*** Η επανάληψη της τελευταίας, καθηλωτικής, χορογραφίας του Χρήστου Παπαδόπουλου «Larcen C» στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση – μετά την περσινή πρώτη παρουσίαση της – από τις 6 έως τις 9 Οκτωβρίου, μας βάζει σε ένα… χορό αναμνήσεων: Κατά την επίσκεψη μας στο παρισινό Teatre de la Ville τον Δεκέμβριο του 2021, οπότε και την είδαμε για πρώτη φορά. Εκεί, σε ένα γραφικό cafe της γαλλικής πρωτεύουσας, συναντήσαμε το επόμενο πρωϊνό της παράστασης, τον διακεκριμένο Έλληνα χορογράφο όπου εξέθεσε όλες τις πτυχές του κόσμου στον οποίο δημιουργεί, προσκεκλημένος σε μεγάλα θέατρα και φεστιβάλ της Ευρώπης.
Δεν ήταν μόνο το βαρύ κρύο στις αρχές του Δεκεμβρίου που σε έσπρωχνε να μπεις στο Teatre de la Ville, στην κορυφή της Μονμάρτης στο Παρίσι. Αλλά ήταν και η κρυφή περηφάνια (και η αγωνία και η ανυπομονησία) να δεις μια ελληνική παράσταση χορού, μπροστά σ’ ένα ξένο και πολύ ασκημένο, στα παραστατικά θεάματα, κοινό. Κάτι παραπάνω από μια ώρα, όλα αυτά τα συναισθήματα είχαν τακτοποιηθεί. Για την ακρίβεια, είχαν δικαιωθεί.
Το «Larcen C» του Χρήστου Παπαδόπουλου είχε, μόλις, μια ακόμα πολύ επιτυχημένη παρουσίαση στο Παρίσι, εξηγώντας τον ενθουσιασμό με τον οποίο μιλούσαν γι’ αυτόν τα leaflet του de la Ville. Σε παραγωγή του Ιδρύματος Ωνάση – και πάντα στο πλαίσιο του πληθωρικού προγράμματος εξωστρέφειας που τρέχει με συνέπεια και σπουδαία αποτελέσματα τα τελευταία χρόνια – ο Παπαδόπουλος έκανε ένα ακόμα ‘hop’ στον κύκλο μιας ευρωπαϊκής καταξίωσης που ολοένα αναπτύσσεται. Και που αυτές τις μέρες ετοιμάζεται για την αθηναϊκή του πρεμιέρα στη Στέγη.
Έχουν μεσολαβήσει πολλά από εκείνο το βράδυ στο θέατρο Πόρτα όπου συστηνόταν για πρώτη φορά ως χορογράφος με το απόκοσμο «Elvedon». Κι ας υπήρχε και τότε το ίδιο συναίσθημα: Της δικαίωσης. Επίλεκτος του δικτύου Aerowaves το 2014 (όπου κάπως ιλιγγιωδώς δρομολόγησε πολλές εξελίξεις για εκείνον), ο Χρήστος Παπαδόπουλος αποδεικνύει έκτοτε το τι μπορεί να κάνει το ταλέντο όταν συναντήσει την τύχη.
Ο ίδιος ξεκαθαρίζει πως το ταλέντο δεν είναι μια έμφυτη κατάσταση αλλά η βαθιά συνειδητοποίηση μιας ιδέας και η πίστη προς τον εαυτό. Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου του το έμαθε αυτό.
Βιώνω σημαίνει ταξιδεύω – άρα το βιώνω ως ταξίδι. Υπάρχει ένα κομμάτι ακατανόητο και σχεδόν όμορφα αμήχανο για το πως αυτό το προσωπικό στοιχείο επικοινωνεί με αυτό τον τρόπο. Μόλις χθες, με πλησίασε ένας άνθρωπος από το κοινό, μου έκανε κάποια σχόλια που έδειχναν ότι είχε εμβαθύνει στην παράσταση και εγώ σχεδόν άφωνος, ένιωθα την ανάγκη να βάλω τα κλάματα. Την ίδια, ώρα υπάρχει κι ένα άλλο κομμάτι που είναι πολύ κολακευτικό για την γενικότερη αποδοχή. Και τέλος, υπάρχει το μεγάλο κομμάτι έκθεσης: Όσο καλύτερα πάει η δουλειά και όσο πιο πολύ ακούγεσαι, δυσκολεύει το πράγμα. Θέλει μεγαλύτερη υπομονή, σκληρά νεύρα για να συνεχίσεις να είσαι ο εαυτός μου και να μην παρασυρθείς από αυτό που συμβαίνει.
Από τι κινδυνεύεις να παρασυρθείς;Όσο καλύτερα πάει η δουλειά και όσο πιο πολύ ακούγεσαι, δυσκολεύει το πράγμα. Θέλει μεγαλύτερη υπομονή για να συνεχίσεις να είσαι ο εαυτός μου και να μην παρασυρθείς
Η μεγάλη γενναιοδωρία του κόσμου και των θεσμών συνορεύει με την προσδοκία για το επόμενο έργο ενώ εσύ χρειάζεσαι το χρόνο σου για το επόμενο. Και μαζί χρειάζεσαι να επιτρέψεις στο επόμενο να είναι ό,τι θέλει αυτό – χωρίς δηλαδή να μπερδευτείς από πράγματα που μπορεί να σε εγκλωβίσουν. Υπάρχει, ας πούμε, μέσα μου μια μεγάλη ενοχή, μια αγωνία για το αν έχω δημιουργήσει μια δημιουργική συνταγή και απλώς την αναμασάω. Η΄ αν τελικά είναι ένα διαρκές σκάψιμο προς τα μέσα, εμβαθύνει. Ποιος, όμως, θα μου πει αν σκάβω ή αν επαναλαμβάνομαι;
Δεν έχω επιλογή πέρα από το να ακούσω τον εαυτό μου. Κι αυτές οι συνισταμένες είναι πολύ σκληρές όταν βρίσκεσαι κάθε μέρα στο στούντιο και συνειδητοποιείς πως ανακαλύπτεις νέα πεδία ή λύνεις παλιά προβλήματα. Άρα, ο πόνος και η χαρά συνορεύουν. Ξέρεις, μου πήρε χρόνο για να αποφασίσω πως δεν ανήκω σε αυτούς που γεννούν διαφορετικές ιδέες κάθε φορά, αλλά γενούν πραγματικές ιδέες μέσα από την ίδια ματιά. Θα μπορούσα, φυσικά, να είμαι από εκείνους που πιστεύουν ότι έχουν μια πραγματική ιδέα και αποτυγχάνουν. Αλλά προτιμώ να είμαι εκείνος που έχει μια ιδέα, η οποία έρχεται από κάπου βαθιά. Έχω συμφιλιωθεί με αυτό. Όλο αυτό είναι ένα ταξίδι όπου συνυπάρχουν πολύ ωραία πράγματα αλλά και πολύ δύσκολα.
Γυρίζοντας πίσω, περίμενες την αποδοχή από την πρώτη κιόλας παράσταση σου, το «Elvedon»;Ομολογώ πως όχι. Το «Elvedon» θα έχει πάντα μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου γιατί μέσα από αυτό κατάλαβα τι με ενδιαφέρει. Θυμάμαι πως στις πρόβες ξεκίνησα με όσα που ήξερα για το σύγχρονο χορό. Κι ήταν τότε που άρχισα να απορρίπτω πράγματα χορογραφικά. Ξαφνικά, σταμάτησα να βλέπω τα χέρια και τα πόδια των χορευτών και τους κοίταζα στα μάτια. Κατάλαβα ότι αυτό είναι το σημαντικό και πως το σώμα υποστηρίζει το βλέμμα. Έτσι άρχισα να διεκδικώ στην πρόβα τη σύνδεση μου με το υλικό, αυτήν την πολύτιμη μετωπικότητα με τον περφόμερ.
Σκέφτομαι, εκ των υστέρων, πως μόνο αν εμπιστευτείς πραγματικά τον εαυτό σου, μπορείς κάτι να καταφέρεις. Αν σκέφτεσαι πως να φτιάξεις πρωτοπορία έχεις ήδη αποτύχει. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να γίνουμε βαθιά προσωπικοί και ίσως τότε κυλήσουμε προς την πρωτοπορία γιατί ο καθένας μας είναι μοναδικός. Όσα θα κάνεις δεν θα μοιάζουν με κάτι άλλο.
Υπάρχει μέσα μου μια μεγάλη ενοχή, μια αγωνία για το αν έχω δημιουργήσει μια δημιουργική συνταγή και απλώς την αναμασάω
Πράγματι, γι’ αυτό και στο «Εlvedon» είχα την αγωνία μήπως αυτό που κάνω είναι ελιτίστικο, εμμονικό, πολύ πειραματικό και δεν θα επικοινωνήσει. Αλλά μετά σκεφτόμουν πως αυτό με συγκινεί. Κι αφού κατάφερα να φτάσω στη σπάνια συνθήκη να είμαι διαρκώς συγκινημένος με κάτι, γιατί να το θυσιάσω;
Πίστευες από την αρχή στον εαυτό σου;Ναι, πίστευα. Φυσικά είχα και ανασφάλεια αλλά μαζί και την απόλυτη πεποίθηση ότι υπάρχει εδώ κάτι βαθιά προσωπικό που αν το δω καθαρά θα προκύψει κάτι δυνατό. Στη συνέχεια, σχεδόν πάντα, αυτή η προσωπική μου αίσθηση συναντούσε την εμπλοκή του κοινού. Αν συγκινεί εσένα, θα συγκινήσει κι άλλους. Ενώ αν δεν ικανοποιεί εσένα, θ’ αφήσει κι άλλους ανικανοποίητους. Εσύ είσαι αυτός που πρέπει να ξεκλειδώσεις τα πράγματα μέσα σου.
Από αυτά που λες, καταλαβαίνω πως φοβάσαι για το επόμενο βήμα.Πάντα φοβάμαι. Με βοηθάει ότι δεν είμαι άνθρωπος της ταχύτητας. Θέλω το χρόνο μου για να ησυχάσω μετά από ένα έργο. Με τρομάζει το ότι δεν έχω έτοιμη μια επόμενη ιδέα, με τρομάζει ότι μπορεί να έχει συμπληρωθεί ένας χρόνος από την τελευταία δημιουργία κι ακόμα είμαι άδειος. Θαυμάζω τους καλλιτέχνες που έχουν στο μυαλό τους τα θέματα με τα οποία θα καταπιαστούν στο μέλλον. Με συναρπάζει η ευελιξία κάποιων ανθρώπων που ενώ έχουν μια δουλειά σε εξέλιξη, αποφασίζουν να κάνουν παράλληλα και κάτι ακόμα και κάτι ακόμα. Ζηλεύω αυτή την ευελιξία που προδίδει μια ελαφράδα. Γιατί εγώ μπαίνω σε ένα πράγμα κι αυτό μετατρέπεται στην αρχή και στο τέλος του κόσμου.
Υπάρχουν τόσο σοβαρά πράγματα εκεί έξω – υπάρχει ας πούμε το μεταναστευτικό ζήτημα. Όσο κι αν αντιμετωπίζω με μεγάλη σοβαρότητα τη δουλειά μου, δεν είναι σε καμία περίπτωση εξίσου σοβαρή σε σχέση με τα συμβάντα της ζωής. Υπάρχει ένας καλλιτεχνικός εγωισμός εκεί. Κατά συνέπεια, ό,τι με βγάζει από το έργο μου με ωφελεί. Με αποσπά από αυτό το βάρος της σοβαρότητας που πρέπει να έχει η δουλειά μου. Θέλω να δημιουργήσω με μια άλλη ελαφράδα.
Πολύ. Επίσης, ανησυχώ για αν αποκλείω πράγματα και ποιότητες που είναι παραδίπλα, ενώ εγώ είμαι μέσα στη σκουλικότρυπα. Καταλαβαίνω φυσικά ότι αυτό είναι κομμάτι μιας σημαντικής πορείας για μένα, όπως καταλαβαίνω ότι μπορεί να γίνομαι και ανυπόφορος και στους δικούς μου ανθρώπους. Η μητέρα μου, για παράδειγμα, όταν την παίρνω τηλέφωνο είναι σίγουρη πως διανύω καλές ημέρες στη δουλειά, οπότε και επικοινωνώ με τον έξω κόσμο.
Συμβαίνει και το άλλο: Πολλές φορές βλέπω εφιάλτες και μέσα στον εφιάλτη βρίσκω λύση για τη χορογραφία. Βρίσκω λύση μέσα στον εφιάλτη! Θα ήθελα, λοιπόν, να μπορώ να δημιουργώ με περισσότερη χαρά. Δεν ξέρω αν θα μου στοιχίσει αυτό, αν η ανακάλυψη των προσωπικών περιοχών θέλουν πόνο. Πάντως, όλοι μου ζητούν να χαλαρώσω.
Οι εξελίξεις των τελευταίων ετών, τα φεστιβάλ, οι τουρνέ, έχουν θρέψει το ναρκισσισμό σου;Μόνο αν εμπιστευτείς πραγματικά τον εαυτό σου, μπορείς κάτι να καταφέρεις
Βέβαια. Θα ήμουν ανόητος αν έλεγα το αντίθετο. Αλλά ευτυχώς, υπάρχει ο πόνος και το άγχος της δημιουργίας. Όταν μου έρχεται μια πρόταση για να χορογραφήσω άλλες ομάδες στο εξωτερικό λέω πάντα όχι. Η πρώτη αντίδραση μου δεν είναι μια κατάσταση αυτοθαυμασμού αλλά μια κατάσταση αυτοκριτικής, η γνώση πως είμαι ανέτοιμος και δεν έχω τίποτα να πω. Αρχίζω, τότε και σκέφτομαι πως είμαι ένας τζαναμπέτης της τέχνης που έχω ξεγελάσει τους άλλους και στην πραγματικότητα είμαι ρηχός. Θέλω να πω λοιπόν, πως κάτι νέο δεν με οδηγεί αναγκαστικά σε τέτοια μονοπάτια. Πάντως, όλη αυτή η διαδρομή είναι πολύ ελπιδοφόρα, γιατί ένα παιδί από ένα χωριό – όπως εγώ – έχει την ευκαιρία να εξελιχθεί με προοπτικές.
Και μαθαίνω πως σύντομα θα κάνεις το βήμα και θα χορογραφήσεις άλλες ομάδες.Ναι, φέτος είναι η πρώτη φορά που συμφώνησα να κάνω δύο δουλειές στο εξωτερικό, στη Γερμανία και στη Γαλλία.
Ενώ είσαι διεθνής, παραμένεις και τοπικός. Δεν έχεις σταματήσει να συνεργάζεσαι με το ελληνικό θέατρο. Γιατί;Καταρχάς, το κάνω πολλά χρόνια και με ευχαριστεί. Θέλω να συναντάω σκηνοθέτες και να μπαίνω στο όραμα τους. Μου φαίνεται πολύ ανακουφιστικό και ξεκούραστο να δουλεύω για άλλους. Επίσης, βρίσκω απολαυστικό να δουλεύω με τους ηθοποιούς. Την ίδια ώρα, μου φαίνεται πια ότι με ξέρουν περισσότερο στη Γαλλία απ’ ότι στην Ελλάδα. Κι αυτό γιατί ένα έργο μου στην Ελλάδα θ’ ανέβει για τέσσερα βράδια ενώ στη Γαλλία για 35 παραστάσεις. Νιώθω, λοιπόν, σαν να χάνομαι από το ελληνικό κοινό και συντηρώ αυτή τη σχέση μέσα από το θέατρο.
Σκέφτεσαι κι άλλους τρόπους για να συσφίξεις τις σχέσεις σου μαζί του;Θέλω να βρω ένα τρόπο να ξανακάνω όλα μου τα έργα στην Ελλάδα.
Είπες πριν ότι είσαι πιο γνωστός στην Γαλλία από ότι στην Ελλάδα. Αλλά και στην Ελλάδα έγινες γνωστός αφού διακρίθηκες στο Aerowaves. Που είναι το λάθος σε όλο αυτό;Θέλω το χρόνο μου για να ησυχάσω μετά από ένα έργο. Με τρομάζει το ότι δεν έχω έτοιμη μια επόμενη ιδέα, με τρομάζει ότι μπορεί να έχει συμπληρωθεί ένας χρόνος από την τελευταία δημιουργία κι ακόμα είμαι άδειος
Καταρχάς, στην Ελλάδα δεν έχουμε χορευτικές δομές. Δεν έχουμε ένα αντίστοιχο Aerowaves ή ένα αντίστοιχο πανγαλλικό δίκτυο του CDCN. Τι κάνει το CDCN; Έχει θέατρα σε όλες τις πόλεις, κάθε θέατρο συνεισφέρει με ένα μικρό ποσό, εν τέλει μαζεύεται ένα ποσό συμπαραγωγής και η ομάδα που συμμετέχει στο πρόγραμμα κάνει tour σε όλη τη χώρα. Φαντάσου πόσες ωραίες συμπαραγωγές θα γίνονταν αυτό εφαρμοζόταν μέσα από το θεσμό των ΔΗΠΕΘΕ. Όμως, που πάει μια ομάδα χορού εκτός Αθήνας; Πόσα λίγα πράγματα γίνονται; Πόσο δύσκολα επικοινωνείται η δουλειά κάποιου χορογράφου στον ελληνικό χώρο;
Η πορεία μου ξεκίνησε όταν έστειλα ένα βίντεο στην ομάδα του Aerowaves με το «Elvedon». Έτσι είδε την παράσταση στο Πόρτα ο πρόεδρος της οργάνωσης Τζον Άσφορντ. Τυχαία ξεκίνησαν όλα αφού μας λείπει το σύστημα και η φροντίδα. Χρειαζόμαστε συστήματα που προκύπτουν από βαθιά αγάπη για τον καλλιτέχνη. Και αυτό αποδίδει εμπορικά.
Ποια είναι η εμπειρία σου από το γαλλικό σύστημα για το χορό;Κάθε χρόνο, η Γαλλική Πολιτεία κάνει έναν υπολογισμό των εσόδων που τους φέρνει κάθε μορφή γαλλικής τέχνης και αναλόγως δίνει παροχές. Πριν προκύψει ο covid, όλες οι πολιτιστικές δράσεις στη χώρα αυτό έφεραν έσοδα τρεις φορές πάνω από την γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία. Συμπεριφέρονται στην Τέχνη ως κανονική βιομηχανία. Και θεωρούν αδιανόητο να προωθεί ένας καλλιτέχνης τη Γαλλία στο εξωτερικό και να μην χορηγείται σε σταθερή βάση. Φαντάσου να συνέβαινε αυτό στην Ελλάδα – γιατί και η ελληνική τέχνη παράγει. Όμως, εμάς μας στηρίζει η Στέγη, ένας ιδιωτικός οργανισμός και το Ίδρυμα Ωνάση, ένα κοινωφελές ίδρυμα. Αλλά το ΥΠΠΟ, όπως αποκαλύφθηκε με την πανδημία, δεν ήξερε καν ποιοι ήμασταν, τι επάγγελμα κάνουμε. Μας έμαθε χάρη στο Μητρώο. Στην Ελλάδα είμαστε πολύ μακριά από κάθε τέτοια λογική.
Τα ίχνη της πρότερης φάσης της ζωής σου, πριν αφομοιωθείς από τον χώρο της Τέχνης, όταν σπούδαζες Πολιτικές Επιστήμες στην Πάντειο, είναι ορατά στη σκέψη και τη ματιά σου;Ναι, γιατί υπάρχει μια αίσθηση μέσα μου ότι ο πολιτισμός μας έχει οδηγήσει μέσα σε μια υπερκτίμηση του ανθρώπου και του ανθρωπίνου δράματος. Κι αυτό έγινε ακόμα πιο καθαρό μετά το ταξίδι μου στην Κένυα – όπου μου είχε ζητηθεί να κάνω μια έρευνα για τους χορούς των εκεί φυλών εν μέσω ενός εμφυλίου. Εκεί η δουλειά μου ήταν να φέρω σε συνομιλία αυτές τις φυλές – όχι για να χορέψουν μαζί αλλά κυρίως για να συνυπάρξουν στον ίδιο χώρο και να αμβλυνθεί αυτή η τρομακτική ένταση.
Μόλις προσγειώθηκα στην Κένυα, με παρέλαβε το τζιπάκι της συνοδείας από το Ναϊρόμπι και με άφησε στη μέση της σαβάνας μέσα σε μια ιγκλού σκηνή, χωρίς προστασία. Το βράδυ ξυπνούσα από τα λιοντάρια που κυνηγούσαν δύο μέτρα από τη σκηνή μου. Και για πρώτη φορά στη ζωή μου βρισκόμουν σε μια φυσική πραγματικότητα που δεν ήταν ορισμένη από τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος δεν είχε κανένα ρόλο να παίξει εκεί και αισθάνθηκα σαν μια νεογέννητη απροστάτευτη γαζέλα που παρατηρούσε τον κόσμο αυτό. Γρήγορα άρχισα να συνειδητοποιώ πως είναι πολύ πιθανόν ένα από τα επόμενα βράδια να με φάει το βράδυ ένα λιοντάρι.
Η σκέψη ότι στη φύση μπορείς ανά πάσα στιγμή να καταναλωθείς μου φάνηκε αρχικά τρομακτική, μετά αστεία και μετά πολύ κανονική. Θα μπορούσαμε, όντως, να ζούμε μαζί με τα λιοντάρια χωρίς αυτό να είναι τρομακτικό Όλο αυτό ήταν ένα φιλοσοφικό σκαμπίλι για το πόσο ασήμαντη είναι η ύπαρξη μας στον κύκλο της ζωής. Αν με είχε φάει το λιοντάρι δεν θα είχε διαταραχθεί καμία πραγματικότητα. Η ζωή μας είναι τρομερά υπερεκτιμημένη και θεωρούμε πως μέσα από την τέχνη μπορούμε να μιλάμε ασύστολα για το ανθρώπινο δράμα μας. Στην πραγματικότητα, είμαστε κι εμείς κάτι έντομα του πλανήτη, με την επίδραση ενός έρπη ζωστήρα κι έχω αρχίσει να σκέφτομαι πως αν εκλείψουμε ο κόσμος αυτός θα γλιτώσει.
Το μεγάλωμα σου στην επαρχία πόσο συνέβαλε σε αυτή τη συνειδητοποίηση;Μου φαίνεται πια ότι με ξέρουν περισσότερο στη Γαλλία απ’ ότι στην Ελλάδα
Μεγάλωσα στη Νεμέα, βοηθώντας τον παππού στα αμπέλια. Για μένα αυτήν ήταν η καλύτερη παιδική ηλικία που θα μπορούσε να έχει ένα παιδί. Και επειδή ήμουν υπερκινητικός, αφιέρωνα καθημερινά ένα δίωρο – μάλιστα το ονόμαζα περιπλάνηση. Το μεσημέρι – όπου όλα τα άλλα παιδιά έμεναν στο σπίτι – έφευγα για μια βόλτα προσωπικού χρόνου μέσα στη φύση. Αυτές οι εμπειρίες καθόρισαν σημαντικά το πως βλέπω τη φύση. Μέσα στα δάση και στους κάμπους λύθηκε η φαντασία μου και αυτές οι αναμνήσεις είναι η βασική μου τροφοδοσία για τις αισθήσεις και για τα έργα μου. Όλες μου οι χορογραφίες έχουν μια αναφορά στο φυσικό περιβάλλον. Ακόμα και στην περίπτωση του «Larcen C» όπου η πολιτική του διάσταση είναι πιο έντονη και πάλι την αντλώ ως σχόλιο μέσα από τη φύση.
Οι περφόρμερς του «Larcen C» παραπέμπουν και λειτουργούν σαν ένα σμήνος πουλιών, σωστά;Ναι. Γιατί τα σμήνη των πουλιών για μένα είναι – εκτός από ένας φυσικός, μηχανισμός επιβίωσης – μια πολιτική τοποθέτηση. Αφού κάθε μέλος της ομάδας πρέπει να πει ναι σε αυτό το μηχανισμό.
Άρα, με έναν τρόπο, ο άνθρωπος δεν είναι πρωταγωνιστής στα έργα σου…Στα έργα μου, κάνω zoom out από τον άνθρωπο, τον βλέπω αλλά σε ένα μεγαλύτερο πλαίσιο. Γιατί αν εσύ πονάς, ενώ δίπλα συμβαίνει πόλεμος, δεν έχει καμία σημασία. Επίσης, ο πόλεμος δεν θα έχει μεγάλη σημασία, αν μάθουμε ότι αναμένεται καταστροφικός κομήτης στη Γη. Κι επίσης, η Γη είναι σημαντική αλλά υπάρχουν χιλιάδες, εκατομμύρια πλανήτες εκεί έξω. Πρέπει να δούμε ποιο από όλα τα δράματα είναι σημαντικό κι αυτό για να χαλαρώσουμε στη ζωή μας. Φυσικά, προκειμένου να τ’ αφηγηθώ όλα αυτά έχω πάλι ανάγκη τον άνθρωπο – παρατηρώντας την ίδια ώρα τα πουλιά, τα λιοντάρια ή και τα παγόβουνα. Δεν έχουμε άλλη ελπίδα από το να χτίσουμε τη φιλοσοφία μιας κοινότητας που θα μας βοηθήσει να συνυπάρξουμε.
Πόσο έχεις μετατοπιστεί εσύ ως άνθρωπος μέσα στα χρόνια; Ποιο ήταν το αγόρι από τη Νεμέα που χανόταν στα δάση και ποιο είναι σήμερα που ταξιδεύει σε όλη την Ευρώπη;Υπάρχει μια αίσθηση μέσα μου ότι ο πολιτισμός μας έχει οδηγήσει μέσα σε μια υπερκτίμηση του ανθρώπου και του ανθρωπίνου δράματος
Νιώθω ότι είμαι απόλυτα ίδιος. Γιατί όλα είναι θέμα χρόνου. Η παρατήρηση μιας κατάστασης είναι πολύ διαφορετική ανάλογα με την ηλικία που βρίσκεσαι. Στην παιδική ηλικία, σου δίνεται η αίσθηση του άπειρου χρόνου σε αντίθεση με το τώρα. Μέσα από την τέχνη νιώθω πως ξαναβρίσκω παιδικά μου στοιχεία, είναι σαν πισωπατώ προς την αρχή μου. Νιώθω, ας πούμε, πως είμαι πολύ πιο κοντά στις εμπειρίες της Νεμέας, από ότι ήμουν δέκα χρόνια πριν. Και το νιώθω γιατί είμαι πιο πολύ συνδεδεμένος με τα συναισθήματα μου, είμαι πολύ ευσυγκίνητος, ευαίσθητος, ευέξαπτος. Δεν είναι τυχαίο πως για πρώτη φορά στη ζωή μου μπήκα σε διαδικασία ψυχοθεραπείας γιατί διαχειρίζομαι μεγάλα μεγέθη και μπορεί να γίνομαι άδικος.
Υπάρχει ένας άνθρωπος που έχεις ως αναφορά για όσα κάνεις;Κάθε φορά που έχω προβλήματα στη χορογραφία καλώ τον Δημήτρη Παπαϊωάννου να δει το υλικό μας γιατί είναι ο πιο στοργικός μπαμπάς και σου εμφυσεί την ελπίδα να επιμείνεις. Γνωριστήκαμε και συνεργαστήκαμε για πρώτη φορά στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Και στη συνέχεια χόρεψα για κάποια χρόνια στην ομάδα του. Ήταν και είναι ένας μεγάλος μέντορας στο πως η σκληρή δουλειά, η επιμονή και η καθαρότητα του μυαλού αποδίδει. Ο Δημήτρης μου έμαθε πως το ταλέντο δεν είναι μια έμφυτη ικανότητα που ενυπάρχει στα κύτταρα του καλλιτέχνη, αλλά είναι μια απαιτητική διαδικασία στην οποία πρέπει να κοιτάξεις κατάματα μια ιδέα, να απομακρύνεις όλα όσα τη συσκοτίζουν και τελικά να εμπιστευτείς το υλικό σου και να δουλέψεις πάνω σε αυτό.
Έχεις περάσει ολότελα στην χορογραφία; Έχεις την ανάγκη να χορέψεις ξανά;Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου μου έμαθε πως το ταλέντο δεν είναι μια έμφυτη ικανότητα, αλλά μια απαιτητική διαδικασία στην οποία πρέπει να κοιτάξεις κατάματα μια ιδέα, να απομακρύνεις όλα όσα τη συσκοτίζουν και τελικά να εμπιστευτείς το υλικό σου
Όχι. Αφού για να κάνω μια δουλειά είμαι πριν δύο μήνες ολομόναχος στο στούντιο. Σε κάθε πρόβα, πριν εμφανιστούν οι χορευτές, είμαι μόνος μου στο στούντιο. Όταν δουλεύω μόνος μου παθιάζομαι, μου αρέσει να ερευνώ με το σώμα μου. Αλλά δεν πιστεύω πως είμαι ικανός να είμαι μέλος της ομάδας που χορεύει και παράλληλα να δημιουργώ. Συνεπώς, δεν μου λείπει να είμαι περφόρμερ. Αν, όμως, σε μια πιάτσα λείπει ένας χορευτής, θα ήθελα να μπω ξαφνικά και να κάνω μια αντικατάσταση. Θα ήθελα να βρω το κουράγιο να βρεθώ ανάμεσα σε τόσο ωραίους περφόρμερ και να σταθώ αντάξιος δίπλα τους.
Το Larsen C πραγματοποιείται υπό την Αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, με την υποστήριξη του Οργανισμού Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ και του Fondation d’entreprise Hermès στο πλαίσιο του New Settings Program.