Όταν το πρώτο teaser της δεύτερης σκηνοθετικής απόπειρας της Ολίβια Γουάιλντ, με τίτλο «Μην ανησυχείς αγάπη μου», κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του περασμένου έτους, όλα έδειχναν πως πρόκειται για μια πολλά υποσχόμενη παραγωγή η οποία τα είχε όλα: Ένα ανερχόμενο σκηνοθετικό ταλέντο, ένα υπέρλαμπρο καστ με επίκεντρο την περιζήτητη Φλόρενς Πιου, ένα αρκετά ενδιαφέρον κόνσεπτ και μια ρετρό αισθητική που φάνταζε οπτικά ονειρική. Με λίγα λόγια μια συνταγή που θα οδηγούσε τόσο την ταινία όσο και τη σκηνοθέτρια της στην επιτυχία.
Ένα χρόνο αργότερα, όταν και πραγματοποίησε παγκόσμια πρεμιέρα στο 79ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, το «Μην ανησυχείς αγάπη μου» όντως φάνηκε να μονοπωλεί τις συζητήσεις, όπως αρκετοί είχαν προβλέψει, ωστόσο κάτι τέτοιο έγινε για όλους τους λάθος λόγους, που σε καμία περίπτωση δεν είχαν να κάνουν με όλα όσα εκτυλίσσονταν στη μεγάλη οθόνη, μετατρέποντας αυτό που αναμενόταν ως το μεγάλο «άλμα» της Γουάιλντ ως σκηνοθέτριας σε ένα μεγάλο ηχηρό «παραπάτημα».
Τι πήγε στραβά;Από το πολύκροτο ρομάντζο της με τον pop star και επίδοξο ηθοποιό Χάρι Στάιλς, ο οποίος συμμετείχε στην ταινία αναλαμβάνοντας τον πρώτο σημαντικό ρόλο της καριέρας του, τις φήμες για τεταμένες σχέσεις μεταξύ της πρωταγωνίστριας Φλόρενς Πιου και της σκηνοθέτριας της, το επικοινωνιακό φιάσκο- μεγάλο ατόπημα εκ μέρους της Γουάιλντ- το οποίο είχε να κάνει με τους λόγους αποχώρησης του Shia LaBeouf από το «Μην ανησυχείς αγάπη μου» κατά τη διάρκεια του σταδίου της προ-παραγωγής, με τη μία πλευρά να ισχυρίζεται πως πρόκειται για απόλυση και την άλλη- αυτή του Αμερικανού ηθοποιού- πως πρόκειται για παραίτηση, έως τα χαρτιά της κηδεμονίας των παιδιών της με τον Τζέισον Σουντέικις, που της επιδόθηκαν από τη δικαστικό κλητήρα ενόσω βρισκόταν στη σκηνή του CinemaCon, τον περασμένο Απρίλιο, για να παρουσιάσει το τρέιλερ της συγκεκριμένης ταινίας στους εκπροσώπους της κινηματογραφικής βιομηχανίας.
Όλα αυτά δημιούργησαν ένα άκρως δυσάρεστο κλίμα το οποίο και κορυφώθηκε κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ της Βενετίας. Κανείς δεν είναι βέβαιος για τους λόγους που οδήγησαν την Φλόρενς Πιου να ασχοληθεί ελάχιστα με την προώθηση της ταινίας. Η απόφαση της να παρευρεθεί στην πρεμιέρα του «Μην ανησυχείς αγάπη μου» στη Μόστρα αλλά όχι στη συνέντευξη Τύπου που προηγήθηκε, ερμηνεύτηκε από ορισμένους σαν μια επιθυμία να αποστασιοποιηθεί από το όλο πρότζεκτ.
Η επίσημη εξήγηση έκανε λόγο για ανειλημμένες επαγγελματικές υποχρεώσεις της Πιου λόγω των γυρισμάτων του δεύτερου μέρους του «Dune», ωστόσο, οι εικασίες έδιναν και έπαιρναν: Μεγάλη διαφορά στην αμοιβή μεταξύ της ίδιας και του Στάιλς- γεγονός το οποίο η Ολίβια Γουάιλντ αρνήθηκε κατηγορηματικά-, ενόχληση από τον τρόπο που η ερωτική σχέση μεταξύ της σκηνοθέτριας και του συμπρωταγωνιστή της επηρέαζε τη διαδικασία των γυρισμάτων- κάτι το οποίο διαψεύδεται από άλλους συντελεστές της ταινίας, αλλά πάνω από όλα ένα βίντεο το οποίο έδωσε στη δημοσιότητα ο LaBeouf σε μια προσπάθεια να υποστηρίξει την δική του εκδοχή των γεγονότων και στο οποίο η Γουάιλντ φαίνεται να αναφερόταν ειρωνικά στη νεαρή ηθοποιό αποκαλώντας τη «Μις Φλο».
To τεταμένο κλίμα στην ΒενετίαΜάλιστα, Πιου και Γουάιλντ κράτησαν αποστάσεις η μία από την άλλη καθ’ όλη τη διάρκεια της κοινής εμφάνισης τους στο φεστιβάλ, αρνούμενες να ανταλλάξουν ακόμη και βλέμματα. Ωστόσο, παρά τα γεγονότα της Βενετίας, η Ολίβια Γουάιλντ παραμένει υποστηρικτική και ενθουσιώδης για την πρωταγωνίστρια της δηλώνοντας πως «Η ερμηνεία της Φλόρενς στην ταινία είναι εξαιρετική. Με προβληματίζει ότι τα μέσα ενημέρωσης προτιμούν να εστιάσουν σε αβάσιμες φήμες και κουτσομπολιά, επισκιάζοντας το εκπληκτικό ταλέντο της. Αξίζει πολύ περισσότερα από αυτό, το ίδιο και η ταινία καθώς και όλοι όσοι δούλεψαν σκληρά γι’ αυτή».
Και κατά αυτόν τον τρόπο, ανάμεσα σε παράλογες συζητήσεις για το αν ο Χάρι Στάιλς «έφτυσε» τον συμπρωταγωνιστή του Κρις Πάιν κατά τη διάρκεια της πρεμιέρας του φεστιβάλ της Βενετίας, αν ο τελευταίος παρουσιαζόταν σαν το Λίντο να ήταν το τελευταίο μέρος στη γη που ήθελε να βρίσκεται εκείνη τη στιγμή και ανάμεσα σε όλες οι υπόλοιπες θεωρίες – «παρατράγουδα» που έδεναν και έλυναν στο διαδίκτυο, το μεγάλο όνειρο της Ολίβια Γουάιλντ να δημιουργήσει μια ταινία καλλιτεχνικών αξιώσεων, που θα της επέτρεπε να παρευρεθεί στο ιστορικότερο κινηματογραφικό φεστιβάλ του κόσμου ανάμεσα σε ονόματα όπως ο Ντάρεν Αρονόφσκι ή ο Αλεχάντρο Γκονσάλες Ινιάριτου, έγινε ο μεγαλύτερος εφιάλτης στη μέχρι τώρα σκηνοθετική καριέρα της, αποδεικνύοντας ότι για γεγονότα τα οποία η κοινή γνώμη είναι διατεθειμένη να δώσει συγχωροχάρτι σε έναν άντρα σκηνοθέτη δεν μπορεί να κάνει το ίδιο στην περίπτωση της Γουάιλντ.
Τα παιδικά της χρόνιαΑν και η ίδια δεν το χειριζόταν πάντα σωστά το ζήτημα, όμως, όσον αφορά την εικόνα που έβγαζε προς τα έξω, έμοιαζε να κινείται με βάση το δόγμα «ότι η ψυχραιμία είναι αρετή», ακόμη και σε περιπτώσεις που κατηγορούταν πως υπήρξε μια αμελής μητέρα. Διόλου τυχαίο αν συνυπολογίσει κανείς την αποφασιστικότητα, το θάρρος και τον δυναμισμό που τη διέκριναν από μικρή ηλικία και είχαν καλλιεργηθεί από την οικογένεια της.
Ο πατέρας της Andrew Cockburn είναι βραβευμένος ντοκιμαντερίστας και δημοσιογράφος, ενώ η μητέρα της Leslie Cockburn μια διακεκριμένη πολεμική ανταποκρίτρια και βραβευμένη με Έμμυ παραγωγός της ενημερωτικής εκπομπής «60 Minutes». Η γεννημένη στις 10 Μαρτίου του 1984 Olivia Cockburn- όπως είναι το πραγματικό της επίθετο- μεγάλωσε σε ένα σπίτι όπου τα βιβλία και η πολιτική αποτελούσαν σημαντική ενασχόληση. Ωστόσο, η ίδια δεν θέλησε ποτέ να ακολουθήσει τον δρόμο της ερευνητικής δημοσιογραφίας.
Στα 18 της χρόνια, όταν και θα παρακολουθήσει για ένα καλοκαίρι μαθήματα υποκριτικής στο Δουβλίνο, θα υιοθετήσει το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο «Γουάιλντ», ως φόρο τιμής στον σπουδαίο Ιρλανδό συγγραφέα, θα παρατήσει με τις «ευλογίες» των γονιών της το κολλέγιο και θα μετακομίσει στο Λος Άντζελες με στόχο να γίνει ηθοποιός.
Ο ρόλος που θα τη «βάλει στον χάρτη» είναι εκείνος της αμφισεξουαλικής και μυστηριώδους Alex Kelly στην εφηβική τηλεοπτική σαπουνόπερα «The O.C.» (2004-2005). Ακολούθησαν συμμετοχές σε ταινίες οι οποίες ελάχιστα λάμβαναν υπόψιν κάτι περισσότερο από την εντυπωσιακή της εξωτερική εμφάνιση καθιστώντας της ένα «αντικείμενο» θαυμασμού του ανδρικού βλέμματος (Μοιραία απαγωγή» 2006) καθώς ταινίες που έδιναν την- εν τέλει αθέμιτη- υπόσχεση ενός blockbuster που θα βοηθούσε την καριέρα της («TRON: Legacy» 2010, «Cowboys & Aliens» 2011).
Την απαραίτητη ώθηση τελικά την έδωσε μια σειρά από ουσιαστικούς και περίπλοκους ρόλους, αρχής γενομένης από τις δημοφιλείς «Ιατρικές Υποθέσεις», στην οποία η Γουάιλντ θα εμφανιστεί για πέντε σεζόν από το 2007 έως το 2012. Στη μεγάλη οθόνη θα συμμετέχει, ανάμεσα σε άλλα, στη βραβευμένη με Όσκαρ πρωτότυπου σεναρίου ταινία του Σπάικ Τζόνζε με τίτλο «Δικός της» (2013) και θα ερμηνεύσει μια μητέρα σε πένθος στο «Meadowland» του Ριντ Μοράνο (2015). Τέλος θα εκμεταλλευθεί στο έπακρο τη συνεργασία της, ως ηθοποιός, με σπουδαίους σκηνοθέτες για να μάθει όσα περισσότερα μπορεί γύρω από τη δημιουργία μιας κινηματογραφικής ταινίας: «Rush» του Ρον Χάουαρντ (2013), «Vinyl» του Μάρτιν Σκορσέζε (μίνι σειρά του 2016), «Η μπαλάντα του Ρίτσαρντ Τζούελ» του Κλιντ Ίστγουντ (2019).
Η Ολίβια Γουάιλντ επιμένει πως της πήρε αρκετό καιρό να βρει το κουράγιο να ασχοληθεί με τη σκηνοθεσία. Ξεκίνησε σκηνοθετώντας μουσικά βίντεο για τους Red Hot Chili Peppers και τους Edward Sharpe and the Magnetic Zeros.
Η πρώτη της ταινία μεγάλου μήκους, με τίτλο «Booksmart», αποτέλεσε μια εφηβική κομεντί ενηλικίωσης για δύο φίλες που αποφασίζουν την τελευταία ημέρα του σχολείου να αναπληρώσουν όλον τον χαμένο χρόνο που έχασαν διαβάζοντας και όχι διασκεδάζοντας όπως οι συνομήλικοί τους, σε έναν σχολιασμό πάνω στην περιπλοκότητα της γυναικείας φιλίας, τις ανασφάλειες, τη συμπερίληψη και την αμφισβήτησή των κοινωνικών στερεοτύπων. Το «Booksmart» απέσπασε θερμές κριτικές μεταμορφώνοντας την σε μια πολλά υποσχόμενη σκηνοθέτρια.
Αν και δεν είχε ιδιαίτερη εισπρακτική επιτυχία, όπως ομολογεί και η ίδια, ωστόσο, της άνοιξε τον δρόμο ώστε να πάρει το «πράσινο φως» για ένα ακόμη πιο μεγαλεπήβολο σχέδιο, το «Μην ανησυχείς αγάπη μου», με το οποίο μεταπήδησε από το είδος της εφηβικής κομεντί στο ψυχολογικό θρίλερ.
Η ταινία, η οποία και προβάλλεται στις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες από τις 22 Σεπτεμβρίου, εστιάζει- όπως και η πρώτη της Γουάιλντ- στην γυναικεία εμπειρία μέσα από πολυάριθμες οπτικές γωνίες, αυτή τη φορά στο επίκεντρο η γυναικεία σεξουαλική επιθυμία και το θάρρος των γυναικών να αμφισβητήσουν ένα καταπιεστικό σύστημα όταν όλοι γύρω τους εμφανίζονται απολύτως βέβαιοι πως δεν τρέχει κάτι. Κεντρική ηρωίδα, η νεαρή Alice (Φλόρενς Πιου) η οποία αρχίζει να υποπτεύεται ότι κάτι «σάπιο» τρέχει στον λαμπερό «παράδεισο» που κατοικεί μαζί με τον σύζυγο της Jack (Χάρι Στάιλς).
Αρχικά τον ρόλο της Alice είχε προγραμματιστεί να τον ενσαρκώσει η ίδια η σκηνοθέτρια. Εντυπωσιασμένη, ωστόσο, από την ερμηνεία της Πιου στο «Μεσοκαλόκαιρo» αποφάσισε να την προσλάβει δίνοντας στον εαυτό της έναν μικρότερο ρόλο. Ενώ, αργότερα τον Shia LaBeouf στον ρόλο του Jack θα τον αντικαταστήσει ο Στάιλς. Το καστ συμπληρώνουν διακεκριμένοι ηθοποιοί όπως ο Κρις Πάιν, η Τζέμα Τσαν, η Κική Λέιν κ.α.
Τα εμπόδια της πανδημίαςΉταν η πρώτη χολιγουντιανή παραγωγή που ξεκίνησε γυρίσματα εν μέσω πανδημίας. Ολόκληρη η κινηματογραφική βιομηχανία έδειχνε να έχει το βλέμμα στραμμένο πάνω τους, σε μια προσπάθεια να προβλέψει πόσο δυσοίωνο μπορούσε να ήταν το μέλλον της την εποχή του covid. Παρά το γεγονός ότι τα γυρίσματα διακόπηκαν δύο φορές για μια χρονική περίοδο δύο εβδομάδων, όπως επιτάσσαν τα υγειονομικά πρωτόκολλα, ωστόσο, το εγχείρημα ολοκληρώθηκε.
Αν τελικά το μέλλον της ταινίας αποδείχθηκε δυσοίωνο για λόγους που δεν είχαν σε καμία περίπτωση να κάνουν με την πανδημία, αν όλη αυτή η «παραφιλολογία» γύρω από το «Μην ανησυχείς αγάπη μου» και οι ανάμεικτες κριτικές βάλουν στοπ στην μέχρι πριν λίγο ανοδική σκηνοθετική πορεία της Ολίβια Γουάιλντ, αν αποτρέψουν άλλους πρωτοκλασάτους ηθοποιούς να συνεργαστούν μαζί της, αυτό μένει να το δούμε στη συνέχεια. Προς το παρόν η Γουάιλντ προσπαθεί να σώσει ότι μπορεί να σωθεί, ενώ, παράλληλα, ατενίζει το μέλλον, στο οποίο συγκαταλέγεται, σύμφωνα με δημοσιεύματα, μια «αγνώστων στοιχείων» ταινία της Marvel καθώς και το πρώτο της ντοκιμαντέρ.