Την εβδομάδα που πέρασε κάναμε βόλτες στην πόλη, δοκιμάσαμε νέες γεύσεις, πήγαμε θέατρο, είδαμε ταινίες και πολλά άλλα και θέλουμε να τα μοιραστούμε μαζί σας. Συγκεντρώσαμε ότι μάς κέντρισε το ενδιαφέρον και μάς ενθουσίασε ή μας απογοήτευσε!
Όλα όσα μάς άρεσαν (+) Onassis Block Party: Όταν η γειτονιά μου γέμισε μουσική και fun vibes σε ένα τεράστιο street partyΓια έναν περίεργο λόγο, όπου κι αν έχω ζήσει τα τελευταία χρόνια, βρίσκομαι πάντα στα 20 λεπτά από τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση. Αυτό σημαίνει ότι είχα πολλές φορές την ευκαιρία να την επισκεφτώ, κάθε φορά που μου τραβούσε την προσοχή ένα έργο/εκδήλωση. Αυτό που έζησα όμως την Τρίτη δεν το έχω ξαναζήσει ούτε στη Στέγη, ούτε κάπου αλλού. Ακριβώς πίσω από τη Στέγη πραγματοποιήθηκε το πιο μεγάλο street party, με άπειρο κόσμο κάθε ηλικίας να γεμίζει τις οδούς Ευρυδάμαντος και Γαλαξία και τα γύρω στενά, για να διασκεδάσει με τη ψυχή του. Το αποτέλεσμα; Ένα πάρτι που συνέχισε με την ίδια ένταση, τον ίδιο ενθουσιασμό και όλο και πιο δυναμικά sets μέχρι τα μεσάνυχτα. Εμείς ξεχωρίσαμε τις δυναμικές ρίμες της EXPE, το dj-set του Teranga Beat που μας έκανε να χορέψουμε με τα afro-beats που επέλεξε, το από-άλλο-κόσμο dj set της Colleen “Cosmo” Murphy, τους πάντα φρέσκους Black Athens και φυσικά το αναπάντεχο θρακιώτικο πάρτι που έστησε η Εβρίτικη Ζυγιά, ενώ δεν γίνεται να μην αναφέρω το γεμάτο ενέργεια set των Planningtorock που συνοδεύτηκε από ένα α-πί-στευ-το χορευτικό performance. Νομίζω ότι ήταν κάτι που είχαμε πολύ ανάγκη στην μετα-covid πραγματικότητα και ανυπομονούμε να το ξαναζήσουμε!
Τατιάνα Γεωργακοπούλου
Πριν από λίγους μήνες είχα βρεθεί στα γυρίσματα ενός βιντεοκλίπ για το νέο άλμπουμ του Theodore “The Voyage” και είχα συνομιλήσει μαζί του για το νέο του αυτό εγχείρημα που υποσχόταν στους ακροατές ένα ξεχωριστό ταξίδι στο διάστημα. Πράγματι, οι υποσχέσεις αυτές ζωντάνεψαν μπροστά μου τόσο όταν άκουσα το άλμπουμ ολοκληρωμένο από το σπίτι μου, αλλά κυρίως όταν βρέθηκα στην exclusive performance του στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών το βράδυ της Πέμπτης και ξαφνικά ένιωσα πως μπήκα σε αυτήν τη μαύρη τρύπα που χάθηκε και ο ήρωας του “The Voyage”. Αφέθηκα λοιπόν και εγώ και έζησα ένα ξεχωριστό ταξίδι, γεμάτο μουσική, φως και ελπίδα. Το πάθος του Theodore στη σκηνή είναι μοναδικό και δύσκολα μπορεί κανείς να το περιγράψει με λόγια. Ο καλλιτέχνης και τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας, αφήνουν πραγματικά ένα κομμάτι της ψυχής τους στη σκηνή και το χαρίζουν απλόχερα στους ακροατές τους. Το πάθος αυτό βέβαια, συμπληρώνεται εκπληκτικά από το φως που νωρίτερα ανέφερα και δημιουργεί τελικά την κατάλληλη ατμοσφαιρική διάθεση. Φως όχι με την αφηρημένη του έννοια, κανονικό φως, πολύχρωμο και εμπνευσμένο από τα συναισθήματα αυτού του ταξιδιού, με λίγα λόγια, light instalations, βγαλμένα από το διάστημα και αυτά. Και φυσικά, το εξαιρετικό αυτό live δε θα μπορούσε να μην έχει και ένα εξαιρετικό κλείσιμο! Όσοι βρεθήκαμε εκείνο το βράδυ στον Λόφο Νυμφών του Θησείου είχαμε και μία έκπληξη, καθώς το τηλεσκόπιο Δωρίδη στην κορυφή του λόφου μάς περίμενε για μία exclusive παρατήρηση του βραδινού ουρανού. Η εμπειρία αυτή ήταν σίγουρα από εκείνες που δε θες να ξεχάσεις ποτέ και σας συστήνω ανεπιφύλακτα να τη ζήσετε και εσείς σε ένα από τα επόμενα live του Theodore!
Μωραΐτη Ειρήνη
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Η αλήθεια είναι ότι έψαχνα για πολύ καιρό να βρω ένα μαγαζί που να θυμίζει κάτι από άλλη εποχή. Μιας εποχής που εγώ δεν έζησα, αλλά από ιστορίες των μεγαλύτερων θα ήθελα να μάθω. Έτσι λοιπόν, έκλεισα τραπέζι στο Οινομαγειρείο της Αλεξάνδρας στην Δεκελέων (τελικά το Γκάζι δεν αποτελείται μόνο από θορυβώδη clubs και νυχτερινά κέντρα όπως φαίνεται). Είναι ένα υπόγειο το οποίο ίσα που φαίνεται-για όσους δεν το γνωρίζουν-αλλά όπως κατέβαινα τα σκαλιά μου έρχονταν μυρωδιές ποιοτικής, μαμαδίστικης κουζίνας. Κατάλογο δεν έχουν (γιατί; γιατί μπορούν!), το προσωπικό όμως είναι ευγενέστατο να ενημερώσει για όλα τα πιάτα ημέρας και μπορώ να πω πως ό,τι μας πρότειναν ήταν απλά εξαιρετικό. Καλές πρώτες ύλες, φαγητά φτιαγμένα με μεράκι (η κουζίνα έχει κατά βάση πολίτικα πιάτα) και γλυκόπιοτο κρασί. Η μουσική επίσης ήταν ανάμεσα στα πολλά συν του μαγαζιού, καθώς οι δύο μουσικοί που βρίσκονταν εκεί (κιθάρα και μπουζούκι), είχαν ένα πλήρες ρεπερτόριο που καλύπτει όλα τα γούστα, από παλιά λαϊκά μέχρι έντεχνα. Η Αλεξάνδρα, ιδιοκτήτρια του μαγαζιού, είτε είσαι θαμώνας είτε έρχεσαι πρώτη φορά, σου “ζεσταίνει” την καρδιά με το γλυκό της χαμόγελο και την θετική της αύρα. Όπως διαπιστώνετε, το “Οινομαγειρείο” πρόκειται να είναι στέκι της παρέας για πολλά χρόνια ακόμα.
Χριστιάνα Τσατσαρώνη
Η λογοτεχνία είναι κάτι που λατρεύω και πάντα επιδιώκω να την επιλέγω στον ελεύθερο μου χρόνο. Αυτή την εβδομάδα με συντρόφευαν “Οι Ώρες” του Cunningham, του άξιου αυτού Αμερικανού συγγραφέα. Στα χέρια μου το βιβλίο έπεσε τυχαία στο πλαίσιο μιας πανεπιστημιακής εργασίας. Ευτυχώς. Με το μυθιστόρημα “Οι Ώρες”, ο Michael Cunningham αποτίει φόρο τιμής στη ζωή και το έργο της Βιρτζίνια Γουλφ μέσα από τη συγγραφή της ιστορίας μιας ομάδας ανθρώπων που παλεύουν διεκδικώντας το μερίδιό τους στον έρωτα, την ελπίδα αλλά και την απογοήτευση. Ο Michael Cunningham, ξεκινώντας με την περιγραφή της τελευταίας μέρας της ζωής της Βιρτζίνια Γουλφ, μας μεταφέρει στον κόσμο δύο Αμερικανίδων που προσπαθούν να δώσουν νόημα στη ζωή τους αλλά και να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις των φίλων, των αγαπημένων, των συγγενών. Τρείς ηρωίδες. Τρείς γυναίκες σε τρείς διαφορετικές εποχές. Φαινομενικά διαφορετικές μεταξύ τους μα και όμοιες συνάμα. Ερωτεύονται, αγαπούν, ελπίζουν, απογοητεύονται, καταστρέφουν και καταστρέφονται, ζουν, αντικρίζουν φευγαλέα τον θάνατο, μετρούν ώρες και συνεχίζουν η κάθε μία στο μονοπάτι που επέλεξε.
Αυτό που με συνεπήρε είναι ο συγκερασμός γεγονότων τρίων διαφορετικών εποχών: της προπολεμικής Αγγλίας, όπου συναντάμε την Βιρτζίνια Γουλφ δεκαοχτώ χρόνια πριν δώσει τέλος στη ζωή της να γράφει το γνωστο μυθιστόρημα της “Η Κυρία Ντάλογουεϊ”, της μεταπολεμικής Καλιφόρνια, όπου συναντάμε την Λόρα Μπράουν, αναγνώστρια του βιβλίου “Η Κυρία Ντάλογουεϊ” και της σύγχρονης Νέας Υόρκης, όπου συναντάμε την “κυρία Ντάλογουεϊ” μια μεσήλικη γυναίκα με παρατσούκλι από την ηρωίδα της Βιρτζίνια Γουλφ. Συνδετικός κρίκος των δύο ηρωίδων και των δύο εποχών είναι λοιπόν η ίδια η Βιρτζίνια Γουλφ. Ο αναγνώστης μεταφέρεται διαρκώς από το παρελθόν στο μέλλον και αντίστροφα. Η ευφυής και συνάμα λυρική γραφή του Cunningham δεν σου αφήνει πολλά περιθώρια…Συναρπάζεσαι και νιώθεις οικεία και με τις τρεις ηρωίδες. Ηρωίδες με παρόμοιους προβληματισμούς και φόβους σχετικά με την ύπαρξη τους, την δημιουργία, την επίτευξη κάτι σημαντικού. Στο τέλος, νιώθεις την ίδια λύτρωση μαζί τους και μια βαθιά συγκίνηση για την ίδια την ζωή και τις Ώρες. Ένα βιβλίο που δικαίως κέρδισε το βραβέιο Pulitzer το 1999 και έγινε ταινία το 2002 αποσπώντας 9 υποψηφιότητες για Όσκαρ.
Νατάσα Μιχελάκου
Ξέρεις ότι η βδομάδα ξεκινάει καλά όταν ξεκινάει με θέατρο. Πόσο μάλλον με πρεμιέρα. Η Λουκία Μιχαλοπούλου και ο Νικορέστης Χανιωτάκης μετά την «Γίδα ή ποια είναι η Σύλβια;» ξανασυναντιούνται με μονόλογο αυτή τη φορά στο θέατρο «Μικρό Χορν». Το σκηνικό τοποθετεί την ηρωίδα στο ακατάστατο δωμάτιό της και σε μόνιμη αγωνία πάνω από το τηλέφωνο σαν μια εξάρτηση που της δίνει μόνο μια ανάσα για να συνεχίσει τη μέρα μετά την εγκατάλειψή της από τον άντρα της. Πυρηνικό στοιχείο του έργου που η Λουκία Μιχαλοπούλου σωστά ερμηνεύει είναι η ενοχικότητα αυτής της γυναίκας. Εκείνη επιφορτίζεται όλα τα λάθη, μειώνοντας διαρκώς την αξία της στη δυάδα, κάτι που όμως δυσκολεύει τη ταύτιση με την ηρωίδα. Η σκηνοθεσία είναι ευρηματική ανά σημεία και η διάρκεια της παράστασης ιδανική, χωρίς ωστόσο να αισθάνθηκα ότι πλησιάζει η κορύφωση.
Αν μια ιδέα μέσα από το έργο του Κοκτώ η «Ανθρώπινη Φωνή» κάθισε μέσα μου είναι η φράση (spoilers) «ακούμε, αλλά δε μπορούμε να κάνουμε τους άλλους να μας ακούσουν». Ίσως αξίζει με αφορμή την παράσταση να αναρωτηθούμε τι σημαίνουν τα «παράσιτα» στα δικά μας «τηλεφωνήματα» και ίσως βρούμε και εμείς τη χροιά της δικής μας «ανθρώπινης φωνής». Πάντως βγαίνοντας, αν έπρεπε με μια μόνο λέξη να περιγράψω τη παράσταση, αυτή θα ήταν σίγουρα «ενδιαφέρουσα».
Λίνα Ρόκα
Ο Kazuo Ishiguro πάντα πραγματεύεται θέματα που μας αγγίζουν στενά σήμερα: η απώλεια της αθωότητας, η σημασία της μνήμης, το τι είναι διατεθειμένος να δώσει ένας άνθρωπος, η αξία που δίνει στους άλλους, το σημάδι που μπορεί να αφήσει. Συγκεκριμένα το “Μη με αφήσεις ποτέ” είναι ένα αριστούργημα της πρόβλεψης προορίζεται να γίνει ένα κλασικό έργο της εύθραυστης ζωής μας. Η Kath, η Ruth και ο Tommy ήταν μαθητές στο Hailsham τη δεκαετία του ’90. Ένα ειδυλλιακό σχολείο, φωλιασμένο στην αγγλική ύπαιθρο, όπου τα παιδιά προστατεύονταν από τον έξω κόσμο και ανατρέφονταν με την ιδέα ότι ήταν ξεχωριστά όντα, ότι η προσωπική τους ευημερία ήταν απαραίτητη, όχι μόνο για τους ίδιους, αλλά και για την κοινωνία στην οποία θα εισέρχονταν μια μέρα. Αλλά γιατί είχαν βρεθεί μαζί εκεί; Πολλά χρόνια αργότερα, η Kathy επιτρέπει τελικά στον εαυτό της να ενδώσει στο κάλεσμα της μνήμης και προσπαθεί να κατανοήσει το κοινό τους παρελθόν. Μαζί με τη Ruth και τον Tommy, συνειδητοποιεί σταδιακά ότι η φαινομενικά ευτυχισμένη παιδική τους ηλικία συνέχισε να τους στοιχειώνει, σε σημείο που να φρενάρει την ενήλικη ζωή τους. Ενώ η Kathy, η Ruth και ο Tommy ζουν σε ένα φρικτό περιβάλλον, το μυθιστόρημα αφορά την ποιότητα της ανθρωπιάς τους κάτω από αυτές τις συνθήκες.
Μπορεί οι φρουροί να προσπαθούσαν να διαπιστώσουν αν είχαν ψυχές, αλλά τελικά αυτό που μαθαίνουμε είναι ότι οι θετικές πτυχές της ανθρώπινης φύσης μπορούν να επιβιώσουν ή να επικρατήσουν παρά τις συνθήκες. Είναι ενδιαφέρον ότι η αναζήτηση της αγάπης από τους χαρακτήρες φαινόταν αρχικά να υποκινείται από την πεποίθηση ότι θα καθυστερούσε τα δώρα τους και θα παράτεινε τη ζωή τους. Παρόλο που αυτή η πεποίθηση αποδεικνύεται λανθασμένη, η Kathy ανακαλύπτει ότι η αγάπη αξίζει να αναζητηθεί από μόνη της, ανεξάρτητα από τις συνέπειες ή τις έννοιες της αιτίας και του αποτελέσματος.
Η Ruth προώθησε την πίστη στην επίδραση της αγάπης στη παράταση της ζωής τους. Πράγματι, η Kathy συναίνεσε και ποτέ δεν παρενέβη σκόπιμα ή διέκοψε τη σχέση της Ruth και του Tommy. Ωστόσο, όταν φτάνει στο τέλος της ιστορίας, ίσως συνειδητοποιεί ότι θα έπρεπε να ήταν λιγότερο συναινετική και να αφήσει τον εαυτό της να εκφράσει την αγάπη της για τον Tommy. Έτσι, τελικά, το “Ποτέ μην με αφήσεις να φύγω” είναι μια ιστορία αγάπης, και μάλιστα τριγωνική. Η ζωή είναι σύντομη, απλά πρέπει να συνεχίσεις να προχωράς, πρέπει να παίρνεις την (αληθινή;) αγάπη σου όπου μπορείς να τη βρεις, ακόμα κι αν κάποιος άλλος πληγωθεί στην πορεία. Όταν είμαστε ερωτευμένοι, υπάρχει πάντα η πιθανότητα κάποιος να χάσει κάτι ή να πληγωθεί…
Έλενα Μάτσα
Καθημερινά εκατομμύρια γυναίκες στον πλανήτη συμμετέχουν σε ένα ιδιαίτερο «τελετουργικό», αυτό της περιποίησης νυχιών. Κατά τη διάρκεια του πραγματοποιείται μια συγκεκριμένη και προκαθορισμένη αλληλουχία δράσεων καλλωπισμού και φροντίδας ανάμεσα σε δύο ανθρώπους, με χρήση ειδικών για την περίσταση αντικειμένων, η οποία διαμορφώνεται λίγο πολύ από ένα αίσθημα εμπιστοσύνης, οικειότητας και αλληλοεκτίμησης, με τις συζητήσεις- πολλές φορές ακόμη και τις «εξομολογήσεις»- να δίνουν και να παίρνουν. Αυτή η «ιεροτελεστία» αποτελεί το «όχημα» του έργου της Ευαγγελία Γατσωτή, με τίτλο «Νυχιάνγκ», το οποίο και παρακολούθησα την Παρασκευή που μάς πέρασε στο Θέατρο Πορεία, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου. Μόνο που στην ιεροτελεστία που λαμβάνει χώρα στη σκηνή ανάμεσα σε μια αισθητικό, την Αργυρώ, και τη νεαρή πελάτισσα της, Κάλλια- δύο γυναίκες που μοιράζονται ένα δύσκολο παρελθόν- το κλίμα αντί να αποφορτίζεται, όπως συμβαίνει κατά κανόνα με πράξεις που στόχο έχουν να φέρουν την ομορφιά μέσα στη ρουτίνα της καθημερινότητας, φορτίζεται σταδιακά. Αρχικά σαν μικρές ρωγμές στη χαλαρότητα της στιγμής, εν συνεχεία ως παρωδικές εκρήξεις που μαρτυρούν πως κάτι «σκοτεινό» ελλοχεύει πίσω από τα λόγια και τις συμπεριφορές και στο τέλος σαν μια «χιονοστιβάδα» αποκαλύψεων που δεν αφήνει τίποτα στο διάβα της.
Ο ανανεωτικός λόγος της Ευαγγελία Γατσωτή- εδώ στο πρώτο της θεατρικό έργο το οποίο και γράφτηκε στο πλαίσιο της Σχολής Πυροδότησης Θεατρικής Γραφής του θεάτρου Πορεία- όπου το χιούμορ διαδέχεται τις «αδυσώπητες» αλήθειες και μια αβάσταχτη πραγματικότητα, μου κίνησε τρομερά το ενδιαφέρον, ενώ αισθάνθηκα να ταυτίζομαι με όσα είχε να πει για τη «γυναικεία εμπειρία»- εκείνη που λίγο πολύ θέλει όλες μας να έχουμε βρεθεί αντιμέτωπες, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, με χειριστικές, παρενοχλητικές και εξουσιαστικές συμπεριφορές- για την «αγία ελληνική οικογένεια», μα πάνω από όλα για το πόσο δύσκολο τελικά αποδεικνύεται το να «ντύσουμε» με τις σωστές λέξεις όλα όσα αισθανόμαστε και βιώνουμε. Κερασάκι στην τούρτα οι υπέροχες ερμηνείες της Αλεξίας Καλτσίκη και της Θάλειας Σταματέλου και η λιτή, εύστοχη και απόλυτα εναρμονισμένη με τη φύση του κειμένου σκηνοθεσία του Δημήτρη Τάρλοου. Το ίδιο εναρμονισμένo τo σκηνικό της Θάλειας Μέλισσα και η ενδυματολογική προσέγγιση του Αλέξανδρου Γαρνάβου– αναφορά στην κουλτούρα της Άπω Ανατολής- συνδεόμενα τόσο με τον τίτλο του έργου και την καταλυτική σημασία του για το συγκλονιστικό φινάλε όσο και με την ενίσχυση της «τελετουργικής» αίσθησης της δράσης. *Η παράσταση «Νυχιάγκ» παίζεται έως 16 Οκτωβρίου στο Θέατρο Πορεία.
Αριστούλα Ζαχαρίου
Για το καθιερωμένο brunch του Σαββατοκύριακου αποφάσισα να επισκεφτώ το νέο in μαγαζί της πόλης, το «The Architects of Time». Ο χώρος είναι πολύ μοντέρνος και cozy με ωραία διακόσμηση. Αυτό που δυστυχώς με δυσαρέστησε ήταν η επιλογή του πιάτου. Πήρα ένα αλμυρό πάνκεικ με κατίκι Δομοκού, ρόκα, ποσέ αυγό και παστράμι. Οι γεύσεις δεν έδεναν καθόλου μεταξύ τους μάλλον γιατί η ζύμη του πάνκεικ ήταν αρκετά γλυκιά, το κατίκι ξινό και η ρόκα επιδείνωνε την κατάσταση. Έδωσα μια ευκαιρία -μήπως το σώσει το παστράμι με το αυγό- αλλά δεν ικανοποιήθηκα. Γενικά δεν είμαι ο πελάτης που θα παραπονεθεί για ένα πιάτο, ειδικά όταν δεν μου αρέσει γευστικά, πράγμα που σημαίνει πως υπάγεται στο προσωπικό γούστο -δεν μιλάμε για φορές που υπάρχει κάτι στο πιάτο που το καθιστά μη βρώσιμο. Αυτό το πιάτο σίγουρα δεν δούλεψε για μένα. Υπήρξε μια σχετική συζήτηση με την παρέα μου καθώς ένα ζευγάρι στο διπλανό τραπέζι επέστρεψε το ίδιο πιάτο με το δικό μου με πολύ άσχημο τρόπο και αναρωτιόμασταν πόση ένταση μπορεί να προκαλέσει το προσωπικό γούστο ή ένα όχι και τόσο επιτυχημένο πιάτο ενός μαγαζιού. Όπως και να έχει, το μαγαζί μου άρεσε, ό,τι άλλο δοκίμασα μου φάνηκε ικανοποιητικό και νομίζω πως αξίζει να δώσουμε μια ευκαιρία σε ένα νέο μέρος και να μην είμαστε τόσο σκληροί αν κάποια πράγματα δεν δουλεύουν.
Φωτεινή Νικολίτσα