Γεννημένος στη Νότια Αφρική, ο Κύπριος καλλιτέχνης Σέργης Α. Χατζηαδάμος ζει και εργάζεται στην Πάφο και τη Λευκωσία. Η έκθεση που εγαινιάζεται στο Σπίτι της Κύπρου στην Αθήνα στις 12 Σεπτεμβρίου παρουσιάζει τη δεύτερη φάση της εικαστικής σειράς του «Μεταμόρφωσις», η πρώτη φάση της οποίας πρωτοπαρουσιάστηκε στο κοινό το 2019.
Όπως αναφέρει ο Maurice Kahn, Καθηγητής στο Bezalel Academy of Arts and Design της Ιερουσαλήμ και επιμελητής της έκθεσης:
Εισαγωγή στην έκθεση αποτελούν ένα τρίπτυχο έργο με τίτλο «Παφίων Ψυχές», που βραβεύτηκε στην Μπιενάλε της Λάρνακας το 2018, καθώς και δύο άλλα έργα που τεκμηριώνουν το αρχείο και εξηγούν, οπτικά, τη χρήση του αρχικού υλικού από τον Σ. Χατζηαδάμο.
Το αρχικό αυτό υλικό προέρχεται από παλιές και ιστορικής σημασίας, αλλά φθαρμένες και κατεστραμμένες από την υγρασία και την πολυκαιρία, γυάλινες αρνητικές φωτογραφικές πλάκες, που χρησιμοποιούσε ο γνωστός Κύπριος φωτογράφος Σπύρος Χαρίτου. Αυτά τα φωτογραφικά αρνητικά, που τα χρησιμοποιεί ο καλλιτέχνης ως πρώτη ύλη, προσφέρουν και μια προοπτική για ορισμένες μελλοντικές καλλιτεχνικές κατευθύνσεις του Σ. Χατζηαδάμου, που διαφαίνονται ήδη εδώ.
Ο κύριος όγκος της δουλειάς στην παρούσα έκθεση είναι, λοιπόν, μια συλλογή έργων με δύο διαφορετικές, αλλά αλληλένδετες πτυχές. Ο Σ. Χατζηαδάμος περιορίζει, και σε μία περίπτωση αφαιρεί εντελώς, τις κατεστραμμένες από την υγρασία υφές στην περιφέρεια των φωτογραφικών αρνητικών, επικεντρώνοντας αποκλειστικά σε εικαστικά στοιχεία που τοποθετούνται το ένα πάνω στο άλλο εντελώς τυχαία. Αυτές οι υπερτοποθετήσεις και επικαλύψεις είναι σχεδόν ανεπαίσθητες, εκτός κι αν τις μελετήσει προσεκτικά το μάτι. Τότε, και μόνο τότε, αντιλαμβάνεται κανείς μοναδικές, διπλές και πολλαπλές, ντυμένες αφηρημένες φιγούρες.
Ειδικότερα, η ικανότητα του Σ. Χατζηαδάμου να εισάγει αυτό που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «νεοχρωμοφωτισμός» και «νέος πουαντιλισμός» θυμίζει τον Seurat, ενώ στον φωτισμό αισθάνεται κανείς και την παρουσία του Vermeer, στο κιαρoσκούρο έργα του Rembrandt, στη σύνθεση κάποια έργα του Cézanne, στις υφές εγχειρήματα του Klimt, και στα συναισθήματα εντάσεις του Van Gogh.
Και εδώ, όπως και σε προηγούμενες εικαστικές επιδόσεις του Σ. Χατζηαδάμου, δεν μπορεί κανείς να μην εντυπωσιαστεί από το αξιοσημείωτο ταλέντο αλλά και την ακαταπόνητη εργατικότητα του καλλιτέχνη. Χρησιμοποιώντας και αξιοποιώντας, κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια, την ψηφιακή τεχνολογία, έχει συνδυάσει σωρευτικά πολλές δεξιότητες, και μέσω αυτών έχει καταφέρει να δείξει την καλλιτεχνική του ωριμότητα. Ωστόσο, το όλο έργο φαίνεται να προέκυψε φυσικά και αυθόρμητα, όπως συμβαίνει συχνά στην πράξη με τα οράματα των δημιουργικών καλλιτεχνών.
Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψη, δεν μπορούμε παρά να αποτιμήσουμε την έκθεση αυτή ως ένα ιδιαίτερο και αξιόλογο σταθμό και ως ένα ακόμη σκαλοπάτι στην ανοδική πορεία του Σέργη Χατζηαδάμου προς τη διεθνή καταξίωση.