρόπο να αφεθεί, και να είναι πλέον ελεύθερος να δημιουργήσει και να συνθέσει όπως ήθελε εκείνος, απελευθερωμένος από τους ακαδημαϊκούς κανόνες.
Με αυτά και άλλα πολλά ο Ντεμπυσσύ έγινε ο σπουδαίος συνθέτης που γνωρίζουμε σήμερα, που αντιτάχθηκε τόσο πολύ στην ακαδημία που κατέληξε να δημιουργήσει κομμάτια που ακόμα και σήμερα δεν μπορούν οι ειδικοί να συμφωνήσουν εάν ανήκουν στον ιμπρεσιονισμό ή στον συμβολισμό ή σε κανένα από τα δύο.